του Θανάση Σκαμνάκη
Τελευταία, ύστερα που ξανατραβήχτηκαν τα νερά, κυκλοφορούν συχνά μοναχικά αποσπάσματα μαχητών που σαν να έχουν χάσει τη μονάδα τους και τραβάνε χωρίς πυξίδα και προσανατολισμό, μια εδώ, μια εκεί. Χωρίς συγκεκριμένο σκοπό ή με ένα υποτυπώδες σχέδιο, για χάρη της κίνησης. Ανεβαίνουν Ακαδημίας, στρίβουν Πανεπιστημίου, αράζουν για λίγο στην Ομόνοια με τους μετανάστες, ίσως ψάχνουν και νεανικές νότες στην πλατεία στο Μοναστηράκι, και συχνά κοιτάνε πίσω τους, όχι για το ποιός τους παρακολουθεί, (δυστυχώς δεν είναι πια επικίνδυνοι), αλλά από μια επιθυμία να αντικρύσουν το παρελθόν να τους ακολουθεί. Συναντώνται με ομοίους, να πορευτούν μαζί, να μιλήσουν, να πιουν κι έναν καφέ, και να προκληθεί μια αναμόχλευση παθών, του …παρελθόντος. Για τότε, που όλα ήταν δυνατά, που ο κόσμος είχε άνοιξη κι εμπιστοσύνη, που ονειρευόταν έναν καθαρό ορίζοντα στο σοσιαλισμό, που υπήρχε κάτι να πιστέψουμε και κάποιοι να μας πιστέψουν. Και ρέει μια νοσταλγία που κολλάει στα πλακάκια, βγαίνει στο δρόμο, κολλάει σε περαστικούς, ακόμα και σε νεώτερους ανθρώπους. Για τα κάποτε που ήσαν και χάλασαν. Για την επιστροφή, ως μόνη σωτηρία, σ’ εκείνη την καθαρή κι απλή αλήθεια. Εύκολη απάντηση, για μιά δύσκολη ερώτηση της πραγματικότητας.
Α, να ξαναθυμηθούμε, η νοσταλγία δεν είναι η μνήμη, η γνώση και αξιολόγηση του παρελθόντος. Όπως το λέει και το λεξικό, είναι σύνθετη λέξη από τα αρχαιοελληνικά νόστος, επιστροφή στην πατρίδα, και άλγος, πόνος, συνεπώς ο πόνος που προκαλεί η επιθυμία επιστροφής στην πατρίδα. Η λέξη δεν πλάστηκε, ωστόσο, στην ελληνική γλώσσα, λέει το λεξικό. Μαρτυρείται πρώτη φορά στα τέλη του 17ου αιώνα, σε ιατρική διατριβή γραμμένη στα λατινικά, αναφερόμενη σε ψυχική νόσο που θεωρούσαν επικίνδυνη. Συγκεκριμένα είχε παρατηρηθεί ότι σε πολλούς ανθρώπους οι οποίοι ζούσαν για λόγους ανάγκης μακριά από την πατρίδα τους, εμφανίζονταν ψυχικά προβλήματα. Η λέξη συνδέθηκε αργότερα με καταστάσεις και δραστηριότητες που προκαλούν έντονη επιθυμία επιστροφής στην πατρίδα και αποτέλεσε βασικό στοιχείο του ρομαντισμού. Από εκεί προέκυψε η σημασία με την οποία γνωρίζουμε τη λέξη σήμερα (νοσταλγία για παλιές εποχές, για καταστάσεις του παρελθοντος κ.λπ.).
(Οι άνθρωποι αυτοί, της περιπλάνησης στους δρόμους και στο παρελθόν, αναζητούν κάτι να πιστέψουν βαθειά. Αλλά χρειάζεται πολύ κόπο και νέο πάθος αυτή η αναζήτηση.)