Αστική βία με αναρχικό μανδύα
ΜΠΑΜΠΗΣ ΣΥΡΙΟΠΟΥΛΟΣ
Τα γεγονότα είναι λίγο-πολύ γνωστά. Μία ομάδα από περίπου 30 «άτομα ελευθεριακά, αναρχικά ή γενικώς εξεγερμένα», σύμφωνα με τη δική τους ανακοίνωση, κατέλαβαν το Πολυτεχνείο την Τετάρτη 15 Νοέμβρη για να σπάσουν «την καπηλεία της εξέγερσης» και να ακυρώσουν «το πανηγύρι των κομματικών οργανώσεων», όπως οι ίδιοι είπαν. Εμπόδισαν την είσοδο σε συλλόγους, σωματεία και πολιτικές οργανώσεις χρησιμοποιώντας πέτρες. Κοινή ανακοίνωση οργανώσεων και νεολαιών της ευρύτερης Αριστεράς καταδίκασε αυτή την ενέργεια και διακήρυξε την ανάγκη να διασφαλιστεί η «πρόσβαση για το λαό, τη νεολαία και τους μαζικούς φορείς» στον ιστορικό χώρο του Πολυτεχνείου. Αυτή η «περίεργη» κατάληψη –όχι ενάντια στην κυβέρνηση, το κράτος και την εργοδοσία αλλά ενάντια στο κίνημα και τις αγωνιζόμενες πολιτικές συλλογικότητες– απομονώθηκε αποφασιστικά από τον κόσμο του αγώνα αλλά και από συλλογικότητες του αντιεξουσιαστικού χώρου. Τελικά την Πέμπτη διαδηλωτές, μετά από κάλεσμα της Ταξικής Αντεπίθεσης (ομάδας αναρχικών και κομμουνιστών), μπήκαν στο Πολυτεχνείο και η προβοκάτσια έληξε. Λίγο αργότερα μπήκε και η δεύτερη διαδήλωση από φοιτητικούς συλλόγους και την ΑΝΤΑΡΣΥΑ και οι εκδηλώσεις για την επέτειο ξεκίνησαν.
Η «κατάληψη» αυτή ενάντια στο κίνημα επαναφέρει το ζήτημα της αστικής βίας, τόσο στη μορφή όσο και στο περιεχόμενο. Η τελευταία είναι βία μιας μειοψηφίας που με την τεχνική υπεροπλία και με την προθυμία της να φτάσει στα άκρα επιβάλλεται στην πλειοψηφία, αυτή είναι η αντεπαναστατική βία του αστικού κράτους και των μηχανισμών καταστολής του, αυτή είναι και η βία των δεκάδων «εξεγερμένων ατόμων» (οπλισμένων με πέτρες, μολότοφ και μαχαίρια) ενάντια στους εκατοντάδες και χιλιάδες αγωνιστές του λαϊκού και εργατικού κινήματος. Αντίθετα η λαϊκή και επαναστατική αντιβία είναι μαζική, εκφράζει την εργαζόμενη πλειοψηφία και αντιμετωπίζει την εκμεταλλευτική μειοψηφία και τους μηχανισμούς καταστολής της.
Βλέποντας όμως και το περιεχόμενο της πραξικοπηματικής «κατάληψης» είναι φανερές οι ομοιότητες με τη σημερινή αστική γραμμή. «Έξω τα κόμματα από το Πολυτεχνείο» κραυγάζουν οι «εξεγερμένοι», έξω τα κόμματα από τα Πανεπιστήμια κραυγάζει εδώ και χρόνια το μαύρο μέτωπο κυβερνήσεων, ΜΜΕ και πολλών πρυτάνεων, καθώς οι φοιτητικές παρατάξεις φταίνε για την κατάντια των σχολών και την «ανομία» εντός των κτιρίων τους. Τα κόμματα και οι συνδικαλιστές με τις παράλογες απαιτήσεις τους φταίνε για τα μνημόνια σύμφωνα με την κυρίαρχη ιδεολογία των ημερών μας, αυτοί παρεμποδίζουν την ανάπτυξη και φέρνουν την ανεργία. Ακόμα και η ιδιωτικοποίηση των τραπεζών (με δημόσιο χρήμα βέβαια) δικαιολογήθηκε στο όνομα της καταπολέμησης της κομματοκρατίας. Για το σημερινό καπιταλισμό οι κομματικές διαμεσολαβήσεις αντιμετωπίζονται ως βαρίδια, οι επιχειρηματικές ενώσεις και θεσμοί, τα πάσης φύσεως επιμελητήρια, οι τεχνοκράτες και οι «επιτροπές σοφών» πρέπει να αποφασίζουν χωρίς να υπολογίζουν το πολιτικό κόστος -έξω τα κόμματα, μέσα οι δυνάμεις της αγοράς ακούγεται από παντού. «Ο αποκλεισμός των κομμάτων και των πολιτικών οργανώσεων της αριστεράς σήμαινε λύτρωση της εξέγερσης από την εξουσία , την ιεραρχία και την καθοδήγηση» δήλωσαν οι «εξεγερμένοι» μετά το άνοιγμα του Πολυτεχνείου στο λαό. Μα το κεφάλαιο σήμερα χρειάζεται πολύ λιγότερο τα κόμματα της ρεφορμιστικής αριστεράς για να διασφαλίζει την ιδεολογική του ηγεμονία στους εκμεταλλευόμενους.
