Χωρικά ύδατα, Υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ
Ακούμε διαρκώς για το «δίκιο της Ελλάδας», που προκύπτει από το Διεθνές Δίκαιο, και την «επιθετικότητα της Τουρκίας». Τα ανάποδα λέγονται απέναντι. Τι είναι ΑΟΖ και τι υφαλοκρηπίδα, τι λένε οι διεθνείς συνθήκες και τι συμφέροντα εκφράζονται; Στην αναγκαία συζήτηση θέλει να συμβάλλει το κείμενο ομάδας εργασίας του ΝΑΡ για την Κομμουνιστική Απελευθέρωση, που παρουσιάζει το Πριν (ολόκληρο στο www.narnet.gr)
«Εθνική ενότητα» ή κοινός αγώνας των λαών;
Έχει εμφανιστεί πλήθος διαφορών μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας σε ότι αφορά την οριοθέτηση των θαλάσσιων ζωνών (Χωρικά ύδατα, Υφαλοκρηπίδα, ΑΟΖ). Αυτές, δεν αντανακλούν μόνο την ύπαρξη ασαφειών στο λεγόμενο Διεθνές Δίκαιο, αλλά κυρίως τις πολιτικές και οικονομικές επιδιώξεις των αστικών τάξεων των δύο χωρών, καθώς και των ηγεμονικών καπιταλιστικών κρατών και ιμπεριαλιστικών συνασπισμών στην περιοχή.
Βασικές αφετηρίες με την οποία προσεγγίζεται το ζήτημα αυτό από μεριάς του ΝΑΡ για την Κομμουνιστική Απελευθέρωση, αποτελούν:
Πρώτο, η υπεράσπιση των συμφερόντων των λαών σε Ελλάδα, Τουρκία και στη Μεσόγειο, σε μια προοπτική διεθνιστικής συνεργασίας. Οι λαοί μπορούν από κοινού να αποφασίσουν αν και ποιους πόρους θα εκμεταλλευτούν, τη σκοπιμότητα και τους όρους της πιθανής εκμετάλλευσης. Δεύτερο, η μάχη ενάντια στην κλιμάκωση των πολεμικών δαπανών, την αποτροπή των πολεμικών τυχοδιωκτισμών, ο αγώνας ενάντια στους σχεδιασμούς των μεγάλων και μικρών ιμπεριαλισμών και των επιμέρους αστικών τάξεων. Τρίτο, η προστασία του περιβάλλοντος μέσω της αντίστασης στην οικοπεδοποίηση των θαλασσών και την παράδοσή τους στα πολυεθνικά μονοπώλια εξόρυξης. Τέταρτο, η αποτροπή της εφιαλτικής προοπτικής ενός νέου γύρου αιώνων οικονομίας του πετρελαίου και ορυκτών καυσίμων, όταν ήδη βιώνονται οι αρνητικές συνέπειες της κλιματικής αλλαγής.
Φιλοδοξούμε, η παρέμβασή μας να συμβάλει στην ευρύτερη συζήτηση στην κομμουνιστική αριστερά, σε μια εποχή που όχι μόνο κλιμακώνονται οι εθνικιστικές κραυγές και ανταγωνισμοί στην περιοχή, αλλά πολλά κράτη, μεταξύ αυτών η Ελλάδα και η Τουρκία, συμμετέχουν ή υποστηρίζουν πολεμικές αναμετρήσεις ή διεξάγουν κοινωνικό πόλεμο κατά των λαών, μιλώντας υποκριτικά με όρους «εθνικού δικαίου» και «εθνικής ενότητας».
