Δημήτρης Σταμούλης
Αύξηση κατώτατου μισθού
Με βαρύγδουπο τρόπο η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ παρουσίασε την αύξηση του κατώτατου μισθού και την κατάργηση του υποκατώτατου μισθού από 1 Φεβρουαρίου. Ο κατώτατος μισθός αυξάνεται σε 650 ευρώ (μεικτά) από 586,08 ευρώ (αύξηση 11%), ενώ το κατώτατο ημερομίσθιο αυξάνεται στα 29,04€ ευρώ (μεικτά), από 26,18 ευρώ. Η αύξηση για όσους εργάζονταν με τον υποκατώτατο φτάνει στο 27%. Ανάλογα αυξάνονται οι τριετίες, το επίδομα ανεργίας (400 ευρώ) και συνολικά 24 επιδόματα.
Οι φορείς του κεφαλαίου (ΣΕΒ, ΣΕΤΕ κ.α.), ακόμα και όσοι είδαν με θετικό, υποτίθεται, μάτι την αύξηση, όπως η ΕΣΕΕ (έμποροι), έθεσαν το γνωστό θέμα της μείωσης του «μη μισθολογικού κόστους», δηλαδή τη μείωση των ασφαλιστικών εισφορών, ενώ με μια φωνή διατράνωσαν ότι πάλι αυτοί θα βάλουν το χέρι στην τσέπη. Η κυβέρνηση βέβαια είχε σπεύσει να τους καθησυχάσει με τον μποναμά της κρατικής επιδότησης του 50% των ασφαλιστικών εισφορών για τους κάτω των 25 ετών.
Όμως η «τσέπη» των καπιταλιστών γεμίζει από την απλήρωτη δουλειά των εργατών! Ο εργατικός μισθός –καθαρός και ασφαλιστικές εισφορές– δεν μπορεί να κρύψει την κλεμμένη υπεραξία από την καπιταλιστική εκμετάλλευση της εργατικής δύναμης. Έτσι ανέκαμψε η κερδοφορία του κεφαλαίου τα τελευταία χρόνια, με τις ευλογίες όλων των κυβερνήσεων, της ΕΕ και του ΔΝΤ. Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ επιστρέφει σήμερα μόνο ένα πολύ μικρό μέρος με την πενιχρή αύξηση που εξήγγειλε. Το κεφάλαιο πιθανώς να σπεύσει να το «γλιτώσει» ακόμα κι αυτό στρεφόμενο πιο μαζικά στην μερική απασχόληση, ακόμα και τη μαύρη εργασία. Γι αυτό, ο κόσμος της δουλειάς δε «μασάει» τα ψίχουλά τους. «Απαιτείται ο αγώνας των εργαζομένων για αυξήσεις στους μισθούς σύμφωνα με τις ανάγκες, για συλλογικές συμβάσεις και σταθερή εργασία με όλα τα δικαιώματα, για προσλήψεις για κάλυψη των κοινωνικών αναγκών, για μείωση του χρόνου εργασίας και προστασία των ανέργων», όπως τονίζει το ΝΑΡ σε ανακοίνωσή του. Με «ένα εργατικό κίνημα ενωμένο, ταξικά ανασυγκροτημένο, κόντρα σε κάθε διαίρεση», προσθέτει η ΑΝΤΑΡΣΥΑ.
Με την επέκταση της μερικής και ελαστικής εργασίας, υπολογίζεται ότι πάνω από 420.000 εργαζόμενοι αμείβονται με μισθό κάτω από τον κατώτατο
Μετά από τέσσερα χρόνια διακυβέρνησης βασισμένης στη λιτότητα, την φορολεηλασία και την ελαστική εργασία, χωρίς συλλογικές συμβάσεις, με σκληρό χτύπημα των εργατικών δικαιωμάτων, η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ ανακοίνωσε (με βάση τον μνημονιακό νόμο Γ. Βρούτση) την περιβόητη αύξηση του κατώτατου και την κατάργηση του υποκατώτατου μισθού, εγκαινιάζοντας προφανώς και την… προεκλογική περίοδο. Ο Αλ. Τσίπρας έκανε λόγο για «στρατηγικό στόχο περιορισμού των ανισοτήτων», ενώ χαρακτήρισε «κατάπτυστο» το θεσμό του υποκατώτατου, τον οποίον ωστόσο εφάρμοσε ευλαβικά επί μία τετραετία. Η αρχική «δέσμευση» για άμεση επαναφορά των 751 ευρώ έμεινε στα χαρτιά, με την Ε. Αχτσιόγλου να παρουσιάζει ως «εμβληματικό» για τους εργαζόμενους τον τελικά, κατά 100 ευρώ, μικρότερο μισθό που ανακοίνωσε το υπουργικό συμβούλιο.
