Ως ελεύθερος συνεργάτης της μαρξιστικής εφημερίδας Junge Welt και μέλος της νεοσύστατης συντακτικής ομάδας του ανεξάρτητου αριστερού περιοδικού re.volt, ο Γιαν Σβαμπ μιας δίνει μια διαφορετική σε σύγκριση με τα αστικά ΜΜΕ οπτική για τις γερμανικές βουλευτικές εκλογές της ερχόμενης Κυριακής, 24 Σεπτεμβρίου, καθώς και για την κατάσταση που επικρατεί στην Αριστερά και τα κινήματα της μεγαλύτερης και ισχυρότερης χώρας της ΕΕ.
Συνέντευξη στην Ελένη Τριανταφυλλοπούλου
Ποια ζητήματα κυριαρχούν στην προεκλογική ατζέντα;
Δεξιά και Ακροδεξιά κατάφεραν να κυριαρχήσουν. Ο φόβος της τρομοκρατίας και η εθνική ασφάλεια, η μεταναστευτική πολιτική και η «προσφυγική κρίση» είχαν κατακλύσει τηλεοπτικές εκπομπές και εφημερίδες. Αυτό δείχνει ότι τα τελευταία χρόνια έλαβε χώρα μια μεγάλη μετατόπιση από τα ταξικά ζητήματα (όπως οι εργασιακές μεταρρυθμίσεις Agenda 2010, το πρόγραμμα Hartz-4 για την ανεργία, τα συστήματα κοινωνικής ασφάλισης) σε εθνικά ζητήματα. Στην πραγματικότητα, δεν υπάρχει αντίφαση μεταξύ των κομμάτων όσον αφορά την οικονομία – όλα, εκτός από ένα τμήμα του Die Linke, είναι υπέρ μιας νεοφιλελεύθερης συναίνεσης. Έτσι, υπάρχει μια «προσομοίωση» εκλογικής μάχης μεταξύ Σοσιαλδημοκρατών και Χριστιανοδημοκρατών. Από ό,τι φαίνεται, έχουν ήδη ετοιμάσει τον νέο μεγάλο συνασπισμό που θα προκύψει. Μόνο που το νεοφασιστικό AfD θα ενισχυθεί τουλάχιστον στο 8%. Γι’ αυτόν τον λόγο πιστεύω ότι μετά τις εκλογές θα έχουμε έναν ευρύ συνασπισμό με ισχυρό το δεξιό στοιχείο.
Ποια είναι η θέση της γερμανικής κοινωνίας ως προς την προσφυγική κρίση;
Η κοινή γνώμη είναι πολωμένη. Από τη μία έχουμε ένα πολύ μεγάλο όγκο εθελοντικών οργανώσεων τα τελευταία 4 χρόνια που φροντίζουν τους πρόσφυγες και οργανώνουν τον αγώνα για τα δικαιώματά τους. Από την άλλη, έχουμε το σχηματισμό του ακροδεξιού κινήματος PEGIDA και του νεοφασιστικού AfD που έχουν απήχηση σε ένα άλλο τμήμα του πληθυσμού που στηρίζει ανοιχτά μια ξενοφοβική και εθνικιστική προσέγγιση. Από την κυβέρνηση της Μέρκελ υιοθετήθηκε μια θέση της (ριζοσπαστικής) Αριστεράς για τους ευπρόσδεκτους από το κεφάλαιο πρόσφυγες, ενώ παράλληλα εφαρμόστηκε μια πολύ αυστηρή μεταναστευτική πολιτική. Για παράδειγμα, ενώ μιλούσαν για ευνοϊκή υποδοχή, κατέστησαν δυο φορές αυστηρότερους τους νόμους για το άσυλο και επέκτειναν τους συνοριακούς ελέγχους. Ακόμη, οι οδηγίες του Δουβλίνου II και III ωφελούν τη Γερμανία, σε βάρος του ευρωπαϊκού νότου. Ο μεγάλος συνασπισμός αποτελεί απλώς μια πιο «ευχάριστη» εκδοχή του πιο ακραίου ξενοφοβικού τμήματος του πολιτικού φάσματος. Βεβαίως, υπάρχει μια σημαντική αντίσταση ενάντια σε αυτά τα αντιδραστικά μέτρα, ωστόσο δεν είναι οργανωμένη και σε καμία περίπτωση δεν εμπεριέχει κάποια ταξική συνείδηση.
