ΓΙΑΝΝΗΣ ΕΛΑΦΡΟΣ
ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ …ΤΟΥ ΕΡΓΑΣΙΑΚΟΥ ΜΕΣΑΙΩΝΑ
Για τις δυνάμεις του κεφαλαίου το «μετά το μνημόνιο» είναι για πάντα μέσα στο μνημόνιο και τις αντεργατικές αναδιαρθρώσεις
«Πρέπει να το πούμε ξεκάθαρα: Η δύσκαμπτη αγορά εργασίας του 2009 ήταν μέρος του προβλήματος που μας οδήγησε στη χρεοκοπία και όχι μέρος της λύσης. Υποστήριζε μια κλειστή, εσωστρεφή οικονομία, δηλαδή το αντίθετο από αυτό που έχουμε ανάγκη σήμερα». Τάδε έφη Θεόδωρος Φέσσας, πρόεδρος του Συνδέσμου Επιχειρήσεων και Βιομηχανιών, στην ομιλία του στην ημερίδα που διοργάνωσε ο ΣΕΒ την Τρίτη με τίτλο «Το μέλλον της εργασίας μετά το μνημόνιο». Και για να μη μείνει καμία αμφιβολία για το τι εννοεί ο πρόεδρος του ΣΕΒ υπογραμμίζει πως «ο μόνος τρόπος για την διασφάλιση βιώσιμων θέσεων εργασίας είναι η πορεία των μισθών να συνδέεται και να εξαρτάται από την πορεία της παραγωγικότητας».
Η ημερίδα αυτή του ΣΕΒ, η οποία υποστηρίχθηκε κι από μία ειδική έκθεση με τίτλο «Το μέλλον της εργασίας: τάσεις και προκλήσεις για επιχειρήσεις και εργαζόμενους», είναι πολλαπλά αποκαλυπτική: Καταρχάς δείχνει πως οι εκπρόσωποι του κεφαλαίου διαμορφώνουν στρατηγική για την επόμενη περίοδο, ειδικά για το καίριο θέμα της εργασίας. Το εργατικό κίνημα; Επίσης, αποκαλύπτεται πως για τις δυνάμεις του κεφαλαίου το «μετά το μνημόνιο» είναι για πάντα μέσα στο μνημόνιο, είναι η μετατροπή των αντεργατικών τομών της μνημονιακής επιδρομής (και η εμβάθυνσή τους) σε καπιταλιστική κανονικότητα της μετά το 2018 εποχής. Επιβεβαιώνουν πως εντός της αστικής κυριαρχίας και της ΕΕ δεν υπάρχει καμιά «έξοδος από το μνημόνιο» (όπως ισχυρίζεται ο ΣΥΡΙΖΑ), αλλά εγκλωβισμός σε μια άγρια εποχή εκμετάλλευσης μέσω μιας μεγάλης καπιταλιστικής αναδιάρθρωσης. Υπογραμμίζεται η τοποθέτηση των Θέσεων για το 4ο Συνέδριο του ΝΑΡ πως η αντιμνημονιακή πάλη για να είναι νικηφόρα και αποτελεσματική δεν μπορεί παρά να είναι αντικαπιταλιστική, και πως βέβαια δεν υπάρχει αντικαπιταλιστική πάλη που δεν επιδιώκει να ανατραπεί η ευρω-μνημονιακή βαρβαρότητα.
Υπάρχουν δυνατότητες αντίστασης κι ανατροπής, γιατί οι εργαζόμενοι και ο λαός δεν μοιράζονται τα ίδια οράματα με τους βιομήχανους. Γι’ αυτό και ο Θ. Φέσσας διαμαρτυρήθηκε γιατί «οι “μεταρρυθμίσεις”, που αποτελούν την κινητήρια δύναμη προόδου στις ανεπτυγμένες οικονομίες, κατάφεραν στη χώρα μας να γίνουν “κακιά λέξη” και να εγείρουν δυσπιστία και απώθηση».
