Τσίπρας, Καμμένος, Μητσοτάκης ετοιμάζουν νέα «αγορά του αιώνα»
ΓΙΩΡΓΟΣ ΠΑΥΛΟΠΟΥΛΟΣ
«Αυτά συμβαίνουν πολύ συχνά στον Έβρο και λύνονται γρήγορα και απλά, χωρίς δημοσιότητα», λένε μετά το επεισόδιο που οδήγησε στη σύλληψη των δύο Ελλήνων στρατιωτικών όσοι ξέρουν την κατάσταση στα ελληνοτουρκικά σύνορα. Ειδικά σε εκείνη την περιοχή, μάλιστα, στρατιωτικοί, αστυνομικοί και πράκτορες από τις δύο πλευρές έχουν αναπτύξει τους τελευταίους μήνες έναν ιδιαίτερο κώδικα επικοινωνίας και συνεργασίας στο πλαίσιο του ανελέητου κυνηγιού προσφύγων και καταζητούμενων από την Άγκυρα, που σχεδόν καθημερινά επαναπροωθούνται βίαια.
Ανάλογα περιστατικά, με «κρυφτούλι» γύρω από νησιά και βραχονησίδες, είναι συνηθισμένα και στο Αιγαίο, προσθέτουν πάλι αυτοί που ξέρουν, χωρίς να φτάνουν στο σημείο της προσπάθειας εμβολισμού πολεμικού σκάφους της μίας πλευράς από την άλλη, όπως συνέβη πρόσφατα στα Ίμια. Καθημερινές είναι και οι «αερομαχίες» ανάμεσα σε οπλισμένα αεροσκάφη, χωρίς κανείς πιλότος, Έλληνας ή Τούρκος, να πατά το κουμπί — απλώς, καταγράφουν τις εικονικές «νίκες» και «ήττες», γνωρίζοντας παράλληλα εάν θα είχαν ζήσει ή θα είχαν πεθάνει σε περίπτωση πραγματικής σύγκρουσης.
Προφανώς, όμως, κάτι έχει αλλάξει. Η αντιπαράθεση ανάμεσα στις δύο χώρες έχει οξυνθεί σε τέτοιο βαθμό ώστε τα «συνήθη» επεισόδια να προκαλούν επικίνδυνες εμπλοκές, που κάνουν το τόξο από τον Έβρο μέχρι την Κύπρο να μοιάζει με δυνάμει πολεμικό μέτωπο. Οι απειλές δε που συνοδεύουν αυτά τα επεισόδια, διατυπωμένες εκατέρωθεν σε ανώτατο πολιτικό επίπεδο, υψώνουν ακόμη περισσότερο τον πήχη, καθιστώντας πιο δύσκολη τη συνεννόηση, την υποχώρηση και την αποτροπή ενός «θερμού επεισοδίου». Η αλήθεια, μάλιστα, είναι ότι το τελευταίο διάστημα η εκδήλωση ενός τέτοιου επεισοδίου μοιάζει να αποκτά τον χαρακτήρα βεβαιότητας στα διάφορα στρατιωτικά και διπλωματικά επιτελεία, εγχώρια και ξένα — όπως δείχνει η ενημέρωση που έστειλε η πρεσβεία της Γαλλίας προς τους υπηκόους της στην Ελλάδα, για το πώς πρέπει να κινηθούν σε περίπτωση έκτακτης κρίσης.
Σε αυτή την εξέλιξη, η οποία σημειώνεται στο φόντο της κλιμάκωσης των ιμπεριαλιστικών ανταγωνισμών και των πολεμικών συγκρούσεων στην ευρύτερη περιοχή, ευθύνη έχουν και η Αθήνα και η Άγκυρα. Αν και η δεύτερη μοιάζει (και είναι) πιο επιθετική σε στρατιωτικό επίπεδο, η πρώτη επιχειρεί να ενισχύσει τη θέση της ποντάροντας (ματαίως, μέχρι στιγμής…) σε μια πιο στενή σύνδεση με τα συμφέροντα ΗΠΑ και ΕΕ, ελπίζοντας ότι έτσι θα βρεθεί και πάλι σε θέση ισχύος.
Παράλληλα, στο εσωτερικό των δύο χωρών, η εθνικιστική υστερία εντείνεται. Στην Ελλάδα, μάλιστα, βρίσκει έκφραση στις αλλεπάλληλες «εθνικά υπερήφανες» δηλώσεις κομμάτων, προέδρου της δημοκρατίας και στρατηγών, αλλά και στις τάξεις της κυβέρνησης. Εκεί όπου ο Τσίπρας παίζει τον ρόλο του «καλού», ο οποίος επιδιώκει διάλογο και συνεννόηση, ενώ ο Καμμένος εκείνον του κακού — τόσο στην υπόθεση του Μακεδονικού όσο και των ελληνοτουρκικών, όπως δείχνουν οι δηλώσεις του περί «ομηρείας» των δύο φυλακισμένων στρατιωτικών.
Βεβαίως, αμφότεροι (όπως και ο Μητσοτάκης και η Φώφη και η Χρυσή Αυγή) υπηρετούν κοινά συμφέροντα — έστω και με διαφορετικό τρόπο, έστω κι αν προσπαθούν να αποκομίσουν και ίδια πολιτικά οφέλη. Κι αυτά τα συμφέροντα, όπως όλα δείχνουν, εκτός των άλλων μας οδηγούν και σε μια νέα «αγορά του αιώνα», δήθεν για την υπεράσπιση του πατρίου εδάφους από τους επίδοξους εισβολείς, η οποία συνεπάγεται από μόνη της ένα ακόμη μνημόνιο και πολλά νέα βάσανα για τον πονεμένο λαό.