Στις 15 Μαρτίου, τα κόμματα του απερχόμενου κυβερνητικού συνασπισμού —οι δεξιοί Φιλελεύθεροι του Ρούτε και οι Εργατικοί του Ντάιζελμπλουμ— αναμένεται να χάσουν μεγάλο μέρος της δύναμής τους, τιμωρούμενα για την πολιτική που ακολούθησαν, η οποία έχει οδηγήσει σε αντιδραστική στροφή σε όλα τα επίπεδα, όπως υγεία, κοινωνικές παροχές κά. Κερδισμένη (αν και όχι σίγουρα πρώτη) θα είναι η Ακροδεξιά του Βίλντερς.
του Δημήτρη Παυλόπουλου
Οι βουλευτικές εκλογές στην Ολλανδία διεξάγονται σε μια ειδυλλιακή εικονική πραγματικότητα. Κυβέρνηση και ΜΜΕ μιλούν για την οικονομική κρίση που ξεπεράστηκε και τα δημόσια οικονομικά που αποκτούν θετικό πρόσημο. Ο υπουργός Οικονομικών και πρόεδρος του Γιούρογκρουπ, Γερούν Ντάιζελμπλουμ, ανακοίνωσε περήφανος ότι για πρώτη φορά ύστερα από πολλά χρόνια ο προϋπολογισμός του 2016 έκλεισε με απόλυτο πλεόνασμα. Όλα τα κόμματα της Βουλής υπόσχονται μικρές φοροελαφρύνσεις και παροχές στους πολίτες. Η πραγματικότητα όμως είναι διαφορετική για μεγάλα τμήματα της κοινωνίας.
Οι συνθήκες διαβίωσης των χαμηλών και μεσαίων στρωμάτων δυσκολεύουν, ενώ στο εκλογικό σώμα επικρατεί πολυδιάσπαση και αναποφασιστικότητα. Σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις, το Εργατικό Κόμμα του Ντάιζελμπλουμ, που συμμετέχει στην κυβέρνηση συνεργασίας με το δεξιό φιλελεύθερο κόμμα του πρωθυπουργού Ρούτε, χάνει 23 από τις 35 έδρες του, τιμωρούμενο για τις ακραίες νεοφιλελεύθερες πολιτικές της τελευταίας τετραετίας. Οι Φιλελεύθεροι χάνουν επίσης σημαντικό τμήμα της επιρροής τους, πέφτοντας από τις 40 στις 25 έδρες, κυρίως ως αποτέλεσμα της οικονομικής πίεσης στη μεσαία τάξη.
Νικητής αυτής της εκλογικής μάχης φαίνεται να είναι το ακροδεξιό Κόμμα Ελευθερίας του Βίλντερς. Όχι μόνο διότι εδώ και καιρό καταλαμβάνει την πρώτη θέση των δημοσκοπήσεων. Αυτό ίσως αλλάξει έως τις εκλογές, καθώς πολλοί θα ψηφίσουν «στρατηγικά», επιλέγοντας τον καταλληλότερο κυβερνητικό συνασπισμό και όχι το κόμμα που προτιμούν. Αλλά διότι, ακόμη και αν χάσει τη «στρατηγική» ψήφο πολλών πολιτών, εφόσον σχεδόν όλα τα κόμματα έχουν αποκλείσει την κυβερνητική συνεργασία μαζί του, υπερισχύει στην πολιτική σκηνή της χώρας.
Το ξέσπασμα της προσφυγικής κρίσης έδωσε τη δυνατότητα στην ακροδεξιά να κυριαρχήσει σε ένα μεγάλο κομμάτι της ολλανδικής κοινωνίας. Ενεργοποιώντας τα ξενοφοβικά και ρατσιστικά αντανακλαστικά μεγάλου τμήματος των εργαζόμενων και των ανέργων και οργανώνοντας –συχνά βίαιες– κινητοποιήσεις ενάντια στο άνοιγμα κέντρων διαμονής προσφύγων, η Ακροδεξιά καθόρισε την πολιτική συζήτηση για το προσφυγικό στην Ολλανδία. Η κυβερνητική πολιτική και η στάση των ΜΜΕ βοήθησαν απλόχερα τον Βίλντερς. Ο πρωθυπουργός Ρούτε, αλιεύοντας ψήφους από την Ακροδεξιά μία μέρα μετά την εκλογή Τραμπ, δήλωσε ότι «σε όποιον μετανάστη δεν αρέσει η κατάσταση στην Ολλανδία, να φύγει». Ακολουθώντας τα πρότυπα της ΕΕ, η κυβέρνηση δημιούργησε μεγάλα κέντρα προσφύγων σε φτωχές περιοχές της χώρας ή φτωχές συνοικίες μεγάλων πόλεων. Επίσης, με πρόσχημα την ασφάλεια, προσπάθησε να εμποδίσει την επαφή των προσφύγων με πρωτοβουλίες αλληλεγγύης πολιτών. Φυσικά, η ακροδεξιά δεν χάνει ευκαιρία να συνδέει το προσφυγικό με την πίεση των χαμηλών και μεσαίων στρωμάτων από την ασκούμενη πολιτική.
