Γιώργος Παυλόπουλος
Μνημόνιο διαρκείας
Η συμφωνία στο Eurogroup αποτελεί ένα ασφυκτικό πλαίσιο για τους εργαζόμενους, τους συνταξιούχους και τους νέους
Μονόδρομος η ολική διαγραφή του χρέους και η ρήξη με ΕΕ, ευρώ, ΔΝΤ και τις κυβερνήσεις τους
Πανηγυρικό κλίμα επιχειρεί να δώσει η κυβέρνηση στη συμφωνία που κατέληξε το Eurogroup για το ελληνικό χρέος, κάνοντας λόγο για «νέα σελίδα» και επικαλούμενη τις δηλώσεις Ευρωπαίων αξιωματούχων και τα δημοσιεύματα ξένων ΜΜΕ για «επιστροφή στην κανονικότητα». Μια κανονικότητα η οποία, προφανώς, περιλαμβάνει και το μεγαλοπρεπές «απεταξάμην» για το δημοψήφισμα του 2015 και τη συστηματική προσπάθεια να κλείσει το μεγάλο ρήγμα που άνοιξε τότε — όχι μόνο με το εγχώριο κεφάλαιο και σύστημα εξουσίας, αλλά με την ΕΕ και την ευρωζώνη.
Το απόγευμα της Παρασκευής, Τσίπρας και Καμμένος εμφανίστηκαν μαζί, όπως παλιά, στην κοινή συνεδρίαση των κοινοβουλευτικών ομάδων ΣΥΡΙΖΑ και ΑΝΕΛ. Εκεί, κήρυξαν «το τέλος των μνημονίων», για να ανοίξουν, έστω και ανεπισήμως, την προεκλογική περίοδο, η οποία θα ενταθεί με το σόου που ετοιμάζεται για την 21η Αυγούστου (μία ημέρα μετά την επίσημη εκπνοή του τρίτου προγράμματος), σε συνδυασμό με τις εξελίξεις στο Μακεδονικό. Οι δύο εταίροι ισχυρίστηκαν ότι υπάρχει μια πραγματική και σοβαρή ελάφρυνση, η οποία μάλιστα ήταν καλύτερη από ό,τι αναμενόταν, αφού ξεπεράστηκαν και οι τρικλοποδιές που επιχείρησαν εκ νέου να βάλουν οι Γερμανοί την τελευταία στιγμή. Μια ελάφρυνση η οποία, όπως λένε τα επιτελεία τους, καθιστά το χρέος βιώσιμο — έστω και αν είναι κατά πολύ υψηλότερο (αγγίζει το 180% του ΑΕΠ) σε σύγκριση τόσο με την έναρξη της κρίσης όσο και με την προ 2015 περίοδο, όταν οι νυν κυβερνώντες έλεγαν το αντίθετο και έθεταν θέμα στάσης πληρωμών και διαγραφής «του μεγαλύτερου μέρους του».
Για να στηρίξουν την παραπάνω θέση, επικαλούνται κυρίως τα εξής: Τη δεκαετή παράταση της περιόδου ωρίμανσης των δανείων και την επίσης δεκαετή περίοδο χάριτος στην αποπληρωμή κεφαλαίων και τόκων. Τη σταδιακή επιστροφή των κερδών που αποκόμισαν οι ευρωπαϊκές κεντρικές τράπεζες (ύψους κοντά στα 5 δισ. ευρώ) από τα δάνεια προς την Ελλάδα. Την πρόβλεψη ότι το θέμα μπορεί να επανεξεταστεί στο τέλος της περιόδου χάριτος, εφόσον κριθεί αναγκαίο. Και τέλος, το «μαξιλάρι» ρευστότητας των 24 δισ. –προκύπτει από το άθροισμα των 9,5 δισ. (σε σύνολο 15) της τελευταίας δόσης του τρίτου προγράμματος με τα κεφάλαια που έχουν συγκεντρωθεί από το υπερπλεόνασμα και τη «σκούπα» των διαθεσίμων ταμείων και δημόσιων οργανισμών– το οποίο θεωρητικά διασφαλίζει την εξυπηρέτηση των υφιστάμενων δανείων επί 22 μήνες, χωρίς να απαιτείται έξοδος στις αγορές.
