Δημήτρης Χατζηπαναγιώτου
Έγκλημα της αγοράς
Σύμφωνα με τις τεκμηριωμένες θέσεις και απόψεις του σερ Νίκολας Στερν οι οποίες περιλαμβάνονται στην λεγόμενη «Έκθεση Στερν» που συνέταξε μετά από αίτημα της βρετανικής κυβέρνησης η κλιματική αλλαγή «συνιστά μια χωρίς προηγούμενο αποτυχία της αγοράς». Είναι παράλογο να πιστεύουμε ότι ένα φαινόμενο που οφείλεται στην αγορά θα μπορούσε να καταπολεμηθεί από την επέκταση της αγοράς. Ωστόσο, αυτό είναι που προτείνει ο Στερν, και είναι προς την ίδια κατεύθυνση που πάει το G8: περισσότερη αγορά, περισσότερη ανάπτυξη, περισσότερη παγκοσμιοποίηση… Όμως πρέπει να πάμε προς την αντίθετη κατεύθυνση: λιγότερη αγορά, περισσότερο Δημόσιο. Λιγότερος ανταγωνισμός, περισσότερη συνεργασία. Λιγότερη «επιχειρηματική ελευθερία», περισσότερος σχεδιασμός. Λιγότερη οικονομική παγκοσμιοποίηση, περισσότερη τοπικοποίηση. Μια πολιτική των αναγκών δεν χρειάζεται να παράγει όλο και πιο πολύ.
Γιατί ευθύνεται η οικονομία της αγοράς για την υπερθέρμανση; Επειδή στηρίζεται πάνω στον ανταγωνισμό και στη συσσώρευση. Οι αποφάσεις για τη παραγωγή δεν λαμβάνονται σε συνάρτηση με τη χρησιμότητα και την οικολογία, αλλά σε συνάρτηση με τα κέρδη. Παράγονται άχρηστα ή βλαβερά πράγματα με μοναδικό σκοπό την ικανοποίηση της απληστίας των πολυεθνικών εταιρειών. Πανάκριβες διαφημιστικές εκστρατείες χρησιμεύουν για να πωλούνται τα εμπορεύματα. Ο τυφλός ανταγωνισμός σπρώχνει στην υπερπαραγωγή, ένα μέρος πάει στα σκουπίδια. Αντικείμενα σχεδιάζονται για να φθαρούν γρήγορα ή για να καταναλώσουν υπερβολική ενέργεια. Κατασκευάζουμε στις φτωχές χώρες, κατόπιν μεταφέρουμε στις πλούσιες… Με λίγα λόγια: η σπατάλη των πόρων είναι σύμφυτη στην οικονομία της αγοράς.
Αν η επιστημονική έρευνα είχε προσανατολισθεί κατά προτεραιότητα προς την εκμετάλλευση της ηλιακής ενέργειας, σήμερα η ατμόσφαιρα δεν θα ήταν κορεσμένη από άνθρακα. Όμως, γιατί δεν ακολουθήθηκε αυτός ο προσανατολισμός; Για το συγκεκριμένο λόγο ότι κανείς δεν μπορεί να γίνει ιδιοκτήτης της απεριόριστης ηλιακής ροής, ενώ είναι δυνατό να είμαστε ιδιοκτήτες των περιορισμένων αποθεμάτων άνθρακα, πετρελαίου, φυσικού αερίου… Κι αυτό προσφέρει τεράστια κέρδη.
Ο καπιταλισμός δεν μπορεί να συμφιλιωθεί με τη Φύση, λόγω της ουσίας του
Η πολύπλευρη επίθεση του κεφαλαίου έχει προκαλέσει μια μεγάλη καταστροφή του περιβάλλοντος, δηλαδή της ποιότητας της ζωής μας, που ονομάζεται οικολογική κρίση. Αυτό το μέτωπο πρέπει να το προσεγγίσουμε από ταξική σκοπιά. Σ’ αυτό το μέτωπο βρίσκουμε τόσο τις οικουμενικές οικολογικές καταστροφές (π.χ. κλιματική αλλαγή με το φαινόμενο του θερμοκηπίου, καταστροφή του στρώματος του όζοντος, ερημοποίηση, λειψυδρία, μόλυνση των υδάτων, πυρηνική ενέργεια και πυρηνικά απόβλητα, πυρηνικές δοκιμές, αποψίλωση δασών, ρύπανση θαλασσών και ποταμών, καταστροφή των ειδών κ.λπ.) όσο και τα καθημερινά προβλήματα ποιότητας ζωής που αντιμετωπίζουν οι πολίτες (π.χ. συγκοινωνιακό χάος, ατμοσφαιρική ρύπανση στις πόλεις από το νέφος λόγω της υπερβολικής χρήσης Ι.Χ. αυτοκινήτων ή λόγω των ρυπογόνων βιομηχανιών, έλλειψη αστικού και περιαστικού πράσινου, πυρκαγιές των δασών, τσιμεντοποίηση και εμπορευματοποίηση των ελεύθερων χώρων στις πόλεις, ακατάλληλα τρόφιμα λόγω διοξινών, φυτοφαρμάκων και χημικών συντηρητικών, σπογγώδης εγκεφαλοπάθεια βοειδών, δηλαδή η λεγόμενη ασθένεια των «τρελών αγελάδων», γενετικά τροποποιημένοι οργανισμοί τα λεγόμενα «μεταλλαγμένα» κ.λπ.).
