Βασίλης Μηνακάκης
Τη ριζοσπαστική παρέμβαση του Εργατικού ΕΑΜ στο Σύλλογο Υπαλλήλων Εθνικής Τράπεζας παρουσιάζει το βιβλίο του αγωνιστή δασκάλου Ακρίτα Καλούση, μετά από συστηματική εργασία στο αρχείο του Συλλόγου. Η υπέρβαση των συντεχνιακών αντιλήψεων μέσα στο καμίνι του αντιστασιακού αγώνα.
Τριπλά πολύτιμο και χρήσιμο είναι το βιβλίο για τη Δράση του Συλλόγο Υπαλλήλων Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος (ΣΥΕΤΕ) την περίοδο της Κατοχή -Αντίστασης και την περίοδο των Δεκεμβριανών, που υπογράφεται από τον Ακρίτα Καλούση.
Κατά πρώτον, γιατί ο συγγραφέας του –ο διεισδυτικός ερευνητής που, αξιοποιώντας ένα πλήθος πηγών (κυρίως το Αρχείο του ΣΥΕΤΕ), συνέθεσε ένα εξαιρετικό ιστορικό βιβλίο-ντοκουμέντο– είναι ένας «απλός» δάσκαλος. Ένας αγωνιστής που αποδεικνύει ότι η συνδικαλιστική δράση δεν είναι ασύμβατη με τη μελετητική και τη θεωρητική δουλειά. Με την εργασία του, η οποία αποτελεί διπλωματική εργασία σε Πρόγραμμα Μεταπτυχιακών Σπουδών του Παντείου, μοιάζει να παροτρύνει, συνεπώς, σε μια γεφύρωση αυτού του χάσματος σε ατομικό και συλλογικό επίπεδο.
Κατά δεύτερον γιατί ο «εκδότης» δεν είναι τυπικός εκδοτικός οίκος, αλλά ένα ριζοσπαστικό εργατικό σχήμα, η Πρόταση Προοπτικής – Ανεξάρτητη Αριστερή Κίνηση Εργαζομένων Εθνικής Τράπεζας. Μια συλλογικότητα που –εκτιμώντας τη γόνιμη συνομιλία του παρόντος με το παρελθόν, της ιστορίας με τη ζώσα πραγματικότητα– επέλεξε να προχωρήσει σε αυτή την έκδοση όχι μόνο ούτε κυρίως για ιστορικούς λόγους, για να τιμήσει τα ταξικά και ριζοσπαστικά στοιχεία του χώρου που έδρασαν την περίοδο εκείνη. Αλλά γιατί θεώρησε ότι κρίσιμα συμπεράσματα της εργασίας του συγγραφέα είναι χρήσιμα και στη σημερινή εποχή.
Αυτός ακριβώς είναι ο τρίτος λόγος που κάνει το βιβλίο επίκαιρο και χρήσιμο. Εύλογος ο σκεπτικισμός: Μα τι μπορεί να χρησιμεύσει ένα πόνημα που αναφέρεται στον συνδικαλισμό σε μια τόσο συγκεκριμένη και πάντως πολύ μακρινή και διαφορετική εποχή; Κι όμως, παρά τις χαώδεις διαφορές των καταστάσεων, ο Α. Καλούσης αναδεικνύει το κόκκινο νήμα, τις κοινές λογικές και τάσεις που σφραγίζουν την εργατική πάλη, τον συνδικαλισμό, τα συνδικάτα τότε και τώρα.
Όταν άρχισε ο Ελληνοϊταλικός πόλεμος, ο ΣΥΕΤΕ ήταν ένα τυπικό σωματείο της εποχής. Ένα σωματείο συντεχνιακό, που έβαζε σε προτεραιότητα τα συμφέροντα των μεγαλοστελεχών της Εθνικής Τράπεζας και θεωρούσε ότι «η Τράπεζα είναι η οικογένειά μας» και ότι «η θέση των εργαζομένων θα καλυτερέψει όταν βελτιωθεί και η κατάσταση της Τράπεζας». Ένα σωματείο ελεγχόμενο από το μεταξικό καθεστώς της 4ης Αυγούστου. Στη διάρκεια του πολέμου, το σωματείο ασχολήθηκε με τη φροντίδα των μελών του που πολεμούσαν στο Αλβανικό Μέτωπο και των οικογενειών τους.
