Αφροδίτη Τζιαντζή
‘Ενα από τα συνηθέστερα κλισέ παντός καιρού είναι το ρητορικό ερώτημα «γιατί σιωπούν οι διανοούμενοι;», συνοδευόμενο ενίοτε με φιλιππικούς, γιατί δεν μιλάνε, γιατί δεν βγαίνουν μπροστά, γιατί απουσιάζουν όταν η κοινωνία τους χρειάζεται όσο ποτέ ή με ηθικοπλαστικά κατεβατά περί της ιδιαίτερης θέσης των «πνευματικών ανθρώπων».
Η περιβόητη ευθύνη των διανοουμένων να τοποθετηθούν σε καίρια ζητήματα, πόσο μάλλον σε ζητήματα που χαρακτηρίζονται «εθνικού ενδιαφέροντος», είναι ένα από τα θέματα που επανέρχονται στις επιφυλλίδες των εφημερίδων. Είναι επίσης διαχρονικό – αν και πλέον λίγο παλιομοδίτικο – θέμα “sos” στις σχολικές εκθέσεις.
Τα περί υποτιθέμενης σιωπής των διανοουμένων είναι επίσης ένα από τα ψευδέστερα κλισέ όλων των εποχών. Οι παντός είδους διανοούμενοι, είτε οι «οργανικοί» κατά Γκράμσι, συνδεδεμένοι με τα συμφέροντα της ηγεμονεύουσας κοινωνικής τάξης, είτε οι πιο παραδοσιακές και διαταξικές κατηγορίες, όπως το γενικόλογο «άνθρωποι των γραμμάτων και των τεχνών», παράγουν διαρκώς λόγο, ακόμα και αν δεν τον εκλαμβάνουμε ως ενιαία και ξεκάθαρη πολιτική γραμμή.
Ακόμα και οι πιο φαινομενικά απολίτικοι διανοούμενοι παράγουν το λόγο εκείνο για τον οποίο πληρώνονται, βιοπορίζονται, έχουν τέλος πάντων λόγο ύπαρξης, ταξική και κοινωνική θέση. Ο λόγος αυτός, είτε είναι το πολιτιστικό-καλλιτεχνικό εμπορικό προϊόν είτε δημοσιογραφική δουλειά ή ακαδημαϊκό έργο (γιατί σε αυτά τα τρία συνήθως περιορίζουμε τον όρο «διανοούμενος» και ας έχει στην πραγματικότητα ευρύτερο πεδίο η διανοητική εργασία) έχει πάντα ταξικό χρώμα. Είναι το χρώμα αυτού που πληρώνει για να παραχθεί, το χρώμα των θεσμών που διαμόρφωσαν, μόρφωσαν, επένδυσαν για τον διανοούμενο – καλλιτέχνη – και περιμένουν η επένδυσή τους να πιάσει τόπο. Ο λόγος του επιφυλλιδογράφου-γραμμιτζή στις αστικές εφημερίδες έχει το χρώμα του αφεντικού μιντιάρχη. Ο λόγος του καλλιτέχνη, όσο και αν πασχίζει να παραμείνει ανεξάρτητος, χρωματίζεται ακόμα και άθελά του από το χρώμα του μαικήνα-χορηγού ή του ιδρύματος κάποιου εφοπλιστή. Ο λόγος του πανεπιστημιακού, όσο και αν επικαλείται την ακαδημαϊκή ελευθερία, δεν μπορεί να μη λάβει υπόψη τις λεπτές ισορροπίες του ακαδημαϊκού κατεστημένου, των προγραμμάτων κονδυλίων, των υποτροφιών, της ανάδειξης και διατήρησης του ακαδημαϊκού στάτους κβο. Φυσικά είναι δεδομένο ότι ο λόγος του ανθρώπου των τεχνών, της διανόησης ή της δημοσιογραφίας, που είναι διορισμένος, αποσπασμένος ή έχει κάποιου είδους άμεση ή έμμεση, έμμισθη ή άμισθη επαγγελματική σχέση με κράτος, κόμμα και κυβέρνηση, θα χρωματίζεται και από το χρώμα της εκάστοτε κυβέρνησης.
