Αιτήματα μάχης από το ταξικό εργατικό κίνημα για να πάρουμε στα χέρια μας τον πλούτο που παράγουμε
Δημήτρης Σταμούλης
Η αύξηση του κατώτατου μισθού ήταν μια από τις βασικές υποσχέσεις της πρώτης κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ πριν από τρία χρόνια οι οποίες βέβαια αποδείχτηκαν φρούδες. Προ ημερών, η υπουργός Εργασίας υποσχέθηκε –για άλλη μια φορά– αύξησή του «μετά την έξοδο από το δημοσιονομικό πρόγραμμα», και προφανώς με την… άδεια των δανειστών, προαναγγέλλοντας παράλληλα ότι επανέρχεται ο θεσμός των συλλογικών διαπραγματεύσεων.
Θέση στο κρίσιμο μέτωπο των ΣΣΕ έσπευσε να πάρει και ο ΣΕΒ με δημόσια παρέμβαση με τη μορφή άρθρου στο ΑΠΕ, δίνοντας για μια ακόμα φορά το βαθιά ταξικό στίγμα του πώς το ελληνικό κεφάλαιο θέλει να ξεμπερδεύει οριστικά με τις κλαδικές συλλογικές συμβάσεις. Με απύθμενο θράσος, οι βιομήχανοι ισχυρίζονται ότι το «συνολικό κόστος εργασίας» στις ελληνικές επιχειρήσεις επηρεαζόταν «άμεσα και οριζόντια» από την δυνατότητα επέκτασης ισχύος των ΣΣΕ, αλλά και από τις αποφάσεις υποχρεωτικής διαιτησίας που τους επιβάλλονταν (sic), ανεξαρτήτως αν αυτές ήταν μέλη ή όχι των εργοδοτικών φορέων.
Θέτει ευθέως ως όρους για την όποια μελλοντική αλλαγή του καθεστώτος την «αντιπροσωπευτικότητα των συμβαλλομένων μερών -εργοδοτών και εργαζομένων» (και εδώ, όπως και στην προκήρυξη των απεργιών θυμήθηκαν την… πλειοψηφία!), τις «επιπτώσεις στη διεθνή ανταγωνιστικότητα των ελληνικών επιχειρήσεων» και ουσιαστικά την ανεπιστρεπτί κατάργηση της υποχρεωτικής διαιτησίας, αναρωτώμενοι πονηρά «ποιος ο λόγος τα συμβαλλόμενα μέρη να επενδύσουν σε ουσιαστική διαπραγμάτευση»! Ο ΣΕΒ και τα παπαγαλάκια του κατηγορούν τους εργάτες και τις συλλογικές συμβάσεις, που έτσι κι αλλιώς εξασφάλιζαν πενιχρές αυξήσεις στους μισθούς, ότι ευθύνονται την περίοδο 2000-2009, για τη… «διάβρωση της παραγωγής και της «ανταγωνιστικότητας της χώρας, συμβάλλοντας στην πολυετή κρίση που ακολούθησε»!! Ο αγνός και αμόλυντος κόσμος του κεφαλαίου, που απομυζεί όλο τον κοινωνικό πλούτο που παράγει ο κόσμος της εργασίας, προφανώς δεν έχει την παραμικρή ευθύνη για τα χιλιάδες λουκέτα, το πάνω από 1 εκατ. ανέργων, τους χιλιάδες απολυμένους, την κατακρήμνιση των μισθών, την διάλυση κάθε εργασιακού δικαιώματος στους χώρους δουλειάς.
Ο ΣΕΒ μιλά για «ελληνική ιδιαιτερότητα» αναφερόμενος στην επεκτασιμότητα των ΣΣΕ ή την υποχρεωτική διαιτησία. Ξεχνάει όμως άλλες «ιδιαιτερότητες» που αφορούν την κατάσταση των εργατών που εκμεταλλεύονται τα μέλη του. Για παράδειγμα, οι εργαζόμενοι σε 9 χώρες της ΕΕ κέρδισαν λιγότερα το 2017 από το 2010. Ανάμεσά τους φιγουράρει η Ελλάδα, όπου ακόμα και πέρσι οι εργαζόμενοι κέρδισαν λιγότερο από το 2016 (Έκθεση ETUI). Συγκεκριμένα, οι πραγματικοί μισθοί στην Ελλάδα την περίοδο 2010-2017 μειώθηκαν κατά 19,1% και την διετία 2016-2017 κατά 0,4%!
Η Ελλάδα είναι η μόνη χώρα της ΕΕ, όπου από το 2010 μέχρι σήμερα παρατηρείται δραστική μείωση του κατώτατου μισθού τόσο σε ονομαστικούς όρους (σε ευρώ) όσο και σε μονάδες αγοραστικής δύναμης. Σύμφωνα με την πρόσφατη Ετήσια Έκθεση 2018 της ΓΣΕΕ, o κατώτατος μισθός σε μονάδες αγοραστικής δύναμης στη χώρα μας κατρακυλά στην κατάταξη των χωρών που έχουν θεσμοθετημένο κατώτατο μισθό σε εθνικό επίπεδο από την έβδομη θέση (2010) στη δωδέκατη (2018). Είναι χαμηλότερος από τον αντίστοιχο μισθό της Ισπανίας, της Μάλτας, της Σλοβενίας, αλλά πλέον και της Πολωνίας, και πλησιάζει της Πορτογαλίας, αλλά πλέον και τον αντίστοιχο της Ρουμανίας, της Ουγγαρίας και της Σλοβακίας.
