Μάκης Γεωργιάδης
Δεκατέσσερις χώρες έστειλαν δυνάμεις επέμβασης εναντίον της επαναστατικής Ρωσίας. Σαν ύαινες χίμηξαν οι ιμπεριαλιστές να την κατασπαράξουν αμέσως με τη λήξη του φονικότατου Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Ανάμεσα στα στρατεύματα αυτά ήταν και το εκστρατευτικό σώμα από την Ελλάδα. Εκατοντάδες ήταν όσοι αυτομόλησαν και αγκαλιάστηκαν με τα ταξικά τους αδέλφια, τον Κόκκινο Στρατό και τα αντάρτικα σώματα. Εγκλήματα του εκστρατευτικού σώματος στην Οδησσό.
Χρονολόγιο
1919, 20 Ιανουαρίου, αποβίβαση των πρώτων ελληνικών δυνάμεων στην Οδησσό.
1919, 22 Μαρτίου, ολοκληρώνεται η μεταφορά της 13ης μεραρχίας στην Οδησσό. Το εκστρατευτικό σώμα αποτελείται από 23.351 αξιωματικούς και στρατιώτες.
1919, 2 Απριλίου, γενική επίθεση των μπολσεβίκων.
1919, 27 Απριλίου, ανακωχή μεταξύ του Κόκκινου Στρατού και των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων. Την επόμενη μέρα αποχωρεί ηττημένο το ελληνικό σώμα από τα εδάφη της Ρωσίας.
Το πλάνο ήταν μαυρόασπρο, αλλά μυριάδες τα κόκκινα στίγματα που ξεπηδούσαν σε κάθε γωνιά στα χέρια των εργατών, των στρατιωτών και στις ταράτσες των κτιρίων δίνοντας το χρώμα της εποχής. Το χρώμα της νίκης. Το λιμάνι της Οδησσού ίσως αποτελεί το τελειότερο σκηνικό για να φτιάξει κανείς επαναστατικά πλάνα και φωτογραφίες. Η κόκκινη σημαία που υψώνουν οι ναύτες του Θωρηκτού Ποτέμκιν, όπως την αποτυπώνει με την κάμερα ο Σεργκέι Αιζενστάιν και με το μυαλό οι θεατές του. Λίγα χρόνια μετά, αν και από το 1905 έως το 1919 μοιάζει να έχει κυλήσει ολόκληρος αιώνας, στο ίδιο πάντα σκηνικό στασιάζουν τα πληρώματα των πλοίων των Γάλλων ιμπεριαλιστών εισβολέων. Οι ύαινες που χύμηξαν να κατασπαράξουν τη νεαρή Σοβιετική Ρωσία ίσως δεν περίμεναν πως όχι μόνο θα δοκίμαζαν πικρή ήττα από τον Κόκκινο Στρατό και τις αντάρτικες κομμουνιστικές ομάδες, αλλά και τα παιδιά της εργατικής τάξης που στελέχωναν τα εκστρατευτικά σώματα εναντίον της επαναστατημένης Ρωσίας, θα στασίαζαν, θα λιποτακτούσαν και μαζικά θα εντάσσονταν στις γραμμές του στρατού των ταξικών αδερφών τους.