Αυτό δε σημαίνει ότι οι διανοούμενοι είναι ντε φάκτο φερέφωνα των αστικών εξουσιών. Αυτή είναι μια κοντόφθαλμη και επιφανειακή ανάγνωση, που κατατείνει στην εξίσου ψευδή και φασίζουσα αντίληψη «όλοι ίδιοι είναι» – που δε διαφέρει πολύ από το χρυσαυγίτικο σύνθημα «αλήτες-προδότες πολιτικοί» που φωνάχτηκε αυτές τις μέρες στα εθνικιστικά συλλαλητήρια.
Διαψεύδοντας το κλισέ περί σιωπής αυτή τη φορά οι διανοούμενοι πήραν θέση. Και μάλιστα θέση μάχης, με αφορμή τη συμφωνία των Πρεσπών. Η αρχή έγινε με το εθνικοπατριωτικό μέτωπο με τις φαιές αποχρώσεις, που εξέφραζε την αντίθεσή του στη συμφωνία των Πρεσπών και απαιτούσε δημοψήφισμα πριν την κύρωσή της στη Βουλή. Εκεί δεν έχουμε πολλά πράγματα να πούμε. Είναι ντροπή μόνο και θλίψη να συνυπάρχει για παράδειγμα η υπογραφή του Βασίλη Παπακωνσταντίνου με τον ακροδεξιό στρατηγό Φράγκο Φραγκούλη, τον σκοταδιστή μητροπολίτη Σεραφείμ Πειραιώς, τον πρώην ΚΥΠατζή και ανέκαθεν εθνικιστή «γεωπολιτικό αναλυτή» Σάββα Καλεντερίδη. Η Αφροδίτη Μάνου, πρώην Συριζαία κατά δήλωσή της, δέχθηκε τα περισσότερα πυρά για τη συμπόρευσή της με αυτό το συνονθύλευμα παπάδων, πρακτόρων και πατριδοκάπηλων επειδή υπήρξε λαλίστατη στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και έδωσε το παρών στα εθνικιστικά συλλαλητήρια.
Όμως στην ίδια λίστα φιγουράρουν και άλλα ονόματα, κυρίως καλλιτεχνών από το χώρο του τραγουδιού, που ακόμα και αν δεν τους θεωρούσαμε αριστερούς δεν είχαν δώσει δείγματα γραφής για να ταυτιστούν τόσο ανοιχτά με αυτό το αντιδραστικό μέτωπο. Οι Βαγγέλης Γερμανός, Γιάννης Μηλιώκας, Λαυρέντης Μαχαιρίτσας, Γιάννης Κότσιρας, είναι κάποιοι από αυτούς, με τους τρεις τελευταίους να έχουν συμμετάσχει επανειλημμένα σε φεστιβάλ της ΚΝΕ ( ο Κότσιρας χαιρέτησε και στα 100 χρόνια ΚΚΕ). Θλίψη προκαλεί και η υπογραφή του συγγραφέα-εκδότη Λουκά Αξελού, πρώην στελέχους του ΣΥΡΙΖΑ, αν και η στάση του ήταν αναμενόμενη, αν δει κανείς την αρθρογραφία του στο «Δρόμο της Αριστεράς» της ΚΟΕ, ενός αριστερού μορφώματος που επίσης συστρατεύεται με αυτή την ανίερη συμμαχία εθνικοπατριωτισμού και μισαλλοδοξίας.
Στο σύντομο κείμενο συλλογής υπογραφών, που τονίζει το δημοκρατικό φρόνημα των υπογραφόντων, ξεχωρίζει το επιχείρημα ότι δεν «είναι δυνατόν οι κάτοικοι της ΠΓΔΜ να έχουν ήδη εκφραστεί με δημοψήφισμα επί της συγκεκριμένης συμφωνίας και να μην παρέχεται το αντίστοιχο δικαίωμα στους Έλληνες πολίτες. Γιατί, σε τελευταία ανάλυση, το θέμα αυτό είναι εθνικό και συγχρόνως θέμα δημοκρατίας».
Μόνο που το παιδί δεν είναι δικό μας, ούτε είναι αβάπτιστο,για να κάνουμε δημοψήφισμα πως θα το βαφτίσουμε. Είχε όνομα με το οποίο το φώναζε όλος ο πλανήτης, πριν την συμφωνία των Πρεσπών, και αυτό ήταν Δημοκρατία της Μακεδονίας. Το αίτημα για δημοψήφισμα στην Ελλάδα για το όνομα μιας τρίτης χώρας, υιοθετεί μια υπερ-εθνικιστική θέση, που μπροστά της ακομα και η Ευρωνατοϊκή συμφωνία των Πρεσπών φαντάζει μνημείο συμφιλίωσης των λαών, και όχι ιμπεριαλιστική λεόντειος συμφωνία που πραγματικά είναι.
