ΜΑΡΙΑ ΜΠΙΚΑΚΗ
Η σύγχρονη εργατική τάξη της χώρας μας είναι πιο πολυσύνθετη, πιο πολυεθνική, πιο μορφωμένη από τις προηγούμενες γενιές, με μεγαλύτερη εξειδίκευση, με πιο εκτεταμένο συνδυασμό πνευματικής –χειρωνακτικής εργασίας. Που αντιλαμβάνεται από τη μια τις τεράστιες δυνατότητες για ευημερία από τον πλούτο που παράγει και από την άλλη βιώνει πρωτοφανή εκμετάλλευση στους όρους αγοραπωλησίας της εργατικής δύναμης και στους όρους αναπαραγωγής.
Τα αντίπαλα ταξικά στρατόπεδα
Η χαρτογράφηση της ταξικής διαστρωμάτωσης είναι απαραίτητη για τις δυνάμεις της αντικαπιταλιστικής και σύγχρονα κομμουνιστικής Αριστεράς, για να έχουμε επίγνωση των συσχετισμών, των δυνάμεων του αντίπαλου και των ταλαντευόμενων στρωμάτων, αλλά και για να ανιχνεύσουμε την αριθμητική δύναμη, τα όρια, τις εσωτερικές διαιρέσεις και τις συνθήκες ζωής της εργατικής τάξης. Στόχος μας να συμβάλλουμε στην ενότητα της τάξης, που σήμερα κατακερματίζεται από την ανεργία, την επισφάλεια, την καθιέρωση των προσωρινών-ελαστικών εργασιακών σχέσεων, την αμφισβήτηση των συλλογικών συμβάσεων, τα διαφορετικά δικαιώματα, μισθούς και ωράρια.
Μια ταξική ενότητα που είναι το κλειδί, ώστε η τάξη να γίνει τάξη για τον εαυτό της και να δράσει πρωταγωνιστικά για να ανοίξει ο δρόμος της κομμουνιστικής απελευθέρωσης.
Να αποτελέσει το κοινωνικό υποκείμενο της εργατικής αντικαπιταλιστικής επανάστασης, τροφοδοτώντας την με το σύγχρονο κομμουνιστικό περιεχόμενο, εμπνέοντας και στρατεύοντας τη νεολαία και πετυχαίνοντας, με ταξική ηγεμονία, τη συμμαχία με ευρύτερα λαϊκά κοινωνικά στρώματα και ειδικά εκείνα που φτωχοποιούνται.
Πρώτη εκτίμηση που καταθέτουμε είναι ότι οι καπιταλιστικές αναδιαρθρώσεις, που προωθούνται την περίοδο του ολοκληρωτικού καπιταλισμού, με εργαλείο στην Ελλάδα τα μνημόνια, επιφέρουν διαφοροποιήσεις στα μεγέθη, τη δύναμη και τα χαρακτηριστικά των κοινωνικών ομάδων.
Για την εξέταση της ταξικής διαστρωμάτωσης χρησιμοποιούμε τα Μαρξικά κριτήρια, όπως εξελίχτηκαν από τον Λένιν και τα προβάλλουμε στη σύγχρονη πραγματικότητα.
Ξεκινώντας μεθοδολογικά ανατρέχουμε στην αναφορά του Μανιφέστου του Κομμουνιστικού Κόμματος: «Ολόκληρη η κοινωνία όλο και περισσότερο χωρίζεται σε δύο μεγάλα αντίπαλα στρατόπεδα, σε δύο μεγάλες τάξεις, που βρίσκονται άμεσα αντιμέτωπες η μια με την άλλη: στην αστική τάξη και το προλεταριάτο». Και στον ορισμό του Λένιν: «Τάξεις ονομάζονται μεγάλες ομάδες ανθρώπων που ξεχωρίζουν μεταξύ τους από τη θέση που κατέχουν μέσα σε ένα καθορισμένο σύστημα της κοινωνικής παραγωγής, από τη σχέση τους … προς τα μέσα παραγωγής, από το ρόλο τους στην κοινωνική οργάνωση της εργασίας, από τους τρόπους που ιδιοποιούνται τη μερίδα του κοινωνικού πλούτου που διαθέτουν και από το μέγεθος αυτής της μερίδας…»
Και προσδιορίζουμε τις τάξεις για τον ελληνικό καπιταλισμό: την αστική τάξη, την εργατική τάξη, που είναι στο κέντρο του ενδιαφέροντός μας, καθώς και τα μεσαία στρώματα.
