ΑΡΗΣ ΧΑΤΖΗΣΤΕΦΑΝΟΥ
Στις Βρυξέλλες σταθμεύει ένας ολόκληρος στρατός. Δεν είναι μόνο οι ειδικές δυνάμεις των βελγικών ενόπλων δυνάμεων, οι οποίες περιπολούν στους δρόμους μιας πόλης που βρίσκεται σε διαρκή κατάσταση έκτακτης ανάγκης. Είναι κυρίως οι «αερομεταφερόμενες μεραρχίες» από περίπου 91.000 υπαλλήλους, «διασπαρμένους» σε 9.860 ομάδες πίεσης που εξασφαλίζουν ότι δεν θα υπάρξει ούτε μια απόφαση η οποία, έστω και κατά λάθος, να προασπίζεται τα συμφέροντα των πολιτών σε βάρος των ιδιωτικών επιχειρήσεων. Τα περίφημα «λόμπι», με ετήσιο δηλωμένο προϋπολογισμό 1,5 δις ευρώ, μπορούν να εξαγοράσουν να εκβιάσουν ή απλώς να… προσλάβουν σχεδόν οποιονδήποτε υπάλληλο των ευρωπαϊκών θεσμών επιθυμούν.
Οι συγκεκριμένοι αριθμοί δεν προσφέρουν βέβαια την πλήρη εικόνα καθώς αφορούν τις «ομάδες πίεσης» που καταγράφηκαν εθελοντικά στο επίσημο αρχείο που τις αφορά. Το βέβαιο είναι ότι περίπου 6.200 λομπίστες διαθέτουν ειδικές κάρτες εισόδου στο ευρωκοινοβούλιο (και τις χρησιμοποιούν σχεδόν καθημερινά) ενώ σχεδόν 30.000 άτομα διαμένουν και εργάζονται σταθερά στις Βρυξέλλες, με μοναδικό στόχο να προωθούν τα συμφέροντα πολυεθνικών στους μηχανισμούς λήψης αποφάσεων της ΕΕ.
Η οργάνωση Alter EU, η οποία μελετά τις σχέσεις των ομάδων πίεσης με θεσμούς της Ένωσης υπολογίζει ότι περίπου το 83% των συναντήσεων που πραγματοποιούνται σε καθημερινή βάση ανάμεσα σε λομπίστες και ανώτατους αξιωματούχους της Κομισιόν δεν καταγράφονται πουθενά, ενώ σε μεσαία και κατώτερα στελέχη της Επιτροπής το ποσοστό ξεπερνά το 92%. Αυτό, ανάμεσα στα άλλα, πρακτικά σημαίνει πως οι εξαγγελίες του Γιούνκερ ότι θα έβαζε τάξη στην ανεξέλεγκτη δράση των μεγάλων λόμπι ήταν ένα φτηνό πυροτέχνημα.
Σε αρκετές περιπτώσεις, η παρέμβαση των λόμπι γίνεται εξόφθαλμη όταν τεμπέληδες κομισάριοι και ευρωβουλευτές δεν μπαίνουν καν στον κόπο να επαναδιατυπώσουν τα κείμενα που λαμβάνουν από πολυεθνικές επιχειρήσεις. Πριν από μερικά χρόνια, για του λόγου το αληθές, το γερμανικό ηλεκτρονικό δίκτυο WDRTV εντόπισε δυο τέτοια περιστατικά τα οποία αφορούσαν στο χριστιανοδημοκράτη ευρωβουλευτή Μπούρκχαρντ Μπαλζ και στον Μάρκους Φέρμπερ της Χριστιανοκοινωνικής Ένωσης (CSU). Αμφότεροι κατέθεσαν προτάσεις σχετικές με τη λειτουργία του τραπεζικού συστήματος και την κερδοσκοπία στις χρηματιστηριακές αγορές, οι οποίες περιλαμβάνονταν σε έγγραφα τραπεζικών λόμπι με σχεδόν πανομοιότυπη διατύπωση. Όταν μάλιστα ρωτήθηκαν για την «σύμπτωση» στα κείμενα, ισχυρίστηκαν ότι τα λόμπι… τους έκλεψαν τις ιδέες.
