Ιωάννα Παππά*
Στόχος η ολοκληρωτική επιβολή της ιδιωτικής πρωτοβουλίας
Τον Ιούνιο του 2018 η κυβέρνηση ψήφισε νόμο που κατέστησε την πρόσβαση των μαθητών με αναπηρίες ή και ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες στη διάγνωση εξαιρετικά δυσπρόσιτη και χρονοβόρα. Πρακτικά περιορίζεται δραματικά το δικαίωμα για έγκαιρη, ελεύθερη και δωρεάν πρόσβαση σε δημόσιες διαγνωστικές εκπαιδευτικές δομές και υποβαθμίζονται τα μορφωτικά και κοινωνικά δικαιώματα των μαθητών. Η νέα δαιδαλώδης διαδικασία έχει ως αποτέλεσμα μαθητές με αναπηρίες ή/και ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες να μένουν στο σχολείο χωρίς την αναγκαία για τις δυσκολίες τους εκπαιδευτική υποστήριξη.
Αν ένας μαθητής εμφανίζει ιδιαίτερες εκπαιδευτικές ή ψυχοκοινωνικές ανάγκες, θα πρέπει για μικρό διάστημα οι εκπαιδευτικοί να κάνουν «θαύματα» χωρίς πλήρη και αντικειμενική εικόνα των γνωστικών, κοινωνικών, συναισθηματικών αναγκών του μαθητή για να τον υποστηρίξουν. Στη συνέχεια, να «αξιολογήσουν» ότι το «θαύμα» δεν απέδωσε, για να δρομολογήσουν την πρόσβαση στις νέες εκπαιδευτικές δομές (ΚΕΣΥ). Ακόμα και τότε, δεν είναι σίγουρη η αξιολόγηση του ΚΕΣΥ, καθώς αυτό θα αποφασίζει για την παραπέρα διερεύνηση αναγκών.
Στο όνομα της αυτονομίας της σχολικής μονάδας, το υπουργείο καλεί τους εκπαιδευτικούς να αναλάβουν την πλήρη ευθύνη για την εκτίμηση και αντιμετώπιση των δυσκολιών των μαθητών και να εφαρμόσουν εκπαιδευτικές παρεμβάσεις, χωρίς διεπιστημονική διάγνωση. Κανείς δεν θα ξέρει αν η δυσκολία είναι αποτέλεσμα μαθησιακού κενού ή άλλου τύπου δυσκολίας, που απαιτεί ειδική εκπαίδευση. Έτσι οι ευεργετικές νομοθετικές διατάξεις θα ακυρώνονται. Η άτυπη παιδαγωγική έκθεση του εκπαιδευτικού δεν μπορεί και δεν πρέπει να αντικαταστήσει τη διεπιστημονική αξιολόγηση, διάγνωση και πλήρη εκπαιδευτική υποστήριξη που απορρέει από αυτήν.
Η συγκεκριμένη πολιτική πρακτική έχει παρελθόν, παρόν και το εκπαιδευτικό κίνημα αγωνίζεται να μην έχει μέλλον. Το υπουργείο Παιδείας, υλοποιώντας οδηγίες ΕΕ και ΟΟΣΑ και πατώντας στην «προίκα» προηγούμενων κυβερνήσεων, στοχεύει στην αρχική συρρίκνωση και στη μελλοντική «εξαφάνιση» μαθητών που θα χρειάζονται ειδική εκπαιδευτική υποστήριξη. Η απουσία διαγνώσεων, «δικαιολογεί» απουσία αντίστοιχων εκπαιδευτικών υποστηρικτικών δομών και προσωπικού, μείωση κρατικού κόστους, αποποίηση κρατικών ευθυνών και στροφή των οικογενειών στην ιδιωτική πρωτοβουλία.
Σε ένα πολιτικό περιβάλλον διαρκώς μειούμενων κοινωνικών παροχών, χιλιάδες οικογένειες πληρώνουν όλο και περισσότερα για τις κουτσουρεμένες θεραπείες των παιδιών τους, επειδή απουσιάζουν οι δημόσιες και δωρεάν δομές παρέμβασης. Το τελευταίο «καταφύγιο» των οικογενειών, το πολύπαθο δημόσιο σχολείο, δέχεται καθοριστική επίθεση. Χιλιάδες μαθητές με δικαίωμα ειδικής εκπαιδευτικής υποστήριξης θα αποχαρακτηρίζονται είτε από την απουσία διαγνώσεων είτε από τη γραφειοκρατική διαδικασία και τα αναχώματα του κεντρικού κράτους στην έγκαιρη πρόσβαση στις δημόσιες εκπαιδευτικές υπηρεσίες για διάγνωση. Η σταδιακή κρατική απόσυρση από τις υποχρεώσεις απέναντι στους μαθητές με αναπηρίες ή και ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες ενισχύει δραματικά την είσοδο ιδιωτών και ΜΚΟ με στόχο το κέρδος.
Το εκπαιδευτικό κίνημα πρέπει να υπερασπίσει τα μορφωτικά δικαιώματα των μαθητών με αναπηρία ή και ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες. Οι ενώσεις γονέων χρειάζεται να συμπορευτούν με τους συλλόγους που έχουν προκηρύξει απεργία και αποχή από τις διαδικασίες που υλοποιούν τους παραπάνω σχεδιασμούς.
Στόχος είναι η κατάργηση των νόμων που εμποδίζουν την ελεύθερη, δημόσια και δωρεάν έγκαιρη πρόσβαση σε εκπαιδευτικές δομές διάγνωσης, αξιολόγησης και υποστήριξης των μαθητών και ταυτόχρονα οι μόνιμοι μαζικοί διορισμοί σε όλα τα σχολεία γενικής και ειδικής αγωγής.
*δασκάλα ειδικής αγωγής