Το διεθνές δίκαιο δεν αναπτύχθηκε ουδέτερα, αλλά σύμφωνα με τις ανάγκες του κεφαλαίου και των ισχυρότερων καπιταλιστικών κρατών για επέκταση της εκμετάλλευσης στις θαλάσσιες περιοχές
Μέχρι το τέλος του Δεύτερου Παγκοσμίου Πολέμου, η βασική αντίληψη για τη θάλασσα αφορούσε πρωτίστως στη ναυσιπλοΐα, το εμπόριο ή/και τον πόλεμο. Η θάλασσα ήταν κυρίως δρόμος. Δευτερευόντως ήταν και παραγωγικός χώρος μέσω της αλιείας και οριακά (στα λιμάνια) της ναυπηγικής βιομηχανίας. Ανεπτυγμένα καπιταλιστικά κράτη, άρχισαν προοδευτικά να κάνουν λόγο για τα Χωρικά Ύδατα (Αιγιαλίτιδα Ζώνη), δηλαδή μια θαλάσσια ζώνη γύρω από τις ακτές των κρατών στην οποία ασκούσαν πλήρη κυριαρχία, όπως και επί της στεριάς. Αρχικά, ορίστηκε το πλάτος αυτής της ζώνης στα 3 ναυτικά μίλια (μήκος βολής ενός κανονιού) και θεωρητικά συνδέθηκε με την άμυνα του κράτους. Η διέλευση των πλοίων άλλων χωρών από τα Χωρικά ύδατα, επιτρέπεται μόνο στο βαθμό που αυτή είναι «αβλαβής», δηλαδή «δεν παραβλάπτει την ειρήνη, την ομαλή λειτουργία ή την ασφάλεια του παράκτιου κράτους».
Μετά τη λήξη του Δεύτερου Παγκοσμίου Πολέμου, ο Πρόεδρος των ΗΠΑ Χ. Τρούμαν, ανακοίνωσε την δικαιοδοσία οικονομικής εκμετάλλευσης στο βυθό και στο υπέδαφος μιας νέας θαλάσσιας ζώνης ευρύτερης και πέραν των Χωρικών Υδάτων, μέχρι και εκεί όπου η θάλασσα έχει βάθος έως και 200 μέτρα. Η ζώνη αυτή ονομάστηκε Υφαλοκρηπίδα και είχε ισχυρή συνάφεια με το γεωλογικό ορισμό της Υφαλοκρηπίδας ως προέκτασης της στεριάς στη θάλασσα, ενώ συνδεόταν με την τεχνολογική δυνατότητα εκμετάλλευσης. Επιπλέον δε γινόταν αναφορά στο πλάτος.
Η αυξανόμενη σημασία αυτής της στροφής αποκρυσταλλώθηκε στη Διεθνή Σύμβαση για την Υφαλοκρηπίδα (1958). Σύμφωνα με τον ορισμό, η Υφαλοκρηπίδα εκτείνεται έως το τμήμα του θαλάσσιου βυθού που βρίσκεται πέραν από τα Χωρικά Ύδατα μέχρι βάθους 200 μέτρων, εκτός αν είναι εφικτή η εκμετάλλευση των φυσικών πόρων και σε μεγαλύτερο βάθος, οπότε εκτείνεται ως εκείνο το πλάτος. Ο νέος ορισμός επέκτεινε μέσω αυτής της αναφοράς, τα όρια της Υφαλοκρηπίδας, αποσυνδέοντάς την από την γεωλογική έννοια. Κινητήριος μοχλός, ήταν η εξερεύνηση και εκμετάλλευση των πλουτοπαραγωγικών πόρων του βυθού και του υπεδάφους.
Ο ορισμός αυτός άλλαξε ριζικά μέσω της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας (1982): «Η Υφαλοκρηπίδα ενός παράκτιου κράτους αποτελείται από το θαλάσσιο βυθό και το υπέδαφός του που εκτείνεται πέραν της Χωρικών Υδάτων καθ’ όλη την έκταση της φυσικής προέκτασης του χερσαίου του εδάφους μέχρι του εξωτερικού ορίου του υφαλοπλαισίου ή σε μια απόσταση 200 ναυτικών μιλίων από τις γραμμές βάσης από τις οποίες μετράται το πλάτος της χωρικής θάλασσας».