Απτή απόδειξη του πόσο οργανικά συνδεδεμένα με τις επιδιώξεις και τα ιδιοτελή ταξικά συμφέροντα του εγχώριου κεφαλαίου είναι τα μνημόνια των ΕΕ-ΕΚΤ-ΔΝΤ που εφαρμόστηκαν στην Ελλάδα , είναι και η ομολογία του ΣΕΒ ότι στην περίοδο της κρίσης που «πάγωσαν» με ειδική νομοθετική ρύθμιση τόσο η επεκτασιμότητα των συλλογικών συμβάσεων όσο και η αρχή της «ευνοϊκότερης ρύθμισης» και υπερίσχυσαν οι επιχειρησιακές συμβάσεις εργασίας, «η έκτακτη αυτή ρύθμιση λειτούργησε και λειτουργεί ευεργετικά για τις επιχειρήσεις»! Μάλιστα θέτει ως προϋποθέσεις για το μέλλον των ΣΣΕ στη χώρα μας, την εφαρμογή ως δεσμευτικής προϋπόθεσης της αντιπροσωπευτικότητας τουλάχιστον κατά 50% στον εκάστοτε κλάδο, την κατάργηση της δυνατότητας επέκτασης των συλλογικών ρυθμίσεων της υποχρεωτικής διαιτησίας, και την υπερίσχυση των επιχειρησιακών ΣΣΕ στις χιλιάδες επιχειρήσεις που βαρύνονται με «κόκκινα» δάνεια.
Απέναντι σε αυτές τις αξιώσεις του κεφαλαίου, ο αστικοποιημένος συνδικαλισμός της ΓΣΕΕ και μεγάλων ομοσπονδιών κάνουν αυτό που χρόνια ξέρουν: Στρώνουν το χαλί της εργοδοσίας, και υπογράφουν η μεν ΓΣΕΕ άλλη μια «διακοσμητική» εθνική σύμβαση μνημονιακής συναίνεσης και υποταγής, οι δε ομοσπονδίες [ΠΟΕΕ-ΥΤΕ (ξενοδοχεία), ΟΜΕ-ΟΤΕ, ΟΜΥΛΕ κ.α.] συμβάσεις με αυξήσεις ψίχουλα 1-2%, όταν η εργοδοσία απολαμβάνει μυθικά κέρδη αυξημένα κατά 50-60%.
Το μαχόμενο ταξικό εργατικό κίνημα βάζει μια διαφορετική λογική για το πώς και τι πρέπει να διεκδικήσουν οι εργαζόμενοι: με κριτήριο τις ανάγκες μας και τον παραγόμενο πλούτο, δηλαδή τα κέρδη των καπιταλιστών και όχι το αντίστροφο. Δεν βολευόμαστε με τα ψίχουλα των «ευαίσθητων» υπουργών που δήθεν κάνουν κοινωνική πολιτική ή τα ξεροκόμματα των εργοδοτών. Αλλά παλεύουμε για συλλογικές συμβάσεις που θα θέσουν στο επίκεντρό τους αιτήματα όπως: Μόνιμη και σταθερή δουλειά για όλους, με ίσα δικαιώματα στους χώρους δουλειάς, κόντρα στον κατακερματισμό που επιβάλει το κεφάλαιο. Μείωση του χρόνου (και των ετών) εργασίας τώρα, 35ωρο-5ήμερο παντού, σταθερό και όχι ελαστικό-σπαστό ωράριο. Αυξήσεις μισθών και αποδοχών, με 900 ευρώ κατώτερο βασικό μισθό. Κατάργηση του υποκατώτατου μισθού και της τζάμπα δουλειάς στη νεολαία. Κατάργηση των ανισοτήτων και διακρίσεων με βάση το φύλο, τη μόρφωση, προστασία της μητρότητας, άδειες ανατροφής. Επιστροφή της επεκτασιμότητας των ΣΣΕ, για να καλύπτονται όλοι οι εργαζόμενοι, κι εκεί όπου η εργοδοτική τρομοκρατία δεν επιτρέπει ύπαρξη σωματείων. Κατάργηση των λεγόμενων «ειδικών ζωνών» εκμετάλλευσης, εργασίας την Κυριακή, σε τουριστικές περιοχές ή περιόδους. Συνολικά απαιτούνται στόχοι που να ενοποιούν τους εργαζόμενους και το κίνημά τους, και να συνδέονται με τους κεντρικούς πολιτικούς στόχους ανατροπής του πλαισίου της ευρωμνημονιακής καπιταλιστικής βαρβαρότητας.