Μάλιστα, με την ψηφισμένη από την κυβέρνηση αύξηση του αφορολόγητου, από 1/1/2020 (από τα 8.600 στα 5.700), ο κατώτατος μισθός θα φορολογείται και το τελικό ποσό από 545 θα πέσει στα 526 ευρώ! Ο ΣΥΡΙΖΑ τώρα λέει πως θα αποτρέψει την μείωση του αφορολόγητου, «όπως έκανε και με την προσωπική διαφορά»… Καμιά εμπιστοσύνη δεν μπορεί να υπάρχει σε αυτή ή σε επόμενη αστική κυβέρνηση, μόνο το εργατικό κίνημα μπορεί να αποτρέψει την εφαρμογή του αντιλαϊκού μέτρου.
Η απόφαση της κυβέρνησης για αύξηση του κατώτατου μισθού έρχεται αφού η κερδοφορία του κεφαλαίου έχει ανακάμψει. Οι 500 πιο κερδοφόρες ελληνικές εταιρείες το 2017, πέτυχαν εντυπωσιακή αύξηση των κερδών τους, με τα συνολικά προ φόρου κέρδη να έχουν αυξηθεί σε 7,2 δισ. ευρώ το 2017, καταγράφοντας αύξηση 25,8% έναντι του 2016. Και παρόλα αυτά ΣΕΒ και ΣΕΤΕ επικαλούνται το «πόσο μπορεί να αντέξει η οικονομία το ύψος των κατώτατων μισθών» και προτείνουν σύνδεση με την παραγωγικότητα, την ανταγωνιστικότητα και την ανεργία.
Τι έχει συμβεί όμως όλα αυτά τα χρόνια με τους μισθούς και την λεγόμενη παραγωγικότητα της εργασίας; Σύμφωνα με το ΙΝΕ/ΓΣΕΕ, μισθοί και παραγωγικότητα υποχωρούν μετά το 2010, αλλά η υποχώρηση του μεροκάματου είναι σημαντικά μεγαλύτερη από αυτήν της παραγωγικότητας. Ειδικότερα, η μείωση ωρομισθίου και ημερομισθίων το 2010-2018, φτάνει στο 20%, ενώ η μείωση της παραγωγικότητας μόλις στο 6%. Ουσιαστικά η μείωση των μισθών εξυπηρέτησε τη στήριξη της κερδοφορίας των επιχειρήσεων! Πάντως η κυβέρνηση έτσι κι αλλιώς τούς έχει έτοιμο ένα ακόμα «δωράκι». Μπορεί να «αφαιρεί» τον υποκατώτατο, αλλά «προσθέτει» – σε βάρος των εργαζόμενων και της κοινωνίας- τη μισή εργοδοτική εισφορά (ισοφαρίζοντας σχεδόν τη διαφορά), μειώνοντας και τα έσοδα του ασφαλιστικού συστήματος.
Η κυβέρνηση ισχυρίζεται ότι από την αύξηση του κατώτατου θα ωφεληθούν 800.000 μισθωτοί. Όμως η σημερινή αλήθεια είναι ότι το 22,13% των μισθωτών με μερική ή εκ περιτροπής απασχόληση, δηλαδή 422.150 άτομα, λαμβάνει μισθό κάτω και από 300 ευρώ! Το 42% του συνόλου των μισθωτών (811.000) κάτω από 700 ευρώ, ενώ μόλις 13% λαμβάνει μισθό άνω των 1.500 ευρώ το μήνα. Επιπλέον, δύο στους τρεις (64%) εργαζόμενους λαμβάνουν αποδοχές κάτω των 1.000 ευρώ μηνιαία (ΕΡΓΑΝΗ 2018). Ο χαμηλότερος καθαρός μέσος μισθός εμφανίζεται στον κλάδο της γεωργίας, μόλις 607 ευρώ, ενώ ακολουθεί ο κλάδος τουρισμού του… διαμαρτυρόμενου ΣΕΤΕ με 668 ευρώ. Οι χαμηλότερες αποδοχές, από άποψη επαγγέλματος, εμφανίζονται στους ανειδίκευτους εργάτες (633 ευρώ), σε επαγγέλματα σχετικά με γεωργία (683 ευρώ) και στους απασχολούμενους σε παροχή υπηρεσιών και εμπόριο (726 ευρώ), έναν ακόμα κλάδο που έχει ωφεληθεί τα μέγιστα από την πολιτική της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ. Να θυμίσουμε δε, ότι το μέχρι πρότινος ισχύον κατώτατο ωρομίσθιο των 3,94 ευρώ, ήταν στα όρια της πείνας, και στον… πάτο μεταξύ των κρατών-μελών της ΕΕ, ξεπερνώντας για λίγο το αντίστοιχο της Βουλγαρίας και των χωρών της Βαλτικής! Ενώ ο μέσος μισθός των εργαζομένων κατρακύλησε κι άλλο το 2017, κατά -3,5%, κάτω από την αχαλίνωτη επίθεση του κεφαλαίου. Τέλος, να σημειωθεί ότι πάνω από 1,2 εκατ. εργαζόμενοι δεν θα δουν καμία αύξηση επειδή είναι λίγο ή πιο πολύ πάνω από τον σημερινό κατώτατο μισθό!