Στο Άρθρο 3 ορίζεται ότι: «Κάθε κράτος έχει το δικαίωμα να καθορίσει το εύρος των Χωρικών Υδάτων. Το εύρος αυτό δεν υπερβαίνει τα δώδεκα ναυτικά μίλια, μετρούμενο από γραμμές βάσεως καθοριζόμενες σύμφωνα με την παρούσα σύμβαση».
Το Άρθρο 121, επεκτείνει τις προβλέψεις για όλες τις θαλάσσιες ζώνες και στα νησιά, αναφέροντας ότι αυτές «καθορίζονται σύμφωνα με τις διατάξεις της Σύμβασης που εφαρμόζονται στις ηπειρωτικές περιοχές».
Πολύ σημαντικές είναι οι αναφορές και προβλέψεις της ίδιας Σύμβασης στο ζήτημα των Αποκλειστικών Οικονομικών Ζωνών (ΑΟΖ). Ενώ η έννοια της υφαλοκρηπίδας διατηρεί την αυτοτέλειά της σε ότι αφορά την εκμετάλλευση του βυθού και του θαλάσσιου υπεδάφους, στη ζώνη της ΑΟΖ, σε πλάτος 200 μιλίων και ανεξάρτητα από το βάθος, το κράτος έχει αποκλειστικά δικαιώματα εκμετάλλευσης και στην υπερκείμενη υδάτινη στήλη, σε ότι αφορά την αλιεία, την ενέργεια κλπ.
Η Σύμβαση ορίζει ότι ένα κράτος δύναται, έχει δικαίωμα να τα επεκτείνει έως αυτά τα όρια, στο βαθμό φυσικά που δε συναντάει αυτή η επέκταση άλλα κράτη με αντίστοιχα δικαιώματα. Πρακτικά, είναι λίγες οι θαλάσσιες χώρες σε όλο τον κόσμο που μπορούν απρόσκοπτα να επεκτείνουν σε όλη την επικράτεια τους και τις τρεις θαλάσσιες ζώνες ως τα ανώτερα όρια τους.
Τα Άρθρα 74 και 83 ορίζουν σε ότι αφορά την οριοθέτηση της Υφαλοκρηπίδας και της ΑΟΖ, μεταξύ κρατών με έναντι ή προσκείμενες ακτές: «Η οριοθέτηση […] πραγματοποιείται κατόπιν συμφωνίας με βάση το διεθνές δίκαιο, όπως αναφέρεται στο άρθρο 38 του καταστατικού του Διεθνούς Δικαστηρίου προκειμένου να επιτευχθεί μια δίκαιη λύση».
Η πρόβλεψη για την Υφαλοκρηπίδα, είναι σημαντικά τροποποιημένη σε σχέση με όσα ορίζονταν στην προηγούμενη Σύμβαση του 1958, όπου αναφερόταν στο Άρθρο 6: «Στην περίπτωση χωρών που έχουν έναντι ή παρακείμενες ακτές, η Υφαλοκρηπίδα πρέπει να καθορίζεται με συμφωνία μεταξύ τους. Με απουσία τέτοιας συμφωνίας και αν μια άλλη οριοθέτηση δεν καθίσταται αναγκαία λόγω ειδικών συνθηκών, το όριο καθορίζεται με την αρχή της μέσης γραμμής».
Στους νέους ορισμούς έχει απαλειφθεί η ρητή αναφορά στην αρχή της μέσης γραμμής και δίνεται έμφαση στη συμφωνία κατόπιν διαπραγμάτευσης.
Στην περίπτωση της οριοθέτησης των Χωρικών Υδάτων μεταξύ κρατών με έναντι κείμενες ή προσκείμενες ακτές, στο Άρθρο 15 της Σύμβασης για το Δίκαιο των Θαλασσών, γίνεται αναφορά στην αρχή της μέσης γραμμής, με την επισήμανση παράλληλα ότι «η παραπάνω διάταξη δεν εφαρμόζεται όμως όπου λόγω ιστορικού τίτλου ή άλλων ειδικών περιστάσεων παρίσταται ανάγκη να οριοθετηθούν τα Χωρικά Ύδατα των δύο κρατών κατά διαφορετικό τρόπο».