Το κείμενο στηρίζεται στην εισήγηση με θέμα «Η κοινωνικο-ταξική διάρθρωση στον ελληνικό καπιταλισμό», που παρουσιάστηκε στη προσυνεδριακή διημερίδα του ΝΑΡ για την Κομμουνιστική Απελευθέρωση με θέμα το σύγχρονο ελληνικό καπιταλισμό. Το πλήρες κείμενο, βρίσκεται αναρτημένο, μαζί με τις άλλες παρεμβάσεις, στην ιστοσελίδα www.narnet.gr στο πεδίο Υλικά διημερίδας «Ο σύγχρονος ελληνικός καπιταλισμός».
Το ειδικό βάρος της εργατικής τάξης αυξάνει
Η εργατική τάξη στην Ελλάδα ξεπερνά το 60% του Οικονομικά Ενεργού Πληθυσμού. Το ειδικό βάρος της αυξάνει και οι θεωρίες για εξαφάνιση της εργατικής τάξης και τέλος της εργασίας διαψεύδονται
Το 2016 οι μισθωτοί εργαζόμενοι αντιπροσώπευαν το 65,89% της συνολικής απασχόλησης (84,74% στην ΕΕ). Σε αυτόν τον αριθμό των 2.431.000 μισθωτών βρίσκεται η σύγχρονη εργατική τάξη, με εξαίρεση όσους ασκούν διευθυντική λειτουργία, έχουν μεγάλες αμοιβές και άλλες ιδιαιτερότητες, που αφορούν την οικονομική τους κατάσταση ή τον κλάδο τους. Η σύγχρονη εργατική τάξη συγκροτείται από το μεγαλύτερο μέρος των 1.770.000 μισθωτών του ιδιωτικού τομέα, των 410.000 εργαζόμενων στο δημόσιο (αφού αφαιρέσαμε 150.000 από τα σώματα ασφαλείας, το στρατό και ιερείς), καθώς και των 63.000 συμβασιούχων και των 33.000 που εργάζονται σε ΝΠΙΔ.
Ταυτόχρονα στη σύγχρονη εργατική τάξη χρειάζεται να συνυπολογίσουμε: ένα τμήμα ντόπιων εργαζομένων που δουλεύουν μαύρα και δεν καταγράφονται στις έρευνες. Ένα μεγάλο αριθμό μεταναστών εργατών από τους 557.476 καταγεγραμμένους, εκ των οποίων φαίνεται να δουλεύουν μόνο 62.500, και από όσους δεν είναι καν καταγεγραμμένοι.
Ένα σημαντικό τμήμα όσων καταγράφονται ως αυτοαπασχολούμενοι, αλλά παρέχουν μισθωτή εργασία με μπλοκάκι και εξαιρετικά άσχημους όρους σε αμοιβές, ωράρια, ρόλο στην παραγωγή, για τους οποίους είναι μεγάλο ζητούμενο να κατοχυρωθεί ότι αποτελούν κομμάτι της εργατικής τάξης, με την κοινή οργάνωση και πάλη τους σε σωματεία και με τη δική τους σύγκρουση με τις καλλιεργούμενες ψευδαισθήσεις για ξεχωριστά συμφέροντα, ρόλο και προοπτικές επαγγελματικής σταδιοδρομίας.
Ένα μεγάλο ποσοστό του 1,13 εκ. ανέργων, που εντάσσεται στην εργατική τάξη, γιατί προέρχεται από πρόσφατα απολυμένους μισθωτούς της εργατικής τάξης, είτε από νεοσειρχόμενους που κατάγονται από εργατικές οικογένειες.
Συμπεραίνουμε ότι η σύγχρονη εργατική τάξη της χώρας μας αποτελεί την πιο μεγάλη μερίδα όχι μόνο των απασχολούμενων, αλλά και ότι ξεπερνά το 60% του Οικονομικά Ενεργού Πληθυσμού. Το ειδικό βάρος της εργατικής τάξης αυξάνει και οι θεωρίες για την εξαφάνιση της και το τέλος της εργασίας διαψεύδονται.
