της Εύης Πάνδη
Η κυβέρνηση και η αρμόδια υπουργός, Όλγα Γεροβασίλη, βρισκόμενοι σε πανικό, προσπαθούν να κάμψουν το μέτωπο των εργαζόμενων με τη σχεδόν καθολική συμμετοχή στην απεργία-αποχή από την αξιολόγηση, με σπασμωδικές κινήσεις, τακτικισμούς και απειλές.
Μετά την ψήφιση της απεργοσπαστικής τροπολογίας, η Ο. Γεροβασίλη δεν περιορίζεται μόνο στις επανειλημμένες δηλώσεις και συνεντεύξεις στις οποίες εκσφενδονίζει απειλές, για αποκλεισμό των αρνητών της αξιολόγησης από κάθε μελλοντική κρίση προϊσταμένων. Προσπαθεί, επιπλέον, να αιφνιδιάσει με κάθε τρόπο τους απεργούς για να προλάβει τις συλλογικές διαδικασίες και να σπάσει την απεργία. Προχώρησε στην άμεση δημοσίευση της τροπολογίας σε ΦΕΚ, μόλις την επόμενη μέρα από την ψήφιση, ώστε να ξεκινήσει άμεσα η ισχύς της και έστειλε νέα εγκύκλιο με την οποία προσδιορίζει τις ασφυκτικές προθεσμίες για την κατάθεση των αξιολογόχαρτων. Ταυτόχρονα διοχετεύει διάφορες φημολογίες για ανύπαρκτες στο νόμο συνέπειες.
Ωστόσο, όλα δείχνουν ότι ο αυταρχισμός, οι εκβιασμοί και οι απειλές ελάχιστα αποδίδουν για την κυβέρνηση. Αντίθετα, έχουν πυροδοτήσει ένα μεγάλο κύμα συνελεύσεων και κάθε μορφής συλλογικών διαδικασιών στους χώρους δουλειάς όπου η συζήτηση ανοίγει για όλα και σε βάθος.
Ο αυταρχισμός τους αποκάλυψε ότι τόσο η αξιολόγηση όσο και το σχέδιο αναμόρφωσης του δημοσίου κινούνται στην ίδια ακριβώς κατεύθυνση με τις προηγούμενες μνημονιακές κυβερνήσεις και με τον κακόφημο Μητσοτάκη. Οι διακηρύξεις για μια άλλη, καλή και μη τιμωρητική αξιολόγηση έχουν πια γίνει ανέκδοτο, ενώ είναι πλέον φανερή η αγωνία τους για την επιτάχυνση του σχεδίου ανασυγκρότησης του κράτους, σε πλήρη εφαρμογή των μνημονιακών συμφωνιών και των απαιτήσεων της ΕΕ και τον «Θεσμών» που θέλουν ένα μικρό, ευέλικτο και αποτελεσματικό κράτος για το κεφάλαιο και τα κέρδη του. Η συζήτηση ανοίγει και αποκαλύπτεται σε όλους τους εργαζόμενους στο δημόσιο ότι η συρρίκνωση δομών και υπηρεσιών προς το λαό συνδέεται με τη δημιουργία πλεονασμάτων και ότι η αξιολόγηση θα είναι το εργαλείο, τόσο για την επιβολή των συγχωνεύσεων-καταργήσεων που απειλούν άμεσα τις θέσεις εργασίας όλων όσο και για την κατηγοριοποίηση των υπαλλήλων, που θα χρησιμοποιηθεί για την επιβολή της υποχρεωτικής κινητικότητας και τις αναδιαρθρώσεις των υπηρεσιών.
Κατανοούν, επίσης, ότι ο αυταρχισμός καραδοκεί προκειμένου να επιβληθεί η πλήρης συμμόρφωση των υπαλλήλων, η εντατικοποίηση της εργασίας και η ραγδαία χειροτέρευση των εργασιακών σχέσεων σε ένα πλαίσιο συνεχιζόμενων περικοπών και με την ενεργοποίηση του κόφτη για την επίτευξη του πλεονάσματος του 3,5%.
Η αυταρχική τακτική της κυβέρνησης ενεργοποιεί αντίθετα αντανακλαστικά και πολώνει τους εργαζόμενους που αντιδρούν στον εκβιασμό και την απεργοσπασία, τηρώντας μια στάση αξιοπρέπειας και ανυπακοής στις εντολές.
Οι Σύλλογοι Εργαζομένων Πρωτοβάθμιων Σωματείων και Ομοσπονδιών του Δημοσίου, ο ένας μετά τον άλλον, προχωρούν σε γενικές συνελεύσεις, στις οποίες αποφασίζουν είτε ομόφωνα, είτε με σημαντικές πλειοψηφίες τη συνέχιση της απεργίας-αποχής από τη διαδικασία της αξιολόγησης, την καταγγελία του αυταρχισμού της κυβέρνησης και την άρνησή τους να συμμετάσχουν στη διαδικασία αντιδραστικής αναδιάρθρωσης των υπηρεσιών του κράτους. Ήδη έχουν παρθεί αποφάσεις από υπουργεία, αποκεντρωμένες διοικήσεις, δήμους, νοσοκομεία (ενδεικτικά αναφέρουμε: υπουργεία Εργασίας, Αγροτικής Ανάπτυξης, Εμπορικής Ναυτιλίας, πρώην Εθνικής Οικονομίας, Γενική Γραμματεία Βιομηχανίας και Εμπορίου, Εσωτερικών, Δήμους Βύρωνα, Πεύκης- Λυκόβρυσης, Αποκεντρωμένες Διοικήσεις Σύρου, Νάξου, Νοσοκομεία Γεννηματάς, ΨΝΑ, Σύρου, «Αττικό», Παίδων «Αγλαΐα Κυριακού»), ενώ για την ερχόμενη εβδομάδα είναι προγραμματισμένες γενικές συνελεύσεις και σε άλλες υπηρεσίες του δημοσίου.
Δεν λείπουν και οι περιπτώσεις όπου καλούνται όσοι λίγοι κατέθεσαν εκθέσεις αξιολόγησης στην πρώτη φάση, τώρα να τις πάρουν πίσω. Ο αγώνας οργανώνεται και με μαζικές συσκέψεις στελεχών και συλλογή υπογραφών τους που δηλώνουν ότι συμμετέχουν στην απεργία καθώς και με καταλήψεις των γραφείων Διευθύνσεων Προσωπικού.
Η μάχη κατά της αξιολόγησης αναδεικνύεται σε κομβική αντιπαράθεση με τα αντεργατικά σχέδια κυβέρνησης και «Θεσμών» την οποία μπορεί και πρέπει να κερδίσουν οι εργαζόμενοι. Η επιτυχία αυτής της μάχη θα αυξήσει την αυτοπεποίθηση των μαχόμενων δυνάμεων και μπορεί να γίνει το εφαλτήριο για συνολικότερη αμφισβήτηση του χρέους, της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της καπιταλιστικής στρατηγικής και να πυροδοτήσει αγώνες που άμεσα πρέπει να ξεδιπλωθούν απέναντι στα νέα προαπαιτούμενα και στη μέγγενη των μνημονίων.