Πρέπει να επισημανθεί και να τονιστεί ιδιαίτερα, ότι οι αιτίες των οικολογικών καταστροφών και των οικολογικών προβλημάτων της εποχής μας, οφείλονται στον κεφαλαιοκρατικό τρόπο παραγωγής, ο οποίος ως γενικευμένη εμπορευματική παραγωγή, διαθέτει τέτοιους μηχανισμούς, οι οποίοι δημιουργούν έντονο ανταγωνισμό, υπερπαραγωγή και συσσώρευση του κεφαλαίου. Όλα αυτά όμως πραγματοποιούνται τόσο εις βάρος της φύσης, όσο και εις βάρος της εργασίας δηλαδή της εργατικής δύναμης, με αποτέλεσμα την καταστροφή της πρώτης και την αποδυνάμωση, την υποβάθμιση και την αλλοτρίωση της δεύτερης.
Η πορεία αυτή του καπιταλισμού δεν μπορεί να ανακοπεί, διότι είναι σύμφυτη με τη φύση του κεφαλαίου. Ο καπιταλισμός δεν μπορεί να συμφιλιωθεί με τη Φύση, διότι έχει εγγενή αδυναμία να ξεπεράσει την αντίφαση που υπάρχει μεταξύ του κοινωνικού χαρακτήρα της παραγωγής που καθορίζεται από τις κοινωνικές ανάγκες και της παραγωγής που αποσκοπεί στο κέρδος και στη συνεχή μεγέθυνσή του, ως συνέπεια της ιδιωτικοποίησης των μέσων παραγωγής και περαιτέρω της ιδιοποίησης του προϊόντος της εργασίας και ειδικότερα της υπεραξίας που παράγει η εργατική δύναμη.
Έτσι έχει δημιουργηθεί κρίση, η οποία έχει επεκταθεί σε πολλές χώρες, σε όλες σχεδόν τις σφαίρες της οικονομίας και της κοινωνίας, είναι συνεχής και όχι περιορισμένη ή κυκλική. Ειδικότερα η κρίση αυτή έχει επεκταθεί και στις σχέσεις Ανθρώπου-Φύσης με αποτέλεσμα τη δημιουργία οικολογικής κρίσης στον πλανήτη.
Οι κεφαλαιοκράτες έχουν αποδείξει ότι διαθέτουν τις ικανότητες να διαχειρίζονται την κρίση, να την ξεπερνούν, έστω και προσωρινά, δημιουργώντας εντάσεις. Δεν μπορούν όμως να την υπερβούν οριστικά ώστε να ανοίξουν για τις κοινωνίες την ιστορική, ασφαλή και βιώσιμη προοπτική.
Πώς θα προσεγγίσουμε τη λύση του οικολογικού ζητήματος και την υπέρβαση της οικολογικής κρίσης, με σκοπό την αποτροπή των καταστροφών και την οικοδόμηση μιας άλλης κοινωνίας, όπου όχι μόνον δεν θα υπάρχει η εκμετάλλευση Ανθρώπου από Άνθρωπο, αλλά και θα έχει συμφιλιωθεί ο Άνθρωπος με τη Φύση;
Στο ευρύτερο διεθνές οικολογικό κίνημα, έχουν συγκροτηθεί κινήσεις που επιδιώκουν το λεγόμενο «πρασίνισμα» της οικονομίας της αγοράς και όχι στην ολοκληρωτική ανατροπή της. Επιδιώκουν την ανασυγκρότηση του κεφαλαιοκρατικού τρόπου παραγωγής και τη δημιουργία ενός «πράσινου καπιταλισμού». Παραβλέπουν όμως σκόπιμα ότι κάτι τέτοιο δεν μπορεί να γίνει διότι δεν το επιτρέπει η λογική της οικονομίας της αγοράς και της ανάπτυξης. Αυτό γίνεται μόνο στο βαθμό που δεν συγκρούεται με αυτήν. Όταν θίγονται τα συμφέροντα της αγοράς, αμέσως οι μηχανισμοί της τίθενται σε λειτουργία και αποδυναμώνουν αυτές τις κινήσεις, που βλέπουν τη διέξοδο από την οικολογική κρίση με αντιφατικούς όρους και γι’ αυτό είναι ουσιαστικά ανώδυνες για τον καπιταλισμό.
