Στις 11 Σεπτέμβρη 1973, πριν από 44 χρόνια, το στρατιωτικό πραξικόπημα του Πινοτσέτ ανατρέπει την κυβέρνηση του Σαλβαντόρ Αλιέντε, που βρίσκει ηρωικό θάνατο στο προεδρικό μέγαρο, υπερασπιζόμενος τη δημοκρατία και τα δικαιώματα της εργατικής τάξης. Το βιβλίο «Ο Φιδέλ για τον Αλιέντε» παρουσιάζει πολύτιμα υλικά για την τοποθέτηση του Φιντέλ Κάστρο για τον Αλιέντε και τις εξελίξεις στη Χιλή.
«Μη ξεχάσεις ούτε στιγμή την πελώρια δύναμη
της χιλιάνικης εργατικής τάξης»
ΜΠΑΜΠΗΣ ΣΥΡΙΟΠΟΥΛΟΣ
Στις προεδρικές εκλογές στη Χιλή στις 4 Σεπτεμβρίου 1970, ο Σαλβαδόρ Αλιέντε εκλέχτηκε πρόεδρος με το 36,3% των ψήφων. Οι δύο άλλοι υποψήφιοι, της δεξιάς και των χριστιανοδημοκρατών, πήραν 35% και 27,8% αντίστοιχα. Ο Αλιέντε συγκρότησε κυβέρνηση με την έγκριση του Κογκρέσου αν και η Λαϊκή Ενότητα, ο συνδυασμός του οποίου ήταν επικεφαλής, δεν είχε την πλειοψηφία σ’ αυτό το σώμα. Η Λαϊκή Ενότητα ήταν μετωπικός συνδυασμός από το Σοσιαλιστικό Κόμμα, το Κομμουνιστικό Κόμμα Χιλής, το MAPU (Κίνημα Ενωτικής Λαϊκής Δράσης) που είχε αποσχιστεί από τους χριστιανοδημοκράτες και άλλα μικρότερα αριστερά κόμματα. Το MIR (Κίνημα Επαναστατικής Αριστεράς) δεν μπήκε ποτέ στη Λαϊκή Ενότητα, υποστηρίζοντας τα ριζοσπαστικά μέτρα της κυβέρνησης και διεκδικώντας ταυτόχρονα το προχώρημα της επαναστατικής διαδικασίας.
Το πρόγραμμα της Λαϊκής Ενότητας περιλάμβανε εκτεταμένες εθνικοποιήσεις (τραπεζών, ορυχείων, μεταφορών κτλ), διανομή της γης των «λατιφούντιων» στους αγρότες, αλλαγές στους πολιτικούς θεσμούς και το Σύνταγμα «εγκαθιδρύοντας ένα νέο κράτος, όπου η εργατική τάξη και γενικά ο λαός θα ασκεί πραγματική εξουσία».
Η κυβέρνηση άρχισε να υλοποιεί το πρόγραμμά της και αντιμετώπισε πολύ σύντομα έναν ανελέητο πόλεμο από τις κυρίαρχες τάξεις, τον κρατικό μηχανισμό (ιδίως τον στρατό) και τον ιμπεριαλισμό των ΗΠΑ. Απέναντι στην αντίδραση, στις «απεργίες των αφεντικών», στο βιομηχανικό σαμποτάζ και στις στρατιωτικές συνομωσίες αναπτύχθηκε μια τεράστια εργατική και λαϊκή κινητοποίηση και οργάνωση με καταλήψεις και διεύθυνση εργοστασίων από τους εργάτες και όργανα λαϊκής εξουσίας στις γειτονιές.
Εκτός από τον οικονομικό πόλεμο τα στηρίγματα της αστικής τάξης στο στρατό σε συνεργασία με τη CIA από πολύ νωρίς άρχισαν δολοφονίες, προβοκάτσιες και επιθέσεις στα εργοστάσια. Στις 29 Ιουνίου του ‘73 έγινε η πρώτη αποτυχημένη απόπειρα πραξικοπήματος («Τανκάσο»). Στις 11 Σεπτέμβρη ο στρατηγός Πινοτσέτ, αρχηγός του στρατού διορισμένος από την κυβέρνηση Αλιέντε, έκανε πραξικόπημα που αυτή τη φορά ανέτρεψε τη νόμιμη κυβέρνηση και εγκαθίδρυσε μια αιματοβαμμένη χούντα που διήρκεσε μέχρι το 1990.
