Γιώργος Τραχανάς
Αρκετοί είναι αυτοί που μόλις ακούν για τις φοιτητικές εκλογές, η πρώτη τους αντίδραση είναι ένα «Ε, και;». Αυτή η αδιαφορία που εκφράζεται και μέσω της αποχής υποτιμά αρκετά την αξία και το μήνυμα των φοιτητικών εκλογών ως πολιτική μάχη. Και εδώ είναι που χρειάζεται να εστιάσουμε. Οι φοιτητικές εκλογές πρέπει να είναι αντιπαράθεση διαφορετικών σχεδίων για τη μόρφωση, την εργασία και την αξιοπρεπή ζωή εν τέλει της νέας γενιάς. Αυτό απέχει αρκετά σκαλοπάτια από τον εκφυλισμό που έχουν δημιουργήσει οι καθεστωτικές παρατάξεις (ΔΑΠ,ΠΑΣΠ). «Ψήφισε με για τις σημειώσεις, για το ποτό, για τις ανοιχτές σχολές» και άλλα τόσα πολλά, που καμία σχέση δεν έχουν με ένα σχέδιο για μία αξιοβίωτη ζωή για τη νεολαία.
Σίγουρα, οι σχολές δεν βρίσκονται πάνω σε ένα σύννεφο, ούτε οι φοιτητές είναι κάποια υποκείμενα που προβληματίζονται μόνο τα μαθήματα τους. Βιώνουν μέσα και έξω από τα αμφιθέατρα την κρίση, έχουν μεγαλώσει μέσα σε αυτή και για αυτούς μοιάζει σαν κανονικότητα. ΣΥΡΙΖΑ και ΝΔ μαζί προσπαθούν να τους σύρουν σε ψευδεπίγραφα δίπολα και στις χαμηλές προσδοκίες, ενώ κάτω από το τραπέζι παζαρεύουν την επίθεση στη μόρφωση και στην μελλοντική εργασία τους. Ό,τι ψηφίστηκε το τελευταίο διάστημα στη Βουλή και αφορούσε την εκπαίδευση είχε στον πυρήνα του την αμφισβήτηση του δικαιώματος της νεολαίας στην αξιοπρεπή μόρφωση, άρα και εργασία. Από τις συγχωνεύσεις και την υποχρηματοδότηση, και από τα δίδακτρα και τις αλλαγές στη δευτεροβάθμια, διαμορφώνεται το έδαφος για την «παιδεία της αγοράς», που στη διαδρομή γι αυτήν θα χαθούν και τα εργασιακά και μορφωτικά δικαιώματα.
Όμως, η νεολαία δε χαρίστηκε σε αυτή τη συνθήκη. Δεν συνέχισε να σκύβει το κεφάλι σε μία δήθεν αριστερή κυβέρνηση, που θα τα έλυνε όλα για πάρτη της, και τάραξε αισιόδοξα τα νερά. Από την αρχή της χρονιάς, μπήκε στα αμφιθέατρα όχι μόνο για να παρακολουθήσει μάθημα, αλλά και για αποφασίσει για την τύχη της. Και πολλές φορές -πολύ περισσότερες από τα προηγούμενα χρόνια-, αποφάσισε μαζικά και αγωνιστικά. Σε διάφορα σημεία ανά την Ελλάδα, υπήρξαν εστίες συλλογικής αντίστασης και αντεπίθεσης στα σχέδια των υπουργείων του ΣΥΡΙΖΑ. Σχέδια το ίδιο επικίνδυνα με αυτά των προκατόχων τους. Η αδράνεια της «αριστερής» ανάθεσης και του κυνικού ρεαλισμού, ξεπερνιέται αργά, αλλά αισιόδοξα. Φάνηκε στις μαζικές γενικές συνελεύσεις, φάνηκε στο δυναμικό του κόσμου που συμμετείχε σε αυτές. Οι φοιτητές των μικρότερων ετών, προσέγγισαν τη συλλογική πάλη, έστω και με αντιφατικό τρόπο, και γνώρισαν τη μέθοδο με την οποία η κάθε γενιά χαράσσει και νικά για την προοπτική της.