Με ποιο τρόπο θ’ απαντήσουμε σ’ αυτό το μέτωπο της οικολογικής κρίσης, που άνοιξε διάπλατα τις τελευταίες δεκαετίες η συνεχής επίθεση του κεφαλαίου; Μόνον οι δυνάμεις της Ριζοσπαστικής Αριστεράς και της Αντικαπιταλιστικής Οικολογίας μπορούν ν’ αντιμετωπίσουν ουσιαστικά την οικολογική κρίση διότι: Πρώτον με τη δράση τους αναδεικνύουν την οικολογική κρίση ως ένα κατ’ εξοχήν πολιτικό ζήτημα, για τη λύση του οποίου πρέπει να διατυπωθούν θέσεις και προτάσεις, από ταξική σκοπιά, χρησιμοποιώντας τη μέθοδο του διαλεκτικού και ιστορικού υλισμού. Το οικολογικό ζήτημα της εποχής μας είναι πολύ σοβαρό για να αφεθεί στα χέρια των ρομαντικών μελών μερικών αδύναμων και διάσπαρτων τοπικών ή θεματικών οικολογικών ομάδων ή των διαφόρων ειδών παραγόντων που επιδιώκουν την εξυπηρέτηση ιδιοτελών οικονομικών, κοινωνικών ή πολιτικών συμφερόντων. Τα οικολογικά μανάβικα, η προστασία της χελώνας ή της αρκούδας δε λύνουν το πολιτικό ζήτημα της οικολογικής κρίσης. Απλά και μόνον το συντηρούν.
Δεύτερο οι δυνάμεις αυτές συγκροτούν μια νέα ιστορική συμμαχία στην προοπτική της ανατροπής του κεφαλαιοκρατικού τρόπου παραγωγής και ανάπτυξης, που δημιουργεί την οικολογική κρίση, καταστρέφει το Περιβάλλον, υποβαθμίζει την ποιότητα της ζωής μας και μας δηλητηριάζει καθημερινά. Με τη συμμαχία αυτή ανοίγεται ένα τεράστιο πεδίο για την αλληλεπίδραση αυτών των δυνάμεων στον κοινό τους αγώνα.
Τρίτον μόνον οι δυνάμεις αυτές αποκαλύπτουν την υποκριτική ευαισθησία της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την προστασία του περιβάλλοντος, η οποία στην πραγματικότητα αντιμετωπίζει το περιβάλλον ως εμπόρευμα στη βάση της καπιταλιστικής ανάπτυξης και κερδοσκοπίας. Ιδιαίτερο εμπόρευμα αποτελεί η ανθούσα βιομηχανία προστασίας του περιβάλλοντος. Οι κεφαλαιοκράτες πρώτα ρυπαίνουν αχαλίνωτα και με την άδεια ή την ανοχή της Ευρωπαϊκής Ένωσης το περιβάλλον και μετά πουλάνε τις μεθόδους και τα μέσα απορρύπανσης. Παράλληλα εφαρμόζουν την καταστροφική λογική «ο ρυπαίνων πληρώνει», η οποία ουσιαστικά δεν εφαρμόζεται ή την περιβόητη «ελεύθερη επιλογή» π.χ. στα λεγόμενα μεταλλαγμένα προϊόντα, όπου σκόπιμα παραβλέπεται η ταξική θέση και το μορφωτικό επίπεδο του καταναλωτή.
Τέλος είναι αναγκαίο να επισημανθεί ότι ο ρόλος των δυνάμεων της Ριζοσπαστικής Αριστεράς γίνεται καθοριστικός, διότι πρέπει να εντάξει το κίνημα για την αντιμετώπιση της οικολογικής κρίσης και της προστασίας του περιβάλλοντος «ως συστατικό στοιχείο του αγώνα της εργατικής τάξης για την ολοκληρωμένη χειραφέτησή της και την πλήρη απελευθέρωσή της».
