του Αλέκου Αναγνωστάκη
Το ΚΚΕ δημοσίευσε τη διακήρυξη για τα 100 χρόνια από την Οκτωβριανή Επανάσταση. Η αίσθηση που αποκομίζει κάποιος από την ανακοίνωση δεν είναι αυτή του επαίνου, της κριτικής του Οκτώβρη και της αναζήτησης στο όνομα των μελλούμενων επαναστάσεων, όπως αντιμετώπισαν οι κλασικοί την ηττημένη Παρισινή Κομμούνα. Αισθάνεται σαν να δανείζεται κάποιος μια σεβάσμια αμφίεση, να επικαλείται τα πνεύματα του παρελθόντος και με μια δανεισμένη γλώσσα να θέλει, μάταια, να μπει στη νέα σκηνή της ιστορίας.
Στο κείμενο καταγράφεται και υπογραμμίζεται αυτό που υπήρξε. Ότι δηλαδή, ήταν «το κορυφαίο κοσμοϊστορικό γεγονός του 20ού αιώνα που απέδειξε ότι ο καπιταλισμός δεν είναι ανίκητος» και «αποτέλεσε, στον ιστορικό χρόνο, τη συνέχεια των εξεγέρσεων των δούλων, των χωρικών του Μεσαίωνα, των αστικών επαναστάσεων, αλλά ταυτόχρονα και την κορύφωση και την υπέρβασή τους».
Ύστερα τα πράγματα δυσκολεύουν. «Η Οχτωβριανή Επανάσταση –τονίζεται– απέδειξε την ορθότητα της λενινιστικής σκέψης ότι η νίκη του σοσιαλισμού είναι δυνατή σε μια χώρα ή σε ομάδα χωρών, ως συνέπεια της ανισόμετρης ανάπτυξης του καπιταλισμού».
Αλλά το κόμμα των μπολσεβίκων, υπό τον Στάλιν, το ζήτημα της «οικοδόμησης του σοσιαλισμού σε μία μόνο χώρα» το θέτει –και μάλιστα όχι αποδεικτικά, αλλά αξιωματικά– για πρώτη φορά στα τέλη του 1924. Πως λοιπόν χρεώνεται αυτή η θέση στη σκέψη του Λένιν και πως η θέση αυτή δικαιώνεται με την κατάρρευση και την ποιότητά της; Η νέα κοινωνία δομήθηκε και κατέρρευσε;
Αυτό που όντως συνέβη είναι η νίκη της επανάστασης σε μια χώρα και μάλιστα σχετικά καθυστερημένη. Τα της οικοδόμησης, όμως, του σοσιαλισμού σε μια χώρα είναι τελείως διαφορετικό ζήτημα. Δεν είναι μόνο ο Λένιν που έγραφε το Μάρτη του 1919 πως «ολοκληρωτική και τελική νίκη …δεν είναι δυνατόν να επιτευχθεί μόνο στη Ρωσία. Μπορεί να επιτευχθεί μόνο όταν το προλεταριάτο νικήσει τουλάχιστον σε όλες τις αναπτυγμένες χώρες ή έστω σε μερικές από τις μεγαλύτερες». Είναι και η πραγματικότητα που εμφανίζεται σκληρότερη. Μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο το προλεταριάτο νίκησε –υποτίθεται– στο μεγαλύτερο μέρος του πλανήτη, από τη Τσεχία ως την Κίνα και από το Βιετνάμ ως τη Λιθουανία. Αλλά όσο απλωνόταν τόσο «τα καθεστώτα» διαβρώνονταν. Γιατί;
