Ένα εμπορικό βιβλίο έχει να μας πει πολλά για το πώς κατασκευάζονται ανάγκες και ερωτήματα στην εποχή της παγκοσμιοποίησης.
ΜΑΡΙΑΝΝΑ ΤΖΙΑΝΤΖΗ
Η τεχνολογία γίνεται η νέα θρησκεία που συμφιλιώνεται με τις παλιές.
To τελευταίο βιβλίο του συγγραφέα του «Κώδικα Ντα Βίντσι, του Νταν Μπράουν, που μόλις κυκλοφόρησε (εκδ. Ψυχογιός, μτφρ. Χρ. Καψάλης) είναι το πιο πολυδιαφημισμένο βιβλίο της χρονιάς και πιθανότατα θα αποδειχτεί και το πιο πολυδιαβασμένο. Ένα βιβλίο εμπορικό που όμως έχει να μας πει πολλά για τις ανάγκες και τα ερωτήματα ενός παγκόσμιου κοινού ή μάλλον για το πώς κατασκευάζονται αυτές οι ανάγκες και τα ερωτήματα στην εποχή της παγκοσμιοποίησης. Εύκολα μπορεί κανείς να ξεμπερδέψει με βιβλία σαν κι αυτό χαρακτηρίζοντάς τα, π.χ., προϊόντα μιας υποκουλτούρας ή δηλώνοντας «εγώ δεν διαβάζω τέτοια πράγματα». Όμως το «Όριτζιν» είναι ένα σύγχρονο λαϊκό ανάγνωσμα και η αγνόησή του ή η εκ προοιμίου καταδίκη του είναι δείγμα σνομπισμού και αυτάρεσκου σοφολογιωτατισμού.
Μεγάλο και φιλόδοξο το θέμα του βιβλίου: «από πού ερχόμαστε;» και «πού πάμε;». Στα ερωτήματα αυτά, τα οποία εδώ και αιώνες απασχολούν θρησκείες, φιλόσοφους, επιστήμονες, απαντά ο κεντρικός χαρακτήρας του βιβλίου, ένας σαραντάρης γκουρού της τεχνολογίας, βαθύπλουτος και διάσημος: φανταστείτε έναν Στιβ Τζομπς με μεταφυσικές ανησυχίες που θέλει να αλλάξει τον κόσμο.
Η τεχνητή νοημοσύνη, η σύγκρουση θρησκείας και επιστήμης, το τέλος (ή η μετάλλαξη) των θρησκειών, η εξέλιξη των ειδών και ο Δαρβίνος, το μπινγκ μπανγκ, τα σόσιαλ μίντια, οι θεωρίες συνωμοσίας και άλλα ζητήματα αιχμής συγκαταλέγονται στα μοτίβα που διατρέχουν το μεγαλύτερο μέρος του βιβλίου. Το «Origin» ξετυλίγεται με φρενήρη ρυθμό σαν περιπέτεια, όπως και τα άλλα μπεστ σέλερ του Νταν Μπράουν: καταδιώξεις, πωρωμένοι δολοφόνοι, αμέτρητοι κίνδυνοι και σωτηρίες της τελευταίας στιγμής και το γνωστό δίδυμο: ο σοφός καθηγητής του Χάρβαρντ και μια χαρισματική και χειραφετημένη γυναίκα στο ρόλο της έξυπνης γλάστρας. Άφθονες πληροφορίες που δίνουν στον αναγνώστη την εντύπωση ότι δεν σκοτώνει απλώς την ώρα του, αλλά κάτι μαθαίνει. πράγματι κάτι μαθαίνει, αν και το πώς αφομοιώνει και επεξεργάζεται αυτό που μαθαίνει είναι μια άλλη ιστορία. Ο συγγραφέας λειτουργεί σαν έμπειρος ξεναγός: αναλαμβάνει να κάνει λιανά, να παρουσιάσει στον αναγνώστη-τουρίστα αρχιτεκτονικά μνημεία, σύγχρονα έργα τέχνης, επιστημονικές θεωρίες, ανακαλύψεις και πειράματα, θεωρίες για την προέλευση της ζωής. Επιπλέον, πινελιές υψηλής κουλτούρας: αντί για Δάντη, εδώ έχουμε Ουίλιαμ Μπλέικ. Με εξαίρεση έναν σύντομο πρόλογο, ο χρόνος του βιβλίου είναι ένα εικοσιτετράωρο ενώ ο τόπος είναι (κυρίως) η Ισπανία: Μπιλμπάο, Μαδρίτη, Βαρκελώνη.