Η Σύμβαση δε διευκρινίζει ποιες είναι αυτές οι «ειδικές περιστάσεις», αν και στο Άρθρο 123 αναφέρεται ειδικά σε κράτη που συνορεύουν με κλειστές ή ημίκλειστες θάλασσες, ορίζοντας ότι «πρέπει να συνεργάζονται μεταξύ τους στην άσκηση των δικαιωμάτων τους και την εκτέλεση των καθηκόντων τους σύμφωνα με την παρούσα σύμβαση».
Το ίδιο θέμα υπάρχει σε ό,τι αφορά την παρουσία νησιών ανάμεσα σε χώρες που έχουν ακτές η μία απέναντι της άλλης. Η Σύμβαση ορίζει ότι έχουν και τα νησιά θαλάσσιες ζώνες, χωρίς όμως να καθορίζει πως αυτές οι ζώνες καθορίζονται συγκεκριμένα, ώστε να τηρείται και η αρχή της ευθυδικίας (δικαιοσύνης). Η υπάρχουσα νομολογία από προσφυγές σε Δικαστήρια, περιλαμβάνει περιπτώσεις απόλυτης επήρειας της πρόβλεψης για Υφαλοκρηπίδα (και ΑΟΖ) στα νησιά, μερικής επήρειας ή/και μηδενικής επήρειας, σε συνδυασμό με τη θέση, το μέγεθος των νησιών, το μήκος των ακτών και άλλους παράγοντες.
Η ελληνοτουρκική διαμάχη
Αθήνα και Άγκυρα θυμούνται μόνο ό,τι συμφέρει τα κεφάλαιο κάθε χώρας
Η Ελλάδα, από τις Διεθνείς Συμβάσεις, «θυμάται» μόνο τα 200 μίλια και την απόδοση ζωνών στα νησιά. Ισχυρίζεται ότι η οριοθέτηση με την Τουρκία πρέπει να γίνει με βάση την αρχή της μέσης γραμμής μεταξύ των ανατολικών ακτών των ελληνικών νησιών του Ανατολικού Αιγαίου και των τουρκικών ακτών. Έτσι, οι σχετικοί χάρτες, δίνουν όλο το Αιγαίο στην Ελληνική ΑΟΖ και Υφαλοκρηπίδα. Μέσω της απόδοσης ΑΟΖ στο Καστελόριζο, η Τουρκία εκτοπίζεται από τις εκεί θάλασσες, ενώ η Ελλάδα αποκτώντας θαλάσσια σύνορα με την Κύπρο, μοιράζεται με Κύπρο, Αίγυπτο, Ισραήλ όλη σχεδόν την Ανατολική Μεσόγειο. Αποφεύγει να ανακηρύξει την ΑΟΖ γνωρίζοντας ότι το αποτέλεσμα προσφυγής σε Δικαστήριο είναι αμφίβολο (ειδικά σε ότι αφορά το Καστελόριζο), αλλά περιφέρει δεξιά χάρτες ΑΟΖ με χαραγμένα οικόπεδα και κάνει συμφωνίες με Πολυεθνικές Εξόρυξης συνοδεία πολεμικών φρεγατών.
Πολλές αποφάσεις διεθνών δικαστηρίων για αντίστοιχες διαφορές, καταρρίπτουν τις ελληνικές θέσεις. Στη διαμάχη Βρετανίας-Γαλλίας η απόφαση ήταν ότι στα βρετανικά νησιά που βρίσκονται πλησίον των ακτών της Γαλλίας δε θα έπρεπε να δοθεί Υφαλοκρηπίδα, παρά μόνο Χωρικά Ύδατα και όρισε το όριο με την αρχή της μέσης γραμμής μεταξύ των ηπειρωτικών ακτών.
