Οι φωτογραφίες δεν «εκτίθενται» απλώς, αλλά επιδιώκουν την παρέμβαση του θεατή και την ενεργή οικειοποίησή τους. Η έκθεση είναι όλες τις ώρες ανοιχτή στο κοινό. Η διάρκειά της είναι άγνωστη, καθώς πρόκειται για ένα έργο ανοιχτής παρέμβασης του οποίου η παρουσία βρίσκεται σε συνάρτηση με τις ποικίλες πρακτικές των ανθρώπων που δραστηριοποιούνται εντός του χώρου αυτού
Μια έννοια που εισήχθη τον 20ό αιώνα, επανερμηνεύεται στο ιστορικό κτήριο Γκίνη.
H Grossraum 21C δεν είναι μια συνηθισμένη έκθεση φωτογραφίας. Ταυτόχρονα είναι μια πολιτική παρέμβαση, πρώτον λόγω της επιλογής του χώρου όπου παρουσιάζεται (το κτήριο Γκίνη στο Πολυτεχνείο) και δεύτερον, λόγω του περιεχομένου της. Οι φωτογραφίες δεν βρίσκονται συμμετρικά αναρτημένες σε ομοιόμορφες κορνίζες, αλλά τις συναντάμε κολλημένες σε ασυνήθιστες επιφάνειες και συχνά τυπωμένες σε λεπτό φτηνό χαρτί σαν να ήταν αφίσες. Επίσης οι τέσσερις δημιουργοί τους δεν υπογράφουν ο καθένας με το όνομά του: η παρέμβασή τους έχει συλλογικό χαρακτήρα και οι εικόνες που παρουσιάζονται υπηρετούν μια κεντρική πολιτική σύλληψη: την έννοια της κυριαρχίας αλλά και την αμφισβήτηση, την υπονόμευσή της.
Οι τέσσερις νέοι φωτογράφοι είναι οι Γιώργος Καραηλίας, Γιάννης Καρπούζης, Γιώργος Πρίνος και Παύλος Φυσάκης. Τα έργα τους δεν «συνομιλούν» απλώς με το κτήριο Γκίνη αλλά και με το κοινό, επιδιώκοντας την παρέμβασή του. Επίσης, σε αντίθεση με ό,τι συμβαίνει στις περισσότερες εικαστικές εκθέσεις, οι φωτογραφίες τους δεν πωλούνται, δεν προορίζονται να «στολίσουν». Απλώς μιλούν, για την ακρίβεια συνομιλούν με το κοινό διευκολύνοντας όχι απλώς την οικειοποίησή τους αλλά και τη διαφωνία, τις διαφορετικές ερμηνείες. Ένα άλλο ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της έκθεσης είναι η ανοιχτή διάρκειά της καθώς δεν είναι καθορισμένη η ημερομηνία λήξης της. Τέλος, η επιλογή του χώρου δεν είναι τυχαία. Το κτήριο Γκίνη έχει ένα ειδικό ιστορικό βάρος, καθώς εδώ έγινε η εργατική συνέλευση κατά την εξέγερση του Νοέμβρη του ’73 ενώ σήμερα συνδέεται και με τη στέγαση προσφύγων.
Ο τίτλος της έκθεσης επίσης νοηματοδοτεί το περιεχόμενό της. Το «Grossraum» είναι ένας όρος που εισήγαγε ο γερμανός νομικός Καρλ Σμιτ και αναφέρεται στο πεδίο κυριαρχίας ενός κράτους μέσα κι έξω από τα σύνορά του.
Όπως εξηγούν οι φωτογράφοι: «Τα κείμενα του Καρλ Σμιτ, εκφράζουν και νομιμοποιούν την επεκτατική δίψα, την κατάληψη χώρου και την επιθετική στρατηγική της κυρίαρχης αστικής τάξης της Γερμανίας – συμπεριλαμβανομένου του τρίτου ράιχ– που οδήγησαν ακολούθως στους δύο παγκόσμιους πολέμους. Το Grossraum είναι ο πραγματικός χώρος έκτασης των συμφερόντων και της κυριαρχίας ενός κράτους, το δίκτυο της επιρροής, η άσκηση της νομοθέτησης, η δυνατότητα επιβολής καθεστώτος εκτάκτου ανάγκης. Με άλλα λόγια, μιλώντας για το σημερινό κυρίαρχο παράδειγμα, η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι εν πολλοίς μία μορφή καπιταλιστικής ολοκλήρωσης που αποκρίνεται πλήρως στην παραπάνω σμιτιανή θεώρηση: η κρίση δεν είναι παρά μία μη αναμενόμενη κατάσταση εκτάκτου ανάγκης εντός ενός ουδέτερου χρόνου που επιβάλλεται από τις κυρίαρχες ελίτ στους λαούς μέσω του χρηματοπιστωτικού συστήματος.
»Αν, ωστόσο, μοιάζει απλοϊκό και ανιστορικό να συγκρίνεται η επεκτατική πολιτική του τρίτου ράιχ με τη σημερινή Μπούντεσταγκ και την Ευρωπαϊκή τραπεζική πολιτική άλλο τόσο είναι ανιστορικό, ή καλύτερα εντός της κυρίαρχης ιδεολογίας, να αποκρύπτεται πως ο πόλεμος με τα κανόνια και ο πόλεμος με τις τράπεζες, η πραγματική κατοχή εδαφών και η τεχνικο-νομοθετικο-οικονομική κατοχή προέρχονται από το ίδιο δόγμα, τον μείζονα χώρο και είναι αποτέλεσμα του ίδιου οικονομικού μοντέλου, εκείνου που διαχωρίζει τους ανθρώπους σε τάξεις.
»Δεν ξεχνάμε βέβαια ότι τα δίκτυα των καπιταλιστικών και θεαματικών ροών είναι σήμερα περισσότερο από ποτέ παγκόσμια και σε ένα βαθμό άυλα. Ο ίδιος ο Σμιτ αναγνωρίζει πριν από εκατό χρόνια τις ΗΠΑ και το «δόγμα Μονρόε» ως το πρώτο υλοποιημένο Grossraum. Η σύγχρονη παγκόσμια τάξη επιτίθεται σήμερα μέσω μίας υπεροπλίας εργαλείων: πόλεμοι, βιοτεχνολογία, τράπεζες, εθνικιστικά μορφώματα, ανεργία, κυρίαρχη κουλτούρα, φυλακές, στρατόπεδα συγκέντρωσης, έλεγχος, κράτος».