Αλλά ας δούμε που το πάει ο ΣΕΒ. Πρώτο, «οι ευέλικτες μορφές εργασίας δεν είναι ανάθεμα. Είναι αναγκαίο συμπλήρωμα μιας διαρκώς μεταβαλλόμενης αγοράς εργασίας, και συνδέονται με ευκαιρίες για πρόσθετο εισόδημα και νέες θέσεις απασχόλησης σε μια χειμαζόμενη οικονομία και κοινωνία όπως η ελληνική», είπε ο πρόεδρός του την Τρίτη. Οι κρατικοδίαιτοι καπιτα-ληστές εμφανίζουν ως αντικειμενική τάση τις αντιδραστικές τομές στις εργασιακές σχέσεις, στο όνομα των νέων τεχνολογιών και «μιας νέας “βιομηχανικής επανάστασης” (Βιομηχανία 4.0 –Industry 4.0)». «Σε αντίθεση με τις βιομηχανικές κοινωνίες, οι εργασιακές σχέσεις στις “μεταβιομηχανικές” κοινωνίες χαρακτηρίζονται από τις επεκτεινόμενες αρχές της ευελιξίας και της μεταβλητότητας», αναφέρει η Έκθεση του ΣΕΒ, σημειώνοντας πως ο εργαζόμενος (όπως και η επιχείρηση) καλείται «να είναι ευέλικτος και να προσαρμόζεται στις προϋποθέσεις της αγοράς», με την «απασχολησιμότητα να είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την διαρκή αυτό-ανάπτυξη του ατόμου»! Κι ακόμα, το μοντέλο εργασιακών σχέσεων που βασιζόταν στη «σταθερή σχέση μισθωτής απασχόλησης, κατά κανόνα αόριστης διάρκειας, ενδεχομένως χρήζει αναπροσαρμογών και αναθεωρήσεων»!
Η Έκθεση ερευνητών του ΣΕΒ καταγράφει ένα σύνολο «νέων μορφών απασχόλησης»: Συμβάσεις εργασίας με πληθοπορισμό (crowdwork), που περιγράφεται ως ένας γαλαξίας περιπτώσεων που αφορά αμειβόμενη εργασία η οποία οργανώνεται με διαδικτυακές ανταλλαγές εξωτερικής ανάθεσης. Συμβάσεις απασχόλησης «μηδενικών ωρών» (zero hours contracts), όπου ο εργαζόμενος πρέπει να είναι διαθέσιμος για να παρέχει εργασία όποτε του ζητηθεί και αμείβεται μόνο για τις ώρες που εργάζεται. Συμβάσεις σύντομης διάρκειας, προσωρινής εργασίας ή εργασίας κατά παραγγελία, «μικροσυμβάσεις» (mini jobs), εργασία ανά χαρτοφυλάκια, εργασία βάσει δελτίου/κουπονιών (voucher-based work), διάφορες μορφές τηλεργασίας και κινητής εργασίας με χρήση εφαρμογών και νέων τεχνολογιών, συμβάσεις αστικού δικαίου (σύμβαση έργου, σύμβαση ανεξαρτήτων υπηρεσιών) και συμβάσεις επιμερισμού θέσεων εργασίας (job sharing).
Με όλες αυτές τις μορφές σύγχρονης εργασιακής δουλείας, η ελπιδοφόρα δυνατότητα της εποχής –απότοκο και των νέων τεχνολογιών, που είναι δημιούργημα της κοινωνικής εργασίας και της γενικής διάνοιας– για λιγότερη, ποιοτικότερη, δημιουργική εργασία για όλους, με σταθερή σχέση, πλήρη δικαιώματα και αυξημένο μισθό καταστρατηγείται και μετατρέπεται στο αποκρουστικό της αντίστροφο.
Δεύτερο, ο ΣΕΒ βλέπει την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας στραμμένη προς τα έξω, όχι για την κάλυψη πρωτίστως των αναγκών των κατοίκων της χώρας, αλλά μέσω του «τομέα διεθνώς εμπορεύσιμων προϊόντων και υπηρεσιών». Προφανώς, ένας τέτοιος τομέας πλήρως εκτεθειμένος στο διεθνή ανταγωνισμό «χρειάζεται, μεταξύ άλλων, και το κατάλληλο πλαίσιο λειτουργίας της αγοράς εργασίας και ρύθμισης των εργασιακών σχέσεων» (Θ. Φέσσας). Η σκέψη είναι απλή: η εσωτερική αγορά, ακόμα και για την κάλυψη βασικών αναγκών των εργαζομένων, των νέων και των λαϊκών στρωμάτων θα μείνει για καθηλωμένη για πολλά χρόνια. Άρα μόνη λύση η εξωστρέφεια των επιχειρήσεων, η πώληση προϊόντων και υπηρεσιών (εδώ βάζουν και τον τουρισμό) στο εξωτερικό, διαδικασία που συνδυάζουν με τη συμπίεση των μισθών και εργασιακές σχέσεις – λάστιχο.
