ΣΤΑΥΡΟΣ ΜΑΥΡΟΥΔΕΑΣ
διάλογος για το κομμουνιστικό κόμμα
Η ιστορία δεν συγχωρεί αυτούς που δεν μαθαίνουν από τα λάθη τους
Η τρέχουσα τελματώδης κατάσταση της ταξικής πάλης στην Ελλάδα επιβάλλει στους κομμουνιστές να υποβάλλουν στην αυστηρότερη κριτική τον εαυτό τους. Πως κατόρθωσαν ο ελληνικός καπιταλισμός –παρόλη τη σημαντική υποχώρησή του μέσα στην παγκόσμια ιμπεριαλιστική πυραμίδα και τους οξυμένους εσωτερικούς σκυλοκαβγάδες του– και οι ξένοι πάτρωνές του –παρά και τα δικά τους προβλήματα και ανταγωνισμούς– να ξεδοντιάσουν έτσι το λαϊκό κίνημα και να οδηγούν τη χώρα ολοταχώς προς τα πίσω; Η απόδοση της ευθύνης στον ΣΥΡΙΖΑ –με τις πασίγνωστες ανεπάρκειες του πολιτικού του προσωπικού και τη φαιδρή γείωσή του στο κίνημα– είναι στρουθοκαμηλισμός. Αυτός ο οικτρός χώρος κατόρθωσε να αποκοιμίσει το μαζικό κίνημα, να καπηλευθεί και να εξευτελίζει χυδαία το όνομα της Αριστεράς επειδή κάποιοι άλλοι δεν έκαναν σωστά τη δουλειά τους.
Σήμερα πληρώνονται μακρόχρονες αδυναμίες της ελληνικής κομμουνιστικής Αριστεράς. Εμπρός της είναι ένα βαρύ τριπλό πρόβλημα: Πρώτο, της δημιουργίας ενός σύγχρονου και πραγματικού κομμουνιστικού κόμματος — του αναγκαίου συλλογικού διανοούμενου και οργανωτή της εργατικής τάξης. Δεύτερο, της συγκρότησης ενός μάχιμου πολιτικού μετώπου των δυνάμεων της εργασίας και των μικρο-μεσαίων στρωμάτων — στη βάση ενός αριστερού προγράμματος αποδέσμευσης από την ΕΕ που θα προτείνει λύσεις στα άμεσα λαϊκά προβλήματα και ταυτόχρονα θα παραβιάζει αυτό τον κρίσιμο συστημικό κόμβο ώστε να ανοίξει ο δρόμος της σοσιαλιστικής προοπτικής. Και τρίτο, της ανασυγκρότησης του μαζικού και συνδικαλιστικού κινήματος — από τη σημερινή κατάπτωσή του και την παράδοσή του σε εξωνημένες γραφειοκρατικές ηγεσίες. Και στα τρία αυτά πεδία οι αδυναμίες είναι τρομακτικές. Είναι επίσης προφανές ότι αν είχαν γίνει αποφασιστικά βήματα τις προηγούμενες δεκαετίες στο κομματικό ζήτημα θα είμασταν σε καλύτερη κατάσταση σήμερα στο πολιτικό και στο μαζικό πεδίο.
Τι μπορεί να γίνει σήμερα εμπρός σε αυτή την άσχημη κατάσταση; Με το ξέσπασμα της κρίσης του ελληνικού καπιταλισμού και την έκρηξη των λαϊκών αγώνων δόθηκε μία ιστορική ευκαιρία στις κομμουνιστικές δυνάμεις –που είναι άξιες του προσδιορισμού αυτού– να αλλάξουν την πορεία της χώρας. Αυτό απαιτούσε μία πραγματικά ανατρεπτική αριστερή πολιτική πρόταση και ένα αντίστοιχο λαϊκό μέτωπο — με κόμβο, κατά την ταπεινή μου γνώμη, την αποδέσμευση της χώρας από την ΕΕ. Η ευκαιρία αυτή, σήμερα, έχει παρέλθει. Όμως γελιούνται άσχημα οι συστημικοί κονδυλοφόροι όλων των καθεστωτικών κομμάτων (ΣΥΡΙΖΑ, ΝΔ, ΠΑΣΟΚ και τα παρελκόμενα τους), αν νομίζουν ότι ο ελληνικός καπιταλισμός πέρασε από τις συμπληγάδες του. Όσα success stories και να κατασκευάσουν οι εκάστοτε κυβερνώντες και τα διάφορα επιχειρηματικά κέντρα, όσα φτιασιδώματα και να κάνουν οι ξένοι πάτρωνες (με τους δικούς τους ανταγωνισμούς), τα βαθύτερα αίτια και οι μηχανισμοί της κρίσης δεν έχουν επιλυθεί και, αργά ή γρήγορα, θα ξαναεμφανισθούν.