Η κυβέρνηση επιχειρεί να πλασάρει πως έχει λάβει ένα επιτυχημένο «πακέτο» μέτρων. Μεταξύ αυτών παρουσιάζει την αύξηση των θέσεων εργασίας και τη μείωση της ανεργίας. Ποια είναι όμως κι εδώ η αλήθεια; Πρώτο, να θυμίσουμε ότι κατά την περίοδο 2008-2018 ο πληθυσμός ηλικίας 20 έως 44 ετών μειώθηκε κατά 682.000 άτομα, κυρίως λόγω της μετανάστευσης. Δεύτερο, η μείωση στα επίσημα ποσοστά ανεργίας οφείλεται ως ένα βαθμό στη μείωση της αδήλωτης εργασίας, αφού η νόμιμη (μερική) είναι πολύ φθηνή για το κεφάλαιο. Τρίτο, στη γενίκευση επί ΣΥΡΙΖΑ των προγραμμάτων απασχόλησης ορισμένου χρόνου. Τέταρτο, στο γεγονός ότι στις νέες θέσεις που δημιουργούνται στον ιδιωτικό τομέα κυριαρχούν η μερική και εκ περιτροπής εργασία. Κατά την δεκαετία 2008-2018, η μερική απασχόληση σχεδόν διπλασιάστηκε, από 5,4% σε 9,3% στο σύνολο της απασχόλησης, και αυξήθηκε από 8,2% σε 13,7% στο σύνολο των μισθωτών, ενώ κατά τους πρώτους οκτώ μήνες του 2018 το 61% των νέων προσλήψεων αφορούσε θέσεις μερικής και εκ περιτροπής εργασίας (ΙΝΕ/ΓΣΕΕ).
Εκτός από την αύξηση του κατώτατου και την κατάργηση του υποκατώτατου μισθού, η κυβέρνηση διατυμπανίζει την αύξηση 24 επιδομάτων που συνδέονται με τον μισθό αυτό. Σε πολλά από αυτά η αύξηση είναι πραγματικά αμελητέα σε απόλυτα ποσά. Μια «λεπτομέρεια» όμως που «αποκρύπτεται» είναι ότι ακριβώς για τον ίδιο λόγο, μια νέα σημαντική επιβάρυνση έρχεται για πλήθος ελεύθερων επαγγελματιών, αυτοαπασχολουμένων αλλά και μισθωτών με «μπλοκάκι», η οποία μπορεί να αγγίξει τα 300 ευρώ τον χρόνο. Και αυτό γιατί ο κατώτατος μισθός αποτελεί τη βάση υπολογισμού για τα όρια των ανώτατων και κατώτατων εισφορών που βάσει των δηλώσεών τους καλούνται να πληρώσουν περίπου 1 εκατ. ελεύθεροι επαγγελματίες, αυτοαπασχολούμενοι και αγρότες. Για παράδειγμα, για τους αυτοαπασχολουμένους – επιστήμονες νέους (μέχρι 5 έτη), ενώ σήμερα οι κατώτατες εισφορές υπολογίζονταν στο 37,95% των 410,26 ευρώ τον μήνα και ανέρχονταν σε 165,69 ευρώ, από την 1η Φεβρουαρίου θα αυξηθούν κατά 16,98 ευρώ, φθάνοντας τα 182,67 ευρώ τον μήνα (ετήσια αύξηση κατά 203,76 ευρώ).