Η Τουρκία, αντίστοιχα «θυμάται» μόνο την αναφορά στην Υφαλοκρηπίδα ως «φυσική προέκταση της στεριάς στη θάλασσα» και επομένως θεωρεί ότι τα ελληνικά νησιά του Αν. Αιγαίου δεν έχουν Υφαλοκρηπίδα (ως βρισκόμενα σε υποθαλάσσια προέκταση των τουρκικών ακτών) και αυτή πρέπει να οριστεί με την αρχή της μέσης γραμμής μεταξύ των ηπειρωτικών ακτών. Οι ισχυρισμοί της ωστόσο είναι αστήριχτοι, καθώς τα νησιά αυτά ούτε μεμονωμένα είναι ούτε αποκομμένα από την ηπειρωτική Ελλάδα. Ενώ μιλάει για «ειδικές περιστάσεις» και ενώ επικαλείται την αρχή της αναλογικότητας των ακτών για το Καστελόριζο, δεν είναι πρόθυμη να μπει σε διαπραγμάτευση με βάση αυτή την αρχή στο Αιγαίο.
Η Τουρκία αναπτύσσει ρητορική «διαπραγμάτευσης», θεωρώντας πως αυτά που αποτυπώθηκαν σε Συνθήκες όπως της Λοζάνης, δεν αντανακλούν τη σημερινή ισχύ του τουρκικού καπιταλισμού, ούτε το συσχετισμό δύναμης με την Ελλάδα. Αναζητεί την αφορμή, αλλά αναλαμβάνει και επιθετικές πρωτοβουλίες, ώστε να τεθούν τα πάντα στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, ακόμη και θέματα κυριαρχίας σε νησίδες του Αιγαίου. Ωστόσο, τυχόν νομική προσφυγή της θα την υποχρέωνε ταυτόχρονα σε αναγνώριση των ΑΟΖ της Κύπρου (αλλά και των Ρόδου, Καρπάθου, Κρήτης), κάτι που δεν ικανοποιεί τις φιλοδοξίες της τουρκικής αστικής τάξης για ρόλο περιφερειακής υπερδύναμης στην Ανατολική Μεσόγειο.
Ποιος θέλει το Αιγαίο ελληνική λίμνη;
Το 1931 η Ελλάδα επέκτεινε το πλάτος του εναέριου χώρου από 3 στα 10 ναυτικά μίλια και το 1936 τα Χωρικά Ύδατά της στα 6 ναυτικά μίλια. Έτσι έμεινε το παράδοξο του διαφορετικού πλάτους στο θαλάσσιο και τον εναέριο χώρο κυριαρχίας. Εκεί κυρίως γίνονται οι αεροπορικές αντιπαραθέσεις Ελλάδας και Τουρκίας, με τη δεύτερη να μη δέχεται ότι πρόκειται για παραβιάσεις, μιας και θεωρεί παράνομη αυτή τη διαφορά μεταξύ θαλάσσιας και εναέριας κυριαρχίας της πρώτης.
Η Ελλάδα μιλάει για το «δικαίωμα επέκτασης στα 12 μίλια». Ωστόσο, αν το πλάτος των Χωρικών Υδάτων μείνει στα 6 μίλια (όπως είναι από το 1936, δηλαδή εδώ και 80 χρόνια περίπου), τα Χωρικά Ύδατα της Ελλάδας θα αποτελούν το 43,5% του Αιγαίου, της Τουρκίας το 7,5% και τα Διεθνή το 49%. Στην περίπτωση επέκτασης στα 12 μίλια, τότε τα αντίστοιχα ποσοστά γίνονται 71,5% για την Ελλάδα, 8,8% για την Τουρκία και τα Διεθνή ύδατα περιορίζονται στο 19,7%.
Το Αιγαίο δηλαδή μετατρέπεται σε ελληνική λίμνη, ενώ η Τουρκία και ακόμη περισσότερο η διεθνής ναυσιπλοΐα περιορίζονται. Η τυχόν μονομερής επομένως επέκταση από μεριάς της Ελλάδας στα 12 μίλια συνιστά τυχοδιωκτική ενέργεια, με πιθανές βαριές συνέπειες. Η Τουρκία από το 1995 έχει θεωρήσει μια τέτοια κίνηση ως αιτία πολέμου (cassus belli).