«Ποτέ ένα τουφέκι δεν υπερασπίστηκε καλύτερα το καλό των ταπεινών, το καλό των εργατών και των αγροτών της Χιλής!»
Κυκλοφόρησε το βιβλίο Ο Φιδέλ Κάστρο για τον Αλιέντε (επιμέλεια, πρόλογος, επίμετρο: Δημήτρης Καλτσώνης), από τις εκδόσεις Τόπος. Στο βιβλίο υπάρχει η βιογραφία του Σαλβαδόρ Αλιέντε γραμμένη από τον ίδιο τον Φιντέλ Κάστρο στις 26 Ιουλίου του 2008 με αφορμή τη γέννηση του Αλιέντε 100 χρόνια πριν. Ο μετέπειτα σοσιαλιστής πρόεδρος της Χιλής γεννήθηκε στο Βαλπαραΐσο και ήταν γιος δικηγόρου και συμβολαιογράφου που ανήκε στο Ριζοσπαστικό κόμμα της Χιλής. Το 1933 πήρε το πτυχίο της Ιατρικής, αφού είχε κάνει πρώτα τη στρατιωτική του θητεία, και συμμετείχε στην ίδρυση του Σοσιαλιστικού Κόμματος Χιλής. Το 1952 και το 1958 ήταν υποψήφιος πρόεδρος μετωπικών συνδυασμών της Αριστεράς. Επισκέφθηκε πολλές φορές την Κούβα , τη Σοβιετική Ένωση και το Βιετνάμ όπου συναντήθηκε και με τον Χο Τσι Μινχ το 1968. Όντας πρόεδρος της Χιλής μετά τις 4 Σεπτεμβρίου του 1970 αναπροσανατόλισε την εξωτερική πολιτική της Χιλής ενάντια στις ΗΠΑ και στηρίχθηκε σε μεγάλο βαθμό στην Κούβα. Στα τρία χρόνια της κυβέρνησης της Λαϊκής Ενότητας ο Αλιέντε ανέπτυξε με το Φιντέλ μια στενή, προσωπική, αδελφική σχέση.
Στο άρθρο του 2008 ο Φιντέλ αποκαλύπτει μια σειρά επιστολές του προς τον χιλιανό πρόεδρο που φανερώνουν την κοινή αγωνία τους για την επικράτηση του σοσιαλισμού. Στις 4 Φεβρουαρίου του 1972 έγραψε στον Αλιέντε: «Εσένα σου έτυχε το μοναδικό προνόμιο να γίνεις οδηγός του (του χιλιάνικου λαού) σε αυτή την αποφασιστική στιγμή για την ιστορία της Χιλής και της Αμερικής, ως το αποκορύφωμα μιας ζωής αγώνα, όπως είπες και στο στάδιο, αφιερωμένης στους σκοπούς της επανάστασης και του σοσιαλισμού. Κανένα εμπόδιο δεν είναι αξεπέραστο. Κάποιος είπε ότι σε μια επανάσταση προχωράς μπροστά με “τόλμη, τόλμη και περισσότερη τόλμη”. Εγώ είμαι πεπεισμένος για τη βαθιά αλήθεια που κρύβει μέσα του αυτό το αξίωμα». Αυτό το «αξίωμα» που ανέφερε ο Φιντέλ είναι του Δαντόν, της γαλλικής επανάστασης του 1789.
Στις 29 Ιουλίου του 1973, όταν ετοιμαζόταν η τελική επίθεση της αντεπανάστασης, παρότρυνε τον Αλιέντε: «… μη ξεχάσεις ούτε στιγμή την πελώρια δύναμη της χιλιάνικης εργατικής τάξης και τη δυναμική υποστήριξη που σου έχουν δείξει σε όλες τις δύσκολες στιγμές. Εκείνη μπορεί, με κάλεσμά σου απέναντι σε οποιαδήποτε απειλή προς την επανάσταση, να παραλύσει τους πραξικοπηματίες, να διατηρήσει την προσκόλληση των αμφιταλαντευόμενων και ταυτόχρονα να επιβάλλει τους όρους της και να αποφασίσει μονομιάς, αν κριθεί απαραίτητο, το πεπρωμένο της Χιλής… Η δύναμη και η μαχητικότητά της μπορούν να αντιστρέψουν τις ισορροπίες στην πρωτεύουσα υπέρ σου, ακόμα κι αν υπάρχουν άλλες δυσμενείς περιστάσεις».