Την ίδια στιγμή, το δόγμα της «κοινωνίας της συμμετοχής» που προωθεί εδώ και τρία χρόνια η κυβέρνηση Ρούτε, ισοδυναμεί με τη μετακύλιση του κόστους ενός μεγάλου τμήματος των παροχών του κοινωνικού κράτους στους πολίτες. Ειδικά η «φροντίδα στο σπίτι», που προσφερόταν σε εκατοντάδες χιλιάδες ηλικιωμένους, ανάπηρους και χρόνια ασθενείς, υφίσταται σκληρές περικοπές προϋπολογισμού. Το αποτέλεσμα είναι δεκάδες χιλιάδες απολύσεις και πολλοί άνθρωποι να μένουν αβοήθητοι.
Αλλά η κυριαρχία των νεοφιλελεύθερων πρακτικών στον τομέα της υγείας δεν περιορίζεται στους ανθρώπους με ιδιαίτερες ανάγκες. Λόγω της αύξησης στη «συμμετοχή» των ασφαλισμένων στις υγειονομικές δαπάνες (όλοι πληρώνουν τα πρώτα 385 ευρώ των δαπανών υγείας τους ετησίως), το 7-10% των πολιτών αποφεύγουν την αγορά συνταγογραφημένων φαρμάκων, ενώ η αύξηση του κόστους της υγειονομικής ασφάλισης (η βασική υποχρεωτική ασφάλιση κοστίζει περίπου 1000 ευρώ ετησίως) οδηγεί περίπου 300.000 πολίτες σε αδυναμία πληρωμής. Οι νεοφιλελεύθερες πολιτικές κυριαρχούν και στην αγορά εργασίας. Στο όνομα της οικονομικής κρίσης, πολλές επιχειρήσεις –ακόμα και υπό κρατικό έλεγχο– προχωρούν σε αναδιοργάνωση των εργασιακών σχέσεων και μειώσεις μισθών. Υπολογίζεται ότι περίπου το 1/3 των εργαζόμενων απασχολείται με ευέλικτες μορφές απασχόλησης, χωρίς να υπολογίζονται οι συμβάσεις μειωμένου χρόνου εργασίας: συμβάσεις ορισμένου χρόνου, με γραφεία ενοικίασης εργασίας, μηδενικού χρόνου απασχόλησης (ο εργαζόμενος εργάζεται εβδομαδιαίως όσες ώρες ζητά ο εργοδότης) ή συγκαλυμμένες συμβάσεις με «μπλοκάκι».
Σε αυτό το τοπίο, η ολλανδική Αριστερά φαίνεται αδύναμη να απαντήσει στις κοινωνικές και πολιτικές προκλήσεις των εκλογών και της συγκυρίας συνολικά. Σε όλα τα αριστερά ή προοδευτικά κόμματα, δύο είναι οι επικρατέστερες κατευθύνσεις: Αφενός, η επιδίωξη συμμετοχής σε κυβέρνηση συνεργασίας και, αφετέρου, η πολιτική έκφραση των κοινωνικών κινημάτων που αναπτύσσονται αυτό το διάστημα, τα οποία αν και μονοθεματικά, έχουν συχνά μαζική απήχηση. Οι «Πρασινοαριστεροί» (Groenlinks) ανεβαίνουν δημοσκοπικά και καταλαμβάνουν τη θέση των Εργατικών, όμως η εμπειρία των τελευταίων χρόνων δείχνει ότι είναι πρόθυμοι να συμφωνήσουν στις πιο ακραίες νεοφιλελεύθερες πολιτικές προκειμένου να συμμετέχουν στην κυβέρνηση. Το Σοσιαλιστικό Κόμμα εμφανίζεται πιο κινηματικό. Σε αυτές τις εκλογές, σημαία του είναι η ανάκληση των νεοφιλελεύθερων πολιτικών στην υγεία με τη δημιουργία κρατικού φορέα ασφάλισης. Την ίδια στιγμή, όμως, προσπαθεί να δώσει την εικόνα του μετριοπαθούς κόμματος και του αξιόπιστου κυβερνητικού εταίρου, αλλά χωρίς ένα πολιτικό πρόγραμμα που να απειλεί την ουσία των νεοφιλελεύθερων πολιτικών.
Ένα τμήμα του αριστερού και προοδευτικού κόσμου στρέφεται προς μικρότερα κόμματα (Κόμμα των Ζώων, Άρθρο 1 και Πειρατές), τα οποία συχνά δεν αυτοπροσδιορίζονται ως αριστερά. Ορισμένα από αυτά (το Κόμμα των Ζώων και ίσως οι Πειρατές), θα εκπροσωπηθούν στη νέα βουλή. Το πολιτικό τους πρόγραμμα είναι συνήθως μονοθεματικό: Το Άρθρο 1 εστιάζει στον αντιρατσισμό και στο προσφυγικό (άλλωστε το όνομά του προέρχεται από το πρώτο άρθρο του ολλανδικού συντάγματος), οι Πειρατές στην προστασία των ατομικών ελευθεριών, ενώ το Κόμμα των Ζώων μόλις τους τελευταίους μήνες προσπαθεί να διατυπώσει κριτικές θέσεις προς την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Σε κάθε περίπτωση, η συνεισφορά τους στην ανάδυση κινημάτων που θα απειλούν τις νεοφιλελεύθερες επιλογές της ολλανδικής ελίτ παραμένει οριακή.