Ο Γιάννης Ζέβγος αναλαμβάνει να καταρρίψει την προσέγγιση του Γιάνη Κορδάτου για τον κοινωνικό χαρακτήρα του επανάστασης του 1821, έτσι ώστε να αναβαθμιστεί ο ρόλος των αγροτών και να μειωθεί η επαναστατική συμβολή της αστικής τάξης. Το ΚΚΕ επιδιώκει να εκφράσει την αστικοδημοκρατική παράδοση, από τη σκοπιά όλου του λαού.
του Κώστα Παλούκη
Ο Γιάνης Κορδάτος στο βιβλίο του η Κοινωνική Σημασία της Επανάστασης του 1821, το οποίο εκδόθηκε για πρώτη φορά το 1924, διαμορφώνει μια μαρξίζουσα θεωρητική προσέγγιση για το ελληνικό έθνος, η οποία προκάλεσε μεγάλο θόρυβο και έντονο διάλογο ανάμεσα σε μαρξιστές και συντηρητικούς διανοούμενους. Το κύριο αποτέλεσμα της μεθοδολογικής επιλογής του Κορδάτου είναι το συμπέρασμα πως η Ελληνική Επανάσταση ήταν «αποκλειστικώς έργον» της αστικής τάξης. Χαρακτηρίζοντας τους κοτζαμπάσηδες, τους φαναριώτες και την εκκλησία ως φεουδαρχική αριστοκρατία, υποστήριζε ότι τοποθετήθηκαν εναντίον της επανάστασης. Θεωρώντας ότι η αγροτική τάξη δεν είχε συγκροτηθεί, την αντιμετώπιζε ως παθητικό όργανο της αστικής τάξης.
Η πιο σημαντική πλευρά του σχήματος του Κορδάτου είναι ότι η αστική τάξη, παρότι συγκρούστηκε με τους έλληνες γαιοκτήμονες-φεουδάρχες, στη συνέχεια ζήτησε την συνδρομή τους στη σύγκρουση με την Οθωμανική Αυτοκρατορία και τελικά συμβιβάστηκε με αυτούς σε βάρος των αγροτών και των φτωχών εργατών. Από το 1880 κι έπειτα, θεωρεί ότι η παλιά αστική τάξη μετασχηματίζεται σε κεφαλαιοκρατική και αντιδραστικοποιείται, καθώς σταδιακά η πάλη των τάξεων μετατίθεται ανάμεσα στην αστική και εργατική τάξη. Τέλος, υποστηρίζει ότι κατά την περίοδο (1912-1922) η ελληνική κεφαλαιοκρατική τάξη «έπαιξε τον ρόλον του ιμπεριαλισμού». Θεωρεί λοιπόν ότι ο προοδευτικός χαρακτήρας της έχει προ πολλού χαθεί, όπως διεθνώς συμβαίνει με τις εθνικές αστικές τάξεις των άλλων χωρών και, συνεπώς, «μόνον η οργανωμένη εργατική τάξις είναι σήμερα τάξις προοδευτική», εμπνέεται από τον κομμουνισμό, τον διεθνισμό, πολεμάει την φρίκη των ιμπεριαλιστικών πολέμων και μέσα από την κοινωνική επανάσταση θα γίνει «και ο ελευθερωτής όλων των καταπιεζομένων μαζών».
Η θεωρία αυτή για την ελληνική επανάσταση είναι απόλυτα συμβατή με τις πολιτικές θέσεις του ΚΚΕ και των άλλων κομμουνιστικών ή και σοσιαλιστικών οργανώσεων. Κοινός παρονομαστής είναι ότι η επερχόμενη επανάσταση θα είναι κοινωνική και ότι ο ελληνικός πατριωτισμός και το ελληνικό έθνος είναι εν πολλοίς αντιδραστικές ιδεολογίες. Η πρώτη μετατόπιση αυτής της θέσης λαμβάνει χώρα με την 6η Ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ το 1934. Τότε εκτιμάται πως η επικείμενη επανάσταση θα έχει πρώτα αστικοδημοκρατικό χαρακτήρα και ότι στην πορεία πρόκειται να μετατραπεί σε σοσιαλιστική επανάσταση. Η πιο καταλυτική αλλαγή συνεπώς πραγματοποιείται κατά την 4η Ολομέλεια της ΚΕ το 1935 και αμέσως μετά στο 6ο Συνέδριο του 1935. Σύμφωνα με αυτές, οι αστικοδημοκρατικές ελευθερίες δεν έχουν ακόμα κατακτηθεί, χρειάζεται λαϊκό ενιαιομετωπικό δημοκρατικό-αντιφασιστικό μέτωπο εναντίον του μοναρχισμού-φασισμού για ένα λαοκρατικό-δημοκρατικό ξεκαθάρισμα της εσωτερικής ζωής της χώρας. Η απόφαση αυτή είναι συνέπεια και εφαρμογή των αποφάσεων του 7ου Συνεδρίου της Κομμουνιστικής Διεθνούς. Αυτή η αλλαγή απαιτούσε μια συνολικότερη επανεκτίμηση της ελληνικής ιστορίας. Η κατεύθυνση που έπρεπε να ακολουθηθεί στο θέμα της Επανάστασης, ώστε να υπάρξει αρμονία της ιστορικής ανάλυσης με την πολιτική πρόταση του ΚΚΕ, ήταν η «μείωση» του επαναστατικού ρόλου της αστικής τάξης στη σύλληψη και στη διεξαγωγή του Αγώνα. Μία τέτοια προσπάθεια, ασφαλώς, σήμαινε σύγκρουση με τον Κορδάτο, του οποίου τις θέσεις θα αναθεωρούσε.