Είναι καθήκον των κομμουνιστών να μην είναι ξανά ανέτοιμοι. Η ιστορία δεν συγχωρεί αυτούς που δεν μαθαίνουν από τα λάθη τους. Αυτό σημαίνει ότι, χωρίς να παραγνωρίζεται η κεντρικότητα του μετώπου και της πολιτικής πρότασης (που παραμένουν κρίσιμα για να διατηρηθούν οι ρωγμές στο σύστημα και οι σπίθες της λαϊκής δυναμικής), είναι αναγκαίο να γίνουν βήματα στο κομματικό ζήτημα. Τα βήματα αυτά δεν είναι απλά και έχουν να ξεπεράσουν συσσωρευμένα λάθη. Η υπόθεση της κομμουνιστικής πολιτικής συγκρότησης έχει αυστηρές απαιτήσεις για τις οποίες πρέπει να υπάρχει σαφής συνείδηση και συγκεκριμένες προτάσεις — μακριά από φλύαρες και χαοτικές διατριβές. Καταρχήν, απαιτεί μία στοιχειώδη τουλάχιστον γείωση στη σύγχρονη εργατική τάξη, κάτι κάθε άλλο παρά δεδομένο. Επιπλέον, απαιτεί ιδεολογική, προγραμματική και οργανωτική ενότητα.
Η ιδεολογική ενότητα σημαίνει όχι την αποπνικτική σιωπή αγράμματων γραφειοκρατικών ιερατείων αλλά τη συνειδητή συμφωνία επάνω στις θεμελιακές αρχές του Μαρξισμού. Η συμφωνία αυτή, μακριά από μετα-μοντέρνους και μετα-μαρξιστικούς εκλεκτικισμούς αλλά και αποστεωμένες γραφειοκρατικές Βουλγάτες, πρέπει να αποτυπώνει τον επίκαιρο ρόλο του Μαρξισμού ως της μόνης ρεαλιστικής απελευθερωτικής θεωρίας για τον κόσμο της εργασίας και την ανθρωπότητα. Αυτός ο χαρακτήρας του Μαρξισμού κάνει περιττούς τους φλύαρους επιθετικούς προσδιορισμούς –π.χ. Επαναστατικός Μαρξισμός, λες και υπάρχει και αντεπαναστατικός Μαρξισμός– αλλά και αντιμάχεται εκλεκτικιστικές αντιλήψεις περί του Μαρξισμού ως καλαθιού διαφόρων παραλλαγών του. Ταυτόχρονα η ιδεολογική ενότητα σημαίνει την πιο πλατιά και ζωντανή συζήτηση στο εσωτερικό της για την ανάπτυξη του Μαρξισμού.
Η προγραμματική ενότητα σημαίνει τη συμφωνία σε ένα κομματικό –ευρύτερο από το μετωπικό– πρόγραμμα. Στόχος του είναι ο σχεδιασμός της δράσης των κομμουνιστών για τη μετάβαση στο σοσιαλισμό — ο οποίος παραμένει πάντα ο πρώτος στόχος σε αντίθεση την απροσδιόριστη και παραπλανητική έννοια του αντι-καπιταλισμού αλλά και υπερ-αριστερές κομμουνιστικές βιασύνες. Κεντρικό στοιχείο είναι η εκτίμηση για το τρέχον ιστορικό στάδιο του καπιταλιστικού συστήματος και για τα συγκεκριμένα χαρακτηριστικά και μέτωπα της ταξικής πάλης. Είναι προφανές ότι ο καπιταλισμός –ένα εξαιρετικά δυναμικό σύστημα– εξελίσσεται και δεν έχει πει την τελευταία του λέξη. Οι κομμουνιστές πρέπει να μελετούν μεθοδικά την εξέλιξη αυτή και να χαράζουν αντίστοιχα τη στρατηγική και την τακτική τους. Ταυτόχρονα, πρέπει να αποφεύγονται βιαστικές ονοματοδοσίες και αντιφατικές και πρόωρες θεωρήσεις — ιδιαίτερα όταν καταλήγουν σε εξωπραγματική κατάργηση των ενδο-ιμπεριαλιστικών και ενδο-καπιταλιστικών ανταγωνισμών, φλερτάρουν με λανθασμένες αντιλήψεις περί «παγκοσμιοποίησης» και ονειρεύονται παντού και πάντα μία αδιαμεσολάβητη και καθαρή εμφάνιση της αντίθεσης κεφαλαίου-εργασίας. Επιπλέον, η προγραμματική ενότητα πρέπει να βασίζεται σε συγκροτημένη και ρεαλιστική ανάλυση της ελληνικής κοινωνίας. Τέλος, πρέπει να καθορίζει την ανάλογη στρατηγική και τακτική των κομμουνιστών, με την πρώτη πάντα στο τιμόνι αλλά και τη δεύτερη όχι ως παθητικό εξάρτημα.
Τέλος, η οργανωτική ενότητα συνεπάγεται τη συμφωνία για τον τρόπο δράσης των κομμουνιστών. Το κόμμα νέου τύπου –και όχι φυσικά τα γραφειοκρατικά κακέκτυπα του– παραμένει πάντα επίκαιρο. Βασικό του στοιχείο είναι η δημοκρατική ενότητα στη δράση, δηλαδή ο δημοκρατικός συγκεντρωτισμός — πάλι σε σαφή διάκριση από ψευδεπώνυμες παραμορφώσεις του. Η κομμουνιστική οργάνωση δεν είναι όμιλος «φυλάρχων» ούτε λέσχη συζητήσεων –παρόλη την ανάγκη της πιο ζωντανής και έντονης συζήτησης στο εσωτερικό της– αλλά μάχιμος οργανισμός.
Τα προαναφερθέντα, προφανώς, δεν αποτελούν κάποιες νέες σοφίες. Παρόλα αυτά, τις προηγούμενες δεκαετίες χάθηκαν μέσα σε κυκεώνες αυθορμητιστικών και εκλεκτικιστικών δοξασιών που μόνο ζημιά έκαναν. Θα είναι αυτή τη φορά διαφορετικά;