Η δράση των λόμπι ξεκινά από τις απλές καθημερινές επαφές με τους περίπου 30.000 υπαλλήλους της Κομισιόν και φτάνει μέχρι την επίσημη συμμετοχή των ομάδων πίεσης στη λειτουργία των θεσμικών οργάνων. Συγκεκριμένα η Επιτροπή λειτουργεί υπό το άγρυπνο βλέμμα των περίφημων ομάδων εμπειρογνωμόνων (expert groups) οι οποίες υποτίθεται θα εκπροσωπούσαν τα συμφέροντα της… κοινωνίας των πολιτών. Ωστόσο, πρόσφατη έρευνα από το Παρατηρητήριο της Ευρώπης των Πολυεθνικών (CEO) απέδειξε ότι κατά μέσο όρο οι ομάδες αυτές αποτελούνται κατά 70% από εκπροσώπους πολυεθνικών, κατά 15% από μέλη ΜΚΟ ενώ μόνο το 2% των μελών τους προέρχεται από συνδικάτα. Πολλές φορές, μάλιστα, οι μόνοι περιορισμοί στην επιλογή των στελεχών προέρχονται από διεθνείς οργανισμούς (όπως ο ΠΟΕ, ο οποίος απαγορεύει να συμμετέχουν στελέχη καπνοβιομηχανιών σε ομάδες εμπειρογνωμόνων σχετικών με τη δημόσια υγεία), καθώς η Κομισιόν δεν έχει κανένα πρόβλημα να τοποθετεί – για παράδειγμα – λογιστικά γραφεία που ειδικεύονται σε offshore σε ομάδες που καθορίζουν την φορολογική πολιτική!
Το αποτέλεσμα αυτών των διεργασιών είναι ότι το καθεστώς των πιέσεων στην ΕΕ έχει γίνει πολύ πιο σκοτεινό και ανεξέλεγκτο σε σχέση με τις ΗΠΑ, όπου και γεννήθηκε και θεσμοθετήθηκε η παρουσία των ομάδων πίεσης (σύμφωνα με μια εκδοχή ο όρος λόμπι προέρχεται από τον προθάλαμο του ξενοδοχείου Γουίλαρντ στην Ουάσινγκτον, όπου ο Αμερικανός πρόεδρος Οδυσσέας Γκραντ έκλεινε μπίζνες με τους επιχειρηματίες της εποχής). Άλλωστε, πολύ συχνά, ως καλοί μαθητές των ΗΠΑ αρκετοί αξιωματούχοι της ΕΕ ξεπερνούν τους δασκάλους τους και στο φαινόμενο της «περιστρεφόμενης πόρτας» — με άλλα λόγια, της μεταπήδησης στα διοικητικά συμβούλια κολοσσιαίων επιχειρήσεων και το αντίστροφο, από αυτά στους «θεσμούς».
Σε αυτό το πλαίσιο, ο πρώην αντιπρόεδρος της Κομισιόν, Ετιέν Νταβινιόν, ο οποίος έχει θητεύσει σε ορισμένες από τις σημαντικότερες εταιρείες ενέργειας τη Ευρώπης, ήταν από τους πρώτους διδάξαντες από τη δεκαετία του ’80, ενώ το πέρασμα του Μπαρόζο στην Γκόλντμαν Σακς απλώς επιβεβαίωσε αυτό που όλοι γνώριζαν: Ότι δεν χρειάζεται να είσαι στο ΔΣ μιας τράπεζας για να αποτελείς υπάλληλό της.
Η μεγαλύτερη αλλαγή που συντελέστηκε μετά την κρίση του 2007-2008 ήταν η γιγάντωση του τραπεζικού λόμπι που εισέβαλε κυριολεκτικά στα ανώτατα όργανα άσκησης πολιτικής παραβιάζοντας ακόμη και τους σαθρούς κανόνες διαφάνεια της ΕΕ. Μόνο ο χρηματοπιστωτικός τομέας απασχολεί 1.700 λομπίστες οι οποίοι έχουν στη διάθεσή τους 120 εκατομμύρια ευρώ το χρόνο για να «εξαγοράσουν» τη συνείδηση της ΕΕ — δηλαδή τριάντα φορές περισσότερα χρήματα από τον προϋπολογισμό όλων των συνδικάτων, των ΜΚΟ και των ομάδων προστασίας καταναλωτών που ασχολούνται με τη λειτουργία της ΕΕ. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι σε κάθε υπάλληλο της Ένωσης που ασχολείται με ζητήματα τραπεζών, αντιστοιχούν τέσσερις εκπρόσωποι λόμπι!
Στην «καρδιά» της τραπεζικής εισβολής βρίσκεται το περίφημο Διεθνές Χρηματοπιστωτικό Ινστιτούτο (IIF). Το «υπερόπλο» των τραπεζιτών δημιουργήθηκε το 1983 για να εκπροσωπήσει τα μεγαλύτερα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα του πλανήτη απέναντι σε αναπτυσσόμενες χώρες, όπως το Μεξικό, που βυθίζονταν σε κρίσεις δημόσιου χρέους.
Σε αντίθεση με ό,τι υποστηρίζουν ορισμένοι, η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν καταλήφθηκε από τις μεγάλες επιχειρήσεις αλλά δημιουργήθηκε από αυτές. Από την εποχή των συμφωνιών Ανθρακα και Χάλυβα και αργότερα με τη συνθήκη του Μάαστριχτ (όπου συγκεκριμένα λόμπι τραπεζιτών και βιομηχάνων όπως το AMUE, επέβαλαν τη δημιουργία του ευρώ), οι ομάδες πίεσης των ευρωπαϊκών αστικών τάξεων καθόριζαν και τις τελευταίες λεπτομέρειες της πολιτικής της ΕΕ.