Στην αντίπερα όχθη, των 158 υπογραφών της “Πρωτοβουλίας ανθρώπων της Τέχνης και του Πολιτισμού”, υπέρ της συμφωνίας των Πρεσπών, τα πράγματα είναι κάπως πιο σύνθετα.
Καταρχάς το ίδιο το κείμενο των υπογραφών δημοσιοποιήθηκε ελάχιστα 24ωρα πριν την ψήφιση της συμφωνίας στην Βουλή και άμεσα τέθηκε στην υπηρεσία της κυβέρνησης, με τον Τσίπρα να δίνει εύσημα στους υπογράφοντες-ουσες. Η ΝΔ αμέσως επισήμανε ότι πρόκειται για κείμενο κομματικών στελεχών, φίλων και συνοδοιπόρων, αφού ανάμεσά τους είναι εργαζόμενοι σε κομματικά ΜΜΕ, αποσπασμένοι σε υπουργεία, επικοινωνιολόγοι του Μαξίμου, συγγενείς βουλευτών και ευρωβουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ κλπ.
Αυτό όσο και αν αληθεύει δεν είναι το βασικό. Ανάμεσα στους υπογράφοντες είναι και ανένταχτοι, πλέον, καλλιτέχνες και διανοούμενοι, που έχουν αποχωρήσει από το ΣΥΡΙΖΑ, αλλά πιθανόν θεώρησαν πιο σημαντικό να αντιταχθούν σε αυτά που ονομάζουν ως «μίσος και σκοταδισμό», «την πατριδοκαπηλία, το τσίρκο με τους Βουκεφάλες και την ακροδεξιά» παρά να διαφοροποιηθούν από τα τρωτά μιας συμφωνίας, ασκώντας έστω και την παραμικρή κριτική στην κυβέρνηση.
Πρόκειται σίγουρα για ένα κείμενο μίνιμουμ-συμφωνιών, μια σούπα με επίκληση στην «ελευθερία, τη φιλία, τη δημοκρατία και τις ανθρωπιστικές άξιες από άκρη σε άκρη του πλανήτη». Βέβαια σε αυτή τη διακήρυξη αγαθών προθέσεων τύπου Γιούνισεφ δεν περισσέυει ούτε μια λέξη για το ότι η ανεξαρτησία και η φιλία των λαών δύσκολα ριζώνει στην αγκαλιά του ΝΑΤΟ, των εξοπλιστικών προγραμμάτων, των πυραυλικών βάσεων, των νέων πολεμικών σχεδιασμών, στην ΕΕ της λιτότητας, της ξενοφοβίας, των πνιγμένων μεταναστών και προσφύγων.
Είπαμε, οι καλλιτέχνες θέλουν να δουν το καλό , «τη μακρόχρονη πληγή που κλείνει», κλείνοντας τα μάτια στο τέρας που κρύβεται από πίσω.
Ας μην τους μαστιγώσουμε γι’αυτό. Εξάλλου όσο και αν κάποιοι είναι όντως στη μισθοδοσία της κυβέρνησης και του ΣΥΡΙΖΑ, θέλει θάρρος να βάλεις την υπογραφή σου σε ένα κείμενο που μπορεί σίγουρα να σου κοστίσει από σχόλια μίσους στον «τοίχο» σου στο facebook μέχρι φυσικές επιθέσεις στο πρόσωπό σου. Κυρίως ας αναλογιστούμε τις δικές μας ευθύνες, αυτής της άλλης Αριστεράς, που λέει όχι στο ΝΑΤΟ και στην ΕΕ, όχι στον εθνικισμό, και ναι στην πραγματική διεθνιστική φιλία των λαών, ενάντια σε ιμπεριαλιστικούς σχεδιασμούς, μέρος των οποίων είναι και η ένταξη της Βόρειας Μακεδονίας στο ΝΑΤΟ. Αυτή η Αριστερά, αυτοί οι διανοούμενοι, ακόμα δεν έχουν πει την τελευταία τους λέξη.