ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΓΡΗΓΟΡΟΠΟΥΛΟΣ
Τα περί ταξικής αναδιανομής του ΣΥΡΙΖΑ θα είχαν βάση, αν είχαν τα «κότσια» να μεταφέρουν εισοδήματα
από την αστική τάξη στα φτωχοποιημένα εργατολαϊκά στρώματα. Αντίθετα, η πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ έχει άλλο
ταξικό πρόσημο: Κατακρεουργεί τα μεσαία στρώματα, την εργατική τάξη και τους συνταξιούχους
και αφήνει στο απυρόβλητο το κεφάλαιο.
Η υπερφορολόγηση των μεσαίων στρωμάτων προβάλλεται και από την κυβέρνηση και τη ΝΔ, εμφανίζοντάς τους ως το εξιλαστήριο θύμα στο βωμό της υπερφορολόγησης, για να καλυφθούν οι μνημονιακοί στόχοι για τα εξοντωτικά πλεονάσματα. Η τοποθέτησή τους όμως εμφανίζεται να γίνεται από διαφορετική ταξική σκοπιά. Οι οικονομικοί υπουργοί στη συζήτηση στη Βουλή για τον προϋπολογισμό παραδέχτηκαν ότι άδικα υπερφορολογούνται τα μεσαία στρώματα. Υποστήριζαν όμως ότι αυτό αποτελεί μια συνειδητή επιλογή, για να ελαφρυνθούν τα κατώτερα και κατώτατα οικονομικοκοινωνικά στρώματα, τα οποία έχουν πληγεί βαρύτερα από την κρίση και τα μνημόνια. Το επικοινωνιακό επιτελείο του ΣΥΡΙΖΑ, όσο προσεγγίζουν οι εκλογές, επιχειρεί απεγνωσμένα και με ευρηματικότητα, είναι αλήθεια, να φιλοτεχνήσει μιαν ψευδαίσθηση υπεράσπισης των πλεόν πληττόμενων λαϊκών στρωμάτων, για να διασφαλίσει μιαν αξιοπρεπή εκλογική πελατεία. Αυτή τη στόχευση υπηρετεί και η διανομή του μερίσματος σε αυτά ιδίως τα στρώματα, όπως και το κοινωνικό επίδομα αλληλεγγύης στα ακραία φτωχά στρώματα. Στην πραγματικότητα, η νεοφιλελεύθερη πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ πλήττει σκληρά τα κατώτερα και κατώτατα στρώματα, επιχειρώντας με κάποια ψιχία (επιδόματα και μποναμάδες) να διασκεδάσει κατά το δυνατόν αυτή την αλήθεια (Να σε κάψω Γιάννη, να σ’ αλείψω μέλι)…
Ήδη αυτά τα στρώματα έχουν πληγεί βαρύτατα από μειώσεις μισθών, συντάξεων, επιδομάτων, κοινωνικών δαπανών, άμεση και έμμεση (κατ’ εξοχήν αντιλαϊκή) φορολογία. Αλλά και το 2017-18 τα στρώματα αυτά θα πληγούν βαρύτατα από νέες περικοπές και φόρους: περαιτέρω μείωση του ΕΚΑΣ, συρρίκνωση του επιδόματος θέρμανσης, μείωση επιδότησης των νοσοκομείων και του υπερχρεωμένου ΕΟΠΥΥ, αύξηση ΦΠΑ στα νησιά κα.