Για τα κριτήρια ένταξης στην εργατική τάξη και το μέγεθος της συχνά ανοίγει συζήτηση. Δεν συμφωνούμε με απόψεις, οι οποίες ως έκφραση δήθεν αυστηρών μαρξιστικών κριτηρίων και στο όνομα του ξεκαθαρίσματος και της περιφρούρησης των γραμμών της εργατικής τάξης, θεωρούν ότι εντάσσονται σε αυτήν μόνο: όσοι δουλεύουν σε μεγάλες βιομηχανικές μονάδες στην πρωτογενή παραγωγή ή στον τομέα της μεταποίησης, όσοι κάνουν καθαρά χειρωνακτική εργασία, όσοι δουλεύουν σε ιδιωτικές καπιταλιστικές επιχειρήσεις και όχι στο δημόσιο, όσοι δουλεύουν σε εταιρείες που απασχολούν παραπάνω από ένα συγκεκριμένο αριθμό εργατών, όσοι δεν έχουν ανώτατη μόρφωση, όσοι κάνουν παραγωγική εργασία και παράγουν υπεραξία, άρα αποκλείουν εργάτες που πουλάνε την εργατική τους δύναμη σε εργοδότες οι οποίοι δεν την εκμεταλλεύονται για παραγωγή εμπορευμάτων, αλλά για δική τους χρήση, όσοι δεν κατέχουν ατομικά περιουσιακά στοιχεία πχ αυτοκίνητο ή κατοικία, ακόμα και όταν δεν τα χρησιμοποιούν ως πηγή εισοδήματος.
Η περιοριστική αυτή κατάταξη, αποκλείοντας με εκλεκτικισμό μεγάλα κομμάτια της εργατικής τάξης, εκτιμούμε ότι δεν βοηθά τη συσπείρωση της, αλλά αναπαράγει από την ανάποδη τον κατακερματισμό της. Αντίθετα, αξιοποιώντας τα μαρξικά και λενινιστικά κριτήρια για να προσδιορίσουμε το μέγεθος της σύγχρονης εργατικής τάξης, θεωρούμε ότι σε αυτήν εντάσσονται:
- όσοι δεν κατέχουν μέσα παραγωγής και είναι αναγκασμένοι να πουλούν την εργατική τους δύναμη για να μπορούν να ζήσουν,
- πηγή του εισοδήματος τους αποτελεί η μισθωτή εργασία τους,
- ασκούν χειρωνακτική ή πνευματική εργασία είτε στην υλική παραγωγή είτε στην σφαίρα της κυκλοφορίας, των υπηρεσιών και της αναπαραγωγής,
- δεν έχουν διευθυντική θέση ή κατασταλτικό ρόλο στο σύστημα,
- το ύψος της αμοιβής τους δεν είναι σε ψηλά επίπεδα και ο τρόπος της αμοιβής τους είναι ο μισθός ή το μεροκάματο.
Συνεπώς, δεν αποτελεί κριτήριο αποκλεισμού αν κάποιος ασκεί πνευματική εργασία, ή αν δουλεύει σε μεμονωμένο καπιταλιστή, ή στο συλλογικό καπιταλιστή που είναι το κράτος ή αν δουλεύει στη σφαίρα της κυκλοφορίας του κεφαλαίου. Να θυμίσουμε ότι ο Μαρξ χρησιμοποιούσε τους όρους παραγωγικός και μη παραγωγικός εργάτη, με το ουσιαστικό «εργάτης» και στις δύο περιπτώσεις.
