ΔΕΣΠΟΙΝΑ ΚΟΥΤΣΟΥΜΠΑ
Μετά από μια εβδομάδα στην εντατική, η Νατάσα Τσουκαλά βρίσκεται εκτός κινδύνου. Από δω και πέρα αρχίζει ο Γολγοθάς των διαδοχικών επεμβάσεων αποκατάστασης που θα χρειαστούν για να μπορέσει να ξαναπερπατήσει. Τίποτα από όλα αυτά δεν ήταν δεδομένο την περασμένη Παρασκευή το βράδυ, όταν η εγκληματολόγος διακομίστηκε στον Ευαγγελισμό, χτυπημένη στο γόνατο από ναυτική φωτοβολίδα που εκτοξεύτηκε από αυτοσχέδιο πυροκροτητή. Η Νατάσα βρισκόταν μαζί με τους φωτορεπόρτερ που κάλυπταν τον «πόλεμο» ΜΑΤ-κουκουλοφόρων στα στενά των Εξαρχείων το βράδυ της 17ης Νοέμβρη. Η συγκεκριμένη ναυτική φωτοβολίδα είχε στόχο τη διμοιρία των ΜΑΤ που βρισκόταν εκεί, όμως λίγο αργότερα, στη Σολωμού, έπεσε άλλη μία ναυτική φωτοβολίδα που στόχευε ευθέως τους φωτορεπόρτερ. Άλλες παρόμοιες φωτοβολίδες κατέληξαν στα στενά ή σε μπαλκόνια πολυκατοικιών — μάλλον από καθαρή τύχη δεν υπήρξε κάποια πυρκαγιά ή άλλος τραυματίας.
Το ίδιο βράδυ, μετά το τέλος της πορείας του Πολυτεχνείου, εκτυλίχθηκε μια άνευ προηγουμένου επίθεση των διμοιριών των ΜΑΤ, που ξεκίνησε από την λεωφόρο Αλεξάνδρας, αλλά συνεχίστηκε και κορυφώθηκε πέριξ της πλατείας Εξαρχείων. Το αποτέλεσμα ήταν δεκάδες τραυματίες, πολλοί από τους οποίους βρέθηκαν το ίδιο βράδυ επίσης στα επείγοντα του Ευαγγελισμού, δεκάδες προσαγωγές και συλλήψεις, μια μισοκατεστραμμένη γειτονιά. Είναι άσχετα τα παραπάνω γεγονότα μεταξύ τους; Δυστυχώς, κανένας δεν μπορεί να ισχυριστεί με αξιώσεις ότι ο «πόλεμος» –όπως τον ονομάζουν οι ίδιοι οι συμμετέχοντες σε αυτόν– που έλαβε χώρα στα Εξάρχεια το βράδυ της 17ης Νοέμβρη, ήταν το αποτέλεσμα της αστυνομικής επίθεσης στην Αλεξάνδρας. Είναι πολλά τα γεγονότα που συντείνουν σε αυτό. Πάει πάνω από χρόνος που ο κλεφτοπόλεμος με τις διμοιρίες είναι το «έθιμο» συγκεκριμένων ομάδων για κάθε Παρασκευή και Σάββατο βράδυ. Στο όνομα της «εξέγερσης» πάντα. Πεσίματα που γίνονται μέρα μεσημέρι, π.χ. στο αστυνομικό τμήμα της Καλλιδρομίου, είχαν ως αποτέλεσμα να την πληρώσουν εργαζόμενοι στη λαϊκή αγορά.
