του Παναγιώτη Μαυροειδή
Όποιος διάβασε την προηγούμενη Κυριακή τον τίτλο της εφημερίδας Η Εποχή («Τώρα, τι θα γίνουμε χωρίς σκουπίδια;») και τη χιλιοφορεμένη κατηγορία περί «τυφλής σύγκρουσης», από μεριάς των εργαζομένων στους ΟΤΑ, σίγουρα ανατρίχιασε. Εκείνος ωστόσο που άντεξε να υποστεί ολόκληρο το άρθρο του Δ. Χρήστου στην Αυγή, ένιωσε την αηδία να αντικαθίσταται με πολιτική οργή. Ο τακτικός αρθρογράφος της κυβερνητικής εφημερίδας της «ανανεωτικής αριστεράς», τολμά να αντιστρέψει γκαιμπελικά την πραγματικότητα, μιλώντας για «ομηρεία των πολιτών από τους απεργούς» και να μας καλέσει να αγνοήσουμε την πραγματική ομηρεία εφ’ όρου ζωής χιλιάδων εργαζομένων συμβασιούχων από το μνημονιακό καθεστώς προσωρινής εργασίας και επιβάλλει και συντηρεί η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ. Αφού καταδικάζει τις κινητοποιήσεις κλάδων εργαζομένων με τα γνωστά επιχειρήματα του Σκάι, καταλήγει να υπενθυμίσει: Κλάδοι όπως Ένοπλες Δυνάμεις και αστυνομία, «κρίσιμοι για τα κοινωνικά και εθνικά συμφέροντα δεν έχουν το δικαίωμα της απεργίας»!
Μα πρέπει άραγε να μιλάμε για «Αριστερά», έστω με εισαγωγικά; Θα ήταν απλούστερο να κάναμε λόγο για αστική, μνημονιακή, ευρώδουλη και αμερικανόδουλη κυβέρνηση η οποία, για λίγους μήνες παραπάνω στην «κουτάλα», μπορεί να υπογράψει άλλα δέκα μνημόνια, να αραδιάσει όλες τις ψευδολογίες του κόσμου και να πουλήσει και την ψυχή των υπουργών της στο διάβολο. Πρέπει ωστόσο να δούμε τα πράγματα με πολιτική ακρίβεια και όχι με συναισθηματισμούς. Η ειδική «αξία χρήσης» τούτης της κυβέρνησης βρίσκεται ακριβώς στο γεγονός ότι μιλάει στο όνομα της Αριστεράς και ο πρωθυπουργός της τη μια βρίσκεται στο Σκοπευτήριο της Καισαριανής και την άλλη στο Μουσείο Μπελογιάνη, δίπλα μάλιστα στο Δ. Κουτσούμπα. Με αυτό πρέπει να αναμετρηθούμε.
Μην ξεχνιόμαστε: Οι Γενίτσαροι ήταν επίλεκτα σώματα της οθωμανικής αυτοκρατορίας που, κυρίως, είχαν συγκροτηθεί από αιχμαλώτους πολέμου υποταγμένων λαών. Αυτοί ακριβώς πολλές φορές αποτέλεσαν την αιχμή της πολεμικής μηχανής της αυτοκρατορίας.
Στα καθ’ ημάς, οι μαρξίζοντες υπουργοί και λοιποί απολογητές της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, έχουν μεγαλύτερο κόμπλεξ από τους Γενίτσαρους. Από τη μια, προς τα δεξιά, θέλουν να αποδείξουν ότι δεν τους έχει μείνει ίχνος «βλαχιάς» από το «αριστεροχώρι». Από την άλλη, προς τα αριστερά, προσπαθούν να πουν πως δεν είναι και «τόσο δεξιοί» αλλά, αντίθετα, είναι σταθεροί στη «στρατηγική» και κάπως ευλύγιστοι στην «τακτική». Έτσι, σε διαρκείς εναλλαγές ρόλων μεταξύ Τόσκα και Πολλάκη ή Καμμένου και Τσακαλώτου, γελοιοποιούνται διαρκώς.
Κάποια στιγμή όμως, μετά τις φιγούρες και τις πιρουέτες, ο χορευτής πρέπει να βρει ισορροπία. Και τότε όλοι αυτοί ταυτίζονται ωμά με το ρόλο τους, δηλαδή την εφαρμογή μιας άγριας μνημονιακής αντεργατικής πολιτικής. Διότι δεν υπάρχει ποτέ άχρωμη και ουδέτερη διαχείριση. Όποιος βάζει τον «αγαθό» και δήθεν «εφικτό» στόχο της καλύτερης διαχείρισης της κοινωνικής αθλιότητας, τελικά θα ταυτιστεί και με το παραπάνω με την αθλιότητα, δικαιολογώντας τη χυδαία. Όταν η ΝΔ ισχυρίζεται ότι η κυβέρνηση υιοθετεί τα μνημονιακά μέτρα «για να μη τα εφαρμόσει», ψεύδεται. Απλά θέλει να πουλήσει ακόμη πιο πειθήνια υποταγή στα εγχώρια και ευρωπαϊκά αφεντικά του κεφαλαίου, καταφανώς αδειασμένη από τους μνημονιακούς Γενίτσαρους του ΣΥΡΙΖΑ.
Τούτη εδώ η κυβέρνηση δεν διαμορφώθηκε και δε νομιμοποιήθηκε ως μια τυπική δεξιά, αστική κυβέρνηση. Αλλά ως κυβέρνηση της διαχειριστικής συστημικής Αριστεράς. Παλιότερα είχαμε τη ΔΗΜΑΡ. Μα και το ΠΑΣΟΚ κατά κάποιο τρόπο διεκδίκησε κάτι ανάλογο. Υπήρχε, υπάρχει και θα αναγεννιέται πάντα και μια Αριστερά του συστήματος, ως βασικός όρος για την πολιτική αναπαραγωγή του. Η διάκριση μεταξύ συστημικής και επαναστατικής κομμουνιστικής Αριστεράς είναι όρος ύπαρξης της δεύτερης. Ούτε πρόκειται για κυβέρνηση μιας κάποιας «ρεφορμιστικής» Αριστεράς, που απλά θέλει να πάρει κάποια ριζοσπαστικά μέτρα (ή και να φέρει σοσιαλισμό!), με ειρηνικό τρόπο και πιο αργό ρυθμό.
Η στάση των μαχόμενων δυνάμεων απέναντι σε αυτήν την κυβέρνηση δεν μπορεί να είναι άλλη παρά μόνο στάση απόλυτης αντίθεσης, με στόχο την ανατροπή της πολιτικής της και, τελικά, της ίδιας με μαζικούς κοινωνικούς αγώνες. Από ένα μαζικό εργατικό κοινωνικό κίνημα που θα καταχτά πολιτικό ρόλο και θα ανατρέπει γενικά τον ταξικό και πολιτικό συσχετισμό. Είναι αναγκαίο στο όνομα των εργατικών και λαϊκών συμφερόντων που φορτώθηκαν τα μνημόνια. Είναι διπλά αναγκαία για να μη θαφτεί στο βούρκο του ΣΥΡΙΖΑ η αριστερή κομμουνιστική εναλλακτική.