Όσο για το ρόλο των πρωτοποριών, είναι κομβικός ο ρόλος μερίδων της εργατικής τάξης στον ταξικό αγώνα, όπως του προλεταριάτου των σύγχρονων συνδυασμών πνευματικής – χειρωνακτικής εργασίας των επιχειρήσεων και υπηρεσιών αιχμής της εποχής μας με κριτήριο τη θέση του στην παραγωγή και όχι το μορφωτικό επίπεδο. Αλλά, τον πρωτοπόρο επαναστατικό του ρόλο αυτό το τμήμα της τάξης μπορεί να τον παίξει αν κερδηθεί με τις επαναστατικές ιδέες, αν δράσει σαν μοχλός ενότητας και ανοδικής κίνησης του συνόλου της τάξης και όχι σε αντιπαράθεση με το υπόλοιπο προλεταριάτο, από το οποίο δεν έχει άλλωστε ανεξάρτητα, αλλά ταυτόσημα συμφέροντα. Το καθοριστικό και τελικό κριτήριο για το ρόλο των τμημάτων της τάξης στην ταξική πάλη είναι η δοκιμασία της πράξης για την υπεράσπιση των συμφερόντων της εργατικής τάξης από όσους ανήκουν σε αυτήν ή από όσους διάλεξαν να στοιχηθούν μαζί της.
Η σύγχρονη εργατική τάξη της χώρας μας είναι πιο πολυσύνθετη, πιο πολυεθνική, πιο μορφωμένη από τις προηγούμενες γενιές, με μεγαλύτερη εξειδίκευση, με πιο εκτεταμένο συνδυασμό πνευματικής –χειρωνακτικής εργασίας. Είναι η εργατική τάξη, που ταυτόχρονα βιώνει την οικονομική βία και στους όρους της αγοραπωλησίας της εργατικής της δύναμης και στους όρους αναπαραγωγής και το κόστος διαβίωσης. Που αντιλαμβάνεται από τη μια τις τεράστιες δυνατότητες για ευημερία από τον πλούτο που παράγεται και από την άλλη βιώνει την ανέχεια, την ανεργία ή αντί της μείωσης των ωρών εργασίας την απίστευτη εξάντληση των ωραρίων. Που ζει την κατάργηση της Κυριακάτικης αργίας, την μετατροπή του εργαζόμενου σε απασχολήσιμο-ωφελούμενο-λάστιχο και ανά πάσα στιγμή διαθέσιμο να κληθεί για να δουλέψει. Που ο ελεύθερος χρόνος της και η διασκέδασή της, επίσης, ελέγχεται κυριολεκτικά από το κεφάλαιο.
Είναι η εργατική τάξη που, λόγω της αποξένωσης και του κατακερματισμού της στο χώρο εργασίας, γίνεται πιο ευάλωτη σε επιδράσεις που δέχεται και στο χρόνο της αναπαραγωγής της εργατικής δύναμης. Που πιέζεται για ενσωμάτωση, αποδοχή του life style, από τον καλλιεργούμενο ατομικισμό και την αντίληψη διάσπασης των συμφερόντων της και γίνεται πιο επιρρεπής σε ανταγωνιστικές σχέσεις σε βάρος της συλλογικότητας. Γι αυτό αποκτά κρίσιμη σημασία η υπεράσπιση των αξιών της εργατικής τάξης και έξω από το πεδίο της παραγωγής με την ολόπλευρη ανάπτυξη του εργατικού πολιτισμού και την υπεράσπιση των εργατικών αξιών της αλληλεγγύης, της ισότητας, της κοινωνικής δικαιοσύνης, του διεθνισμού. Με πλήρη επίγνωση ότι η ταξική συνείδηση πρωτίστως διαμορφώνεται στο πεδίο της εργασίας από τη στάση του σύγχρονου εργάτη και εργάτριας μέσα στο χώρο της δουλειάς, στις συγκρούσεις με την εργοδοσία και στον αγώνα μαζί με τους συναδέλφους, όσο και αν αναβαθμίζεται η επίδραση στη συνείδηση από τον λεγόμενο «πολιτισμό του μη εργάσιμου χρόνου».
Πεδίο που αλλάζει δραματικά με την εργοδοτική τρομοκρατία, την επέκταση-εξέλιξη των συστημάτων παρακολούθησης-επιτήρησης, την κατάργηση συνδικαλιστικών ελευθεριών, δικαιωμάτων και συλλογικών συμβάσεων εργασίας, με την ελαστικότητα-προσωρινότητα, τις διαφορετικές ταχύτητες αμοιβών, σχέσεων εργασίας, ασφαλιστικών δικαιωμάτων, τους διαφορετικούς φορείς-εργοδότες μέσα στον ίδιο χώρο εργασίας. Με τον κατακερματισμό, το σημερινό μοντέλο εργασιακών σχέσεων που στοχεύει στη φτήνια της εργατικής δύναμης, μέσω της διαίρεσης, της ενίσχυσης της ατομικότητας και την υποχώρηση της συλλογικότητας.
