ΑΙΜΙΛΙΑ ΤΣΑΓΚΑΡΑΤΟΥ*
Οι δηλώσεις του υπουργού Παιδείας Κ. Γαβρόγλου τις τελευταίες μέρες του χρόνου που μας πέρασε και οι νομοθετικές – προπαρασκευαστικές πρωτοβουλίες του υπουργείου Παιδείας, που βλέπουν το φως το δημοσιότητας με το ξεκίνημα του νέου έτους, δείχνουν ότι η κυβέρνηση έχει βάλει στο «φουλ» τις μηχανές για την υλοποίηση των συντηρητικών αναδιαρθρώσεων στην εκπαίδευση. Οι συνεχείς δηλώσεις από την πλευρά του υπουργείου και των στελεχών του, ακόμα και του πρωθυπουργού στο πρωτοχρονιάτικο μήνυμά του, δείχνουν τη βιασύνη του συστήματος να κλείνει εκκρεμότητες που έχει στην εκπαίδευση, ενώ παράλληλα στοχεύουν στην πολιτική και ιδεολογική εμπέδωση από τους εκπαιδευτικούς και την κοινωνία για την «αναγκαιότητα» των αναδιαρθρώσεων. Οδηγός τους τα πρόσφατα ντοκουμέντα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τη «Βελτίωση και τον εκσυγχρονισμό της Εκπαίδευσης», οι «διαπιστώσεις» από τα αποτελέσματα του πρόσφατου διαγωνισμού της PISA, η Ενδιάμεση Έκθεση του ΟΟΣΑ για την ελληνική εκπαίδευση, που από ότι φαίνεται έχει ήδη στα χέρια του ο υπουργός Παιδείας και θα δοθεί επίσημα στη δημοσιότητα στις αρχές Φλεβάρη, ενώ δρομολογείται και η βασική του έκθεση για το 2017.
Ψηλά λοιπόν στην ατζέντα βρίσκονται τα θέματα της αξιολόγησης σχολείων και εκπαιδευτικών, του «εξορθολογισμού» του προσωπικού και των οικονομικών της εκπαίδευσης, η «αυτονομία» και η λογοδοσία των σχολικών μονάδων, οι αναδιαρθρώσεις στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση με αιχμή τις αλλαγές στο Λύκειο και την εφαρμογή της μαθητείας στην Τεχνική Εκπαίδευση.
Ήδη ανακοινώθηκε ότι θα υπάρχει νομοθετική ρύθμιση για την αναβάθμιση της Αρχής Διασφάλισης της Ποιότητας στην Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση (ΑΔΙΠΠΔΕ) στο πλαίσιο της εφαρμογής της αυτοαξιολόγησης της σχολικής μονάδας και της αξιολόγησης σε πρώτη φάση 20.000 στελεχών της εκπαίδευσης, αφού η Αρχή αυτή, που καθιερώθηκε το 2013 επί κυβέρνησης Σαμαρά, είναι αυτή που έχει το συνολικό ρόλο της εποπτείας και της εφαρμογής της αξιολόγησης.
Για τα οικονομικά της εκπαίδευσης θα υπάρξει μια «επιτροπή εμπειρογνώμων από όλα τα κόμματα του συνταγματικού τόξου», για να καταγραφούν κατά τα λεγόμενα του υπουργού «οι πραγματικές ανάγκες που θα πρέπει να καθοριστούν με βάση τα ευρωπαϊκά δεδομένα». Σε απλά ελληνικά, η κυβέρνηση θα υλοποιήσει στον τομέα των δαπανών για την εκπαίδευση αυτό που με έμφαση τονίζουν η ΕΕ και ο ΟΟΣΑ στις πρόσφατες εκθέσεις τους: σημασία δεν έχει το ύψος των δαπανών αλλά η καλύτερη δυνατή χρήση των περιορισμένων πόρων και η αύξηση της αποδοτικότητάς τους. Εκτός όμως από την «ορθολογική» διαχείριση των υλικών πόρων, θα πρέπει να υπάρχει μια αντίστοιχη διαχείριση και στο ανθρώπινο δυναμικό. Για το θέμα των διορισμών εκπαιδευτικών, στις επίσημες προγραμματικές δηλώσεις του ο Γαβρόγλου δήλωνε ότι δεν υπάρχει σαφές χρονοδιάγραμμα, «έχουμε καταθέσει το αίτημα γραπτά στους θεσμούς και το διαπραγματευόμαστε». Με την αλλαγή του χρόνου, το υπουργείο Παιδείας ανακοινώνει ότι θα γίνουν μόνιμοι διορισμοί την τριετία 2018-2020, ο αριθμός των οποίων θα οριστεί σε διυπουργική σύσκεψη την επόμενη εβδομάδα. Η ανακοίνωση αυτή, που θυμίζει την περίφημη τριετία 2016-2018 για μόνιμους διορισμούς του Φίλη οι οποίοι φυσικά δεν έγιναν ποτέ, από τη μια δεν λέει ότι, με ανοιχτό ακόμα το θέμα της αξιολόγησης από τους θεσμούς, συζήτηση για διορισμούς δεν μπορεί να γίνει, ενώ, από την άλλη, μετατοπίζει το βάρος της συζήτησης στον τρόπο που θα γίνουν οι προσλήψεις. Δημιουργώντας, για μια ακόμα φορά, συνθήκες αντιπαράθεσης ανάμεσα στους εκπαιδευτικούς για το πώς και ποιοι θα πρέπει να προσληφθούν. Η συγκεκριμένη συζήτηση είναι σαφές ότι αφορά και τον τρόπο πρόσληψης των αναπληρωτών.
Όσο για τις αλλαγές στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, ο υπουργός τονίζει ότι θα γίνουν με βάση τα πορίσματα του διαβόητου «Εθνικού Διαλόγου», ενώ «στοίχημα» αποτελεί για το υπουργείο Παιδείας η προώθηση της μαθητείας σε μεγάλη έκταση από το Φεβρουάριο και η γενίκευση της από την επόμενη σχολική χρονιά.
Τέλος, η «διεξοδική συζήτηση» στην επιτροπή μορφωτικών υποθέσεων της Βουλής το επόμενο διάστημα με όλα τα στελέχη και των προηγούμενων κυβερνήσεων δείχνει πως η κυβέρνηση θα επιδιώξει τη μέγιστη συναίνεση και δέσμευση όλου του μνημονιακού τόξου για το πέρασμα των αντιδραστικών αναδιαρθρώσεων. Όπως εξάλλου δήλωσε ο Κ. Γαβρόγλου, «αν θέλουμε να πάμε βήματα μπροστά προς ένα στρατηγικό όραμα… πρέπει να βρεθούν και οι απαραίτητες πολιτικές και κοινωνικές συναινέσεις»….
* μέλος του Δ.Σ. της ΔΟΕ