Γιώργος Κρεασίδης
Η ακροδεξιά ήταν απέναντι στους λαϊκούς αγώνες ενάντια στα μνημόνια* τώρα τραμπουκίζει κραυγάζοντας εθνικιστικά
Σε έξαρση βρίσκεται η φασιστική βία, η οποία θρέφεται από το κλίμα εθνικισμού με αφορμή το μακεδονικό, που γίνεται προπέτασμα καπνού για την επανεμφάνιση των «ταγμάτων εφόδου» της Χρυσής Αυγής, αλλά και ενός συρφετού από ακροδεξιές και φασιστικές ομάδες που επιχειρούν να μιμηθούν την εγκληματική της δράση. Τις προηγούμενες βδομάδες ξεχώρισαν μια σειρά από περιστατικά που δείχνουν ότι δεν δικαιολογείται κανένας εφησυχασμός, ενώ είχαν προηγηθεί οι κραυγές του Μπαρμπαρούση για πραξικόπημα και τα νταηλίκια των ναζί έξω από τη Βουλή.
Την Παρασκευή 15 Ιουνίου η λεγόμενη «συμμορία με τα Σμαρτ», τα αυτοκίνητα που χρησιμοποιεί για να κινείται γρήγορα, επιτέθηκε για άλλη μια φορά ξυλοκοπώντας Πακιστανούς εργάτες στο Μενίδι που πήγαιναν για δουλειά νωρίς το πρωί. Πληθαίνουν οι καταγγελίες στο μεταξύ ότι η αστυνομία αποθαρρύνει αποθαρρύνει τα θύματα από το να προχωρήσουν σε μηνύσεις.
Το Σάββατο 23/6 δυο συμμετέχοντες στις εκδηλώσεις του Pride στη Θεσσαλονίκη δέχτηκαν επίθεση στην παραλιακή της πόλης από ομάδα ακροδεξιών που τους έριξε στη θάλασσα.
Την επόμενη μέρα ομάδα 25-30, που σύμφωνα με καταγγελίες φορούσαν μπλουζάκια της Χρυσής Αυγής, πραγματοποίησαν οργανωμένη επίθεση στην κατάληψη στο πρώην ΠΙΚΠΑ στα Άνω Πετράλωνα. Η κατάληψη έχει έντονη δράση και προσφορά, με κοινωνικό ιατρείο και φαρμακείο και άλλες δραστηριότητες. Οι τραμπούκοι επιτέθηκαν με πέτρες, αλυσίδες και μολότοφ στα εννέα άτομα της Ανοιχτής Συνέλευσης Πετραλώνων που βρίσκονταν στο χώρο, ενώ τραυμάτισαν έναν αντιφασίστα. Με τη βοήθεια της γειτονιάς η φασιστική συμμορία απωθήθηκε τελικά. Οι φασίστες θέλησαν να δώσουν ιδεολογικό άλλοθι στην εγκληματική επίθεση φωνάζοντας για τη Μακεδονία…
Εντύπωση, αλλά όχι έκπληξη, προκάλεσε η στάση της αστυνομίας που εμφανίστηκε εκ των υστέρων και προσήγαγε τρεις από τους αντιφασίστες που βρέθηκαν απέναντι από την εγκληματική ομάδα, από την οποία δεν έπιασε (φυσικά) κανέναν.
Την Τετάρτη στη Θεσσαλονίκη μετά από μια άμαζη συγκέντρωση για το μακεδονικό με πρωτοβουλία του λεγόμενου «πατριωτικού χώρου», μετά από εκείνη του περασμένου Σαββάτου που είχε χρυσαυγίτικο χρώμα και συνθήματα για πόλεμο με την ΠΓΔΜ, ομάδες ακροδεξιών επιδόθηκαν σε τραμπουκισμούς. Επιτέθηκαν σε μετανάστη στη περιοχή της Ροτόντας, ενώ βεβήλωσαν και το Μνημείο του Ολοκαυτώματος των Εβραίων στην παραλία. Είχαν προηγηθεί τη Δευτέρα επεισόδια έξω από εκδήλωση του ΣΥΡΙΖΑ, ενώ με τις ομάδες αυτές ταυτίζεται και ένας σύνδεσμος του ΠΑΟΚ, σημάδι ευρύτερων σχεδιασμών και σκοπιμοτήτων.
Η ακροδεξιά που δεν απουσίαζε απλά, αλλά βρισκόταν απέναντι από τους αγώνες του λαού, βρίσκει ευκαιρία να ξεμυτίσει και να νομιμοποιήσει τη δράση της. Ο φασιστικός χώρος είχε υποχρεωθεί σε αναδίπλωση μπρος στην κατακραυγή για τις δολοφονίες Φύσσα και Λουκμάν, αλλά και από το φόβο για την εξέλιξη της δίκης Χρυσής Αυγής.
Στην επανεμφάνιση της ακροδεξιάς βίας μέσα στο κλίμα εθνικισμού έχουν παίξει ρόλο πολλοί παράγοντες. Πρώτα από όλα η καμπή του λαϊκού κινήματος και η απογοήτευση δημιουργούν την απόγνωση που εκμεταλλεύονται οι φασίστες. Η ανοχή από αστυνομία και δικαστές σε ένα χώρο που διαπλέκεται με το «βαθύ κράτος», ενώ δεν είναι μυστικό πια ότι η ΧΑ έχει μαζική απήχηση στις δυνάμεις καταστολής. Η καθημερινή πλύση εγκεφάλου από θεωρίες συνομωσίας, ωμό αντικομμουνισμό, θρησκοληψία και ανορθολογικές «προφητείες», που έρχονται από μια σειρά από ΜΜΕ. Οι κυνικοί σχεδιασμοί της ΝΔ που επενδύει σε μια αντιπολίτευση που δε θίγει τα συμφέροντα κεφαλαίου, αλλά και του ΣΥΡΙΖΑ που βλέπει στην κοινοβουλευτική ακροδεξιά ένα εκλογικό αντίβαρο στη ΝΔ.
Στο μεταξύ αυτός ο χώρος επιχειρεί παράλληλα να βρει και πολιτική έκφραση, πέρα από τα όρια της αποκρουστικής φυσιογνωμίας που έχει η Χρυσή Αυγή ακόμα και για ένα δεξιό συντηρητικό κόσμο.
Η απάντηση στην έξαρση της φασιστικής βίας θα πρέπει να είναι πολύμορφη. Ξεκινώντας από την αποκάλυψη του αντιδραστικού εθνικισμού, την πάλη για την ειρήνη, την εγρήγορση και περιφρούρηση του κινήματος και των αγωνιστών του, αλλά και των κοινοτήτων που στοχοποιούνται όπως οι μετανάστες. Μέχρι και τη μαζική λαϊκή οργάνωση και κινητοποίηση που θα δίνει ελπίδα μέσα από τον αγώνα. Αυτός ήταν πάντα ο δρόμος της ανάσχεσης της επιρροής του φασισμού στις λαϊκές γειτονιές. Προϋποθέτει τη μετωπική συμπόρευση και τη συναγωνιστική σχέση πλατιών δυνάμεων του λαϊκού κινήματος, χωρίς υποτίμηση της αντικυβερνητικής διάστασης του σύγχρονου αντιφασισμού, η οποία όταν απουσιάζει αφήνει ανοικτό το δρόμο στον αντικυβερνητικό λαϊκισμό της ακροδεξιάς.