Χριστίνα Μαυροπούλου
Κρίσιμες εκλογές στη μεγαλύτερη χώρα της Λατινικής Αμερικής, με φαβορί για τον β’ γύρο τον ακροδεξιό νοσταλγό της χούντας και το «διάδοχο» του φυλακισμένου Λούλα, που πλειοδοτεί σε προσφορές προς το βραζιλιάνικο κεφάλαιο.
Είναι ίσως οι πιο κρίσιμες και αμφίσημες εκλογές στην σύγχρονη ιστορία της Βραζιλίας. Το αποτέλεσμά τους θα έχει πολύ σημαντικές συνέπειες στην παγκόσμια γεωπολιτική σκακιέρα, αφού είναι η ένατη οικονομία του πλανήτη και η μεγαλύτερη της Λατινικής Αμερικής, καθώς αντιπροσωπεύει το 40% του συνολικού ΑΕΠ της. Η χώρα συμμετέχει και πρωταγωνιστεί σε μία σειρά διεθνικών οργανισμών, οικονομικών και εμπορικών, όπως BRICS, Mercosur, UNASUR, γεγονός που μεταφραζόταν ως τώρα σε ένδειξη «μετατόπισης της παγκόσμιας ισχύος» – ή σε αυτό που ο πρώην πρόεδρος Λουίς Ινάσιου Λούλα ντα Σίλβα αρεσκόταν να το παρομοιάζει ως «πολυπολικό κόσμο». Τώρα, η δραστηριότητά τους έχει ατονίσει και πολλοί αναλυτές το αποδίδουν στην πλήρη μεταστροφή που συντελέστηκε σε επίπεδο πολιτικής ηγεσίας στη Βραζιλία.
Ο λόγος; Η καθαίρεση της πρώην προέδρου Ντίλμα Ρουσέφ, δύο χρόνια πριν. Αποκαλέστηκε «συνταγματικό πραξικόπημα» και ήταν αν το εξετάσει κανείς «αυστηρά» στα πλαίσια της αστικής δημοκρατίας. Κι αυτό διότι η Ρουσέφ, εφαρμόζοντας μία πάγια τακτική όλων των κυβερνόντων απανταχού της γης, καθαιρέθηκε λόγω κατηγοριών περί «δημιουργικής» λογιστικής ενόψει των εκλογών του 2014, επειδή έκρυψε την πραγματική κατάσταση της οικονομίας, η οποία είχε πάρει την κατιούσα.
Τα πιο ενδιαφέροντα στοιχεία αυτής της «σκοτεινής ανατροπής» ήταν τα εξής: Πρώτον, της προσπάθειας ηγήθηκε ο αντιπρόεδρος Μισέλ Τέμερ και τα στελέχη του κόμματός του, μετά τη μεταστροφή του Δημοκρατικού Κόμματος- (PMDB), εν μία νυκτί, από την κυβερνητική πλειοψηφία στην αντιπολίτευση. Μία πλειοψηφία του «όλοι οι καλοί χωράνε», αρκεί να κρατηθούμε στην εξουσία – και όλα αυτά μέσα σε ένα στρόβιλο σκανδάλων. Δεύτερον, το κλίμα και ειδικά η φρασεολογία που επικράτησε καθ’όλη τη διάρκεια της διαδικασίας καθαίρεσης χαρακτηρίστηκαν από μισαλλοδοξία, ρατσισμό και μισογυνισμό – στοιχεία ενδεικτικά της πολιτικής στροφής προς βορράν, εκ νέου και μετά από μία 15ετία.
Αυτό είναι το φόντο και πριν ανοίξουν οι κάλπες. Ο ακροδεξιός Ζαΐχ Μπολσονάρου διατηρεί σταθερό προβάδισμα στις δημοσκοπήσεις, μετά την επίθεση που δέχτηκε στις 7 Σεπτεμβρίου κατά τη διάρκεια προεκλογικής περιοδείας. Απόστρατος, νοσταλγός της χούντας και με επιτελείο αμιγώς στρατιωτικό, διεξάγει την εκστρατεία από το νοσοκομείο, μέσω Twitter και τηλεοπτικών εμφανίσεων και με σύμβουλο τον Στίβεν Μπάνον, τον ακροδεξιό «σύμβουλο εκστρατείας και στρατηγικού σχεδιασμού» του Τραμπ. Σημειώνεται ότι ο Αμερικανός πρόεδρος συναντήθηκε πρόσφατα με τον Μαουρίσιο Μάκρι, πρόεδρο της Αργεντινής, ενώ επίκειται συνάντηση και με τον πρόεδρο της Χιλής, Σεμπαστιάν Πινιέρα – αποδεικνύοντας ότι οι ΗΠΑ επιστρέφουν στην «αυλή» τους και ο τραμπισμός ως «μολυσματική ασθένεια» εξαπλώνεται. Οι εξελίξεις αφορούν όλη τη Λατινική Αμερική, πρωτίστως όμως δύο χώρες: τη Βενεζουέλα και, δευτερευόντως, τη Βολιβία.
Την ίδια στιγμή, η διεθνής σοσιαλδημοκρατία, έχει συσπειρωθεί γύρω από τον υποψήφιο του Κόμματος των Εργαζομένων-(ΡΤ) Φερνάντο Χαντάντ που τον ακολουθεί στη δεύτερη θέση, σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις. Ο Χαντάντ, αντικατέστησε τον Λούλα την τελευταία κυριολεκτικά στιγμή, μετά την απόφαση του Ανώτατου Εκλογικού Δικαστηρίου να απαγορεύσει την υποψηφιότητα του τελευταίου για τρίτη θητεία, καθώς από τον Απρίλιο εκτίει 12ετή ποινή φυλάκισης καταδικασμένος για υποθέσεις διαφθοράς και παθητικής δωροδοκίας. Έπονται οι Σίρο Γκόμες του Δημοκρατικού Εργατικού Κόμματος, (PDT), Ζεράλντο Αλκμίν του -δεξιού, παρά τον τίτλο του- Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος (PSDB) και η οικολόγος Μαρίνα Σίλβα υποψήφια του Rede. Πάντως, σύμφωνα με τις μέχρι τώρα δημοσκοπήσεις, το μεγαλύτερο ποσοστό συγκεντρώνει το «κανένας» και η αποχή αλλά κανείς δεν το αναφέρει…
Το «παιχνίδι» της προεδρικής καρέκλας παίζεται μεταξύ των Μπολσονάρου και Χαντάντ, αφού είναι οι επικρατέστεροι για τον δεύτερο γύρο, σε πέντε εβδομάδες. Όποιος και να κερδίσει (το πιο πιθανόν ο Χαντάντ), η Βραζιλία θα έχει την πιο «δεξιά» κυβέρνηση μετά την πτώση της χούντας (1964-’85) αφού ήδη το ΡΤ τρέχει να πλειοδοτήσει σε προσφορές στο βραζιλιάνικο κεφάλαιο, που σημειωτέον γιγαντώθηκε με τις κυβερνήσεις Λούλα και Ρουσέφ… Υπάρχει ακόμη ένα παιχνίδι, αυτό που παίζεται στους δρόμους και τις καταλήψεις γης, με τις γυναίκες να έχουν βγει στο προσκήνιο και που εν πολλοίς εκφράζεται και στο 25%-30% του «κανένας». Αλλά αυτό το παιχνίδι, δεν έχει καμία σχέση με τις εκλογές.