Παρουσίαστη της απόφασης του 4ου Συνεδρίου του ΝΑΡ για την Κομμουνιστική Απελευθέρωση
Εννιά χρόνια μετά το ξέσπασμα της δομικής κρίσης του καπιταλισμού, η βαριά σκιά της εξακολουθεί να πέφτει πάνω τις κεφαλαιοκρατικές κοινωνίες. Καθώς το σύστημα δεν μπορεί να την υπερβεί σταθερά και συνολικά, όλες οι αντιθέσεις παροξύνονται». Και γι’ αυτό «μπαίνουμε σε νέα φάση επικίνδυνης κλιμάκωσης της αντεργατικής, πολεμικής και ολοκληρωτικής εκστρατείας του κεφαλαίου, με ενδεικτικό παράδειγμα την εκλογή Τραμπ. Πρόκειται για υπεραντιδραστική στροφή, η οποία εκφράζεται σε όλα τα επίπεδα: στην ένταση, εμβάθυνση και καθολικοποίηση της εκμετάλλευσης, στην εμπέδωση του κοινοβουλευτικού ολοκληρωτισμού, της τυραννίας του κεφαλαίου και στην ενίσχυση των αντιδραστικών ακροδεξιών απαντήσεων, στην παρόξυνση των ενδοαστικών ανταγωνισμών και στην ενίσχυση της απειλής εκτεταμένων ή και πρωτόγνωρων πολεμικών αναμετρήσεων, στην ανάπτυξη ακραίας αντιδραστικής ιδεολογίας.
Μέσω της προώθησης των αντιδραστικών καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων επιχειρείται η συνολική ανασυγκρότηση του συστήματος –η οποία οδηγεί στην πλήρη αποκρυστάλλωση των θεμελιακών χαρακτηριστικών του ολοκληρωτικού καπιταλισμού διεθνώς».
Αυτή είναι μια πρώτη βασική εκτίμηση της Απόφασης του 4ου Συνεδρίου του ΝΑΡ για την Κομμουνιστική Απελευθέρωση (ολόκληρη στο www.narnet.gr). Σε ένα θέμα που απασχόλησε τον προσυνεδριακό διάλογο, η Απόφαση σημειώνει πως «στις διεθνείς σχέσεις το δίπολο καπιταλιστικής διεθνοποίησης-ενδοκαπιταλιστικού ανταγωνισμού περνά σε νέο επίπεδο. Στο πλαίσιο μιας ιστορικά αναπτυσσόμενης διεθνοποίησης ο ανταγωνισμός μεταξύ των καπιταλιστικών – ιμπεριαλιστικών κέντρων, των αστικών κρατών και των δυνάμεων του κεφαλαίου γνωρίζει έξαρση και παίρνει προβάδισμα στη συγκεκριμένη φάση, θέτοντας σε κρίση και σε διαδικασία αναδιάταξης τη σημερινή μορφή καπιταλιστικής διεθνοποίησης»
«Αποτέλεσμα είναι το πύκνωμα των πολεμικών συγκρούσεων και η απειλή εκδήλωσης γενικευμένων πολέμων σε περιφερειακό ή και ευρύτερο επίπεδο, με άμεση συμμετοχή πλέον ακόμα και αντιπαράθεση ηγετικών καπιταλιστικών κρατών». Και γι’ αυτό «η ανάπτυξη του αντιπολεμικού αντιιμπεριαλιστικού κινήματος σε σύνδεση με τον συνολικό αντικαπιταλιστικό αγώνα γίνεται θέμα κυριολεκτικά ζωής και θανάτου για τους λαούς».
«Η σύγχρονη αντιδραστική τομή προωθείται από όλες τις δυνάμεις του κεφαλαίου και τις αστικές κυβερνήσεις και μερίδες, παρά τους ανταγωνισμούς και τις διαφοροποιήσεις τους, και γι’ αυτό είναι και πιο επικίνδυνη. Οι δυνάμεις του κεφαλαίου βαθαίνουν την ‘’ενότητά τους’’ πάνω στην πολιτική των αντιδραστικών καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων εναντίον της εργατικής τάξης και των λαών, και συγκρούονται πιο βαθιά μεταξύ τους για τα ανταγωνιστικά συμφέροντά τους.
