Αιμιλία Καραλή
Κοντά σαράντα χρόνια τώρα, οι κοινωνίες έχουν μετατραπεί
σε πειραματικούς σωλήνες και οι πολίτες τους σε πειραματόζωα.
Το πείραμα αφορά τους τρόπους με τους οποίους μπορεί να εξοντωθεί
κάθε αντίσταση απέναντι σε όποια βούληση της εξουσίας.
Hταν έκπληξη η συμμετοχή χιλιάδων ανθρώπων στο συλλαλητήριο για την «Μακεδονία» και οι κορώνες του Θεοδωράκη ή η πραγματική έκπληξη είναι ότι δεν ήσαν ακόμη περισσότεροι και ότι ο Μίκης δεν ζήτησε να ανακηρυχθεί νέος Αλέξανδρος; Ήταν αφορμή να εκφραστεί ένας θρήνος για μια ακόμη ήττα της Αριστεράς –πότε άραγε υπήρξε νίκη;– ή να θρηνήσουμε για την ήττα στοιχειωδών αξιών του ανθρωπισμού –«αστικού» ή «νέου»– με το περιβόητο συλλαλητήριο να μοιάζει απλώς η κορυφή του παγόβουνου;
Γιατί ο κόσμος που αποτελούσε τον κύριο όγκο του συλλαλητηρίου απέδειξε ότι αντιμετωπίζει την ιστορία ως ψυχοθεραπεία, την άγνοιά του σαν εθνική αρετή. Φαντάζεται ότι είναι πολέμαρχος, ενώ έχει χάσει στις καθημερινές μάχες την αξιοπρέπειά του. Και επειδή δεν μπορεί να αναγνωρίσει την ήττα του, φαντασιώνεται νίκες στις πλάκες της πλατείας Συντάγματος, ακολουθώντας τους μεσίτες του μίσους και του παραλογισμού. Και όλο τούτο το «κακό» δεν ξεφύτρωσε ξαφνικά και από το πουθενά.
Κοντά σαράντα χρόνια τώρα οι κοινωνίες έχουν μετατραπεί σε πειραματικούς σωλήνες και οι πολίτες τους σε πειραματόζωα. Το πείραμα αφορά τους τρόπους με τους οποίους μπορεί να εξοντωθεί κάθε αντίσταση απέναντι σε όποια βούληση της εξουσίας. Και όπως το πειραματόζωο δεν μαθαίνει ιατρική στον πειραματικό σωλήνα, έτσι και η συντριπτική πλειοψηφία των πολιτών εξασκείται απλώς σε τεχνικές επιβίωσης μέσα σε αυτόν. Μοιάζει με τη Μάνα Κουράγιο του Μπρεχτ που, παρόλο που έχασε τα παιδιά της στον πόλεμο, δεν διδάχτηκε από την καταστροφή, αλλά συνεχίζει το εμπόριο στα πεδία του θανάτου. Σήμερα ζούμε την ψευδαίσθηση του πολίτη, ότι μπορεί να κερδίσει από τον «θάνατο» των άλλων. Αλλά ο συμβολικός θάνατος του πολίτη είναι καθημερινός.
Το κυνηγητό της επιβίωσης και η ματαιοδοξία της κατανάλωσης δεσμεύουν τον χρόνο σε μια ζωή αγχωτική. Πού καιρός και διάθεση να σκεφτεί κανείς πάνω σε απαιτητικά βιβλία, να συζητήσει για την ανθρώπινη απελευθέρωση, να αγαπήσει, να δημιουργήσει συλλογικότητες, να στοχαστεί «από πού έρχεται και πού πηγαίνει»! Ας σκεφτούμε ποιες ταινίες σπάνε τα ταμεία, ποια βιβλία γίνονται εκδοτικές επιτυχίες, ποιες μουσικές κυριαρχούν. Εκμηδενίζεται κάθε αναζήτηση και απαξιώνεται ο προβληματισμός που υπερβαίνει τίτλους εφημερίδων και συνθήματα διαφημίσεων.
Από μικρή ηλικία γίνεται συνείδηση ότι κάθε δευτερόλεπτο πρέπει να αποκτήσει ένα συγκεκριμένο αντίκρισμα: τον «καλό» βαθμό, την «καλή» σχολή, την «καλή» δουλειά, την «καλή» θέση. Από ‘κει και πέρα «γαία πυρί μιχθήτω». Κάθε δραστηριότητα που αφορά μια άλλη προοπτική ζωής, αν δεν λογίζεται ανώφελη, λογαριάζεται καταστροφική, αφού δεν προσφέρει κάποιο προσόν στο ατομικό βιογραφικό. Όλο και περισσότεροι ορκίζονται πλέον στο δόγμα της Μάργκαρετ Θάτσερ: «Δεν υπάρχει κοινωνία, παρά μόνο άτομα».
Ταυτόχρονα έχουν υποχωρήσει οι συλλογικοί αγώνες, η παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων γίνεται «φυσιολογικό» φαινόμενο, η διεκδίκησή τους οικτίρεται ως παρωχημένη αντίληψη για τη ζωή και για ορισμένους το «μπάλωμα» στο φουστάνι είναι αρκετό αντί για το «καινούριο φόρεμα».
Ας σκεφτούμε όσες και όσους γεννήθηκαν γύρω στο ’90 και μετά. Ποιες αποτελεσματικές εξεγέρσεις γνώρισαν, από ποιους νικηφόρους κοινωνικούς αγώνες εμπνεύστηκαν; Ορισμένα πρόσκαιρα οφέλη, σποραδικοί σπινθήρες, διαψευσμένες ελπίδες από ζογκλέρ της «αριστεράς» οδήγησαν στην επανάπαυση, στην προσωρινή ευφορία και κυρίως στην παραίτηση από την προσπάθεια για την «κοινωνία των ανθρώπων».
Η ανανοηματοδότηση της ζωής σε μια κατεύθυνση αντίθετη από την κυρίαρχη προϋποθέτει περισσότερο κόπο παρά ποτέ. Τα θεριά είναι μεγάλα και γιγαντώνονται από τον φόβο να αναμετρηθούμε μαζί τους και την ατολμία να προτείνουμε με τα έργα μας την ανατροπή τους. Ας διδαχτούμε από τον σύγχρονο άνθρωπο-Κουράγιο, γιατί μόνο «η πραγματικότητα μπορεί να μας μάθει πώς την πραγματικότητα ν’ αλλάξουμε».