Μια ειδική συμφωνία στο Αιγαίο, θα μπορούσε να καθορίσει τα Χωρικά Ύδατα με επωφελή τρόπο για τις δύο χώρες, με διαδρόμους για τη διεθνή ναυσιπλοΐα. Πολλές χώρες έχουν κάνει το ίδιο, ειδικά στις περιπτώσεις θαλασσίων κόλπων (π.χ. συμφωνία Εσθονίας με Φινλανδία και Ρωσία στον κόλπο της Φινλανδίας).
ΑΣΤΙΚΕΣ ΤΑΞΕΙΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΚΑΙ ΤΟΥΡΚΙΑΣ
Επικίνδυνος και αντιδραστικός ανταγωνισμός
Στο πλαίσιο της ιδιαίτερης στρατηγικής των αστικών τάξεων σε Ελλάδα και Τουρκία διαμορφώνονται δύο «δρόμοι». Ο πρώτος, στηρίζεται στην πεποίθηση ότι θα κερδίσουν στον ανταγωνισμό με τον «απέναντι», επιδεικνύοντας υπερβάλλοντα ζήλο ευθυγράμμισης στις συμμαχίες με ΗΠΑ και ΝΑΤΟ. Και οι δύο χώρες είχαν σημαντική θέση ειδικά στην εποχή που υπήρχε η ΕΣΣΔ και οι χώρες του «υπαρκτού σοσιαλισμού» στη Βαλκανική, αλλά και η βραδυφλεγής βόμβα της Αραβο-ισραηλινής διένεξης. Η Ελλάδα επιπλέον «πόνταρε» στην συμμετοχή της στην ΕΕ. Ειδικότερα, σήμερα, επιχειρεί να εκμεταλλευτεί προς όφελός της τη γενικότερη προσπάθεια της ΕΕ για μείωση της ενεργειακής της εξάρτησης από τη Ρωσία με διαφοροποίηση των πηγών προμήθειας φυσικού αερίου, αλλά και των δρόμων μεταφοράς του. Εδώ εντάσσεται η υποστήριξη από μεριάς της του σχεδίου για κατασκευή του τεράστιου υποθαλάσσιου αγωγού (EastMed) που θα συνδέει Αίγυπτο, Ισραήλ, Κύπρο με την Ευρώπη, μέσω Κρήτης, Δυτικής Ελλάδας και Ιταλίας.
Από αυτό το συναγωνισμό πρόσδεσης στους ιμπεριαλιστικούς άξονες, ο μόνος χαμένος είναι οι λαοί των δύο χωρών, που πληρώνουν τους εξοπλισμούς και ποτίζονται με εθνικιστικό δηλητήριο. Η ελληνική πλευρά διστάζει ωστόσο να ανακηρύξει την ΑΟΖ πριν νιώσει ότι έχει «κλειδώσει» την υποστήριξη μεγάλων ιμπεριαλιστικών δυνάμεων όπως ΗΠΑ, Γαλλία ή του Ισραήλ. Αντίστοιχος είναι ο σχεδιασμός «προσεκτικών κινήσεων» της Τουρκίας.
Ο δρόμος αυτός δεν αποκλείει επιθετικές κινήσεις επιβολής της θέλησης της μιας χώρας στην άλλη, με πολεμικές ενέργειες ή με άλλες κινήσεις. Εδώ εντάσσεται και η τουρκική εισβολή στην Κύπρο, οι απειλές της Ελλάδας για επέκταση στα 12 μίλια, αλλά και το παιχνίδι με τη φωτιά στα νερά και στους αιθέρες του Αιγαίου ή/και στις βραχονησίδες.