Στο βιβλίο περιλαμβάνονται επίσης η βιογραφία του Φιντέλ Κάστρο και ένας απολογισμός της κυβέρνησης της Λαϊκής Ενότητας από την Δημήτρη Καλτσώνη, που αποτιμά την πορεία της και τη δυνατότητα ύπαρξης επαναστατικών κυβερνήσεων σε συνθήκες αστικής δημοκρατίας.
Το πιο συγκλονιστικό μέρος του βιβλίου είναι η ομιλία του Φιντέλ Κάστρο στις 28 Σεπτεμβρίου 1973, λίγες μόνο μέρες μετά το πραξικόπημα και το θάνατο του Αλιέντε, στην πλατεία της Επανάστασης στην Αβάνα ενώπιον ενός εκατομμυρίου διαδηλωτών και παρούσης της χήρας του χιλιανού προέδρου. Εκεί περιγράφεται η πορεία της κυβέρνησης της Λαϊκής Ενότητας, η λυσσασμένη αντίδραση της αστικής τάξης και η ανεπιφύλακτη αλληλεγγύη και βοήθεια του κουβανικού λαού προς το χιλιάνικο.
Σ’ αυτή την ομιλία περιγράφεται η μέρα του πραξικοπήματος της 11ης Σεπτεμβρίου του 1973 όπως την έζησαν ο πρόεδρος και οι υπερασπιστές του. Όταν έμαθε ο Αλιέντε στις 6.20 το πρωί για το πραξικόπημα, δεν προσπάθησε να διαφύγει και πήγε μαζί με 23 ένοπλους άνδρες στο προεδρικό μέγαρο στη «Λα Μονέδα» μεταφέροντας δύο πολυβόλα και τρία μπαζούκας (αντιαρματικά). Εκεί έδιωξαν τους καραμπινιέρους, στους οποίους δεν μπορούσαν να έχουν εμπιστοσύνη και τελικά 40 άνδρες υπερασπίστηκαν το προεδρικό μέγαρο από την επίθεση του στρατού που άρχισε στις 9.15 το πρωί. Ο πρόεδρος απέρριψε την πρόταση παραίτησης και παράδοσης με αντάλλαγμα τη ζωή του και αυτοί οι 40 στρατιώτες της επανάστασης αντιμετώπιζαν το πεζικό, τα τανκς και τα αεροπλάνα της πολεμικής αεροπορίας μέχρι τις 3.00 περίπου το απόγευμα. Ο ίδιος ο Αλιέντε πολεμούσε με το αυτόματο τουφέκι που του είχε χαρίσει ο Φιντέλ, που λέει στην ομιλία του: «Είχαμε καλό λόγο και προαίσθημα όταν δωρίσαμε στον πρόεδρο εκείνο το τουφέκι…. Ποτέ ένα τουφέκι δεν υπερασπίστηκε καλύτερα το καλό των ταπεινών, το καλό των εργατών και των αγροτών της Χιλής! Κι αν κάθε εργάτης και κάθε αγρότης είχαν στα χέρια τους ένα τουφέκι σαν κι αυτό, δεν θα είχε γίνει το φασιστικό πραξικόπημα». Το σώμα του Αλιέντε βρέθηκε διάτρητο από σφαίρες αφού πολέμησε για εφτά ώρες με αυτό το τουφέκι. Λέει ο Φιντέλ: «Ωστόσο, τώρα μπορεί να ειπωθεί ότι ποτέ η ωμή βία δεν συνάντησε ανάλογη αντίσταση, που εκδηλώθηκε στο στρατιωτικό πεδίο από έναν άνδρα των ιδεών, του οποίου όπλα ήταν ανέκαθεν ο λόγος και η πένα».
Ο πρόεδρος Αλιέντε, αυτός ο οπαδός μέχρι το τέλος του «ειρηνικού δρόμου για το σοσιαλισμό», κατάργησε με το προσωπικό του παράδειγμα τον «καταμερισμό εργασίας» ανάμεσα σ’ αυτούς που γράφουν και σ’ αυτούς που πολεμάνε, σ’ αυτούς που «απολαμβάνουν» και σ’ αυτούς που θυσιάζονται.