Αντώνης Δραγανίγος
Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ βγαίνει από την 4η Συνδιάσκεψη πιο ενισχυμένη, έχοντας βαθύνει την τοποθέτησή της απέναντι στην αστική κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, και βάζοντας ρότα για μια αντικαπιταλιστική, αντιΕΕ, ανατρεπτική πολιτική διέξοδο, στηριγμένη στην αντεπίθεση του εργατικού, λαϊκού και νεολαιίστικου κινήματος, σε ρήξη με τη ρεφορμιστική ηγεμονία και τα «πατριωτικά αντιμνημονιακά μέτωπα».
Στόχος της ΑΝΤΑΡΣΥΑ είναι «η λαϊκή δυσαρέσκεια να προσανατολιστεί αριστερά, ανατρεπτικά στον αγώνα για τον κλονισμό και την ανατροπή της πολιτικής κεφαλαίου-ΕΕ-ΔΝΤ. Να αλλάξει ο πολιτικός συσχετισμός δυνάμεων σε όφελος του αντικαπιταλιστικού προγράμματος και μετώπου. Να μην κερδίσουν από την λαϊκή δυσαρέσκεια και απόγνωση οι δυνάμεις του συστήματος, δεξιές και ακροδεξιές». Για να ανοίξει ο δρόμος για να επιβάλουν οι εργαζόμενοι τη δική τους αντικαπιταλιστική διέξοδο.
Με αυτό τον φιλόδοξο στόχο προσπαθεί να αναμετρηθεί η ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Με συνείδηση και ευθύνη ότι η ΑΝΤΑΡΣΥΑ δεν ετεροκαθορίζεται, δεν κινείται από την ανάγκη διαχωρισμού και περιχαράκωσης από κάποιον «κίνδυνο» που δήθεν την απειλεί. Αντίθετα, είναι αυτή που πατώντας γερά στα πόδια της, οργανώνοντας στη μάχη τους χιλιάδες αγωνιστές της παλιούς και νέους σε όλη την Ελλάδα, με οδηγό τις αποφάσεις της Συνδιάσκεψης έχει την ευθύνη να ανοίξει τα ζητήματα της «επόμενης μέρας», να μπει μπροστά στην αναμέτρηση με τον αντίπαλο, να απαντήσει στις αγωνίες χιλιάδων αγωνιστών, να διαμορφώσει όρους και διαδικασίες για μια πολύ ανώτερη συσπείρωση δυνάμεων.
Η 4η Συνδιάσκεψη με τις σαφείς αποφάσεις για τα κρίσιμα πολιτικά ζητήματα «φώτισε το τοπίο» και άνοιξε τον δρόμο για μια πλατιά παρέμβαση χωρίς ταλαντεύσεις, που συνήθως αποτελούν λόγους εσωστρέφειας και περιχαράκωσης και όχι ανοίγματος στον κόσμο.
Αποτελεί βήμα της Συνδιάσκεψης το βαθύτερο ξεκαθάρισμα των λογαριασμών της αντικαπιταλιστικής αριστεράς με την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ και τον ΣΥΡΙΖΑ συνολικά. Ο χαρακτηρισμός της κυβέρνησης σαν «αστική» δεν είναι απλά λεκτικός. Αντανακλά μια βαθύτερη συνειδητοποίηση ότι ο χαρακτήρας της κυβέρνησης εξαρτάται από την σχέση της με το κράτος, του υπερεθνικούς μηχανισμούς και τις δυνάμεις του κεφαλαίου και όχι από τις διακηρύξεις του κόμματος που κυβερνά. Απορρίπτει πιο στέρεα τα διλήμματα «ΣΥΡΙΖΑ ή ΝΔ», Τσίπρας ή Μητσοτάκης που θα επανέλθουν. Συμβάλλει στην «αποσυριζοποίηση» της αριστεράς, με την έννοια του βαθύτερου πολιτικού και ιδεολογικού αγώνα για την αντιστροφή της ρεφορμιστικής ηγεμονίας στο κίνημα και την αριστερά, («ούτε ρήξη, ούτε υποταγή», «αριστερή κυβέρνηση», διαχείριση του κράτους, «διαπραγμάτευση με την ΕΕ κλπ»), για την διαμόρφωση μιας νέας ηγεμονίας των ανατρεπτικών αντικαπιταλιστικών αντιλήψεων και όχι με την απλουστευτική έννοια που περιορίζει την διαπάλη απλά και μόνο στην ηχηρή «καταγγελία του ΣΥΡΙΖΑ».
Η επαναβεβαίωση αλλά και η ανάπτυξη του αντικαπιταλιστικού συνολικού σχεδίου και προγράμματος αποτελεί κατάκτηση για την ΑΝΤΑΡΣΥΑ, δεν ήταν μια εύκολη και τυπική διαδικασία.
