ΚΩΣΤΑΣ ΠΕΤΡΟΠΟΥΛΟΣ
Εργαλείο για την εφαρμογή και όχι για την άμβλυνση των Μνημονιακών πολιτικών αποδεικνύεται το ΕΣΠΑ 2014 – 2020. Τριανταπέντε χρόνια ευρωπαϊκών χρηματοδοτήσεων τις αναδεικνύουν ως τροφοδότες της καπιταλιστικής ανάπτυξης, αφήνοντας τα ψίχουλα για τη κοινωνική πλειοψηφία, εξαγοράζοντας τη συναίνεση της κοινωνίας για τις αντιλαϊκές πολιτικές ΕΟΚ/ΕΕ.
ΣΥΝΕΡΓΑΤΗΣ ΤΩΝ ΜΝΗΜΟΝΙΩΝ
Παρατηρώντας κανείς την ευρύτατη διάδοση της …ευρωπαϊκής αστερόεσσας στην ελληνική κοινωνία — αναγκαία ένδειξη στις περιπτώσεις οικονομικής συνδρομής της ΕΕ — θα προέβλεπε ότι σημαντικό κομμάτι της ελληνικής κοινωνίας διαθέτει βασικές γνώσεις για τη χρηματοδότηση έργων στη χώρα μας από την ΕΕ. Ο λόγος για τα ευρέως γνωστά ως «έργα ή προγράμματα ΕΣΠΑ.»
Η πραγματικότητα όμως φαίνεται ότι είναι αρκετά διαφορετική. Οι σχετικές με το «Εταιρικό Σύμφωνο για το Πλαίσιο Ανάπτυξης – ΕΣΠΑ» (μετά το 2007, παλαιότερα ΚΠΣ) γνώσεις της κοινωνικής πλειοψηφίας, περιορίζονται στο ότι πρόκειται για «ένα μηχανισμό που μπορεί να πάρει κάποιος χρήματα για να κάνει μία δουλειά…» και το δημόσιο για να φτιάξει δρόμους και λιμάνια. Με δεδομένο ότι οι περισσότεροι δεν έχουν άμεσο υλικό όφελος από τις ευρωπαϊκές χρηματοδοτήσεις, αλλά και λόγω των περιστατικών κακοδιαχείρισης αυτών, που συχνά βλέπουν το φως της δημοσιότητας, για ένα μεγάλο κομμάτι της ελληνικής κοινωνίας τα αρκτικόλεξα όπως ΕΣΠΑ και ΚΠΣ είναι συνώνυμα της «λαμογιάς.»
Στα ερωτήματα λοιπόν «ποια έργα και με ποια κριτήρια επιλέγονται για χρηματοδότηση;», «ποιες δαπάνες αυτών των έργων χρηματοδοτούνται;» και «μέχρι ποιου ποσού;» οι απαντήσεις αναμένονται περιορισμένες… Έτσι η «χρηματοδότηση έργων δημόσιων και ιδιωτικών από την ΕΕ», εμφανίζεται ως «δώρο» για τη συμμετοχή μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Σε αυτή την εικόνα συμβάλουν και τα πολύ περιορισμένα στοιχεία για τη συνδρομή της χώρας μας στο ευρωπαϊκό κορβανά, ο οποίος «γεννά» στη συνέχεια την «ευρωπαϊκή χρηματοδότηση.»
Γιατί, η αλήθεια είναι πως αν δεν υπήρχε η οικονομική συνδρομή των κρατών μελών στα Ευρωπαϊκά Διαρθρωτικά Επενδυτικά Ταμεία (ΕΔΕΤ), δεν θα υπήρχε και ευρωπαϊκή χρηματοδότηση σε δημόσια και ιδιωτικά έργα.
Αλήθεια είναι, επίσης, ότι η εθνική συνδρομή προέρχεται στο μεγαλύτερο μέρος της, από την «αιματηρή» φορολογία της κοινωνικής πλειοψηφίας (βλ. έσοδα από ΦΠΑ).