Η κατάληψη του Πολυτεχνείου από αυτούς που αυτοαναγορεύτηκαν μοναδικοί εκπρόσωποι της εξέγερσης του Νοέμβρη, με διακηρυγμένο στόχο να μην «καπηλευτούν» τον χώρο «τα κόμματα», ήταν άλλο ένα δείγμα στην ίδια κατεύθυνση. Μέσα από τα κάγκελα του Πολυτεχνείου επιδείκνυαν απειλητικά τις μολότοφ όχι απέναντι στα ΜΑΤ, αλλά απέναντι στους φοιτητές της Αριστεράς. Άλλωστε είχαν προηγηθεί επιθέσεις σε φοιτητικά στέκια, πάρτι φοιτητικών σχημάτων, η δολοφονική επίθεση την ημέρα των περσινών φοιτητικών εκλογών. Τελικά όλα αυτά όχι μόνο δεν είναι εχθρικά με τον σχεδιασμό της αστυνομίας και του κράτους, αλλά αντικειμενικά αποτελούν αναντικατάστατο συμπλήρωμά του!
Το κίνημα του Δεκέμβρη 2008 κληροδότησε πολλές αντιφάσεις. Μία από αυτές ήταν η αυτονόμηση της βίας ως μορφής «πάλης» — στην πραγματικότητα ως επιτέλεση και εικονοποίηση της εξεγερτικής διαδικασίας. Μοιάζει να υπάρχει μια πρωτόλεια «λογική» τύπου: η εξέγερση θα είναι βίαιη, άρα όσο πιο βίαιη είναι μια ενέργεια, τόσο πιο εξεγερτική είναι. Ακόμη κι αν πρόκειται για βία ατομική ή μικρών ομάδων που δρουν περισσότερο ως συμμορίες. Ακόμη κι αν η βία αυτή στρέφεται κατά πάντων.
Η κοινωνική βία που παράγουν οι αστικές πολιτικές στα χρόνια του μνημονίου και η συνακόλουθη ένταση της αστυνομικής βίας ειδικά τα τελευταία εφτά χρόνια, αποτελούν το έδαφος στο οποίο ανθεί η αυτονόμηση της βίας και η αποθέωση μορφών ατομικής βίας και «ανταρτοπολέμου» με την αστυνομία. Τέτοιες πρακτικές, άλλωστε, ασκούν ιδιαίτερη έλξη ειδικά σε τμήματα νεολαίας που ριζοσπαστικοποιούνται απουσία σταθερού πολιτικού υπόβαθρου — πόσο μάλλον σε μια εποχή που στο δημόσιο λόγο, ούτε καν η αριστερά από τη δεξιά δεν ξεχωρίζει.
Η συνθήκη ήττας του κινήματος που διαμορφώθηκε μετά την εμπέδωση της μνημονιακής στροφής του ΣΥΡΙΖΑ, δημιουργεί το ασφυκτικό πλαίσιο μέσα στο οποίο αναπτύσσονται όλο και περισσότερες μηδενιστικές λογικές. Κάποιες από αυτές βλέπουν με μανιχαϊσμό την ταξική πάλη, αντικαθιστούν τον ταξικό πόλεμο με τον «πόλεμο» με τις δυνάμεις καταστολής, που στα μάτια τους προσωποποιούν τη δύναμη του κράτους.
Μετά από όλα αυτά, εύκολα τα Εξάρχεια ονομάζονται «εμπόλεμη ζώνη», οι τραυματίες από τη δική μας μεριά «παράπλευρες απώλειες», η εξέγερση ταυτίζεται με την ατομική βία, με καθαρά μικροαστικά και συνάμα αντικοινωνικά χαρακτηριστικά. Δεν είναι η πρώτη φορά, τείνει όμως να γίνει η πιο σοβαρή. Ο κάθετος διαχωρισμός και η απομόνωση τέτοιων πρακτικών, που συγχέουν τον ταξικό πόλεμο με το παιχνίδι κλέφτες και αστυνόμοι ή με τη μάτσο κουλτούρα της επιβολής του πιο ισχυρού επιχειρησιακά, είναι πλέον ζωτική ανάγκη για κάθε ζωντανή δύναμη της Αριστεράς, της αυτονομίας και του αναρχικού χώρου