Το κυρίαρχο δόγμα του ολοκληρωτικού καπιταλισμού είναι ο σύγχρονος κανιβαλικός ατομικισμός που απορρίπτει κάθε εξουσία, «ιεραρχία και καθοδήγηση» εκτός από αυτή του κέρδους, του ατομικού συμφέροντος και της αγοράς. Τι χρειάζονται τα κόμματα όταν υπάρχουν οι Κυριακές με ανοιχτά μαγαζιά, οι λευκές νύχτες και οι μαύρες Παρασκευές; Το «εξεγερμένο άτομο» είναι η αντανάκλαση στον «κάτω κόσμο» του εγωιστικού ατόμου που διεκδικεί πάση θυσία την ατομική του ευημερία ενάντια σε κάθε συλλογικότητα, του ατόμου που κατασκευάζει μαζικά ο νεοφιλελευθερισμός. Αντίθετα αυτό που έχει ανάγκη όσο ποτέ άλλοτε η σύγχρονη εργατική τάξη με όλη της την πολυμορφία είναι πολιτικοί στόχοι, προγράμματα, οργανώσεις και κόμματα για να αντιστραφεί ο σημερινός κοινωνικός συσχετισμός. Αυτές ακριβώς τις οργανώσεις, «την ιεραρχία και καθοδήγηση» πολεμούν ταυτόχρονα το κεφάλαιο και οι «εξεγερμένοι» αυτού του είδους.
Συγκεκριμένα όσον αφορά τις εκδηλώσεις για την επέτειο της 17 Νοέμβρη και τη διαδήλωση στην πρεσβεία των ΗΠΑ, τα αστικά ΜΜΕ και οι κυβερνήσεις εδώ και χρόνια θέλουν να καταργηθεί αυτή η «παραφωνία» και ότι συμβολίζει, να απομακρύνουν το λαό από το Πολυτεχνείο, να σβήσουν τη μνήμη από τους παλιότερους και τη γνώση από τους νεότερους. Τέτοιες πρακτικές αστικής βίας από όπου κι αν προέρχονται εξυπηρετούν αναπόφευκτα αυτόν το σκοπό. Αυτό όμως δεν αφορά μόνο τη 17 Νοέμβρη αλλά και τις υπόλοιπες μέρες του χρόνου. Πόσο βοήθησαν το πέρασμα των μνημονίων οι νεκροί της MARFIN στις 5 Μάη του 2010; Το τελευταίο κρούσμα είναι ο τραυματισμός της Νατάσας Τσουκαλά, μέλους της «Πρωτοβουλίας για τη δικαίωση των αγωνιζόμενων καθαριστριών» και μάρτυρα κατηγορίας κατά αστυνομικού των ΥΜΕΤ για τραυματισμό καθαριστριών στις 10 Ιούλη 2014. Αυτή η ενέργεια «συμπλήρωσε» το βάρβαρο και αναίτιο χτύπημα των διαδηλωτών που επέστρεφαν από την πορεία της 17 Νοέμβρη στη λεωφόρο Αλεξάνδρας. Τμήμα του αναρχικού χώρου αν δεν υιοθετεί, καλύπτει και ανέχεται τέτοιες ενέργειες, θεωρώντας τα θύματα παράπλευρες απώλειες της εξεγερτικής βίας. Η ρίζα του προβλήματος είναι η υιοθέτηση της λογικής της βίας στο όνομα των καταπιεζόμενων, αλλά μακριά από, και χωρίς αυτούς. Αυτή η βία δεν μπορεί -όσο εύστοχη κι αν είναι (όπως στην περίπτωση του «Ρουβίκωνα»)- παρά να είναι ελιτίστικη, «εργολαβική» και να λειτουργεί ως συμπλήρωμα της παθητικότητας της εργαζόμενης πλειοψηφίας.