Το φοιτητικό κίνημα είχε αρκετά στιγμιότυπα φέτος. Βέβαια, δε μας αρκούν απλά οι συνελεύσεις ή απλά οι διαδηλώσεις. Αυτές δεν έλειψαν και τόσο φέτος. Αυτό που σίγουρα έλειψε είναι η διαπίστωση για την ένταση της επίθεσης και τον ενιαίο πυρήνα της. Μπορεί να εξαπολύεται ασύμμετρα, αλλά όλες οι πτυχές συνδέονται με ένα νήμα. Κι αυτό πρέπει όχι απλά να το διαπιστώνουμε, αλλά και να βρίσκουμε αιτήματα που συνενώνουν τις αντιστάσεις στις επιμέρους πτυχές. Έτσι, ξεπερνιέται ο συντεχνιασμός στο κίνημα, η μερικότητα των επιμέρους κοινωνικών χώρων, το «η σχολή ή ο κλάδος μου να είναι καλά» και ανοίγονται δρόμοι συνολικής αντιπαράθεσης με την ασκούμενη πολιτική. Αυτό είναι το στοίχημα, αλλά και πολλές φορές η έλλειψη που χαρακτηρίζει το φοιτητικό κίνημα: ο δρόμος για τη μετατροπή των επιμέρους και των μερικών σε συνολικό ρεύμα ανατροπής της πολιτικής της κυβέρνησης και της ΕΕ στην εκπαίδευση και όχι μόνο.
Πρωταγωνιστές, χωρίς παζαρέματα και εκπτώσεις, για να τα πάρουμε όλα πίσω
Αυτό προϋποθέτει πρώτα και κύρια εκείνα τα αιτήματα κρίκους που θα μπορούν να ενοποιούν τα διαφορετικά ξεσπάσματα. Αιτήματα που θα απαντάνε στις ανάγκες των πληττόμενων φοιτητών και θα υπερασπίζονται το δικαίωμα τους στην αξιοπρεπή μόρφωση ενάντια στους ταξικούς αποκλεισμούς. Για να μπορούν όλοι να σπουδάζουν χωρίς κανένα εμπόδιο, με δωρεάν παροχές και με γενναία αύξηση της κρατικής χρηματοδότησης για να μη μπαίνει στη μέση ο ιδιώτης. Παράλληλα, το ίδιο το φοιτητικό κίνημα χρειάζεται να βάζει σε ημερήσια διάταξη στις σχολές το ζήτημα της εργασιακής προοπτικής. Να αντιληφθεί ο φοιτητής πως η αλλαγή που συμβαίνει στη σχολή του δεν αφορά μόνο τις σπουδές του, αλλά τη δυνατότητα να εργαστεί αξιοπρεπώς στη συνέχεια. Αυτό προϋποθέτει κλαδική «ματιά» στις εξελίξεις, με τη σύνδεση των διεκδικήσεων των συλλόγων με τα αντίστοιχα ταξικά σωματεία και γενικά με τις εργατικές διεκδικήσεις. Σε μία προσπάθεια το ίδιο το φοιτητικό κίνημα να γίνει οργανικό κομμάτι του εργατικού κινήματος και όχι απλά ένας ακολουθητής του.
Μία κουβέντα μόνο για το περιεχόμενο της πάλης του φοιτητικού κινήματος δε θα είχε καμία σημασία από μόνη της χωρίς τη κουβέντα γύρω από την αναγκαία αριστερά που θα υπηρετήσει αυτή την πάλη. Η δικιά μας αριστερά, η αντικαπιταλιστική και επανασταστική, πρέπει να αποδείξει πως «δε κάνουν τα ράσα τον παπά». Αλλά να αναδείξει την αναγκαιότητα να γίνει η νεολαία πρωταγωνιστής της πάλης με τα χαρακτηριστικά που απαιτούνται σήμερα. Χωρίς παζαρέματα και εκπτώσεις, για να τα πάρει όλα πίσω. Αυτό προϋποθέτει και διαζύγιο με τα όρια της φιλολαϊκής διαχείρισης (όπως του ΣΥΡΙΖΑ), με τις χαμηλές προσδοκίες και με το «μικρότερο κακό». Μια αριστερά που δε θα μιλά γενικόλογα και επαναστατικά, απέχοντας τελικά από τις σημαντικές μάχες και τις καμπές. Αντιθέτως, σε κάθε μικρό και μεγάλο ζήτημα, θα αναδεικνύει τους πραγματικούς και ουσιαστικούς υπαίτιους της κατάστασης, που είναι οι κυβερνήσεις, η ΕΕ και το ΝΑΤΟ. Όχι σαν απλή αναφορά, αλλά θα βάζει επί τάπητος την ανατροπή των κυβερνήσεων και την έξοδο από ΝΑΤΟ και ΕΕ.
Στις 10 Απρίλη, η νεολαία έχει χρέος να ταράξει τα νερά. Τη στενεύει αρκετά το κοστούμι που της ράβουν οι «από πάνω» και φαίνεται. Και η ίδια ψάχνει δρόμο να το πετάξει από πάνω της. Στις 10 Απρίλη, ο δρόμος της ανατροπής περνάει από τη στήριξη και τη συμμετοχή στα ψηφοδέλτια της ΕΑΑΚ. Ας μη χάσουμε το κάλεσμα.