Το εργατικό κίνημα, η μαχόμενη και σύγχρονα κομμουνιστική Αριστερά, είναι εναντίον κάθε μορφής της κανιβαλικής αστικής πολιτικής, δεν συμμαχεί με τμήματα του κεφαλαίου. Δεν αποτελούν απάντηση ‘’αντιφασιστικά’’, ‘’δημοκρατικά’’ ή ‘’αντιπαγκοσμιοποιητικά’’ μέτωπα με τμήματα της αστικής τάξης και της κυρίαρχης πολιτικής. Απαιτείται παντού εργατική-λαϊκή αντικαπιταλιστική απάντηση στον πόλεμο, τους ενδοαστικούς ανταγωνισμούς και τον φασισμό (γιατί ο καπιταλισμός είναι η μήτρα του τέρατος)».
Και συνολικά: «Το δίλημμα καπιταλιστική βαρβαρότητα ή αντικαπιταλιστική ανατρεπτική πάλη, επανάσταση και κομμουνιστική απελευθέρωση έρχεται αντικειμενικά στο προσκήνιο με νέα δυναμική. Η ανασυγκρότηση/αντεπίθεση του εργατικού κινήματος απαιτεί ένα νέο κομμουνιστικό πρόγραμμα και κόμμα στον 21ο αιώνα», σύμφωνα με τις «νέες εκρηκτικές κοινωνικές δυνατότητες για τη χειραφέτηση του κόσμου της εργασίας και της ανθρωπότητας».
Η Απόφαση του 4ου Συνεδρίου του ΝΑΡ για την Κομμουνιστική Απελευθέρωση αναδεικνύει την απαίτηση μιας μεγάλης τομής στο κίνημα και την Αριστερά, η ανάγκη της οποίας προκύπτει και από τη νέα φάση στην οποία μπαίνει η διεθνής και εγχώρια καπιταλιστική κρίση με την πολύπλευρη υπεραντιδραστική στροφή του κεφαλαίου, και από τα βαθύτερα συμπεράσματα από την ήττα του λαϊκού παράγοντα στον προηγούμενο γύρο της μάχης.
«Για την αντεπίθεση του εργατικού και λαϊκού κινήματος και της αριστεράς απαιτείται η συγκρότηση μιας ανώτερης συνειδητής πρωτοπορίας. Με τη δύναμη και τη δράση μιας νέας κομμουνιστικής πρωτοπορίας, μιας οργάνωσης – κόμματος της νέας κομμουνιστικής ελπίδας, ενός αναβαθμισμένου αντικαπιταλιστικού μετώπου και ενός ταξικά ανασυγκροτημένου εργατικού και λαϊκού κινήματος. Αυτό είναι το πρώτο καθήκον που θέτουμε ως ΝΑΡ, από εκεί ξεκινάμε την απάντησή μας», υπογραμμίζεται στην Απόφαση και προσδιορίζονται βασικές επιλογές:
Στην προτεραιότητα της στρατηγικής: «Προτεραιότητα αποτελεί η ανάδειξη και βαθύτερη επεξεργασία της στρατηγικής της κομμουνιστικής διεθνιστικής απελευθέρωσης, η μόνη συνολική εναλλακτική στον ολοκληρωτικό καπιταλισμό της αδυσώπητης κρίσης και της βάρβαρης ‘’ανάπτυξης’’. Για να υπάρξει νικηφόρος αντικαπιταλισμός πρέπει να είναι βαθιά και με σύγχρονο τρόπο κομμουνιστικός και επαναστατικός».
