Διάλογος για την 4η συνδιάσκεψη της ΑΝΤΑΡΣΥΑ
Γιώργος Μαυρομμάτης
μέλος ΚΣΟ ΑΡΙΣ
Ενισχύεται η πολεμική απειλή, με ΝΑΤΟϊκές επεμβάσεις και όξυνση ανταγωνισμών
Εννέα χρόνια μετά τη συγκρότησή της, η ΑΝΤΑΡΣΥΑ βαδίζει προς την 4η Συνδιάσκεψη αντιμέτωπη με σημαντικές προκλήσεις και ερωτήματα. Προκλήσεις και ερωτήματα που μπορεί να διαφέρουν ως προς την υφή τους από αυτά που ήταν κυρίαρχα στις προηγούμενες Συνδιασκέψεις, δεν χάνουν ωστόσο τη σημασία και την κρισιμότητά τους.
Τα δύο χρόνια που μεσολάβησαν από την 3η Συνδιάσκεψη βρίσκουν την ΑΝΤΑΡΣΥΑ μπροστά σε προβληματικές και δυνατότητες. Θα πρέπει να καταπολεμήσει τις πρώτες και να αξιοποιήσει τις δεύτερες, θέτοντας σε κάθε περίπτωση τον πήχη στο ύψος που τον θέτει η ίδια η πραγματικότητα. Με ψυχραιμία και υπευθυνότητα όλες οι δυνάμεις που δραστηριοποιούνται στα πλαίσιά της θα πρέπει να συμβάλλουν σ’ αυτό το καθήκον.
Από τη μία μεριά, τα θετικά βήματα που έχουν γίνει τόσο κατά τη διαμόρφωση των Θέσεων (πρώτη φορά το κείμενό τους συγκέντρωσε πλειοψηφία μεγαλύτερη των 2/3) όσο και με την υιοθέτηση της απλής αναλογικής για την ανάδειξη των οργάνων της από τη Συνδιάσκεψη, θα πρέπει να διαφυλαχθούν και να χρησιμεύσουν ως βάση για τη συνέχεια. Το μεν πρώτο όσον αφορά τη ενδυνάμωση μιας κουλτούρας στο μέτωπο που να αναβαθμίζει τη σημασία του πολιτικού διαλόγου με στόχο την σύνθεση σε ανώτερο επίπεδο μέσα από την αντιπαράθεση των διαφορετικών απόψεων με συντροφικό τρόπο. Το δε δεύτερο, ως ένα θαρραλέο βήμα πλαισίωσης του προηγούμενου και έμπρακτου δείγματος γραφής της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, σε όσες δυνάμεις θα σκέφτονταν να ενταχθούν στο μέτωπο σε μια επόμενη φάση, ισότιμης και ειλικρινούς πολιτικής συνύπαρξης στα πλαίσιά του, μακριά από τα πλείστα όσα παραδείγματα οργανωτικών αντιπαραθέσεων και μικροηγεμονισμού έχει επιδείξει η ιστορία των σχηματισμών της αριστεράς τουλάχιστον μεταπολιτευτικά.
Με τα παραπάνω σαν παρακαταθήκη ενδυνάμωσης της ενιαιότητας της ΑΝΤΑΡΣΥΑ στην πορεία προς την 4η Συνδιάσκεψη, δημιουργούνται οι δυνατότητες να αναμετρηθούμε με πιο αποτελεσματικό τρόπο τόσο με ζητήματα που θέσαμε και δεν καταφέραμε να λύσουμε και στην 3η Συνδιάσκεψη, όσο και με νέα που η συγκυρία θέτει με αναβαθμισμένο τρόπο μπροστά μας. Πιο σημαντικό από αυτά κρίνεται ο κίνδυνος του πολέμου, τόσο στην ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου όσο και στο Αιγαίο. Οι εξελίξεις στην πρώτη φαίνεται να οδηγούν σε αναβάθμιση της εμπλοκής του ΝΑΤΟϊκού ιμπεριαλισμού στο αιματοκύλισμα του λαού της Συρίας με απρόβλεπτες δυνητικά προεκτάσεις, ενώ σε ότι αφορά την κατάσταση στο Αιγαίο η ένταση του ανταγωνισμού των αστικών τάξεων Ελλάδας και Τουρκίας γεννάει νέους κινδύνους για τους δυο λαούς.
Εκτός όμως από το ζήτημα του πολέμου, που ανακύπτει αναβαθμισμένο στην συγκυρία, μια σειρά κρίσιμων ζητημάτων πρέπει να αποφασιστούν για να χαραχθεί η πορεία του επόμενου διαστήματος. Η αυτοτέλεια της αντικαπιταλιστικής αριστεράς, η τακτική μας στο εργατικό κίνημα καθώς και η μετωπική μας τακτική σε πολιτικό και κοινωνικό επίπεδο θα είναι πεδία γόνιμης αντιπαράθεσης με στόχο την αναβάθμιση της πολιτικής μας λειτουργίας για το επόμενο διάστημα.
Με μια τέτοια λογική, η Συνδιάσκεψη θα μπορούσε να λειτουργήσει ως το εφαλτήριο εκείνο που θα μας δώσει την δυνατότητα να αναμετρηθούμε και με τις προβληματικές που αντιμετωπίζουμε με αναβαθμισμένο τρόπο. Η υπολειτουργία των ΤΕ και ΚΕ είναι η σημαντικότερη από αυτές, και θα πρέπει να ιεραρχηθεί από όλους μας ως τέτοια. Η ανασυγκρότηση της ΑΝΤΑΡΣΥΑ ξεκινάει από αυτές και η οργάνωση της δουλειάς μας δεν μπορεί παρά να γίνει με κύτταρο αυτές. Μπορεί να μην σταματάει εκεί, αλλά αυτό είναι σίγουρα το πρώτο βήμα.
Η 4η Συνδιάσκεψη σίγουρα θα έχει κομβική σημασία για το μέλλον της ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Η πολιτική ενδυνάμωση και ενιαιοποίηση της ΑΝΤΑΡΣΥΑ θα πρέπει να διαμορφώσει μια δυναμική τέτοια ώστε το επόμενο διάστημα της Συνδιάσκεψης η Επαναστατική Αριστερά στη χώρα μας να καταφέρει να ανταπεξέλθει με επάρκεια σε προκλήσεις τόσο διαφορετικές όσο είναι ο πόλεμος, η ανασύνταξη του εργατικού και κομμουνιστικού κινήματος, και οι διαφόρων ειδών εκλογικές αναμετρήσεις.