Τα τεράστια κέρδη των εταιρειών πετρελαίου καίνε τον πλανήτη
Ενώ οι επιστήμονες προειδοποιούν εδώ και πολλά χρόνια για τον υπαρκτό κίνδυνο της υπερθέρμανσης του πλανήτη μας όχι μόνο υπάρχει μεγάλη καθυστέρηση στην αντιμετώπιση του φαινομένου, της κλιματικής αλλαγής, αλλά διαπιστώνεται και άρνηση τήρησης των κανονισμών και των συνθηκών από τις κυβερνήσεις των πιο ενεργοβόρων κρατών (π.χ. ΗΠΑ).
Οι πολίτες διερωτώνται, αλλά η απάντηση βρίσκεται στα κέρδη των εταιρειών και των κυβερνήσεων από τις πωλήσεις των πετρελαϊκών προϊόντων: 2 τρισεκατομμύρια ευρώ ετησίως. Κόστη: 500 δισεκατομμύρια. Το κέρδος -1.500 δισεκατομμύρια ετησίως σε πλανητική κλίμακα!- τσεπώνεται από μερικές πολυεθνικές και (με εξαίρεση τη Βενεζουέλα) από τους υπερ-προνομιούχους που βρίσκονται στην εξουσία σε μερικές χώρες παραγωγούς. Το πετρέλαιο (και το φυσικό αέριο) είναι η κότα τους με τα χρυσά αυγά. Εύχονται να τα γεννάει όσο γίνεται περισσότερο. Αυτή την ευχή συμμερίζονται οι σχετικοί τομείς: αυτοκίνητο, ναυπηγική, αεροναυτική, πετροχημεία… Πρόκειται για ισχυρούς κύκλους, με μεγάλη πολιτική επιρροή.
Η υπεύθυνη γι’ αυτήν την καταστροφική πορεία, η περιβόητη αγορά, μηχανεύεται τα πάντα για να καθυστερήσει όχι μόνον τη λήψη των αναγκαίων αποφάσεων αλλά και την εφαρμογή των μέτρων μετά τις σχετικές αποφάσεις. Άλλες φορές προσπαθεί να μετριάσει ή να αλλοιώσει τα μέτρα.
Το Πρωτόκολλο του Κιότο ήταν τόσο γεμάτο από «ευέλικτους μηχανισμούς», που ακόμα και στην καλύτερη περίπτωση εφαρμογής του θα οδηγούσε σε μείωση των συνολικών εκπομπών των βιομηχανικών χωρών κατά 1,7% μέχρι το 2021. Όμως, αυτές πρέπει να μειωθούν περίπου κατά 70% μέχρι το 2050… Εβδομήντα τοις εκατό (70%) από σήμερα μέχρι το 2050: είναι μια τέτοια μείωση δυνατή μέσα σε τόσο στενά χρονικά όρια; Ναι, το κλίμα μπορεί ακόμα να σωθεί. Η ακτινοβολία που δεχόμαστε από τον ήλιο αντιπροσωπεύει 8.000 φορές την παγκόσμια κατανάλωση ενέργειας. Οι σημερινές τεχνολογίες θα επέτρεπαν να χρησιμοποιήσουμε το ένα χιλιοστό: οκτώ φορές οι παρούσες ανάγκες της ανθρωπότητας. Η επιστημονική έρευνα θα αυξήσει αυτή τη δυνατότητα. Σίγουρα πρέπει να κάνουμε εξοικονόμηση ενέργειας, να σταματήσει η σπατάλη –αυτό αφορά και τον καθένα μας.
Μέχρι σήμερα οι συνέπειες της υπερθέρμανσης θίγουν αποκλειστικά τους φτωχούς. Σ’ αυτούς συμπεριλαμβάνονται και οι φτωχοί παραδείγματος χάριν στις ΗΠΑ, που ξεσπιτώνονται από τους τυφώνες και τους κυκλώνες.
Σε πλήθος διασκέψεων και διεργασιών οι εκπρόσωποι του συστήματος διαπραγματεύονται απαντήσεις στην υπό εξέλιξη κλιματική αλλαγή. Δεν μπορούμε να περιμένουμε από αυτές τις ουσιαστικές λύσεις. Και αυτό, επειδή το κεφάλαιο θα δράσει σε συνάρτηση με το κέρδος, όχι σε συνάρτηση με τις ανάγκες.
Απέναντι στον κλιματικό κίνδυνο, πρέπει να διαλέξουμε: το κλίμα ή το κέρδος; Πρόκειται για μια επιλογή κοινωνίας που πρέπει να κάνει η κοινωνία, όχι οι «ειδικοί».