Αυτή η εργατική τάξη μπορεί να πετάξει από πάνω της την αρχαία σκουριά της κυρίαρχης ιδεολογίας, να ενωθεί με βάση το κοινό της συμφέρον και να ανυψωθεί από δύναμη κρούσης σε αμυντικούς αγώνες, σε επαναστατική δύναμη, φορέα νέων κοινωνικών σχέσεων και απελευθερωτικού πολιτισμού.
Αναπαλαίωση θεωριών υποτίμησης της εργατικής τάξης
ΑΠΟ ΤΑ ΝΕΑ ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΑ ΚΑΙ ΤΟ ΠΛΗΘΟΣ, ΜΕΧΡΙ ΤΗΝ ΑΠΟΘΕΩΣΗ ΤΟΥ ΑΥΘΟΡΜΗΤΟΥ
Εκτός από τις θεωρίες για το τέλος της ιστορίας και του «δεν υπάρχει εναλλακτική» απέναντι στον «ακλόνητο καπιταλισμό», επανέρχονται παλιές θεωρίες απαξίωσης του ρόλου της εργατικής τάξης και εμφανίζονται νέες ή σχετικά νέες. Αναδεικνύεται η ανάγκη για βάθεμα, επικαιροποίηση και υπεράσπιση της μαρξιστικής θεωρίας για τις τάξεις και το ρόλο της εργατικής τάξης.
Αρνούμαστε αυτές τις θεωρίες όχι από ιδεοληψία, αλλά με βάση και την ιστορική εμπειρία, γιατί δεν αναζητούμε απλώς υποκείμενα εξεγέρσεων αλλά υποκείμενα επαναστάσεων. Επειδή δεν αρκούμαστε στις εξεγέρσεις των γαλλικών προαστίων, του Δεκέμβρη του ’08, στις πλατείες του ’11. Αλλά αναζητούμε τις επαναστάσεις της εποχής μας, τις σύγχρονες κομμούνες και Οκτώβρηδες, που ήταν έργο της εργατικής τάξης εκείνων των εποχών. Για αυτό διαχωριζόμαστε από τις:
Θεωρίες για το τέλος της ταξικής πάλης και των κοινωνικών τάξεων και την καθοριστική σημασία όχι των τάξεων, αλλά των ταυτοτήτων που συγκροτούνται είτε ως διαδικασίες είτε από τον τρόπο που γίνονται αντιληπτές.
Θεωρίες απαξίωσης της εργατικής τάξης ως αλλοτριωμένης ή μη υπάρχουσας και της ανάδυσης στη θέση της άλλων κοινωνικών υποκειμένων πχ μεταναστών, φοιτητών, γυναικών, ακτιβιστών, μελών λαϊκών συνεταιρισμών κ.α..
Θεωρίες που αρνούνται τη μεσολάβηση συνδικάτων και εχθρεύονται την πολιτική οργάνωση της τάξης σε κόμματα, αναγορεύοντας το αυθόρμητο και την ακατέργαστη υποκειμενικότητα των βιομηχανικών εργατών σε καταλύτη της ταξικής πάλης.
Θεωρίες για την ανάδυση άλλων υποκειμένων όπως το πλήθος –μιας πολλαπλότητας ατόμων– που αρνείται να αφεθεί να υφαρπαχτεί από το κράτος, πλήθος που αντιπαρατίθεται σε όλες τις τάξεις.
Θεωρία ότι στο ρόλο της εργατικής τάξης, που θα παραμένει συμβιβασμένη, αναδείχνεται το πρεκαταριάτο (σ.σ. οι εργαζόμενοι με ελαστικές σχέσεις εργασίας), ως το νέο υποκείμενο για τις συγκρούσεις με το σύστημα.