Στην αναγκαιότητα της επανάστασης, «του τσακίσματος του αστικού κράτους και της επαναστατικής ανατροπής της αστικής κυριαρχίας, ως αναγκαίας προϋπόθεσης για να εκκινήσουν οι μεγάλοι μετασχηματισμοί προς την κομμουνιστική απελευθέρωση. Αναβαθμίζουμε την προσέγγισή μας ορίζοντας τον χαρακτήρα της επανάστασης, ως εργατικής αντικαπιταλιστικής επανάστασης με κομμουνιστικό περιεχόμενο. Κοινωνικό υποκείμενό της είναι η πρωτοπόρα σύγχρονη εργατική τάξη και η συμμαχία της (υπό την ηγεμονία της) με τα πλατειά λαϊκά στρώματα, ειδικά εκείνα που φτωχοποιούνται».
Στην ανάπτυξη της επαναστατικής τακτικής, με βασικές πλευρές σήμερα «το συνολικά αντικαπιταλιστικό χαρακτήρα της απάντησης και την ιεράρχηση της πάλης για τα δικαιώματα των εργαζομένων, διεκδικώντας τη βελτίωση της θέσης τους και όχι απλώς τη μη χειροτέρευση. Από αυτή την σκοπιά, απορρίπτουμε πολιτικές λογικές που επιδιώκουν τη συγκρότηση αντιμνημονιακών, πατριωτικών μετώπων χωρίς λογική σύγκρουσης με την οικονομική και πολιτική ολιγαρχία και αποδέσμευσης από την ΕΕ, που αναπαράγουν την αστική και μικροαστική ηγεμονία στο κίνημα.
Η πάλη για την αντικαπιταλιστική αποδέσμευση από την ΕΕ, για την έξοδο από την ευρωφυλακή των λαών αναδεικνύεται σε κρίκο της πολιτικής αντιπαράθεσης στην Ελλάδα και σε Λυδία λίθο της αριστερής πολιτικής.
Αναβαθμίζονται και αποτελούν συστατικά στοιχεία μιας σύγχρονης επαναστατικής τακτικής τα πεδία της πάλης ενάντια στον πόλεμο, για δημοκρατία και για τις ελευθερίες της εποχής μας ενάντια στον σύγχρονο ολοκληρωτισμό του κεφαλαίου, για την απελευθέρωση του ‘’έθνους των εργαζομένων’’ από τους δυνάστες και τους επικυρίαρχους των λαών, από τα δεσμά του κεφαλαίου και του ιμπεριαλισμού, σε αντιπαράθεση με την αστική τάξη της χώρας μας, τον κοσμοπολιτισμό και τον εθνικισμό.
Με βάση όλα αυτά, πυρήνας της επαναστατικής τακτικής στις σημερινές συνθήκες είναι η πάλη για ψωμί – δουλειά – ειρήνη – ελευθερία της εποχής μας, για την αντικαπιταλιστική ανατροπή της κλιμακούμενης αντεργατικής, πολεμικής και αντιδραστικής εκστρατείας του κεφαλαίου που έχει στόχο την αντιλαϊκή ανασυγκρότηση του συστήματος. Με στόχο τη συγκρότηση του επαναστατικού υποκειμένου και την προσέγγιση της επανάστασης».
Για ένα σύγχρονο πρόγραμμα και κόμμα κομμουνιστικής απελευθέρωσης
Το 4ο Συνέδριο του ΝΑΡ ανέδειξε ως κρίσιμο στόχο «τη συγκρότηση σε ανώτερο επίπεδο της πρωτοπορίας, σε όλα τα επίπεδα (κόμμα, μέτωπο, αριστερή πτέρυγα του κινήματος) και πρώτα και κύρια στο στρατηγικό πεδίο, ενός σύγχρονου προγράμματος και κόμματος κομμουνιστικής απελευθέρωσης, μιας νέας κομμουνιστικής Αριστεράς. ‘Όχι μόνο γιατί αποτελεί βασική αδυναμία –όλο το προηγούμενο διάστημα– το έλλειμμα συνολικής κομμουνιστικής στρατηγικής απάντησης στον καπιταλισμό, αλλά γιατί ειδικά στις σημερινές συνθήκες είναι ο κρίκος για το τράβηγμα όλης της αλυσίδας των πρωτοβουλιών μας, όχι μόνο στο επίπεδο της κομματικής συγκρότησης, αλλά και σε εκείνο της μετωπικής συσπείρωσης δυνάμεων και της αντεπίθεσης του κινήματος.