Πιθανά όμως το σημαντικότερο όλων που δεν είναι ευρέως γνωστό — δεν «καίγονται» να γίνει άλλωστε οι υπεύθυνοι των προγραμμάτων εντός και εκτός χώρας — είναι το γεγονός ότι τα έργα που σε κάθε Προγραμματική Περίοδο χρηματοδοτούνται θα πρέπει να είναι συμβατά με τις ευρωπαϊκές προτεραιότητες, να μην αντιβαίνουν τις θεμελιώδεις αρχές της ΕΕ (ελεύθερη οικονομία, ανταγωνιστικότητα κοκ) και ειδικότερα όσο αφορά το τρέχον ΕΣΠΑ 2014 – 2020, να συνδράμουν την επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων που έχουν τεθεί για το κάθε κράτος μέλος. Συγκεκριμένα για τη χώρα μας να υπηρετούν τους στόχους και τις δεσμεύσεις των τριών (προς το παρόν) Μνημονίων.
ΣΤΑ ΧΕΡΙΑ ΕΕ – ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ
ΕΙΝΑΙ ΤΑ ΕΣΠΑ
Έννοιες όπως η «επιχειρηματικότητα», η «ανταγωνιστικότητα», η «ευελιξία» πριμοδοτήθηκαν από τα ΕΣΠΑ
Ο επανασχεδιασμός του ΕΣΠΑ 2014 – 2020 αποτέλεσε μία από τις προεκλογικές δεσμεύσεις του ΣΥΡΙΖΑ. Είχε μάλιστα κομβικό ρόλο στο προεκλογικό του πρόγραμμα. Σύμφωνα με τους συγγραφείς του έδινε απάντηση — θα δούμε στη συνέχεια την αξιοπιστία αυτής — στο ερώτημα «πού θα βρείτε τα χρήματα για να υλοποιήσετε τις φιλολαϊκές σας υποσχέσεις;» Δημιουργήθηκε, λοιπόν, σε ευρύτερα κομμάτια της ελληνικής κοινωνίας η άποψη ότι την επταετία (Προγραμματική Περίοδο) 2014-2020 υπάρχουν περί τα 21 δισ. ευρώ (εκεί έχει προϋπολογισθεί το ύψος των ευρωπαϊκών χρηματοδοτήσεων για έργα στην Ελλάδα από τα ευρωπαϊκά ταμεία), τα οποία η «αριστερά», μπορεί να τα κατευθύνει, προς όφελος της πληττόμενης κοινωνικής πλειοψηφίας, με δεδομένη(;) την ταξική της μεροληψία.
Απόρροια αυτής της άποψης είναι ότι το ένα …χέρι της ΕΕ, κραδαίνει απέναντι στη χώρα μας το μαστίγιο των Μνημονίων και της χωρίς όρια λιτότητας, ενώ το άλλο κρατά ένα …«καρότο» βάρους αρκετών δισσεκατομμυρίων για την ανακούφιση των δεινών που προκάλεσε το πρώτο. Ορισμένα πράματα όμως δεν γίνονται ούτε στα παραμύθια!
Η ΕΕ, που έχει τον κυρίαρχο ρόλο στον σχεδιασμό των «αναπτυξιακών προγραμμάτων» για τα κράτη – μέλη, είχε προβλέψει μέσω των σχετικών κανονισμών, ότι η εκταμίευση των χρημάτων για την τρέχουσα Προγραμματική Περίοδο, θα προϋποθέτει από το κράτος μέλος δημοσιονομική πειθαρχία και εφαρμογή συγκεκριμένων μεταρρυθμίσεων (αιρεσιμότητες) σε διάφορους τομείς της ελληνικής οικονομίας και διοίκησης, με σκοπό τα χρήματα από τα ΕΔΕΤ, να μεγιστοποιήσουν την απόδοσή τους στη τροφοδότηση της καπιταλιστικής ανάπτυξης σε περιβάλλον κρίσης.