Ο Γιάννης Ζέβγος, λοιπόν, θα αναλάβει το καθήκον για μια συνολικά νέα ερμηνεία του 1821. Το Νοέμβριο του 1933, δημοσιεύεται στην Κομμουνιστική Επιθεώρηση το άρθρο του «Ο Γ. Κορδάτος σαν ιστορικός της επανάστασης του 1821». Ο Γ. Ζέβγος ισχυριζόταν πως ο τουρκικός φεουδαρχισμός δημιούργησε για τους Έλληνες μία σειρά από προβλήματα προς λύσιν, προβλήματα αστικοδημοκρατικής φύσης: το αγροτικό, το γλωσσικό, της εθνικής απελευθέρωσης, της πολιτειακής αναδιοργάνωσης κ.λπ. Στην επίλυση αυτών των προβλημάτων δεν πρωτοστάτησαν οι αστοί, αλλά οι λαϊκές μάζες. Οι αγρότες διαμόρφωσαν την κύρια επαναστατική δύναμη του ελληνισμού, αφού το αγροτικό πρόβλημα ήταν το πιο φλέγον. Η πάλη τους ενάντια στους γαιοκτήμονες καταπιεστές τους, είτε Τούρκους είτε Έλληνες, καθώς και εναντίον του κλήρου είχε φουντώσει καιρό πριν την έκρηξη της Επανάστασης και είχε λάβει μαζικό χαρακτήρα, γεγονός που αποτυπωνόταν στο «κίνημα των κλεφτών». Ο Ζέβγος διατείνεται πως ο Κορδάτος, ως γνήσιος ψευδομαρξιστής και εχθρός του επαναστατικού σοσιαλισμού, επιχειρεί να δώσει εύσημα στην ελληνική αστική τάξη, να της λαμπρύνει το παρελθόν, εφευρίσκοντας πως υπήρξε τάξη επαναστατική ενάντια στο φεουδαρχισμό και παραβλέποντας, στην ίδια υπόθεση, τη δράση των λαϊκών μαζών. Επομένως, το ερμηνευτικό σχήμα του Κορδάτου για το Εικοσιένα θεωρείται αντεπαναστατικό.
Στα τέλη του 1933 ήρθε η απάντηση του Κορδάτου στο άρθρο «Παραχαράκτες». Αποκρούει τον ισχυρισμό πως βγάζει έξω τη δράση των λαϊκών μαζών, καθώς και ότι αντιπαρέρχεται το ζήτημα της διανομής της γης στους χωρικούς. Σύμφωνα με τον Κορδάτο, ο επικριτής του ερμηνεύει τα δεδομένα των Ελλήνων αγροτών του 1821 μέσα από ένα θεωρητικό σχήμα που διαμορφώθηκε σε στενή σύνδεση με τις συνθήκες της ρωσικής αγροτιάς και του ‘17. Έτσι, ζητεί να διορθώσει, σύμφωνα με το υπόδειγμα της μελλοντικής επανάστασης που φαντάζεται «και τις επαναστάσεις που έγιναν εδώ και εκατό χρόνια!». Η αλλαγή αυτή η οποία εισηγείται ο Ζέβγος αποτελεί τη βάση για τις επιλογές του ΚΚΕ απέναντι στον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο, αλλά και για το χαρακτήρα του αντιστασιακού κινήματος. Οι κομμουνιστές υποχωρώντας από την «τριτοπεριοδική» αντικοινοβουλευτική τους ρητορική και δηλώνοντας υπερασπιστές της ελληνικής δημοκρατίας υιοθετούν την ρεπουμπλικανική ελληνική παράδοση και έτσι μεταμορφώνονται σε νέους Γιακωβίνους. Το νέο δρών πολιτικό σώμα δεν είναι η «εργατική τάξη» αλλά «ο λαός», το «επαναστατημένο έθνος». Αυτός ο νέος γιακωβινισμός υιοθετεί στο παρελθόν όλη την επαναστατική αστικοδημοκρατική παράδοση και τα σύμβολά της. Σε αυτή τη βάση λαμβάνει η επανερμήνευση της επανάστασης του 1821 και όλης της ριζοσπαστικής αστικοδημοκρατικής δραστηριότητας των Ελλήνων κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα, μια διαδικασία που ξεκίνησε με τη διαμάχη Ζέβγου-Κορδάτου, αλλά ολοκληρώθηκε κατά την διάρκεια της αντίστασης. Τότε το 1821 αποτέλεσε το βασικότερο σημείο αναφοράς του αντάρτικου ξεσηκωμού..