Ποια είναι η γνώμη σας για την άκρα δεξιά στη Γερμανία και διεθνώς;
Η άνοδος της ακροδεξιάς στη Γερμανία κατ ‘αρχάς αποτελεί συνέπεια της αδυναμίας της Αριστεράς στη Γερμανία από την αρχή της καπιταλιστικής κρίσης το 2008. Παρά τις διαδηλώσεις του Blockupy, η Αριστερά σε γενικές γραμμές δε στάθηκε ικανή να διαμορφώσει μια αντικαπιταλιστική προοπτική και ένα σχέδιο που θα μπορούσε να προσελκύσει ένα πλειοψηφικό ρεύμα της κοινωνίας μας. Αντίθετα, ιδιαίτερα στην εξωκοινοβουλευτική Αριστερά παρατηρούμε μια συνεχιζόμενη αποσύνθεση και ταυτόχρονα μια διαδικασία ενσωμάτωσής του Die Linke στο νεοφιλελεύθερο σύστημα, ενώ ένα τμήμα του κόμματος υιοθετεί την ακροδεξιά ατζέντα για το προσφυγικό. Δεύτερον, καθώς η άρχουσα τάξη φοβάται μια νέα και σοβαρότερη κρίση ενώ παράλληλα θέλει να παίξει αναβαθμισμένο ρόλο διεθνώς, απαιτείται ενίσχυση της αστυνομίας και του στρατού και αποδυνάμωση των δημοκρατικών ελευθεριών και των κοινωνικών δικαιωμάτων. Γι’ αυτά χρειαστούν μια δύναμη ικανή να ενσωματώσει τμήματα της εργατικής τάξης με ξενοφοβικές και εθνικιστικές πολιτικές. Τρίτον, η δημιουργία επισφαλών συνθηκών εργασίας για μεγάλο τμήμα της αποκαλούμενης «μεσαίας τάξης» το κάνει να υποφέρει και να ανταποκρίνεται στις εθνικιστικές πολιτικές που φαινομενικά οδηγούν σε πάλαι ποτέ «καλύτερες εποχές». Τέλος, ένα ακόμα σημαντικό στήριγμα του AFD βρίσκεται στο δεξιό κίνημα PEGIDA που αναδύθηκε και κέρδισε λαϊκή στήριξη στις φτωχογειτονιές της ανατολικής Γερμανίας που είχαν καταστραφεί οικονομικά από την επανένωση του 1990.
Τα πληττόμενα τμήματα της κοινωνίας θα αντισταθούν στα νέα μέτρα που έρχονται;
Αυτή τη στιγμή η πλειοψηφία των ανθρώπων δε, συμμετέχει καθόλου σε κινήματα. Υπάρχουν μερικοί κλάδοι, όπως εκπαιδευτικοί και δημόσιες μεταφορές, που πραγματοποίησαν απεργίες τα τελευταία χρόνια, ωστόσο οι αγώνες τους ήταν περιχαρακωμένοι και υπό τον έλεγχο των εργοδοτικών σωματείων της DGB ή άλλων μικρότερων συνδικάτων που δεν συμμερίζονται την αντίληψη της διεκδίκησης κοινωνικών δικαιωμάτων για μεγαλύτερο μέρος της κοινωνίας. Η Μέρκελ είναι εξαιρετική στο να ενσωματώνει τις αντιδράσεις των συνδικάτων, καθώς και του μεγάλου και μικρού κεφαλαίου όπως και της πλειοψηφίας της εργατικής τάξης υπό τη σημαία της εθνικής συναίνεσης. Αυτό αφορά επίσης και μια εργατική αριστοκρατία των βασικών βιομηχανιών που δεν έχουν απεργήσει εδώ και χρόνια.
