ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΡΕΑΣΙΔΗΣ
Εξεταστικοί κόφτες, ώθηση στην τεχνική κατάρτιση
Οι κυβερνητικές εξαγγελίες και οι υπουργικές συνεντεύξεις ανέδειξαν τον αντιδραστικό χαρακτήρα του «Νέου Λυκείου». Εξεταστικοί κόφτες, μετατροπή του Γενικού Λυκείου σε φροντιστήριο δεξιοτήτων, έτσι ώστε να προχωρούν λίγοι προς την τριτοβάθμια εκπαίδευση. Η πλειοψηφία ωθείται προς μια υποβαθμισμένη τεχνική εκπαίδευση, με το Επαγγελματικό Λύκειο (ΕΠΑΛ) να συρρικνώνεται και το Σεπτέμβρη να είναι μήνας μάχης για να μην κλείσουν ολιγομελή τμήματα, ειδικότητες και τομείς. Η τεχνική εκπαίδευση αναδομείται σαν φτηνή κατάρτιση και μαθητεία προσαρμοσμένη στις εργοδοτικές ανάγκες και τις δυνατότητες του ιδιωτικού πλέγματος κατάρτισης.
Η αντιδραστική κατεύθυνση επιβεβαιώνεται από το τριετές σχέδιο του Υπουργείου Παιδείας (19/05/2017), τα πορίσματα του περσινού δήθεν «διαλόγου», μελέτες ΣΕΒ και ΙΟΒΕ, τα προαπαιτούμενα και παραδοτέα του μνημονίου, αλλά και την «Ενδιάμεση Έκθεση του ΟΟΣΑ, 2017», που ανέδειξε το περιοδικό Σελιδοδείκτης .
Το Γενικό Λύκειο των εξαγγελιών είναι μορφωτικά και επιστημονικά υποβαθμισμένο, χάριν των δεξιοτήτων, του θρησκευτικού δογματισμού και της σκλήρυνσης των εξεταστικών διαδικασιών του. Η Γ’ Λυκείου μετατρέπεται σε τάξη «προετοιμασίας» για τις εισαγωγικές εξετάσεις στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, φροντιστηριοποιείται. Αυτό δε βοηθάει τα παιδιά που δεν έχουν να πληρώσουν, όπως ισχυρίστηκε ο Τσίπρας στη ΔΕΘ, όταν στην τάξη στοιβάζονται 28 και 30 μαθητές. Η δραστική μείωση των μαθημάτων στο Λύκειο και η συνεπακόλουθη μείωση των ειδικοτήτων των εκπαιδευτικών, θα γίνουν μέσα από περικοπή αντικειμένων από τα υποχρεωτικά μαθήματα, το πέρασμα στα μαθήματα επιλογής ή και τη συγχώνευσή τους. Έτσι Χημεία και Βιολογία γίνονται ένα μάθημα! Είναι η λογική των δεξιοτήτων που ζητά η αγορά αντί των γνωστικών αντικειμένων (οι οκτώ δεξιότητες κατά ΕΕ και ΟΟΣΑ). Σύμφωνα με αυτή π.χ. δε χρειάζεται η γλώσσα σαν τρόπος συγκρότησης της σκέψης, αλλά σαν μέσο απλής επικοινωνίας. Για αυτή την αντιδραστική λογική δεν χρειάζεται η διδασκαλία επιστημονικών αντικειμένων, αλλά η εξοικείωση με κάποια πορίσματά τους και μερικές κοινωνικές δεξιότητες. Άρα βάση της εκπαίδευσης πρέπει να είναι τα προσδοκώμενα μαθησιακά αποτελέσματα (εκροές), τι μπορεί να εφαρμοστεί κι όχι οι εισροές, δηλαδή τι και πώς πρέπει να διδαχθεί. Αυτό αποκτά πιο σκοταδιστικά χαρακτηριστικά, καθώς συμπληρώνεται με τη θρησκευτική κατήχηση. Αντί να αντιμετωπιστεί η απαξίωση του σχολείου και η ανάγκη αποφόρτισης του σχολικού χρόνου, οδηγούμαστε σε μορφωτική λοβοτομή.
Παράλληλα θα καταστρατηγηθούν και το περιεχόμενο και τα εργασιακά δικαιώματα των εκπαιδευτικών. Εκεί οδηγούν οι συγχωνεύσεις ειδικοτήτων, η μείωση των υποχρεωτικών μαθημάτων. Ενδεικτικά, γράφτηκε ότι στη Γ’ Λυκείου θα είναι υποχρεωτικά μόνο η γλώσσα, τα θρησκευτικά και η γυμναστική. Η μονιμότητα μέσω των οργανικών θέσεων θα βρεθεί στον αέρα, το διδακτικό ωράριο θα γίνει λάστιχο, ενώ συζητιέται αύξηση του εργασιακού ωραρίου ώστε να συντονίζουν τις μαθητικές εργασίες. Ο εκπαιδευτικός από επιστήμονας γίνεται προπονητής δεξιοτήτων και εξετάσεων.
Η διαδικασία αξιολόγησης και ανταγωνισμού των σχολείων που προτείνει ο ΟΟΣΑ μαζί με την αυτονομία τους και τη σύνδεση της κρατικής χρηματοδότησης με τις επιδόσεις των μαθητών, οδηγούν σε κατηγοριοποίηση. Φτωχές γειτονιές, φτωχές επιδόσεις, φτωχά σχολεία. Η πίεση στους εκπαιδευτικούς να ικανοποιούν τους δείκτες, επιβάλλει τυποποίηση με βάση τις εξετάσεις, αλλά και την παραμέληση των φτωχών παιδιών με μαθησιακές δυσκολίες.
Σε αυτά στοχεύει και η διεύρυνση του εξεταστικού πλέγματος απόρριψης. Η δέσμευση του ΣΥΡΙΖΑ για κατάργηση των Πανελλαδικών εξετάσεων θα έχει την τύχη της κατάργησης των μνημονίων. Οι νέες «Κεντρικά Οργανωμένες Εξετάσεις», οι ενδιάμεσες του Γενάρη θα εξαρτώνται από εξωσχολικούς παράγοντες (ειδικές επιτροπές θεμάτων, διόρθωση από «σύστημα Η/Υ», εξωτερικοί αξιολογητές). Θεσπίζονται εργασίες –ερευνητικές, δημιουργικές, διπλωματικές- με διόρθωσης επίσης από εξωτερικό αξιολογητή. Για το βαθμό πρόσβασης στην τριτοβάθμια εκπαίδευση θα υπερτερεί ο βαθμός των τελικών «Κεντρικά Οργανωμένων Εξετάσεων» σε τέσσερα μαθήματα (νέα ελληνική γλώσσα και γραμματεία, δύο μαθήματα επιλογής, ένα μάθημα ελεύθερης επιλογής ανάλογα με τη Σχολή).
Η περίφημη αναστήλωση του λυκείου προϋπόθετε την απομάκρυνση του από αυτό τον ανταγωνισμό. Στις εξετάσεις δεν εξετάζεται αν υπάρχει ένα επίπεδο γνώσεων, αλλά ποιος είναι «καλύτερος» στην απομνημόνευση.