Εργατική διαδήλωση στις 16 Φλεβάρη για συμβάσεις και αυξήσεις μισθών
Απέναντι στην κυβερνητική κοροϊδία, αλλά και στην διαρκή πρόκληση των «συντεχνιών» του κεφαλαίου και της εργοδοσίας που αρνούνται κάθε κουβέντα για υπογραφή συλλογικών συμβάσεων με πραγματικές αυξήσεις, εργατικά σωματεία διοργανώνουν μεγάλη διαδήλωση το Σάββατο 16 Φεβρουαρίου, 11.30 μ.μ. στην πλατεία Κοραή. Στην προσπάθεια απάντησης στον εμπαιγμό κυβέρνησης, βιομηχάνων, ξενοδόχων και μεγαλεμπόρων, σωματεία του ιδιωτικού τομέα που οργάνωσαν την διακλαδική απεργία της 1ης Νοέμβρη 2018, μετά από σειρά συσκέψεων, αποφάσισαν ως επόμενο σταθμό τη διαδήλωση στις 16/2. Ανάλογες διεργασίες βρίσκονται σε εξέλιξη στη Θεσσαλονίκη αλλά και άλλες πόλεις της χώρας.
Όπως αναφέρεται στο κάλεσμά τους, «κύριες αιχμές της διαδήλωσης, αποτελούν το αίτημα για αυξήσεις στους μισθούς και τις αμοιβές μας με βάση τις εργατικές ανάγκες και η διαχρονική μάχη για τις Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας. Επίσης, στις βασικές αιχμές περιλαμβάνονται η εναντίωσή μας στις απολύσεις και την εργοδοτική και κρατική τρομοκρατία.»
Ιδιαίτερα μετά την ανακοίνωση της κυβέρνησης για την γλίσχρα αύξηση του κατώτατου μισθού σε σχέση με όσα έχουν κλέψει κυβερνήσεις, κεφάλαιο και δανειστές από τον ελληνικό λαό, αλλά και την νέα επιδότηση των εργοδοτών (από τα λεφτά των εργαζομένων-φορολογούμενων) για την κατάργηση του υποκατώτατου μισθού για τους νέους έως 25 ετών, είναι φανερό ότι χρειάζεται να ενισχυθεί η πάλη για πραγματικές αυξήσεις με βάση τις ανάγκες των εργαζομένων, να ενισχυθεί ο αγώνας για ελεύθερες συλλογικές διαπραγματεύσεις και συμβάσεις εργασίας, οι οποίες ουσιαστικά καταργούνται με τον καθορισμό από το κράτος-κυβέρνηση των βασικών μισθών.
Στο πλαίσιο της οργάνωσης της εργατικής διαδήλωσης τα σωματεία που έχουν μέχρι στιγμής αποφασίσει την συνδιοργάνωση – ΣΕΦΚ (καθηγητές φροντιστηρίων), ΣΜΕΔ (μεταφραστές), ΣΥΒΧΨΑ (βιλβιοϋπάλληλοι), ΣΒΕΜΚΟ (εργαζόμενοι ΜΚΟ) και σωματείο εργαζομένων στο Πλαίσιο- απευθύνουν κάλεσμα σε όλους τους εργαζόμενους και όλες τις εργαζόμενες από κάθε εργασιακό κλάδο και χώρο δουλειάς, τις συλλογικότητες εργαζομένων και ανέργων, τα συλλογικά εγχειρήματα αγώνα σε γειτονιές και όλες τις δυνάμεις του ταξικού-κοινωνικού κινήματος να πάρουν αποφάσεις, να συμβάλλουν με το πλαίσιο και τα αιτήματά τους στην κινητοποίηση στην Αθήνα.
Ήδη, στις τελευταίες συσκέψεις συμμετείχαν μια σειρά σωματεία τα οποία βρίσκονται σε διαδικασία συζήτησης και αποφάσεων, ενώ και σωματεία του δημοσίου αποφάσισαν τη στήριξη της διαδήλωσης. Το ίδιο έχουν πράξει πολλές εργατικές συλλογικότητες, αλλά και συνελεύσεις γειτονιών και εργατικές λέσχες για τις 16/2. Αναμένεται η συνέχεια και η ανάπτυξη της πρωτοβουλίας αυτής, ώστε ακόμα περισσότερα σωματεία και συλλογικότητες να μπουν στη μάχη για πραγματικές αυξήσεις και συλλογικές συμβάσεις, ενάντια στην κυβερνητική κοροϊδία και την εργοδοτική αυθαιρεσία.