Και μην ξεχνάμε ότι για το 2019 έχει αποφασιστεί η κατάργηση της προσωπικής διαφοράς στις συντάξεις, ενώ το 2020 το αφορολόγητο θα κατρακυλήσει στα 5.000 περίπου ευρώ, κατρακύλα που θα συνθλίψει ακόμη και ανέργους, λόγω τεκμαρτού (ανύπαρκτου όμως) εισοδήματος. Επομένως, το αφήγημα της υπερφορολόγησης των «εύπορων» μεσοστρωμάτων υπέρ της ανακούφισης των πιο φτωχών τμημάτων του πληθυσμού είναι μύθευμα της συριζαϊκής φαιάς προπαγάνδας. Τα ψιχουλάκια ούτε τα περιστέρια δεν χορταίνουν…
Οι… «προστάτες» των μικρομεσαίων
Στο απόγειο της δημοκοπίας υψώνεται και ο εταίρος του δικομματισμού, η ΝΔ, που για λόγους ψηφοθηρίας, επίσης, αυτοπροβάλλεται ως προστάτης των μεσαίων, επιχειρώντας να ανακαλέσει στη μνήμη τους «ευτυχείς στιγμές» του χτες για ορισμένα τμήματά τους. Οι αστικές δυνάμεις επιδιώκουν να εκμεταλλευτούν την πολυαριθμία και κοινωνική ισχύ των μεσαίων στρωμάτων και να θυμίσουν τα διάφορα πακέτα μετά την ένταξη στην ΕΟΚ και ιδίως στην Ευρωζώνη, τα οποία ευνοούσαν το ανώτερο τμήμα αυτών των στρωμάτων στην πόλη και το χωριό με επιδοτήσεις, μικρούς φόρους και εισφορές και ιδίως με την ευρεία φοροδιαφυγή (μαύρη οικονομία). Έτσι, αναπτύχθηκαν παραδοσιακοί δεσμοί μεταξύ αυτών των στρωμάτων και των συντηρητικών ιδίως αστικών κομμάτων. Ειδικά για τη ΝΔ από την ίδρυσή της αποτελούσαν σταθερή εκλογική πελατεία της. Οι καιροί όμως άλλαξαν. Η δυναμική προώθηση των νεοφιλελεύθερων αναδιαρθρώσεων με το όχημα των μνημονίων, που φορέας τους είναι και η ΝΔ, η εκκαθαριστική λειτουργία της κρίσης, αλλά και η αύξηση των φόρων και εισφορών έπληξε καίρια τους λεγόμενους μικρομεσαίους. Οι αριθμοί είναι εύγλωττοι. Περίπου 300 χιλιάδες μικρομεσαίες επιχειρήσεις καταστράφηκαν, ενώ η φτωχοποίηση έπληξε δεινά τους μικρομεσαίους επιχειρηματίες και αγρότες, τους ελεύθερους επαγγελματίες. Αυτή την κατάπτωση ολοκλήρωσε ο Αρμαγεδώνας του ΣΥΡΙΖΑ υψώνοντας την επιβάρυνση των μικρομεσαίων περίπου στο 70%. Και βέβαια και οι μεν και οι δε, όταν έχουν τη διακυβέρνηση, συνεχίζοντας την πολιτική της λιτότητας, των χρεολυσίων και των τερατωδών πλεονασμάτων, δεν θα απαλλάσουν τους μικρομεσαίους από τα υπέρμετρα βάρη. Εκ των πραγμάτων, λοιπόν, η ΝΔ δεν πείθει στο ρόλο του προστάτη των μικρομεσαίων…
Απ’ την άλλη , ο ΣΥΡΙΖΑ διογκώνει τεχνητά τα μεσαία στρώματα για να συγκαλύψει την επίθεσή του σε τμήματα, ιδιαίτερα εκμεταλλευόμενα, της εργατικής τάξης. Συγκεκριμένα, θεωρεί και κατατάσσει –και νομοθετικά– στους αυτοαπασχολούμενους όσους επιτελούν μισθωτή εργασία με μπλοκάκι, με ιδιαίτερα μάλιστα αρνητικούς όρους. Είναι μεγάλος ο αριθμός των εργαζομένων με μπλοκάκι που θεωρούνται αυτοαπασχολούμενοι. Επιπλέον, ο Τσακαλώτος προσδιόρισε τη «μεσαία τάξη», ανεξάρτητα απ’ τη σχέση με τα μέσα παραγωγής, στα εισοδήματα ανάμεσα στα 12.000 και 18.000 ευρώ! Ενώ σύμφωνα με τη Θ. Φωτίου και την ΕΛΣΤΑΤ, «μεσαία τάξη» θεωρούνται τα εισοδήματα από 7000 έως18.000! Η κυβέρνηση θεωρεί όσους κινούνται σε αυτά τα εισοδηματικά όρια προνομιούχα μεσαία τάξη και άξια να φορολογηθεί βαριά με ποσά που μπορεί και να υπερβαίνουν το πραγματικό εισόδημά