Το αντιδραστικό καθεστώς Ερντογάν στην Τουρκία, όντας στη δίνη μιας πολύπλευρης κρίσης, αλλά και αναδιάταξης των συμμαχιών του, θα ήθελε πολύ μια τυχοδιωκτική πρόκληση από μεριάς Ελλάδας (πχ μονομερή ανακήρυξη της ΑΟΖ ή επέκταση των Χωρικών Υδάτων στα 12 μίλια), για να κάνει επίδειξη πολεμικής ισχύος.
Στη στενόμυαλη οπτική της ελληνικής αστικής τάξης, η σημερινή διαταραχή στη συμμαχία της Τουρκίας με τις ΗΠΑ, προβάλλει ως «ευκαιρία» για μονομερείς ενέργειες, εκβιάζοντας έτσι μια περισσότερο ενεργητική υποστήριξη των ΗΠΑ. Φυσικά, παραδίνοντάς τους παράλληλα γη και ύδωρ… Η διαμόρφωση του άξονα Ελλάδας-Ισραήλ-Κύπρου-Αιγύπτου και οι αναθέσεις εξόρυξης στις πολυεθνικές, χωρίς από κοινού καθορισμό των ΑΟΖ με όλες τις χώρες, προσδίδουν επιθετικά και τυχοδιωκτικά χαρακτηριστικά στην πολιτική της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ και γενικά της Ελλάδας.
Η Ελλάδα σε επιθετικούς ιμπεριαλιστικούς άξονες για να κερδίσει κομμάτι από την λεία, αφοπλισμός της ρεφορμιστικής Αριστεράς απέναντι στην εθνική ρητορική
Παρά την πολεμική ρητορική και στις δύο πλευρές του Αιγαίου, δεν μπορεί να αποκλειστεί και ένας δεύτερος δρόμος, δηλαδή το ενδεχόμενο μιας κάποιας συμφωνίας με την μεσολάβηση και επιδιαιτησία των ηγεμονικών καπιταλιστικών κρατών. Σε αυτή την περίπτωση, ερμηνεύοντας και πάλι κατά το δοκούν το Διεθνές Δίκαιο, είναι στη συζήτηση η διαμόρφωση ειδικών ζωνών ανάλογα και με τα αποτελέσματα των διερευνητικών γεωτρήσεων και συμφωνία κατανομής των κερδών (πρωτίστως) στις πολυεθνικές και στο κεφάλαιο σε Ελλάδα και Τουρκία. Παρότι η εξέλιξη αυτή φαντάζει πολύ απίθανη σήμερα, αποτελεί όχι μόνο βασική απαίτηση της Τουρκίας, αλλά και σημαντική πλευρά της αμερικανικής ιμπεριαλιστικής στρατηγικής, η οποία αφενός δεν πρόκειται να θεωρήσει την Τουρκία οριστικά χαμένο σύμμαχο και αφετέρου, έτσι και αλλιώς, στοχεύει στο να εξασφαλίσει «ήρεμα νερά» και απρόσκοπτα κέρδη στις πολυεθνικές της όπως η ExxonMobil.
Αναμφίβολα, η τοποθέτηση της κομμουνιστικής αριστεράς στην Ελλάδα και στην Τουρκία, μέσα σε αυτό το πλαίσιο έχει πολλές δυσκολίες να αρθρωθεί και κυρίως να γίνει μαζικό πολιτικό κίνημα. Στην Τουρκία, σε συνθήκες καθεστώτος «έκτακτης ανάγκης», ανοιχτής τρομοκρατίας και φυλάκισης κάθε φωνής αντίστασης, η γενναία διεθνιστική στάση επισείει την κατηγορία της «προδοσίας» και της απειλής για την «εδαφική ακεραιότητα», με αφορμή και το Κουρδικό ζήτημα.