Το σύγχρονο κόμμα κομμουνιστικής απελευθέρωσης που επιδιώκουμε να οικοδομήσουμε θα έχει ως βασικά του στοιχεία:
- Ως στρατηγικό σκοπό τον κομμουνισμό ως αναγκαιότητα, δυνατότητα και τάση στον σύγχρονο καπιταλισμό, που ‘’καταργεί την υπάρχουσα τάξη πραγμάτων’’ και την εργατική αντικαπιταλιστική επανάσταση με κομμουνιστικό περιεχόμενο ως το δρόμο για αυτόν.
- Την ανάλυση του σύγχρονου καπιταλισμού στη βάση της δημιουργικής ανάπτυξης του μαρξισμού.
- Την επαναστατική τακτική και αποφασιστική συνεισφορά στην ανατροπή της σαρωτικής εκστρατείας του κεφαλαίου των κυβερνήσεων και των υπερεθνικών θεσμών (ΕΕ, ΔΝΤ), με στόχο την προσέγγιση της επανάστασης.
- Κοινωνική βάση τη σύγχρονη πολυσύνθετη εργατική τάξη, Ελλήνων και μεταναστών, και ιδιαίτερη συμβολή σε ένα νέο εργατικό κίνημα για την ανατροπή και τη χειραφέτηση.
- Αντίληψη συμβολής στην οικοδόμηση του συνολικού επαναστατικού υποκειμένου, του Αντικαπιταλιστικού Εργατικού Μετώπου.
- Οργανωτική αρχή την εργατική δημοκρατία, που συμπυκνώνεται στην ελεύθερη συζήτηση στις γραμμές μας με την επιδίωξη της σύνθεσης και τη δημοκρατική ενότητα δράσης, με βάση την αρχή της πλειοψηφίας, η οποία αποτελεί προϋπόθεση όχι μόνο της αποτελεσματικότητας στη δράση, αλλά και της ίδιας της δημοκρατίας».
«Η πρότασή μας έχει στοιχεία προγραμματικά και πολιτικά, και δεν αποτελεί μια τυπική οργανωτική προσπάθεια συγκόλλησης όσων αναφέρονται γενικά και αφηρημένα σε κάποιον κομμουνιστικό προσανατολισμό», υπογραμμίζεται στην Απόφαση, θέτοντας συγκεκριμένο πλαίσιο για την πρωτοβουλία συγκρότησης και συσπείρωσης δυνάμεων. Ταυτόχρονα, σημειώνει πως η διαδικασία αυτή «όχι μόνο δεν αντιστρατεύεται, απεναντίας θα ενισχύσει την ενεργητική μας παρέμβαση στον ευρύτερο διάλογο με την αντικαπιταλιστική και κομμουνιστική Αριστερά, επιδιώκοντας παραπέρα θετικές διαφοροποιήσεις αλλά και αναβάθμιση των δικών μας απαντήσεων».
Υπάρχουν δυνάμεις «για ένα σταθερό βήμα στην κατεύθυνση του κομμουνιστικού κόμματος που απαιτεί η εποχή μας, σε μια νέα ανώτερη κομμουνιστική οργάνωση, κι ακόμη περισσότερες θα αναδειχθούν στην πορεία. Υπάρχει ένα δυναμικό αγωνιστών που δίνει με διάφορους τρόπους το παρών στην υπόθεση αυτή, που συμμετέχει στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ ή είναι και έξω από αυτή. Η μεγάλη μας δύναμη βρίσκεται στη σύγχρονη εργατική τάξη, στη νέα βάρδια, στη νεολαία, στη μαρξιστική διανόηση, σε αυτό που υπάρχει, αλλά πολύ περισσότερο σε αυτό που μπορεί να δημιουργηθεί και να μετασχηματιστεί». Με επίγνωση πως «η συγκρότηση κόμματος σημαίνει οργάνωση και συσπείρωση ενός σημαντικού τμήματος της αγωνιζόμενης εργατικής τάξης και του λαού. Πρόκειται για μια σύνθετη διαδικασία που θα καθοριστεί και από την ταξική πάλη, από τη συνειδητή προσπάθειά μας να αποκτήσουμε προσβάσεις στην εργατική τάξη, από την συνολική ανάπτυξη της πολιτικοθεωρητικής μας παρέμβασης».