της. Οι φωστήρες της συριζαϊκής προπαγάνδας κατασκευάζουν και μια νεόκοπη θεωρία προοδευτικής «αναδιανομής». Η αναδιανομή υπήρξε μια τυπική μέθοδος οικοδόμησης του κοινωνικού κράτους επί της κεϊνσιανής περιόδου, που από τη σοσιαλδημοκρατία βαφτιζόταν «σοσιαλισμός». Η αναδιανομή αυτή προερχόταν από την καπιταλιστική ανάπτυξη της περιόδου, αλλά και από την υψηλή φορολογία (περίπου στο 50%) του μικτού μισθού των εργαζομένων (ιδίως στο σκανδιναβικό παράδειγμα). Αυτή η αναδιανομή εξασφάλιζε για τους εργαζόμενους ικανοποιητικές, για τον καπιταλισμό, αντιπαροχές. Στον ολοκληρωτικό καπιταλισμό αυτός ο «σοσιαλισμός» της διανομής εξαερώθηκε, αλλά οι δαιμόνιοι προπαγανδιστές του ΣΥΡΙΖΑ επινοούν μια νέα μορφή αναδιανομής. Την αναδιανομή απ’ τα μεσαία στρώματα, που θεωρούνται από την κυβερνητική προπαγάνδα ότι έχουν «λίπος» για απορρόφηση, υπέρ οικονομικά κατώτερων στρωμάτων. Στο σύγχρονο όμως ελληνικό ολοκληρωτικό καπιταλισμό τα μεσαία στρώματα, ιδίως στην ιστορική κρίση του 2008, πλήττονται ισχυρά και ιδίως το μικρομεσαίο τμήμα τους, κάθε άλλο παρά προνομιούχο και εύπορο μπορεί να θεωρηθεί. Εξάλλου, σ’ αυτό το τμήμα περιλαμβάνονται και πολλοί μισθωτοί με μπλοκάκι, που εργάζονται με άθλιες αμοιβές και συνθήκες. Τα περί ταξικής αναδιανομής του ΣΥΡΙΖΑ θα είχαν βάση, αν είχαν τα «κότσια» να μεταφέρουν εισοδήματα απ’ την αστική τάξη στα φτωχοποιημένα εργατολαϊκά στρώματα. Οι Συριζαίοι στην πραγματικότητα εφαρμόζουν την αναδιανομή της φτώχιας (όπως και της εργασίας), απ’ τους λιγότερο φτωχούς στους περισσότερο φτωχούς.
Αλλά και οι μικρομεσαίοι, ελεύθεροι επαγγελματίες και μισθωτοί, από 12.000 ως 50.000 ευρώ (το κατώτερο τμήμα των τελευταίων πρέπει να ενταχθεί στην εργατική τάξη) υφίστανται κατακρεούργηση απ’ τη φορολογική λαίλαπα, η οποία όμως δεν πλήττει το κεφάλαιο που παραμένει στο ίδιο επίπεδο φορολόγησης. Συγκεκριμένα, ο ελεύθερος επαγγελματίας με εισόδημα 50.000 ευρώ το χρόνο, το 2017, θα καταβάλει φόρους και εισφορές ύψους 32.151 ευρώ, άρα το εισόδημά του θα περιοριστεί στα 17.849 ευρώ. Ο μισθωτός με εισόδημα 41.000 ευρώ το χρόνο θα πληρώσει 12.197 ευρώ, άρα το εισόδημά του θα περιοριστεί στα 28.803 ευρώ. Ο μισθωτός των 20.000 ευρώ θα πληρώσει 6.100 ευρώ, άρα το εισόδημά του θα περιοριστεί στα 13.900 ευρώ. Ο μισθωτός των 15.000 ευρώ θα καταβάλει 4.601 ευρώ, άρα το διαθέσιμο εισόδημά του θα ανέρχεται στο υπερογκο ποσό των 10.399 ευρώ ετησίως! Και να λάβουμε υπόψη ότι αυτά τα εισοδήματα έχουν μειωμένη αγοραστική δύναμη, αφού στην τριετία ΣΥΡΙΖΑ οι έμμεσοι φόροι εκτινάχτηκαν στα ύψη. Γιατί ελευθεροεπαγγελματίες και μισθωτοί με εισοδήματα κάτω των 40.000 ευρώ θεωρούνται προνομιούχοι, ώστε να υπερφορολογηθούν και να φτωχοποιηθούν, μόνον η συριζαϊκή λογική του παραλόγου μπορεί να το συλλάβει. Εν κατακλείδι: Η πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ όντως έχει ταξικό πρόσημο: Κατακρεουργεί τα μεσαία στρώματα, την εργατική τάξη και τους συνταξιούχους και αφήνει στο απυρόβλητο το κεφάλαιο. Πως να μην δώσουν οι Ευρωπαίοι πάτρονές του βραβείο στον Τσίπρα για την πολιτική του