H συνταγή ή η αφηγηματική τεχνική που εφαρμόζει ο Μπράουν είναι αναγνωρίσιμη, αφού έχει χρησιμοποιηθεί με επιτυχία και στα άλλα βιβλία του. Όμως εδώ δεν χρησιμοποιείται μόνο για να κρατηθεί αγκιστρωμένος ο αναγνώστης και να γυρίζει σελίδα ώστε να δει τι «θα γίνει μετά». (Cliffhanger ή «επί βράχου κρεμάμενος» έχει χαρακτηριστεί αυτή η τεχνική.) Μέσω αυτής της τεχνικής, αναπτύσσονται ιδέες που έχουν άμεση σχέση και με τα πανάρχαια ερωτήματα αλλά και με τις υποσχέσεις ή τις απειλές της εποχής μας. Η πάλη των τάξεων εδώ αγνοείται, έχει καταργηθεί, όμως κυριαρχεί η πάλη ανάμεσα στο παλιό και το καινούριο, την παράδοση και την καινοτομία.
Ο συγγραφέας μιλά για ένα κοντινό μέλλον όπου «η τεχνολογία είναι πάμφθηνη και πανταχού παρούσα και έχει γεφυρώσει το χάσμα ανάμεσα σε έχοντες και μη έχοντες». Οι πόλεμοι είναι περιττοί, αφού όλοι θα είναι ωφελημένοι. Όλες οι χώρες έχουν πόσιμο νερό, καθαρό περιβάλλον, πρόσβαση σε υψηλής ποιότητας εκπαίδευση, αρρώστιες σαν τον καρκίνο είναι ιάσιμες, ενώ η ρομποτική εξασφαλίζει άφθονο δημιουργικό ελεύθερο χρόνο για όλους. Χάρη στην έλλογη χρήση της τεχνολογίας, το βασίλειο των ουρανών μεταφέρεται επί της γης, αφήνοντας όμως χώρο και για τη θρησκεία, τουλάχιστον στην πιο ανοιχτόμυαλη εκδοχή της.
Όμως η πραγματικότητα δείχνει ότι σήμερα, παράλληλα με την αλματώδη ανάπτυξη της τεχνολογίας, μεγαλώνει η ψαλίδα μεταξύ πλούσιων και φτωχών τόσο σε εθνική όσο και σε παγκόσμια κλίμακα. Σύμφωνα με την έκθεση του Ερευνητικού Ινστιτούτου της Credit Suisse, που δημοσιοποιήθηκε πριν λίγες εβδομάδες, στο χρονικό διάστημα Μάιος 2016-Ιούνιος 2017, ο παγκόσμιος πλούτος αυξήθηκε 6,4% – ο ταχύτερος ρυθμός μετά το 2012. Όμως το πλουσιότερο 1% του παγκόσμιου πληθυσμού κατέχει πάνω από το μισό του παγκόσμιου πλούτου. Και συχνά μια καταναλωτική μορφή της τεχνολογίας (π.χ., το κινητό) λειτουργεί σαν το νέο όπιο του λαού, ιδίως του πιο φτωχού. Η τεχνολογία, λοιπόν, γίνεται η νέα θρησκεία που συμφιλιώνεται με τις παλιές.