Δεκατέσσερις χώρες έστειλαν δυνάμεις επέμβασης εναντίον της επανάστασης. Το κύμα της εξωτερικής επέμβασης φούντωσε αμέσως με τη λήξη του φονικότατου Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου και ενώ η νεαρή σοβιετική εξουσία πάλευε να ξεκολλήσει την αχανή χώρα από τον εμφύλιο στον οποίο την είχαν βυθίσει οι νοσταλγοί του τσαρικού καθεστώτος, οι αστοί οι οποίοι έχαναν τα προνόμια τους, η εσωτερική και εξωτερική αντίδραση. Ανάμεσα στα στρατεύματα και 23.351 στρατιώτες εκστρατευτικού σώματος από την Ελλάδα. Το 34ο Σύνταγμα παρέταξε τις δυνάμεις του στην Κριμαία γύρω από τις πόλεις της Οδησσού, της Χερσώνας, του Νικολάγιεφ και τις Σεβαστούπολης, όπου υπήρχαν και ελληνικοί πληθυσμοί. Τα ελληνικά στρατεύματα τέθηκαν υπό γαλλική διοίκηση και αποβιβάστηκαν στην περιοχή από 21 Ιανουαρίου του 1919. Σαν σε σκηνή από το ίδιο το φιλμ της Ιστορίας εμφανίζονται τώρα οι λιποτάκτες των ελληνικών δυνάμεων να περνούν κολυμπώντας τον παγωμένο Δνείστερο για να ενταχθούν στις τάξεις των μπολσεβίκων. Το ποτάμι είναι το φυσικό όριο μεταξύ των επικρατειών των εξεγερμένων που έχουν την εξουσία στα χέρια τους και των εξεγερμένων που παλεύουν γι’ αυτήν έχοντας να αντιμετωπίσουν και τους Λευκούς και τους εισβολείς. Τις νύχτες στα χαρακώματα ο Αταμάνος Γκριγκόριεφ και οι άντρες του πετάνε προκηρύξεις που καλούν τα ελληνικά στρατεύματα να μην πολεμήσουν εναντίον των αδερφών τους, να αποχωρήσουν από τη Ρωσία και γυρνώντας στην Ελλάδα να ξεκινήσουν το δικό τους αγώνα για κοινωνική απελευθέρωση.
Οι προκηρύξεις για πολλούς γίνονται φυλαχτό. Τις κρύβουν και τις διαβάζουν τις νύχτες. Και πολλοί αυτομολούν. Τόσο που αναγκάζουν τη στρατιωτική γραφειοκρατία και τους υψηλόβαθμούς αξιωματικούς όπως τον Ν. Γρηγοριάδη να σκηνοθετήσουν ολόκληρες αρπαγές, αιχμαλωσίες και δολοφονίες των αυτομολούντων από τους μπολσεβίκους ώστε να μην έχει ευρύτερο αντίκτυπο αυτή η πράξη μέγιστης διεθνιστικής αλληλεγγύης και έμπρακτης συμπαράστασης στην επανάσταση στο εσωτερικό του στρατεύματος. Σύμφωνα με αντικρουόμενες πηγές, περίπου 398 Έλληνες φαντάροι εμφανίζονται ως «εξαφανισμένοι», γεγονός που οφείλεται σε αυτομολήσεις και λιποταξίες.
Όμως οι σκοτεινές σκηνές αυτής της ταινίας είναι πάμπολλες. Είναι όταν αυτοί οι ποτισμένοι με το δηλητήριο του εθνικισμού Έλληνες στρατιώτες ανοίγουν πυρ στην Οδησσό εναντίον των Γάλλων συναδέλφων τους που στασιάζουν μαζικά κι αρνούνται να πολεμήσουν. Ανοίγουν πυρ και σκοτώνουν εξεγερμένους εργάτες της Οδησσού που διαδηλώνουν εναντίον της επέμβασης και ενώνονται με τους εξεγερμένους ναύτες. Η ίδια κλίκα καθαρμάτων που εμφορείται από το μεγαλοϊδεατισμό και την αρπακτικότητα της ελληνικής αστικής τάξης θα πυρπολήσει στη Χερσώνα μια τεράστια ξύλινη αποθήκη στην οποία είχε στοιβάξει περίπου 2.000 αιχμαλώτους, μεταξύ των οποίων και ομοεθνείς τους! Και θα ανοίξει πυρ από τα πολεμικά πλοία του στόλου που αναχωρεί για την Ελλάδα έχοντας υποστεί ντροπιαστική ήττα. Ήταν τέτοια η λύσσα και η μανία τους, που πλιατσικολογούσαν και λεηλατούσαν ό,τι έβρισκαν μπροστά τους και ας τους καταδίωκαν οι αντάρτες του Αταμάνου Γκριγκόριεφ και αργότερα ο συγκροτημένος Κόκκινος Στρατός που έπαιρνε την μία πόλη μετά την άλλη. Έλληνες Γιούγκερμαν γέμισαν τα πλοία της επιστροφής παρέα με πρωταγωνιστές που θα συναντήσουμε αργότερα στις τραγικές σελίδες της ελληνικής Ιστορίας και την καταστροφική κατάληξη της Μικρασιατικής Εκστρατείας.