Πώς προχωράει η διαδικασία από δω και πέρα:
- Το 4ο συνέδριο του ΝΑΡ για την Κομμουνιστική Απελευθέρωση απευθύνει ανοικτή πρόσκληση διαλόγου και συσπείρωσης για το πρόγραμμα και το κόμμα της κομμουνιστικής απελευθέρωσης στην εποχή μας και καταθέτει σε αυτή τη διαδικασία ως βάση συζήτησης και αρχικής συσπείρωσης το αντίστοιχο κεφάλαιο των Θέσεων και την Πρόταση Προγραμματικής Διακήρυξης. Ζητούμενο είναι η αποφασιστική συμβολή της οργάνωσή μας μαζί με άλλους/ες κομμουνιστές/ριες και όχι απλώς η δική μας μετεξέλιξη.
- Ενεργοποιούμαστε αποφασιστικά για τη δημιουργία σε πανελλαδικό επίπεδο και σε όσο το δυνατόν περισσότερους κλάδους, γειτονιές και πόλεις, επιτροπών πρωτοβουλίας από αγωνιστές που θέλουν να συμβάλουν σε ένα νέο κομμουνιστικό πρόγραμμα και κόμμα, σε μια νέα κομμουνιστική Αριστερά.
- Καλούμε σε δημιουργία κεντρικής Πρωτοβουλίας συντονισμού και οργάνωσης του διαλόγου, σε παναττικό και πανελλαδικό επίπεδο, με τη συμμετοχή οργανώσεων, ομάδων, κινήσεων, πρωτοβουλιών βάσης, αγωνιστών του εργατικού-λαϊκού-νεολαιίστικου κινήματος και της μαχόμενης κομμουνιστικής Αριστεράς, διανοουμένων, που εμπνέονται από τον στόχο αυτό.
- Οι επιτροπές πρωτοβουλίας βάσης και η κεντρική πρωτοβουλία θα συντονιστούν και θα οργανώσουν από κοινού τα επόμενα βήματα συγκέντρωσης δυνάμεων και διαλόγου για το νέο φορέα, για μια πανελλαδική συνάντηση που θα καθορίσει και την πορεία προς το ιδρυτικό συνέδριο της νέας κομμουνιστικής οργάνωσης.
- Δημιουργία μιας διεθνούς ψηφιακής πλατφόρμας διαλόγου για να φέρει σε επαφή την προσπάθεια για ένα πρόγραμμα και κόμμα κομμουνιστικής απελευθέρωσης, τα πρωτοπόρα τμήματα του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος.
- Αναβάθμιση με ουσιαστική συζήτηση εσωοργανωτικά και αντίστοιχη πανελλαδική συνδιάσκεψη την Πρόταση Προγραμματικής Διακήρυξης, σε αλληλεπίδραση με το δυναμικό που συμπορεύεται για τη νέα οργάνωση, ως ουσιαστική συμβολή στη διαδικασία.
- Η πορεία της πρωτοβουλίας για το σύγχρονο πρόγραμμα και κόμμα της κομμουνιστικής απελευθέρωσης θα διαμορφώνονται με την παρέμβαση, στήριξη και αλληλεπίδραση της οργάνωσης, θα αποφασίζονται συλλογικά τα ώριμα και αναγκαία κάθε φορά βήματα μέσα από διαδικασίες Πανελλαδικού Σώματος.
Και βέβαια, το ΝΑΡ θα έχει τη δική του συμβολή επιχειρώντας «τη δική του μεγάλη τομή, τον βαθύτερο και ολόπλευρο κομμουνιστικό μετασχηματισμό του».