Στην Ελλάδα, ενώ υπάρχει ισχυρή παράδοση αντιιμπεριαλιστικής και φιλειρηνικής δράσης, με ξεχωριστή συμβολή της αριστεράς, την ίδια στιγμή το ΚΚΕ και η ΛΑΕ -με διαφορετικές αφετηρίες και θέσεις- αν δεν ταυτίζονται, σίγουρα αδυνατούν να διαφοροποιηθούν από την «εθνική ρητορική» της ελληνικής αστικής τάξης. Έτσι, μιλούν για «δικαίωμα επέκτασης στα 12 μίλια», κατηγορώντας μάλιστα (ΛΑΕ) την κυβέρνηση για «ενδοτισμό», ενώ πολλοί φαντασιώνονται ότι η μονομερής ανακήρυξη της ΑΟΖ θα οδηγήσει σε «χρήμα» με ουρά που θα στηρίξει την «παραγωγική ανασυγκρότηση» ή και το …σοσιαλισμό.
ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ ΤΩΝ ΛΑΩΝ
Επιθετική κίνηση η μονομερής κήρυξη ΑΟΖ
Η θέση μας ξεκινάει από την ανάγκη κοινής συμβίωσης και συνεργασίας των λαών Ελλάδας-Τουρκίας στην αξιοποίηση όποιων πηγών πλούτου κριθεί σκόπιμο. Αυτό δε μπορεί να υλοποιηθεί από αντεργατικές, φιλοπόλεμες και Νατοϊκές κυβερνήσεις. Μπορεί να γίνεται όμως υπόθεση μάχης των εργατικών και λαϊκών κινημάτων στις δύο χώρες σε αντικαπιταλιστική και αντιιμπεριαλιστική κατεύθυνση. Για έξοδο από ΝΑΤΟ και ΕΕ, απαγκίστρωση από επιθετικές συμμαχίες με ΗΠΑ, Ισραήλ ή Ρωσία, περιορισμό των στρατιωτικών δαπανών, ανατροπή των αντεργατικών και δολοφονικών για τους πρόσφυγες πολιτικών και ανατροπή τελικά των αστικών τάξεων στις δύο χώρες.
Το μέλλον μας δεν ανήκει στην οικονομία ορυκτών καυσίμων και στις πολυεθνικές εξόρυξης
Είμαστε αντίθετοι στη μονομερή ανακήρυξη των θαλάσσιων ζωνών. Διότι είναι επιθετική κίνηση που οδηγεί σε πολεμικές ατραπούς. Διότι εξυπηρετεί τα συμφέροντα των πετρελαϊκών κολοσσών κι όχι των λαών της περιοχής. Είναι τρομερά επικίνδυνο για ένα κράτος όπως η Ελλάδα να «παίζει» με τις αντιθέσεις των ιμπεριαλιστών. Το επιχείρημα ότι διεκδικούμε τώρα ΑΟΖ με τις πλάτες των πολυεθνικών ώστε να τις έχουμε «καβάτζα» για το σοσιαλισμό, είναι λαθεμένο. Με τέτοια αριστερά, δεν θα έρθει ποτέ ο σοσιαλισμός, ενώ, μετά τις ληστρικές εκμεταλλεύσεις των πολυεθνικών, το μόνο που θα έχει απομείνει θα είναι το κόστος της περιβαλλοντικής καταστροφής.
Τίθεται το ερώτημα ενός νέου γύρου αιώνων για την οικονομία του πετρελαίου και των ορυκτών καυσίμων, όταν ήδη βιώνονται οι τραγικές συνέπειες της κλιματικής αλλαγής.
Απαιτείται η ανάδειξη των δυνατοτήτων για ένα διαφορετικό ενεργειακό μοντέλο, που θα αρνείται τις προτεραιότητες της καθολικής επέκτασης του ολοκληρωτικού καπιταλισμού σε γη, θάλασσα και βιόσφαιρα, μια νέα «εποχή περιφράξεων» (αυτή τη φορά στη θάλασσα) προτάσσοντας την ανάγκη για κομμουνιστική ενοποίηση της ανθρωπότητας σε ειρηνική, δίκαιη, και με όρους συμβίωσης με τη φύση, κοινωνική ανάπτυξη.