Η εργατική τάξη φορέας της επαναστατικής τάσης
Η μόνη διέξοδος από την καπιταλιστική βαρβαρότητα είναι η επανάσταση και καταλυτικό υποκείμενο της η εργατική τάξη. Αυτό δεν προκύπτει από μια μεταφυσική ιδιότητα που την επικαθορίζει ως μεσσία, αλλά από: την αντικειμενική πραγματικότητα της θέσης της στην παραγωγή και στο σύστημα εκμετάλλευσης, το αριθμητικό μέγεθός της, την έλλειψη προοπτικής στη ζωή της και στην αλλαγή της οικονομικής και κοινωνικής θέσης της, που την καθιστά συνεπή υπερασπιστή του αγώνα μέχρι τέλους, την κατακτημένη εμπειρία και συλλογική πειθαρχία της, τις δυνατότητες οργάνωσης της, τις αξίες του εργατικού πολιτισμού της, την τέχνη της να εντάσσει το δευτερεύον ζωτικά αναγκαίο στα μεγάλα στρατηγικά ζητήματα, την εν δυνάμει ικανότητά της να κερδίσει και μεσαία στρώματα στην πάλη για την κοινωνική απελευθέρωση και τον εξοπλισμό της με την επαναστατική θεωρία.
Αυτές οι εκτιμήσεις δεν σημαίνουν αποδοχή, δικαιολόγηση και υπόκλιση σε ό,τι καθυστερημένο μπορεί να εντοπίζεται στις γραμμές της και εξιδανίκευση του προλεταριάτου ως «περιούσιας επαναστατικής τάξης». Αντίθετα, εντοπίζουμε με ανησυχία την κυριαρχία της αστικής ιδεολογίας και της τάσης υποταγής στην πλειοψηφία της εργατικής τάξης, που αναδεικνύονται δραματικά στη σύγχρονη εποχή των τεράτων.
Με συλλογικές επεξεργασίες επιδιώκουμε να απαντήσουμε στην κρίσιμη ανάγκη η εργατική τάξη να κατακτήσει το ρόλο της, ξεπερνώντας τις διαιρέσεις και κατακτώντας την ενότητά της. Θέσαμε τα κριτήρια περιοδολόγησης του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής και απόσπασης υπεραξίας, μιλήσαμε για το είναι και τη συνείδηση της σύγχρονης εργατικής τάξης, τις μεταβολές στη σχέση πνευματικής – χειρωνακτικής εργασίας, τις αιτίες της κραυγαλέας αναντιστοιχίας ανάμεσα στην όξυνση των κοινωνικών αντιθέσεων και την υστέρηση του επαναστατικού παράγοντα.
Με τη δράση μας επιδιώκουμε να συμβάλλουμε να οργανωθεί και να ενωθεί η τάξη, νέοι και παλιοί, έλληνες και ξένοι, ιδιωτικού τομέα και δημόσιου, εργαζόμενοι και άνεργοι, άνεργοι και προσωρινά εργαζόμενοι, συμβασιούχοι και μόνιμοι. Ενότητα, που μπορεί να κατακτηθεί μόνο από ένα ταξικά ανασυγκροτημένο εργατικό κίνημα, με την αποφασιστική συμβολή της νεολαίας, και απαιτεί συνδυασμό του «εντός» του σημερινού συνδικαλιστικού κινήματος με το «εκτός», από πρωτοβουλίες, μορφές οργάνωσης, δράσεις, κέντρα αγώνα που το υπερβαίνουν και το «εναντίον» με διαχωρισμό από τον εκφυλισμό και την αστικοποίησή του.
Απαραίτητος όρος για την ταξική ανασυγκρότηση του εργατικού και συνδικαλιστικού κινήματος είναι η αυτοτελής παρουσία της τάσης του Νέου Εργατικού Κινήματος, που υπερασπίζεται αποτελεσματικά τα άμεσα συμφέροντα της τάξης και μπορεί να το κάνει, γιατί έχει στην προμετωπίδα καθολικούς και πολιτικούς στόχους, που εκφράζουν τα συνολικά εργατικά συμφέροντα.
Για να ξαναθέσει η εργατική τάξη στο προσκήνιο την οριστική κατάργηση της εκμετάλλευσης, της καταπίεσης και των διακρίσεων. Να κάνει πράξη το «Προλετάριοι όλων των χωρών ενωθείτε» και πιο σοφή να ξεκινήσει χωρίς επιστροφή το ταξίδι για την εργατική χειραφέτηση και την κοινωνική απελευθέρωση.