Δεν είναι τυχαίο πως στο εκστρατευτικό σώμα εναντίον της Μεσημβρινής Ρωσίας ήταν παρόντες στρατιωτικοί όπως οι Ν. Πλαστήρας, Γ. Κονδύλης, Ν. Γρηγοριάδης. Δεν είναι επίσης τυχαίο ότι ο τότε ισχυρός πόλος του πολιτικού διπολισμού είχε ως πρωταγωνιστή τον Ελ. Βενιζέλο, ο οποίος είχε στενή σχέση με τον βρετανικό ιμπεριαλιστικό παράγοντα, που υποδαύλιζε τις μεγαλεπήβολες «Μεγάλες Ιδέες» για να κερδίσει ο ίδιος μόλις θα αποτραβιόταν τα νερά της πλημμυρίδας, ενώ το μόνο που θ’ άφηνε πίσω της η άμπωτη θα ήταν θάλασσες δακρύων και αίματος.
Ωστόσο η ταινία μας όπως άνοιξε, με το ίδιο ασπρόμαυρο πλάνο κλείνει. Εκατό χρόνια μετά. Η ίδια ασπρόμαυρη φωτογραφία στο ίδιο μελαγχολικό φόντο. Στις 6 και 7 του Απρίλη του 1919 ήταν θριαμβευτές οι μπολσεβίκοι και ο επαναστατημένος λαός της Οδησσού και ολόκληρης της Κριμαίας ύψωσε τα κόκκινα λάβαρα και τις σημαίες της εργατιάς απανταχού στην πόλη. Ένας θρίαμβος πριν τον επόμενο, πριν αρχίσουν να πέφτουν μια μια οι πόλεις και στα δυτικά προς την Ουκρανία και στα ανατολικά προς την Υπερκαυκασία. Κόκκινες κυματίζουν τώρα οι σημαίες στην Οδησσό και το σημερινό ασπρόμαυρο, μουντό και μελαγχολικό τοπίο είναι η μοναδική τόσο επίκαιρη και αναγκαία πρόταση ανατροπής της προϊούσας βαρβαρότητας, αλλά και το μεγάλο ζητούμενο και επαναστατικός γρίφος αμφίβολος στην απάντησή του….
Γράμμα στον παππού
Κάπου τα ίχνη χάνονται. Η γομολάστιχα της Ιστορίας θαρρείς θα τα σβήσει μόλις αποβιβαστείς από εκείνο το καράβι, όμοιο θωρηκτό, και πάλι στις γεμάτες ξενοιασιά η έστω αναδίδουσες την πατρική στοργή ακτές της Μαύρης Θάλασσας, αποβιβαστείς στον Πειραιά, όταν τραβήξεις κατά τη Δραπετσώνα στήσεις ένα παράπηγμα στους προσφυγικούς συνοικισμούς και μετά, με το βήμα βαρύ, τραβήξεις για μια άλλη, άγνωστη ενδοχώρα. Αυτή τη φορά μιας μητέρας πατρίδας η οποία σε στοιχειώνει στον ύπνο και στον ξύπνιο. Ανακατεμένη ζωή, όμοια ναυτία. Παραγεμισμένη με όνειρα και φανφάρες και ελληνικές μεραρχίες που τώρα ταξιδεύουν για να αποβιβαστούν στη Σμύρνη και στο Αϊβαλί. Πρόσω ολοταχώς για τη νέα Μεγάλη Ιδέα και η …ανεξαρτησία του Πόντου παραπέμπεται στις καλένδες.