Μάχη κατά της κυβέρνησης, συσπείρωση της αντικαπιταλιστικής, αντιΕΕ, ανατρεπτικής Αριστεράς
Ο ΡΟΛΟΣ ΤΗΣ ΑΝΤΑΡΣΥΑ
«Μετά από 7,5 χρόνια ευρωμνημονίων, γίνεται όλο και πιο καθαρό πως η μνημονιακή λαίλαπα δεν είναι μια έκτακτη επιδρομή, επιβαλλόμενη κυρίως απ’ έξω, αλλά μια μεγάλη αντιδραστική καπιταλιστική ανασυγκρότηση, που προωθείται από το μαύρο μέτωπο διεθνούς και ελληνικού κεφαλαίου, με καθοριστικό τον ρόλο των πολυεθνικών, της ΕΕ, του ΔΝΤ, των ΗΠΑ. Μια ανασυγκρότηση η οποία εντάσσει την Ελλάδα στην καρδιά του ολοκληρωτικού καπιταλισμού της εποχής μας. Η μνημονιακή καπιταλιστική βαρβαρότητα και η επιτροπεία επιβάλλονται ως καθεστώς, για να γίνουν η νέα κανονικότητα του καπιταλισμού. Για αυτόν τον λόγο δεν μπορεί να υπάρχει νικηφόρα αντιμνημονιακή πάλη αν δεν είναι εργατική, αντι-ΕΕ και αντικαπιταλιστική και δεν μπορεί η εργατική πολιτική να μην παλεύει για το ξήλωμα της μνημονιακής καταιγίδας», τονίζεται χαρακτηριστικά στην Απόφαση.
Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ είναι «κυβέρνηση αστική, προώθησης, κλιμάκωσης, εμπέδωσης και ιδιότυπης-επικίνδυνης δικαιολόγησης των αντιδραστικών αντεργατικών αναδιαρθρώσεων (μνημονιακών και άλλων), εχθρική προς τον λαό και το μαζικό κίνημα. Δεν έχει καμία σχέση με την Αριστερά. Συνεχίζει και βαθαίνει την αντεργατική επίθεση στα χνάρια όλων των προηγούμενων κυβερνήσεων (ΝΔ, ΠΑΣΟΚ). Έχει πάρει το «χρίσμα» από ΕΕ και ΗΠΑ, ντόπιο και ξένο κεφάλαιο ως η κυβέρνηση που μπορεί να περάσει τα αντιλαϊκά μέτρα. Εκφράζει τη ‘’συνέχεια του κράτους’’, ειδικά στους κατασταλτικούς μηχανισμούς», σημειώνεται, ενώ υπάρχει η εκτίμηση πως «η μετατροπή του ΣΥΡΙΖΑ σε συστημικό κόμμα είναι ανεπίστρεπτη».
«Γι’ αυτό έχει μεγάλη σημασία να βαθύνει η αντιπαράθεση με την κυβέρνηση, και όλη τη λογική ΣΥΡΙΖΑ, για την ανατροπή της πολιτικής και της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ και κάθε κυβέρνησης που υλοποιεί την ίδια πολιτική. Για τη ρήξη με τις κομματικές και συνδικαλιστικές του εκφράσεις, επιδιώκοντας αλλά σταθερά την επικοινωνία και το τράβηγμα στον αγώνα του κόσμου που ήλπισε στον ΣΥΡΙΖΑ. Για τη βαθύτερη διαφοροποίηση, τακτική και στρατηγική, από τη ρεφορμιστική και διαχειριστική λογική, που τροφοδότησε την άνοδο του ΣΥΡΙΖΑ», υπογραμμίζεται.
Με βάση όλες τις εξελίξεις, η Απόφαση τονίζει πως «στις σημερινές συνθήκες δυναμώνει η αναγκαιότητα αλλά και η αναζήτηση για μια άλλη, μια μαχόμενη, μια ανατρεπτική Αριστερά. Απαιτείται μια αντικαπιταλιστική, αντι-ΕΕ, αντιδιαχειριστική, βαθιά αντικυβερνητική Αριστερά, που θα μπορεί να εμπνεύσει νικηφόρες μάχες στο σήμερα και να ανοίξει δρόμους αντικαπιταλιστικής ανατροπής. Το ΝΑΡ και η ΑΝΤΑΡΣΥΑ πρέπει να πάρουν πρωτοβουλίες για μια μάχιμη συνάντηση δυνάμεων και αγωνιστών. Σήμερα εκτιμούμε πως υπάρχουν μεγαλύτερες δυνατότητες και η πρόταση πολιτικής συνεργασίας της ΑΝΤΑΡΣΥΑ μπορεί να λειτουργήσει θετικά».