Από τον Απρίλιο του 1941 η χώρα βρέθηκε κάτω από την μπότα της τριπλής κατοχής (γερμανικής, ιταλικής, βουλγαρικής). Η θέση των 4.000 εργαζομένων της Εθνικής Τράπεζας, όπως και όλου του ελληνικού λαού, επιδεινώθηκε δραματικά. Τα προβλήματα πήραν εκρηκτικές διαστάσεις –ιδιαίτερα στα μεγάλα αστικά κέντρα– τον βαρύ και θανατηφόρο χειμώνα του 1941-42, οπότε η ναζιστική καταπίεση συνδυάστηκε με το οξύτατο επισιτιστικό πρόβλημα. Ο τρόπος δράσης, οι λογικές και οι μορφές τού έως τότε κυρίαρχου συνδικαλισμού αποδεικνύονταν ανίκανες να απαντήσουν στη νέα κατάσταση. Με ένα πλήθος στοιχείων, ο Καλούσης αναδεικνύει αυτήν την αντίφαση. Ταυτόχρονα, βέβαια, αναδεικνύει την καταλυτική συνεισφορά του πυρήνα του ΕΑΜ που σχηματίστηκε στον χώρο στην αλλαγή σελίδας στο σωματείο, στην υπέρβαση των τάσεων συνδιαλλαγής με τη διοίκηση της ΕΤΕ και τις κατοχικές αρχές και κυβερνήσεις.
Ο Φεβρουάριος του 1942 υπήρξε ορόσημο γι’ αυτή την αλλαγή σελίδας. Δεν ήταν μόνο η εκλογή εαμικής Διοικούσας Επιτροπής που τη συμπύκνωνε. Ο συγγραφέας καταγράφει με εύστοχο τρόπο και μερικά άλλα κρίσιμα χαρακτηριστικά της, που συνδέονται με τη δράση του Εργατικού ΕΑΜ και πιστοποιούν ότι η ριζοσπαστική λογική απέκτησε μια ορισμένη υπεροχή. Για παράδειγμα: Η ΕΑΜική διοίκηση του συλλόγου προερχόταν όχι από ανώτερα στελέχη, αλλά από κατώτερες βαθμίδες της υπαλληλικής ιεραρχίας. Το πνεύμα της συνδιαλλαγής με τη διοίκηση αντικαταστάθηκε από το πνεύμα της ταξικής αντιπαλότητας. Η λογική της ανάθεσης έχασε έδαφος έναντι της συλλογικής διεκδίκησης. Οι πρακτικές που περιόριζαν τον αγώνα στον χώρο της ΕΤΕ και μόνο έδωσαν τη θέση τους στις αντιλήψεις που προέκριναν τον παντραπεζικό αγώνα αλλά και τη συνεργασία με τους υπόλοιπους εργαζομένους. Τέλος, η επίλυση του οξύτατου επισιτιστικού προβλήματος συνδεόταν με την πάλη ενάντια στις κατοχικές αρχές και κυβερνήσεις.
Η Απελευθέρωση, τα Δεκεμβριανά και η περίοδος που ακολούθησε άλλαξαν και πάλι την κατάσταση στον ΣΥΕΤΕ. Ο Καλούσης καταδεικνύει ότι η επάνοδος στη «μεταξική κανονικότητα» κινείται παράλληλα με τη γενικότερη πορεία του εαμικού κινήματος και τις μετά τον Δεκέμβρη του 1944 εξελίξεις. Επιπλέον, καταδεικνύει επίσης τις αντιφάσεις του ΕΑΜ, αντιφάσεις που έγιναν ορατές και στο ελάχιστο χρονικό διάστημα που οι διεκδικήσεις του ΣΥΕΤΕ «ψαλιδίζονταν» από τα όρια που έθετε το πολιτικό πλαίσιο της κυβέρνησης «Εθνικής Ενότητας» υπό τον Γεώργιο Παπανδρέου.