Με τι όρους γίνεται η συζήτηση για την Ελλάδα και την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ;
Από τη στιγμή που ανέλαβε ο ΣΥΡΙΖΑ και μεταλλάχθηκε σε υποστηρικτή της λιτότητας, υποτασσόμενος στη νεοφιλελεύθερη ηγεμονία, άρχισε να λήγει η συζήτηση τόσο για τις κοινωνικές διεργασίες που λαμβάνουν χώρα στην Ελλάδα όσο και για τον ΣΥΡΙΖΑ και τον ρόλο του στην καταπολέμηση της λιτότητας εν γένει. Νομίζω πως σε μερικά τμήματα της Αριστεράς, για παράδειγμα στο Die Linke, σε τμήματα του ΚΚ ή στην κινηματική οργάνωση Linke (iL), υπήρχε η ελπίδα ότι θα μπορούσε να αποτελέσει το έναυσμα για μια ευρωπαϊκή άνοιξη, ώστε να μετασχηματιστεί η ΕΕ μέσα από τη δημιουργία μαζικών κινημάτων που υποστηρίζουν ριζοσπαστικά ρεφορμιστικά κόμματα όπως ο ΣΥΡΙΖΑ και το Podemos. Κάποια άλλα τμήματα της Αριστεράς κράτησαν κριτική στάση, καθώς δεν πίστευαν στη δυνατότητα αλλαγής της ΕΕ ή δεν υποστήριζαν τον ρεφορμισμό και τον κοινοβουλευτισμό. Για μένα δεν ήταν έκπληξη το γεγονός ότι η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ θα αποτύγχανε να παραμείνει στην ΕΕ και να επαναδιαπραγματευτεί την πολιτική λιτότητας, καθώς δεν υπήρχε κανένα ευρωπαϊκό μαζικό κίνημα που θα μπορούσε να ενισχύσει αυτό το σχέδιο.
Έλλειμμα αντικαπιταλιστικής πρότασης και οργάνωσης
Κυριαρχεί ο κινηματισμός
Μετά τις διαδηλώσεις εναντίον του G20 στο Αμβούργο, η κυβέρνηση δείχνει ιδιαίτερα σκληρή στάση εναντίον των κινημάτων και των μορφών κοινωνικής αντίστασης (κλείσιμο του Indymedia κ.λπ).
Μετά τις διαδηλώσεις αυτές έχει στοχοποιηθεί ιδιαίτερα η μη κοινοβουλευτική Αριστερά. Υπάρχουν πολλές ενδείξεις ότι η αστική τάξη και οι μηχανισμοί καταστολής “ήλπιζαν” οι διαδηλώσεις να είναι βίαιες προκειμένου να προωθηθούν νέες κατασταλτικές πολιτικές κατά της Αριστεράς στο Αμβούργο, όπου το κίνημα έχει παραδοσιακά σχέσεις με την τοπική κοινωνία αλλά και σε εθνικό επίπεδο, για να εμποδίσει μεγαλύτερα κινήματα τα επόμενα χρόνια. Ως προς τον απολογισμό για τις διαδηλώσεις, υπήρχαν δύο βασικές θέσεις. Ένα μέρος της Αριστεράς μιλά για επιτυχία, λόγω της συμμετοχής των νέων και του τοπικού πληθυσμού στις συγκρούσεις. Η ίδια τοποθέτηση θεωρεί ότι το κράτος δεν μπόρεσε να ελέγξει την κατάσταση παρότι ήταν παρούσα ολόκληρη η αστυνομική δύναμη της Γερμανίας και άλλων χωρών. Άλλοι, ωστόσο, επισημαίνουν ότι λόγω της επιθετικής προπαγάνδας των μέσων μαζικής ενημέρωσης μετά τις διαδηλώσεις και της δικής μας έλλειψης οργάνωσης και αντιπληροφόρησης κτλ, χάσαμε την ηγεμονία στην ανάγνωση των διαδηλώσεων. Εγώ είμαι υπέρ της δεύτερης ερμηνείας και πιστεύω ότι ο απολογισμός των διαδηλώσεων μάς έδειξε ξεκάθαρα τα λάθη μας: την έλλειψη οργάνωσης, την έλλειψη απήχησης των θέσεών μας στην καθημερινότητα και στους λαϊκούς αγώνες, καθώς γίνονται διαδηλώσεις και συγκρούσεις χωρίς πολιτικό αποτέλεσμα για το κίνημα, παρά μόνο μιας αυξανόμενης απομόνωσης απέναντι στους ανθρώπους που πρωταρχικά θέλουμε να προσεγγίσουμε.