Οφείλουμε, καταρχήν, να ξεκαθαρίσουμε ότι η παράταση αφορά μόνο το δεύτερο από τα τρία δανειακά «πακέτα» που έχει πάρει η Ελλάδα — τα οποία είναι γνωστό ότι χρησιμοποιήθηκαν στο σύνολό τους για την αποπληρωμή χρέους και τόκων και την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών. Πρόκειται για το δάνειο του EFSF που δόθηκε το 2015 και είναι το μεγαλύτερο (κάπου 142 δισ.) από τα τρία, η διάρκεια του οποίου πλέον παρατείνεται από το 2049 ως το 2059, ενώ η αποπληρωμή του θα ξεκινήσει το 2032 αντί του 2023 — κάτι που σημαίνει ότι ευθυγραμμίζεται πλήρως χρονολογικά με το τρίτο πακέτο, του ESM, το οποίο παραμένει ως έχει. Αντιθέτως, θα συνεχίσουν να εξυπηρετούνται κανονικά τα παλαιότερα δάνεια και ομόλογα που λήγουν τα επόμενα χρόνια. Έτσι, ως το τέλος του 2018 η κυβέρνηση θα πρέπει να «ακουμπήσει» 1,8 δισ. ευρώ στο ΔΝΤ και 1,3 στην ΕΚΤ, ενώ το 2019 το συνολικό ποσό των υποχρεώσεων ξεπερνά τα 12,5 δισ. Επίσης, από το 2020 ξεκινά η εξυπηρέτηση των δανείων του πρώτου προγράμματος, που ήταν κυρίως σε διμερή διακρατική βάση, κάτι που μεταφράζεται σε ποσά της τάξης των 2-3 δισ. ευρώ ετησίως.
Το πιο σημαντικό, όμως, έχει να κάνουν με τις δεσμεύσεις που ανέλαβε η κυβέρνηση — με τη ΝΔ να τις αποδέχεται… μοιρολατρικά, επικαλούμενη τη συνέχεια του κράτους, όπως έχει διαμηνύσει ότι θα κάνει και με τη συμφωνία για τη «Βόρεια Μακεδονία», εφόσον ψηφιστεί από τη Βουλή. Με την επισημοποίηση, δηλαδή, του ασφυκτικού μνημονίου διαρκείας που επιβάλλεται στην ελληνική κοινωνία το οποίο, αν όλα πάνε βάσει σχεδίου (που δεν θα πάνε!), προβλέπεται να λήξει όταν όσοι ανήκουμε στις «μεσαίες» ηλικίες θα έχουμε αποδημήσει και οι σημερινοί νέοι θα έχουν γεράσει χωρίς να έχουν σύνταξη ή ασφάλιση – αλλά κουβαλώντας το βάρος του χρέους που τους μεταθέτουν σήμερα κυβέρνηση και «θεσμοί»!
Το παράρτημα που περιλαμβάνει η συμφωνία του Eurogroup είναι περιεκτικό και αποκαλυπτικό, μην αφήνοντας περιθώρια παρερμηνειών: Θηριώδη πρωτογενή πλεονάσματα 3,5% μέχρι το 2022 και 2,2% μέχρι το 2060 — δηλαδή υψηλότερα από ό,τι είχε προσυμφωνηθεί. Μαζικές προσλήψεις στην πλήρως ελεγχόμενη από τους θεσμούς ΑΑΔΕ και ενίσχυση της αδιαφάνειάς της. Συνέχιση της αναμόρφωσης (δηλαδή των περικοπών) στο σύστημα κοινωνικών παροχών, συμπεριλαμβανομένης της επανεξέταξης όλων των επιδομάτων αναπηρίας ως το τέλος του 2019. Επιτάχυνση και αυτοματοποίηση των πλειστηριασμών, χωρίς κατώτερο όριο και προστασία. Ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας, με διαρκείς αλλαγές στην αγορά εργασίας. Αυστηρή αξιολόγηση σε όλο το Δημόσιο και υποχρεωτική εφαρμογή της «κινητικότητας». Επιτάχυνση των ιδιωτικοποιήσεων, με έμφαση στις υποδομές – ενέργεια, νερό, λιμάνια, δρόμους. Όλα αυτά, φυσικά, πρέπει να προστεθούν στις επερχόμενες περικοπές σε συντάξεις και αφορολόγητο, μαζί με τα άλλα μέτρα που έχουν ήδη ψηφιστεί.
Όσο για τον ισχυρισμό των Τσίπρα και Τσακαλώτου ότι «παραμένουμε σε τροχιά δημοσιονομικής πειθαρχίας, αλλά πλέον εμείς αποφασίζουμε», θα μπορούσε να προκαλέσει πολύ γέλιο, αν η κατάσταση δεν ήταν τόσο τραγική: Αέναη και ασφυκτική εποπτεία (και από το ΔΝΤ που μένει ως σύμβουλος), με τριμηνιαίες επιθεωρήσεις και εκθέσεις, από τις οποίες θα εξαρτάται και η χρήση του «μαξιλαριού» και η έξοδος στις αγορές και η υλοποίηση πολλών πλευρών της συμφωνίας.
Αυτός ο κορσές δεν χαλαρώνει, κόβεται. Αυτές οι κυβερνήσεις δεν βελτιώνονται, ανατρέπονται. Και το χρέος δεν αναδιαρθρώνεται, καταγγέλλεται μονομερώς — με επίγνωση των συνεπειών της ρήξης και προετοιμασία για την αντικαπιταλιστική ανατροπή!