του Γιάννη Φωτίου
Με μια πρόσκληση-κάλεσμα κοινής δράσης προς όλες τις μαχόμενες δυνάμεις της Αριστεράς με στόχο να μην περάσουν τα νέα σφαγιαστικά μέτρα της 2ης αξιολόγησης και την ανατροπή της βάρβαρης επίθεσης των ευρω-μνημονίων, κλιμακώνει η ΑΝΤΑΡΣΥΑ την πολιτική της παρέμβαση και προσπαθεί να συμβάλλει στην αντεπίθεση του κινήματος. Η πρόταση της ΑΝΤΑΡΣΥΑ (ολόκληρη στο www.antarsya.gr) απευθύνεται στο ΚΚΕ και τη ΛΑΕ, καθώς και σε όλες τις δυνάμεις της αντικαπιταλιστικής, αντιιμπεριαλιστικής και επαναστατικής Αριστεράς. Η επιτακτικότητά της προκύπτει μετά το πολιτικό προσύμφωνο της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ με τους δανειστές στο γιούρογκρουπ της 20ής Φλεβάρη, που ανοίγει το δρόμο για ένα νέο γύρο επίθεσης διαρκείας.
Η πρόταση-κάλεσμα της ΑΝΤΑΡΣΥΑ έχει ορισμένα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά:
Πρώτο, είναι μια πρόταση μάχης, αγώνα και μάλιστα με πεδίο τα καυτά εργατικά και λαϊκά προβλήματα και όχι γενικά συνεύρεσης και διαμόρφωσης πολιτικών σχέσεων, με το μάτι στραμμένο στις εκλογικές συνεργασίες. Απαντάει δηλαδή στις αγωνίες του κόσμου της δουλειάς και όχι των στελεχών της Αριστεράς. Εκφράζει άμεσα τα συμφέροντα των εργαζομένων, καθώς εάν προχωρήσει, μπορεί να φρενάρει, σπάσει, ακόμα και ανατρέψει την ισοπεδωτική επιδρομή κυβέρνησης-ΕΕ-ΔΝΤ-κεφαλαίου.
Δεύτερο, είναι συγκεκριμένη και γι’ αυτό ελέγξιμη. Προτείνει δηλαδή τη συνολικοποίηση και κλιμάκωση των κινητοποιήσεων, με πρόταση για καταρχήν 24ωρη απεργία μέσα στον Μάρτη (με πιθανή ημερομηνία στις 15 Μάρτη) και λογική κλιμάκωσης. Δεν πρόκειται για «πρεμούρα», λαμβάνει υπόψη κινητοποιήσεις που γίνονται ήδη και την επιδίωξη κυβέρνησης-κουαρτέτου για πολιτική συμφωνία στο γιούρογκρουπ της 20ης Μάρτη.
Τρίτο, θέτει καθαρά και ξάστερα πως το εργατικό κίνημα δεν μπορεί να περιμένει τις ΓΣΕΕ και ΑΔΕΔΥ. «Η συνδικαλιστική γραφειοκρατία των ΓΣΕΕ-ΑΔΕΔΥ που υποτάσσεται στα μνημόνια, στην αστική στρατηγική, στην εργοδοσία, στην ΕΕ και στις κυβερνήσεις, ούτε μπορεί, ούτε θέλει να απαντήσει σε αυτή την επίθεση. Η συνάντηση του Παναγόπουλου με το ΔΝΤ στην Αμερική, σαν συνέχεια της προδοτικής υποστήριξης του “Ναι” στο δημοψήφισμα, δείχνει πόσο αντίθετα και εχθρικά στην ανάπτυξη των αγώνων στέκονται αυτά τα συνδικαλιστικά όργανα», αναφέρεται στο κάλεσμα. Δεν μένει στη διαπίστωση: «Να διαμορφώσουμε από κοινού και ‘’από τα κάτω’’ αγωνιστικό συντονισμό με κέντρο τα πρωτοβάθμια σωματεία, τις επιτροπές αγώνα, αλλά και κάθε συνδικαλιστή και κάθε όργανο, που θέλει να παλέψει για να μην περάσουν τα κανιβαλικά αυτά μέτρα». Η διαμόρφωση μιας κοινής πρότασης για απεργία θα μπορούσε να οδηγήσει σε αποφάσεις σε μια σειρά όργανα του συνδικαλιστικού κινήματος. Σε αυτή την περίπτωση η απεργία πρέπει να υλοποιηθεί «κόντρα στις παρελκυστικές τακτικές της γραφειοκρατίας που στο πρόσφατο παρελθόν οδήγησαν σε “φρενάρισμα” των αγώνων και ήττες».
Τέταρτο, το κάλεσμα της ΑΝΤΑΡΣΥΑ εμπεριέχει πρόταση μάχιμου πλαισίου διεκδικήσεων, «με στόχο την υπεράσπιση των σύγχρονων αναγκών και δικαιωμάτων και τη βελτίωση της θέσης των εργαζόμενων». Μεταξύ άλλων διεκδικεί μόνιμη και σταθερή δουλειά για όλους με πλήρη δικαιώματα, την κατάργηση όλων των μορφών ελαστικής εργασίας, τις μαζικές προσλήψεις για τις λαϊκές ανάγκες. Καμία μείωση και αντίθετα αυξήσεις στους μισθούς και τις συντάξεις, με πλήρη επαναφορά των συλλογικών συμβάσεων τώρα και του κατώτερου μισθού. Να σταματήσει το αίσχος και ο ρατσισμός ενάντια στους νέους. Κανένας «υποκατώτατος» μισθός, ίση αμοιβή για ίση εργασία.
«Να παλέψουμε συνολικότερα για να μην περάσει η 2η αξιολόγηση και τα νέα μέτρα-λαιμητόμος για τον λαό. Δεν πληρώνουμε το χρέος, παλεύουμε για την διαγραφή του. Σύγκρουση και έξοδο από τη φυλακή των αιματηρών δημοσιονομικών πλεονασμάτων, των μνημονίων, της ΕΕ και του ευρώ. Ανατροπή της βάρβαρης αντιλαϊκής πολιτικής της ΕΕ και του ΔΝΤ, της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ και της εργοδοσίας», τονίζει η ΑΝΤΑΡΣΥΑ.
Βεβαίως «οι στόχοι πάλης πρέπει να αποφασίζονται συλλογικά από τους ίδιους τους εργαζόμενους», αναφέρει το κάλεσμα, «αλλά δεν πρέπει να αποτελούν εμπόδιο για τη κοινή δράση, για το συντονισμένο ξεδίπλωμα των αγώνων και την κήρυξη γενικής απεργίας μέσα στον Μάρτη ενάντια στην επερχόμενη λαίλαπα. Η κοινή δράση όλων των δυνάμεων της μαχόμενης αριστεράς στο κίνημα και στους χώρους δουλειάς μπορεί να δώσει το έναυσμα για ένα μέτωπο αγώνα που θα εμπνεύσει, θα αλλάξει τα δεδομένα, και θα ανοίξει δρόμους για τη νίκη του εργατικού κινήματος και ανατροπής της σημερινής βαρβαρότητας».