Πολιτική επιδίωξη αποτελεί η οικοδόμηση του πόλου της αντικαπιταλιστικής και επαναστατικής Αριστεράς, με ζήτημα κρίκο σε αυτή την πορεία «την ανασυγκρότηση και το μετασχηματισμό της ΑΝΤΑΡΣΥΑ σε ενιαίο αντικαπιταλιστικό πολιτικό μέτωπο με επαναστατική κατεύθυνση και κομμουνιστική ηγεμονία». Για να μπορεί να «υποδεχθεί» νέες δυνάμεις η ΑΝΤΑΡΣΥΑ πρέπει να αλλάξει ριζικά, καθώς η σημερινή της κατάσταση δεν εμπνέει.
Στην πορεία προς την 4η Συνδιάσκεψη της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, «φιλοδοξούμε να συμβάλουμε στην ενωτική και δημοκρατική ανασυγκρότηση και τον μετασχηματισμό της, με βάση ένα σχέδιο αντικαπιταλιστικής ανατροπής», και κατατίθεται η πρόταση να απευθύνει η ΑΝΤΑΡΣΥΑ, ενόψει και της 4ης Συνδιάσκεψης ανοικτή πρόσκληση για ένταξη στο μέτωπο νέων αγωνιστών και πολιτικών δυνάμεων.
«Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ μπορεί να γίνει καταλύτης μιας ευρύτερης συσπείρωσης των αντικαπιταλιστικών, αντιιμπεριαλιστικών, αντι-ΕΕ, ανατρεπτικών δυνάμεων, με κρίκους το θέμα της ΕΕ, την προτεραιότητα των εργατικών λαϊκών δικαιωμάτων, ενάντια σε ευρωμνημόνια – κεφάλαιο – ιμπεριαλισμό – πόλεμο, ενάντια στη διαχείριση του συστήματος, με σαφή αντικυβερνητική στάση. Επιδιώκουμε την συνεργασία με πολιτική εκείνες τις δυνάμεις που τείνουν να υπερβούν το όριο της διαχειριστικής λογικής και κινούνται σε αντικαπιταλιστική κατεύθυνση, διαχωριζόμενες με σαφήνεια από τις δυνάμεις που τείνουν να το αναπαράγουν, περιοριζόμενες σε μια νεο-διαχειριστική, νεο-συριζαίικη λογική», τονίζεται στην Απόφαση, σημειώνοντας απ΄ αυτή τη σκοπιά πως «με βάση τις διατυπωμένες θέσεις των ΚΚΕ και ΛΑΕ εκτιμάμε ότι δεν υπάρχει προγραμματική βάση και προϋποθέσεις για εφ’ όλης της ύλης πολιτική συνεργασία» (άρα ούτε και για εκλογική), αλλά «επιδιώκουμε με επιμονή την υπεραναγκαία και πολύτιμη κοινή δράση μέσα στο μαζικό κίνημα και τον πολιτικό συντονισμό σε κρίσιμα μέτωπα της ταξικής πάλης».
Γιατί, «μεγάλο ζητούμενο το επόμενο διάστημα είναι η εκδήλωση αγώνων και η συμβολή στη δημιουργία, με την πείρα των ίδιων των αγωνιζομένων, ενός συνολικού ενωτικού πολιτικού εργατικού λαϊκού νεολαιίστικου κινήματος ρήξης και ανατροπής, που θα αντιπαλέψει την σαρωτική εκστρατεία του κεφαλαίου, θα αποκρούσει κρίσιμες πλευρές, θα κατακτήσει ρωγμές και θα διαμορφωθεί σε ένα αντίπαλο δέος και παράγοντα ανατροπής» και σε αυτό η Απόφαση στέκεται συγκεκριμένα.