Η πλούσια και υπεύθυνη συζήτηση για την αντιμετώπιση της απειλής του πολέμου συνέβαλε στο να καταληχθεί πιο σταθερά ο χαρακτήρας του σαν «αντιδραστικός από όλες τις πλευρές», να χαραχτεί το μέτωπο του αγώνα «ενάντια στον πόλεμο και τον ιμπεριαλισμό, τους ανταγωνισμούς των αστικών τάξεων και των πολυεθνικών εταιρειών». Να προσανατολιστεί η ΑΝΤΑΡΣΥΑ σε μια πλατιά δράση μέσα στο εργατικό, λαϊκό και νεολαιίστικο κίνημα για την υπεράσπιση της ειρήνης, για «πόλεμο στον πόλεμο».
Η πάλη ενάντια στην πολεμική απειλή και προετοιμασία αποτελεί αναπόσπαστη πλευρά του συνολικού αγώνα για τη ριζική βελτίωση των κοινωνικών, εργασιακών, δημοκρατικών δικαιωμάτων της εργατικής τάξης και του λαού που επιδιώκεται να μπουν στο «πάγο» για δεκαετίες. Ενάντια στην καπιταλιστική επίθεση και το καθεστώς της διαρκούς επιτροπείας που επιδιώκει να παγιώσει η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ.
Η Συνδιάσκεψη με τις αποφάσεις της κατέληξε ότι ο αγώνας αυτός δεν μπορεί να οργανωθεί από την αστικοποιημένη συνδικαλιστική γραφειοκρατία. Η εκτίμηση ότι η αλλαγή της κατάστασης στο εργατικό κίνημα δεν αποτελεί «κυρίως θέμα συσχετισμών καθώς αναπαράγονται μέσα από την βαθιά αντιδημοκρατική οργανωτική του δομή με τον αποκλεισμό των ελαστικά εργαζόμενων, την πολυδιάσπαση και τον κατακερματισμό τους κλπ), την χρήση μηχανισμών εξαγοράς και την συνδικαλιστική τους πρακτική» δεν γίνεται προφανώς για να οδηγήσει σε μια λογική «έξω από τα συνδικάτα», αλλά για να υπογραμμίσει την αποφασιστική προτεραιότητα που έχει στην τακτική μας «η οργάνωση των αγώνων από τα ‘’κάτω’’, η δημιουργία συντονιστικών και πρωτοβουλιών πρωτοβάθμιων σωματείων σε χώρους και κλάδους, η συγκρότηση ενός σταθερού Συντονισμού όλων των παραπάνω δυνάμεων και κινήσεων από όλα τα ταξικά ρεύματα κόντρα σε κεφάλαιο, κυβερνήσεις, ΕΕ».
Πολιτική συμπύκνωση των παραπάνω είναι η πολιτική πρόταση του «αντικαπιταλιστικού μετώπου-πόλου» η οποία αποτελεί σταθερή επιδίωξη για την περίοδο, και οικοδομείται στην βάση του αντικαπιταλιστικού προγράμματος.
Η αναγκαιότητα, οι στόχοι, η προοπτική και η πρακτική του αντικαπιταλιστικού προγράμματος και μετώπου καθορίζονται από την όξυνση των άλυτων και ανειρήνευτων αντιθέσεων του σημερινού καπιταλισμού. Γι’ αυτό στρέφονται ενάντια στους βασικούς νόμους του συστήματος, της εκμετάλλευσης, του κέρδους, της ανταγωνιστικότητα και διαμορφώνουν τους όρους για επαναστατικές απαντήσεις, απορρίπτοντας ενδιάμεσες προτάσεις «μετώπων ανατροπής» και «αριστερών μετώπων», που αφήνουν ανοιχτά τα ενδεχόμενα για πολιτική προγραμματική συνεργασία ανάμεσα στο αντικαπιταλιστικό και στο «αντιμνημονιακό πατριωτικό» πρόγραμμα και μέτωπο.
Η Συνδιάσκεψη δεν έμεινε όμως μόνο στην διατύπωση του στόχου αυτού, αλλά επεξεργάστηκε και τους δρόμους για την υλοποίησή του, δηλαδή τους δρόμους επικοινωνίας, επαφής και επίδρασης στους χιλιάδες αγωνιστές που αναζητούν προς τα αριστερά, που απογοητεύονται από τον ΣΥΡΙΖΑ και αποδεσμεύονται από τις ρεφορμιστικές προτάσεις, στις δυνάμεις αντικαπιταλιστικού, αντιιμπεριαλιστικού, αντιΕΕ προσανατολισμού που υπάρχουν σήμερα στην αριστερά και τείνουν να υπερβούν το όριο της διαχειριστικής λογικής.
