του Γιώργου Λαουτάρη
Σκόνη άφησε αντί να φέρει το φως η δικαστική αυλαία που έπεσε για το σκάνδαλο του Βατοπεδίου, που ξέσπασε το 2008 και σφράγισε τις προ Μνημονίου πολιτικές εξελίξεις στον τότε δικομματικό ανταγωνισμό μεταξύ ΝΔ και ΠΑΣΟΚ. Οι δικαστές απήλλαξαν τους πάντες, δεχόμενοι την εισαγγελική πρόταση ότι κατά τη δίχρονη ακροαματική διαδικασία στο Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων δεν στοιχειοθετήθηκαν τα αδικήματα της φυσικής ή ηθικής αυτουργίας σε κακουργηματική απιστία και ψευδείς βεβαιώσεις. Αυτά ήταν τα αδικήματα με τα οποία είχαν παραπεμφθεί συνολικά 14 εμπλεκόμενοι στην ανταλλαγή της Λίμνης Βιστωνίδας και των παραλιμνίων εκτάσεών της με ακίνητα του Δημοσίου.
Μεταξύ αυτών που περίμεναν την απόφαση των δικαστών ήταν ο ηγούμενος Εφραίμ και ο μοναχός Αρσένιος, η συμβολαιογράφος Κατερίνα Πελέκη, ο πατέρας και ο αδελφός της Διονύσης και Δημήτρης Πελέκης (δικηγόροι και οι δύο), ο πρώην πρόεδρος και ο πρώην διευθύνων σύμβουλος της Κτηματικής Εταιρείας του Δημοσίου Πέτρος Παπαγεωργίου και Κωνσταντίνος Γκράτσιος, ο πρώην γενικός γραμματέας του υπουργείου Γεωργίας Κωνσταντίνος Σκιαδάς, ο πρώην διευθυντής της υπηρεσίας διαχείρισης ακινήτων της ΚΕΔ Γεώργιος Μητρόπουλος και ο πρώην αντιπρόεδρος του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους Γρηγόρης Κρόμπας.
Τόσο η Νέα Δημοκρατία όσο και ο Κώστας Καραμανλής, έσπευσαν να εκδώσουν πανηγυρικές δηλώσεις δικαίωσης. «Η σημερινή απόφαση της Δικαιοσύνης για την υπόθεση του Βατοπεδίου δικαιώνει την κυβέρνηση του Κώστα Καραμανλή και τη Νέα Δημοκρατία, που αβάσιμα κατηγορήθηκαν και άδικα συκοφαντήθηκαν. Εκθέτει, ταυτόχρονα, όσους επιχείρησαν να ποινικοποιήσουν την πολιτική ζωή με άθλια κατασκευάσματα», ήταν το χαρακτηριστικό σχόλιο του Γραφείου Τύπου της ΝΔ. Ενώ ο πρώην πρωθυπουργός, που πολύ σπάνια κάνει δηλώσεις, έσπευσε να μιλήσει για «σκευωρία» η οποία είχε ένα στόχο: «Να πληγεί με κάθε τρόπο η τότε κυβέρνηση. Συκοφαντώντας, σπιλώνοντας, ταλαιπωρώντας για χρόνια αθώους ανθρώπους και τις οικογένειές τους. Ζημιώνοντας τη χώρα σε μια ιδιαίτερα κρίσιμη χρονική περίοδο».
Βέβαια, ήταν ο ίδιος που από το βήμα της Βουλής ως πρωθυπουργός, είχε περιγράψει τα γεγονότα του Βατοπεδίου ως «σκανδαλώδη», «μια θλιβερή ιστορία» αποδίδοντας «υστερόβουλες επιδιώξεις» στους αυτουργούς τον Δεκέμβριο του 2008, σε ζωντανή μάλιστα τηλεοπτική μετάδοση. «Είναι πλέον ξεκάθαρο ότι κάποιοι παρά την πνευματική τους αποστολή, λειτούργησαν σε βάρος του Δημοσίου», είχε πει τότε ο Κώστας Καραμανλής, για να λάβει τα παρατεταμένα χειροκροτήματα της Κοινοβουλευτικής του Ομάδας στο σημείο που αναλάμβανε προσωπικά την πολιτική ευθύνη της υπόθεσης.
Δυστυχώς, τα γεγονότα αυτά είναι παλιά, έχουν αφήσει ένα ανεξίτηλο στίγμα σε πρόσωπα και πολιτικές, ωστόσο η τωρινή δικαστική απόφαση έρχεται με το κατάλληλο περιτύλιγμα να ξαναγράψει κάπως την ιστορία. Τουλάχιστον αυτό επιχείρησαν μεθοδικά στελέχη της καραμανλικής πτέρυγας της ΝΔ, όπως ο Θόδωρος Ρουσόπουλος, εκ των πολιτικών πρωταγωνιστών της υπόθεσης, ο οποίος δήλωσε ερμηνεύοντας κατά το δοκούν τη δικαστική ετυμηγορία: «Περίτρανα πλέον απεδείχθη ότι σκάνδαλο είναι η κατασκευή της υπόθεσης Βατοπεδίου από κέντρα που είχαν συμφέρον να πέσει η κυβέρνηση Καραμανλή, μέσω σπίλωσης των στενότερων συνεργατών του».
Η αλήθεια είναι ότι η δικαστική διερεύνηση αφορούσε τον δόλο των εμπλεκομένων και όχι το πολιτικό σκάνδαλο. Το δικαστήριο δέχτηκε ότι οι υπάλληλοι εκτελούσαν τις εντολές της κυβέρνησης, επομένως ενισχύονται τα πολιτικά χαρακτηριστικά του σκανδάλου. Παρά την αθωωτική απόφαση λοιπόν, δεν πρέπει να ξεχαστούν κάποια δεδομένα της υπόθεσης. Πρώτον, ότι το Δημόσιο υιοθέτησε τα χρυσόβουλλα που επικαλέστηκε η μονή ως τίτλους ιδιοκτησίας, παρά τις αντιρρήσεις των ειδικών της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας. Και δεύτερον, ότι το Δημόσιο αντάλλαξε με τη μονή Βατοπεδίου εκτάσεις, φέρνοντας στην κατοχή της μονής πολύτιμα ακίνητα.
«Η προσπάθεια αρπαγής και ανταλλαγής δημόσιας γης και περιουσίας με Ολυμπιακά ακίνητα από τη Μονή Βατοπεδίου δεν τελεσφόρησε, ακριβώς επειδή υπήρξε η αποκάλυψη και η σφοδρή αντίδραση της κοινωνίας», σχολίασε το γραφείο Τύπου του ΣΥΡΙΖΑ. Ενώ το ΚΚΕ υπογράμμισε χαρακτηριστικά ότι «η αλήθεια σε τέτοιες υποθέσεις δεν βγαίνει στο φως, στα πλαίσια αυτού του διεφθαρμένου συστήματος», προσθέτοντας ότι «δεν αποκαλύπτονται και δεν αντιμετωπίζονται οι πραγματικές πολιτικές ευθύνες παλιών και νέων κυβερνήσεων, οι οποίες διατηρούν άθικτο το καθεστώς μοναστήρια, επιχειρηματικοί όμιλοι κλπ να λυμαίνονται μεγάλες εκτάσεις, δάση, βουνά, λίμνες, παραλίες, ακόμη και με τίτλους προηγούμενων αιώνων».