Τι δυνατότητες υπάρχουν για μια ριζοσπαστική αντικαπιταλιστική πρόταση στη Γερμανία;
Στην πραγματικότητα, στη Γερμανία δεν υπάρχει μια αντικαπιταλιστική πρόταση με την ευρεία έννοια. Το μεγαλύτερο αριστερό κόμμα, το Die Linke, δεν υποστηρίζει την επαναστατική-σοσιαλιστική προοπτική, αλλά μια μεταρρυθμιστική, κλασική σοσιαλδημοκρατική πολιτική. Σε κάποιες περιπτώσεις μάλιστα, όταν συμμετείχαν σε περιφερειακές κυβερνήσεις, είχαν αποδεχτεί την πολιτική των περικοπών, ενισχύοντας την ηγεμονία του νεοφιλελευθερισμού – όπως ακριβώς κάνει η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ σε σας. Για το λόγο αυτό, πολλοί ψηφοφόροι της εργατικής τάξης αλλά και αυξανόμενα τμήματα της Αριστεράς δεν τους εμπιστεύονται πλέον. Το γερμανικό Κομμουνιστικό Κόμμα (DKP) έχει πολλά προβλήματα, καθώς κλυδωνίζεται από εσωτερικές ιδεολογικές διαμάχες εδώ και χρόνια Εξαιτίας δε της μεγάλης ηλικίας των μελών του αποδυναμώνεται όλο και περισσότερο, ενώ η βάση είναι τελείως ανενεργή και οι θέσεις τους δεν έχουν απήχηση. Το μαοϊκό-μαρξιστικό-λενινιστικό Κόμμα της Γερμανίας (MLPD) συμμαχεί με τουρκικές, παλαιστινιακές και κουρδικές κομμουνιστικές οργανώσεις, αλλά δεν είναι σε θέση να αποκτήσει ευρύτερη στήριξη εντός της Αριστεράς γιατί κινείται σεχταριστικά. Η πλειοψηφία της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς εξακολουθεί να μην είναι οργανωμένη και στερείται συνεκτικότητας στην αντίληψη. Είναι προσανατολισμένη κυρίως σε κινηματικές δραστηριότητες. Επί του παρόντος, συζητά και υλοποιεί πολιτικές συλλογικής οργάνωσης και εργατικής πολιτικής σε μικρή κλίμακα. Αυτές οι συζητήσεις είναι απαραίτητες. Αλλά πρέπει παράλληλα να σκεφτούμε την οργάνωση από επαναστατική σκοπιά, που θα έχει δυνατότητα να παρεμβαίνει στην καθημερινότητα της εργαζόμενης πλειοψηφίας. Αν καταφέρουμε, θα έχουμε την ευκαιρία να προχωρήσουμε ένα βήμα παραπέρα.