Σημαντικές οργανώσεις του αντιεξουσιαστικού χώρου καταδίκασαν την πραξικοπηματική «κατάληψη» του Πολυτεχνείου. Η Αντιεξουσιαστική Κίνηση μίλησε για «το θράσος που έχουν ορισμένοι να μονοπωλούν ένα δημόσιο χώρο και να τον αξιοποιούν ως ιδιοκτησία τους απαγορεύοντας ουσιαστικά τη διακίνηση ιδεών και λόγου». Η Αναρχοσυνδικαλιστική Πρωτοβουλία Ροσινάντε κάνει λόγο για «πορτιέρηδες» τονίζοντας την ανάγκη για «ενίσχυση κάθε διαδικασίας που μπορεί να συντελέσει στην κοινωνική αντεπίθεση» και καλεί «για ένα μαζικό κοινωνικό κίνημα που θα παλέψει ενάντια στο κεφάλαιο, το φασισμό, την καταστολή». Η Ταξική Αντεπίθεση που πήρε και την πρωτοβουλία για τη διαδήλωση της Πέμπτης που άνοιξε το Πολυτεχνείο μίλησε για «μια κίνηση με ξεκάθαρα επιθετικά χαρακτηριστικά απέναντι στο κίνημα και την αγωνιζόμενη κοινωνία, μια εξουσιαστική πράξη επιβολής απέναντι σε οποιονδήποτε και οποιαδήποτε δεν ταίριαζε στο γούστο και στην αισθητική των καταληψιών». Στην ίδια ανακοίνωση έκανε λόγο για «τον υπονομευτικό και προβοκατόρικο ρόλο των δυνάμεων εκείνων που περιφρονούν τις κατακτήσεις και τα δικαιώματα της εργατικής τάξης παρασιτώντας σε βάρος τους «συμβάλλοντας έτσι στην απονοηματοδότηση και στην περιστολή τους». Ιδιαίτερη εντύπωση έκανε το άρθρο του εντύπου «Πλατφόρμα» με τίτλο «Καληνύχτα Αναρχία». Το άρθρο ξεκινώντας με την απόφαση για αναστολή της έκδοσης του εντύπου απορρίπτει σημερινές εκδοχές του αντιεξουσιαστικού χώρου που κινούνται «σε ένα πλαίσιο εναλλακτισμού», «γύρω γύρω από ένα δέντρο, πίσω από κανένα άσυλο, πάνω σε κανένα ποδήλατο, πλάι σε αντισεξισμούς με χορηγό την αμερικανική πρεσβεία, ενάντια σε ανεμόμυλους κρεοπωλεία[…] με ξυλοφόρτωμα διαφωνούντων, φωτοβολίδες σε περαστικούς, ΙΧ εξεγέρσεις[…]».
Καλούν τους αναρχικούς αγωνιστές «να αφοσιωθούν ξεκάθαρα στον ελευθεριακό σοσιαλισμό, με πρόταγμα αγώνα, μια θεσμοποιημένη και υπεύθυνη μορφή κοινωνικής οργάνωσης, που θα αντιπροτείνει ρεαλιστικές λύσεις με βάση την ταχύτατη εξέλιξη των σύγχρονων απαιτήσεων και αναγκών, στο σήμερα, στο αύριο». Η απομόνωση και η αντιπαράθεση με τις πρακτικές αστικής, αντικινηματικής, αντικομμουνιστικής βίας που προέρχονται από ομάδες του αναρχικού χώρου δεν αποκλείει, ίσα ίσα συμβαδίζει με την κοινή δράση, όπου είναι δυνατή, με το ρεύμα εκείνο του αναρχικού ή αναρχοκομμουνιστικού χώρου που προτάσσει τη μαζική εργατική και λαϊκή πάλη, τη λογική του «οργανωμένου λαού», την προβολή κεντρικών πολιτικών στόχων στο σήμερα, με το ρεύμα που απορρίπτει την «αντιεξουσιαστική» μεταρρύθμιση στο εσωτερικό του σημερινού καπιταλισμού