Η σαφής εκτίμηση του Σώματος ότι «με βάση τα διακηρυγμένα προγράμματα, θέσεις και πρακτικές δεν υπάρχουν οι προϋποθέσεις για μία εφ’ όλης της ύλης πολιτική ή/και εκλογική συνεργασία με ΛΑΕ και ΚΚΕ» δεν γίνεται για τον διαχωρισμό με τον κόσμο των δυνάμεων αυτών, καθώς «με τις δυνάμεις αυτές καθώς και με τις άλλες μαχόμενες αριστερές δυνάμεις, επιδιώκουμε με επιμονή την κοινή δράση μέσα στο μαζικό κίνημα, τον πολιτικό συντονισμό σε κρίσιμα μέτωπα της ταξικής πάλης και τον διάλογο», αλλά για να υπογραμμισθεί ότι προγραμματικά είναι ασύμβατα το αντικαπιταλιστικό με το «αντιμνημονιακό» πρόγραμμα και έτσι να επιταχυνθούν οι διεργασίες για την συσπείρωση των δυνάμεων εκείνων που θέλουν να παλέψουν για το πρώτο, χωρίς παλινωδίες, τακτικισμούς, ατέλειωτες «διαπραγματεύσεις» και ταλαντεύσεις.
Πάνω σε αυτή την βάση η ΑΝΤΑΡΣΥΑ θα αναλάβει πρωτοβουλίες «επικαιροποιώντας το περιεχόμενο της πρότασης πολιτικής συνεργασίας με βάση τις νέες εξελίξεις, ειδικά στα ζητήματα του αντιπολεμικού αγώνα, με στόχο ένα νέο συγκεκριμένο βήμα συσπείρωσης δυνάμεων», με έμφαση στην «από κάτω» συσπείρωση αγωνιστών και τάσεων, αλλά και με ανοιχτή πρόσκληση σε οργανωμένες δυνάμεις και ρεύματα, με ανοιχτές πολιτικές πρωτοβουλίες και προτάσεις» και αναλαμβάνοντας πρωτοβουλίες σε όλα τα βασικά μέτωπα του πολιτικού αγώνα για το επόμενο διάστημα.
Πρωτοβουλίες συσπείρωσης δυνάμεων στον αγώνα
Στην αντιπολεμική πάλη, στο εργατικό κίνημα, στις αντικαπιταλιστικές κινήσεις
Το αμέσως επόμενο διάστημα για την ΑΝΤΑΡΣΥΑ θα είναι περίοδος πλατιάς εξόρμησης με τις αποφάσεις της Συνδιάσκεψης και άνοιγμα της συζήτησης σε όλο τον κόσμο που αναζητά σε κατεύθυνση αντικαπιταλιστική, αντιιμπεριαλιστική, αντιδιαχειριστική. Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ θα επικαιροποιήσει την πολιτική της πρόταση «με βάση τις νέες εξελίξεις, ειδικά στα ζητήματα του αντιπολεμικού αγώνα». Χρειαζόμαστε ένα γύρο συνελεύσεων πιο πλατιού αριστερού δυναμικού και δομημένων πρωτοβουλιών όλου αυτού του κόσμου, για να γίνει πράξη ένα «νέο βήμα συσπείρωσης δυνάμεων».
Παράλληλα πολύ μεγάλη σημασία αποκτούν τα κεντρικά μέτωπα του πολιτικού αγώνα στα οποία υπάρχουν αναβαθμισμένες δυνατότητες συσπείρωσης δυνάμεων. Στις αποφάσεις της Συνδιάσκεψης ξεχωρίζουν α) η ανάγκη ανάληψης πλατιάς πολιτικής πρωτοβουλίας για τη κοινή αντιπολεμική, αντιιμπεριαλιστική, διεθνιστική παρέμβαση των δυνάμεων που παλεύουν για την αποτροπή του πολέμου, για την παύση κάθε εμπλοκής της χώρας, για την ήττα της πολεμικής εκστρατείας της αστικής τάξης και του ιμπεριαλισμού, τόσο στο πολιτικό επίπεδο όσο και στο μαζικό κίνημα. β) οι πρωτοβουλίες στο εργατικό κίνημα, στην κατεύθυνση ενός μεγάλου, σταθερού, μόνιμου συντονισμού δυνάμεων, στην πάλη ενάντια στη μονιμοποίηση της ευρωμνημονιακής καπιταλιστικής βαρβαρότητας. γ) η συμβολή στη μαζικοποίηση των αριστερών αντικαπιταλιστικών κινήσεων πόλης και περιφέρειας, τη μαχητική παρουσία και δράση τους επιδιώκοντας τη μεγαλύτερη δυνατή συσπείρωση αγωνιστών του κινήματος και δυνάμεων που αποδεσμεύονται από διαχειριστικές και ρεφορμιστικές λογικές. δ) Πρωτοβουλίες στα μέτωπα του αντιρατσιστικού και αντιφασιστικού αγώνα, που πρέπει να αναβαθμιστούν μπροστά στα νέα επεισόδια της αντιπαράθεσης με τις δυνάμεις της ακροδεξιάς.
Αυτό είναι το μήνυμα της Συνδιάσκεψης. ΑΝΤΑΡΣΥΑ μάχιμη παντού, μπροστά, μέσα στον κόσμο, για την ανατροπή, για άλλη Αριστερά!