«Ο Οκτώβρης του 1917 επιβεβαίωσε επίσης», αναφέρει η ανακοίνωση, «ότι η πραγματοποίηση της ιστορικής αποστολής της εργατικής τάξης δεν καθορίζεται από το ποσοστό της στον οικονομικά ενεργό πληθυσμό, αλλά από το γεγονός ότι είναι ο φορέας των νέων σοσιαλιστικών σχέσεων παραγωγής». Η δύναμη των ιδεών όντως πολλαπλασιάζει την ισχύ των μαχόμενων κοινωνικών δυνάμεων. Αλλά ως πόσο; Δηλαδή, η ήδη αδύναμη εργατική τάξη της Ρωσίας κατά το ’17 και η περαιτέρω αποδυνάμωση της κατά την επιδρομή 14 ιμπεριαλιστικών χωρών και τον εμφύλιο δεν συνέτειναν στις σοβαρές αλλαγές στο κόμμα και στις αναδιπλώσεις στην εξέλιξη της επανάστασης;
«Η Οχτωβριανή Επανάσταση», διακηρύσσεται επίσης, «έφερε στο προσκήνιο μιαν ανώτερη οργάνωση της κοινωνίας, που διέφερε ριζικά απ’ όλα τα συστήματα που προηγήθηκαν ιστορικά». Τα πρώτα χρόνια επιχειρήθηκε να ληφθούν και λήφθηκαν μέτρα σοσιαλιστικού χαρακτήρα. Το κείμενο προσδιορίζει πως αυτό έγινε μετά το 1929 που «σήμανε την έναρξη της επίθεσης των δυνάμεων του σοσιαλισμού», όταν σταμάτησε η μετακίνηση των μπολσεβίκων από τον πολεμικό κομμουνισμό (1917-22) στη ΝΕΠ (1922-28). Έστω. Αλλά γιατί υπήρξε αυτή η ταλάντωση και γιατί οι μπολσεβίκοι πολυδιαχωρίσθηκαν τότε; Επιπλέον, τα σοσιαλιστικά μέτρα αυτά κυριάρχησαν ολοκληρωτικά; Και αν ναι, από πότε και ως πότε; Ως τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια, όπως ισχυρίζεται το ΚΚΕ;
Η διακήρυξη αναγνωρίζει κάποια προπολεμικά λάθη για να υπογραμμίσει πως η κατάσταση άρχισε να αναστρέφεται από το 20ό Συνέδριο του ΚΚΣΕ (1956). Αυτό αποτέλεσε «σημείο στροφής που ξεχωρίζει επειδή σε αυτό, με όχημα τη λεγόμενη “προσωπολατρία”, υιοθετήθηκαν μια σειρά οπορτουνιστικές θέσεις για τα ζητήματα της στρατηγικής του κομμουνιστικού κινήματος, των διεθνών σχέσεων, εν μέρει και της οικονομίας».
Τα μέτρα κυριάρχησαν, λοιπόν, και οδήγησαν σε ένα ανώριμο και διαμορφούμενο κομμουνισμό, όπως σημειώνεται στο κείμενο, άρα και σε ένα εύθραυστο στάδιο του κομμουνισμού; Τότε όμως προκύπτουν πολλαπλά ερωτήματα. Τι είδους ανωριμότητα εμφανίζεται; Τι σημαίνει αυτό συγκεκριμένα για τις παραγωγικές σχέσεις και τις παραγωγικές δυνάμεις που κληρονομούνται και αλλάζουν; Και πως δομείται το κράτος μετά την επανάσταση κατά την ανώριμη εκδοχή του;
Φυσικά, η παλιά αστική κρατική μηχανή, με την επανάσταση, καταστρέφεται και αντικαθίσταται από μια καινούρια που ως διαρκή και τελικό σκοπό έχει την «απονέκρωσή» της, την αφομοίωσή της δηλαδή από τις ίδιες τις δημοκρατικά οργανωμένες λαϊκές οργανώσεις. Θεωρούν οι συντάκτες της ανακοίνωσης πως συντελούνταν κάτι τέτοιο στη Ρωσία και στις άλλες χώρες; Θεωρούν δηλαδή πως τα «κράτη της ανατολής», στην εξέλιξή τους και τελικά ήταν εργατικά κράτη;