Τρίτο, ο Θ. Φέσσας ζητά «κοινωνικό διάλογο» ενίσχυση του ρόλου «των κοινωνικών εταίρων, εργοδοτών και εργαζομένων», ο οποίος πρέπει να διευρυνθεί σε μια σειρά ζητήματα, όπως «η επιχειρησιακή απόδοση, η υπερφορολόγηση, η επιχειρηματική μεγέθυνση»! Την ίδια ώρα ζητά «να σταματήσουμε να ασχολούμαστε εμμονικά μόνο με τον κατώτατο μισθό», και «τότε θα απογειωθούν και η οικονομία και τα εισοδήματα» (προφανώς των μελών του ΣΕΒ). Απαραίτητο γι’ αυτό είναι να σπάσουν οι συλλογικές συμβάσεις και να προωθηθεί το «εταιρικό επίπεδο διαπραγμάτευσης». Ο πρόεδρος του ΣΕΒ έσταζε μέλι την Τρίτη για το σουηδικό μοντέλο, όπου «η έμφαση για τον καθορισμό των μισθών δίνεται πλέον στο κλαδικό και το επιχειρησιακό επίπεδο».
Η Έκθεση των ερευνητών του ΣΕΒ θέτει αντίστοιχα θέμα αντιπροσωπευτικότητας των συνδικάτων, λόγω αύξησης των ανέργων, των εργαζομένων με μη σταθερή και μη κανονική απασχόληση, στον τομέα της άτυπης οικονομίας. «Ένα συνδικάτο δεν μπορεί να διαπραγματεύεται στο όνομα και για λογαριασμό των εργαζομένων, ενώ καλύπτει μικρό μερίδιο της αγοράς εργασίας». Τι προτείνουν; «Είναι πιθανόν στο μέλλον η αντιπροσωπευτικότητα να κρίνεται όχι μόνο βάσει νομικών κριτηρίων αλλά και βάσει του εύρους και της ποιότητας των υπηρεσιών που μια οργάνωση προσφέρει στα μέλη της: ατομική καθοδήγηση και συμβουλευτική, lobbying, άμεση συνδρομή στην επίλυση καθημερινών προβλημάτων που εμφανίζονται στο χώρο εργασίας»!
Τέταρτο, «η υπερ-ρύθμιση όπως και η υπερφορολόγηση, μειώνουν τη διεθνή ανταγωνιστικότητα των μεγαλύτερων επιχειρήσεων», τόνισε ο Θ. Φέσσας, βάζοντας στόχο συγκέντρωσης του κεφαλαίου, υπέρ των πολυεθνικών και σε βάρος των μικρομεσαίων: «Πρέπει να επιδιώξουμε την μεγέθυνση των επιχειρήσεων. Οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις είναι σε όλες τις χώρες η συντριπτική πλειοψηφία ως προς το πλήθος των μονάδων. Όμως οι προοδευμένες οικονομίες και κοινωνίες κάνουν ό,τι μπορούν για να βοηθήσουν την μικρή επιχείρηση να γίνει μεσαία, την μεσαία μεγάλη, και τη μεγάλη να γίνει πολυεθνική».
Πέμπτο, πολύ έντονα ο ΣΕΒ αναδεικνύει το θέμα της εκπαίδευσης, από τη σκοπιά της ανάπτυξης των περιβόητων δεξιοτήτων. «Είναι κομβικής σημασίας η μεταρρύθμιση του εκπαιδευτικού μας συστήματος και η προσαρμογή του στις νέες απαιτήσεις που θέτει η οικονομία και στην αγορά εργασίας, με στόχο την αναβάθμιση των δεξιοτήτων του δυναμικού μας. Για να αντιμετωπιστεί αυτή η τάση απαιτούνται ριζικές αλλαγές στο εκπαιδευτικό μας σύστημα, αποτελεσματικότερη διασύνδεση της εκπαίδευσης με την επιχείρηση και βελτίωση των επιδόσεων μας στην ψηφιακή οικονομία», είπε ο πρόεδρος του συνδέσμου.
Το κεφάλαιο ανοίγει όλα τα μέτωπα, το εργατικό κίνημα και η αντικαπιταλιστική Αριστερά οφείλουν να διαμορφώσουν μια συνολική απάντηση από τη σκοπιά των εργατικών λαϊκών συμφερόντων.