του Γιώργου Παυλόπουλου
Πες μου τους φίλους σου να σου πω ποιος είσαι, λέει ο σοφός λαός. Από αυτή την άποψη, λοιπόν, ακόμη και οι πλέον δύσπιστοι (ή μήπως ευκολόπιστοι;) δεν πρέπει να έχουν πλέον αμφιβολία για το τι είναι και τι επιδιώκει η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ. Αυτή, δηλαδή, η οποία έχει επενδύσει μεγάλο μέρος της επικοινωνιακής της τακτικής για τη νέα χρονιά σε δύο «υψηλά» πρόσωπα που αναμένει να επισκεφθούν την Ελλάδα το επόμενο διάστημα.
Η αρχή γίνεται την ερχόμενη Πέμπτη, δύο ημέρες πριν τα επίσημα εγκαίνια της ΔΕΘ, με τον πρόεδρο της Γαλλίας, στον οποίο ετοιμάζεται πανηγυρική υποδοχή που θα συνοδεύεται και από «δώρα» (όπως η Τράπεζα Αττικής, αλλά και η ΕΥΔΑΠ, σύμφωνα με φήμες…). Όσο για τη συνέχεια, ο Τσίπρας ελπίζει ότι θα έχει την τιμή να ανοίξει την πόρτα του Μαξίμου και στη διευθύντρια του ΔΝΤ, την οποία έχει εδώ και καιρό προσκαλέσει επισήμως ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας.
Αν και σε αντίθεση με τον Μακρόν, η πραγματοποίηση του ταξιδιού της Λαγκάρντ και μάλιστα σύντομα μοιάζει να είναι αμφίβολη, ουδόλως αλλάζει το γεγονός ότι αμφότεροι αποτελούν αντιπροσωπευτικά δείγματα των «φίλων» που έχουν ή επιδιώκουν να έχουν ο πρωθυπουργός και οι υπουργοί του. Τα δε πεπραγμένα τους μιλούν εύγλωτα για το ποιόν τους.
Όσον αφορά τον Μακρόν, είναι γεγονός ότι αρχικά δεν αποτέλεσε τη βασική επιλογή του ΣΥΡΙΖΑ για τις πρόσφατες προεδρικές εκλογές της Γαλλίας. Όταν φάνηκε ότι θα τις κερδίσει, όμως, η «κωλοτούμπα» υπέρ του έγινε χωρίς δεύτερη κουβέντα. Βοήθησε, εξάλλου, σε αυτό τόσο η αναγόρευσή του από την αστική τάξη της χώρας του σε εκπρόσωπο του «δημοκρατικού τόξου» απέναντι στην ακροδεξιά Λεπέν όσο και η επίσημη στήριξή του από τους γάλλους σοσιαλιστές — με τους οποίους ο Τσίπρας ανήκει πρακτικά (σε λίγο ενδεχομένως και τυπικά) στην ίδια πολιτική ομάδα εντός ΕΕ.
Αξίζει να σημειωθεί ότι τη στιγμή που ο Μακρόν θα προσγειώνεται στην Αθήνα, στο εσωτερικό της χώρας του θα βρίσκεται σε εξέλιξη μια μεγάλης σημασίας κοινωνική σύγκρουση με αφορμή τις αντιδραστικές αλλαγές στο εργασιακό που εξήγγειλε, μετά από απαίτηση του συνδέσμου βιομηχάνων και των Βρυξελλών. Πρόκειται για αλλαγές οι οποίες έχουν οδηγήσει ήδη τη δημοτικότητά του στα τάρταρα μόλις τέσσερις μήνες από την εκλογή του, ενώ ουσιαστικά κινούνται στην ίδια κατεύθυνση με αυτές που έχουν περάσει τα μνημονιακά χρόνια στην Ελλάδα και συνεχίζονται από τη νυν κυβέρνηση: Ελαστικοποίηση του ωραρίου, επέκταση της μερικής και εποχικής απασχόλησης, μικρότερες εργοδοτικές εισφορές για ασφάλιση, ευκολότερες απολύσεις, επικράτηση των επιχειρησιακών έναντι των κλαδικών και εθνικών συλλογικών συμβάσεων κ.λπ.
Από την πλευρά της, η Λαγκάρντ, όπως λένε οι …κακές γλώσσες, έχει ήδη βάλει στο μάτι τη θέση του τιμονιέρη του μελλοντικού Ευρωπαϊκού Νομισματικού Ταμείου. Πρόκειται για μια διαδικασία η οποία αναμένεται να επιταχυνθεί μετά τις γερμανικές εκλογές της 24ης Σεπτεμβρίου, καθώς η ίδρυσή του αποτελεί επιθυμία τόσο του Βερολίνου όσο και του Παρισιού — και συνολικά, όπως όλα δείχνουν, του ευρωπαϊκού κεφαλαίου.
Έχοντας αποκτήσει την τεχνογνωσία του ΔΝΤ όλα τα προηγούμενα χρόνια και χρησιμοποιήσει ως πειραματόζωα εκατομμύρια Έλληνες, Πορτογάλους, Ιρλανδούς, Ισπανούς, Ιταλούς, Κύπριους και άλλους Ευρωπαίους που ατύχησαν να βρεθούν εντός της ΕΕ και να ελπίσουν έστω και προσωρινά σε καλύτερες μέρες, η ηγεμονική μερίδα της ευρωπαϊκής αστικής τάξης μοιάζει αποφασισμένη να κάνει το επόμενο βήμα. Ένα βήμα που περιγράφηκε πρόσφατα με τον όρο «ΕΕ πολλών ταχυτήτων» και σηματοδοτεί το τέλος του προηγούμενου κύκλου της ευρωπαϊκής καπιταλιστικής ολοκλήρωσης και το άνοιγμα ενός νέου — πιο εκμεταλλευτικού και πιο αντιδραστικού. Προσαρμοσμένου στις ανάγκες του άγριου διεθνούς ανταγωνισμού και γι’ αυτό, με πολύ μικρότερα, έως ανύπαρκτα, περιθώρια ελιγμών για τους πιο μικρούς «παίκτες».
Σε αυτό το νέο υπό διαμόρφωση ευρωπαϊκό σκηνικό έχει αποφασίσει και τρέχει να κλείσει θέση η ελληνική ολιγαρχία, έστω και από θέση αδυναμίας, διότι φοβάται μήπως πέσει ακόμη περισσότερα σκαλοπάτια. Με Σαμαρά χθες, Τσίπρα σήμερα και Μητσοτάκη ή οποιονδήποτε άλλο αύριο, αυτό είναι το βασικό καθήκον που εξυπηρετούν τα βασικά και παραπληρωματικά κόμματα του αστικού μπλοκ εξουσίας.
Για να το πετύχουν, όχι απλώς θα κλείσουν τρέχοντας την τρίτη αξιολόγηση αλλά δεν θα διστάσουν και να θυσιάσουν τα εναπομείναντα ψήγματα εργατικών δικαιωμάτων και δημοκρατικών ελευθεριών, να ξεπεράσουν ακόμη και τις τελευταίες αναστολές και επιφυλάξεις για συμμετοχή στους πολεμικούς τυχοδιωκτισμούς στην ευρύτερη περιοχή. Με αντάλλαγμα λίγη περισσότερη σιγουριά και, ενδεχομένως, κάποια ψήγματα από τον ενεργειακό πλούτο που κρύβει η νοτιοανατολική Μεσόγειος.
Θα τους αφήσουμε;