Το είπε άλλωστε ρητά και κατηγορηματικά ο Βενιζέλος στον πρόεδρο Ουίλσον: αυτός είναι αντίθετος και με την ανεξαρτησία του Ευξείνου Πόντου και τη δημιουργία ανεξάρτητου ελληνικού κράτους εκεί και υπέρ της ανεξαρτησίας της Αρμενίας αν κι αυτή εκφράζει αξιώσεις για έξοδο στη Μαύρη Θάλασσα. Λόγω αναλφαβητισμού ωστόσο, τα προσφυγόπουλα του Πόντου και του Καυκάσου σε λίγο δεν θα μπορούν να διαβάσουν τι λένε οι εφημερίδες. Τι λένε στις εφημερίδες και οι Βενιζέλοι και οι βασιλικοί. Δε θα μπορούν να αναγνωρίσουν τα νέα από το ανατολικό μέτωπο. Τη φωτιά και την καταστροφή του πολέμου. Τη φωτιά που έσπειραν οι ιμπεριαλιστές στην παλιά σου πατρίδα και τη σκορπούν απλόχερα τώρα και στη γειτονιά σου. Αχ, παππού… Χαθήκαν οι μεγάλες ιδέες. Ναυάγησαν οι μεγάλες πατρίδες. Τον καιρό που επιτέλους η αχτίδα της Ανατολής έφεγγε πάνω από τον κόσμο των εξεγερμένων, εσύ ανακατεύτηκες με τον κόσμο των πλιατσικολόγων, των τυχοδιωκτών και των αρπάγων. Ο εθνικισμός και η μεγαλομανία, ο θρησκευτικός φανατισμός και ο ταξικός αποπροσανατολισμός σε οδήγησαν να γεμίσεις τελικά τα καράβια που θα διέπλεαν τη Μαύρη Θάλασσα και το Αιγαίο για να καταλήξουν στην Ανατολική Μακεδονία στην Καβάλα, στο Βόλο, στον Πειραιά… Ποιος ξέρει, τελικά ίσως να ήσουν συνταξιδιώτης του περιβόητου Γιούγκερμαν που διαβάζαμε μικροί κάτω από τη σκιά των δέντρων που είχες φυτέψει. Συνταξιδιώτης τόσων και τόσων Ελλήνων Γιούγκερμαν, μελών του 34ου εκστρατευτικού συντάγματός εναντίον των μπολσεβίκων οι οποίοι έκαψαν, λεηλάτησαν πλιατσικολόγησαν και έχυσαν αδερφικό αίμα για να συνεχίσουν το έργο τους λίγο αργότερα σε μέρη νοτιότερα και ανατολικότερα. Ίσως να γελάσεις… ίσως να μου πεις ότι τελικά η Ιστορία δικαίωσε όσους αντιτάχθηκαν και πολέμησαν τους μπολσεβίκους, το Λένιν, τον Κόκκινο Στρατό.
Μα αν κοιτάξεις και σήμερα τους χάρτες, μια αλήθεια θα σου πει η Ιστορία. Πως οι ίδιοι που σχεδίαζαν τότε και χάραζαν τα εθνικά σύνορα πάνω σε καμένες σάρκες, είναι οι ίδιοι που τα σχεδιάζουν και σήμερα και ζητάνε αίμα και πάλι για να ξεδιψάσουν. Ίδιοι είναι. Ίδιοι και χειρότεροι και σήμερα εποφθαλμιούν το δικό μας αίμα. Είτε είναι στα Βαλκάνια είτε στη Μέση Ανατολή, είτε στον Καύκασο. Ο Λένιν και οι μπολσεβίκοι ήταν τότε εναντίον τους και παρόντες. Εμείς δεν επιτρέπεται να μείνουμε της συγκλονιστικής εποχής μας οι απόντες…