Από το Δεκέμβρη του 2013, με τον Κανονισμό (ΕΕ) 1303 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και Συμβουλίου, με τον οποίο καθορίζονται «κοινές διατάξεις» για τη λειτουργία των ΕΔΕΤ, ήταν γνωστό πως μπορεί να ζητηθεί «… από ένα κράτος μέλος να επανεξετάσει και να προτείνει τροποποιήσεις στο οικείου συμφώνου εταιρικής σχέσης (βλ. ΕΣΠΑ) και των σχετικών προγραμμάτων, αν είναι αναγκαίο, για τη στήριξη της εφαρμογής σχετικών συστάσεων του Συμβουλίου ή για τη μεγιστοποίηση του αντίκτυπου στην ανάπτυξη και την ανταγωνιστικότητα των ΕΔΕΤ στα κράτη μέλη που λαμβάνουν οικονομική ενίσχυση.» (Καν.(ΕΕ)1303/13, αρ. 23, παρ.1)
Εξειδικεύοντας την έννοια των συστάσεων, αυτές σχετίζονται με τα δημόσια οικονομικά του κράτους μέλους, τα οποία σύμφωνα με τη Συνθήκη Λειτουργίας της ΕΕ (ΣΛΕΕ, άρ.121) «… θεωρούν τις οικονομικές τους πολιτικές θέμα κοινού ενδιαφέροντος και τις συντονίζουν στα πλαίσια του Συμβουλίου…» Στην περίπτωση που το κράτος-μέλος «… δεν αναλάβει αποτελεσματική δράση…», για την υλοποίηση των συστάσεων, «… η Επιτροπή δύναται να εκδώσει απόφαση … για την αναστολή μέρους ή του συνόλου των πληρωμών στα οικεία προγράμματα ή προτεραιότητες.» (Καν.(ΕΕ)1303/13, αρ. 23, παρ.6)
Προκύπτει λοιπόν πως οι υποσχέσεις για ακύρωση των επιπτώσεων της λιτότητας με τα κονδύλια του ΕΣΠΑ, ήταν ένα ακόμα ψέμα της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, αφού γνώριζαν πολύ πριν έρθουν στην εξουσία τους σκληρούς όρους των χρηματοδοτήσεων από τα ΕΔΕΤ.
Στη τρέχουσα προγραμματική περίοδο, η οποία σχεδιάστηκε με δεδομένη την καπιταλιστική κρίση, τα όργανα της ΕΕ θέλησαν να εξασφαλίσουν πως τα χρήματα των ΕΔΕΤ θα «πέσουν» σε ένα περιβάλλον «γόνιμο» για την καπιταλιστική ανάπτυξη, στηριζόμενη στην επιχειρηματικότητα, την ανταγωνιστικότητα, την καινοτομία και την εξωστρέφεια των επιχειρήσεων. Αυτή τη στόχευση ήρθαν να υπηρετήσουν οι «αιρεσιμότητες», οι οποίες ορίζονται (Καν(ΕΕ) 1303/2013, αρ.2) ως «… κρίσιμος παράγοντας, ο οποίος αποτελεί αναγκαία προϋπόθεση για την αποτελεσματική και αποδοτική υλοποίηση του ειδικού στόχου επενδυτικής προτεραιότητας ή προτεραιότητας της Ένωσης, έχει δε άμεση και πραγματική σχέση με την υλοποίηση αυτή και άμεσο αντίκτυπο σε αυτήν.»
Στο κείμενο του ΕΣΠΑ 2014 – 2020, που δόθηκε στη δημοσιότητα από το Υπουργείο Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας το Μάιο του 2014, εξειδικεύονται οι «εκ των προτέρων αιρεσιμότητες» ανά Επιχειρησιακό Πρόγραμμα. Η σημασία τους επιβεβαιώνεται και από το γεγονός ότι η συγκεκριμένη παράγραφος (2.3) εντάσσεται στο κεφάλαιο «Αποτελεσματική Υλοποίηση» του ΕΣΠΑ, αλλά και από το γεγονός ότι η μη επίτευξη των «εκ των προτέρων αιρεσιμοτήτων», εντός συγκεκριμένων χρονικών οροσήμων, τιμωρείται από την Επιτροπή με μερικό ή ολικό «πάγωμα» πληρωμών του αντίστοιχου προγράμματος / προτεραιότητας.
Ας σταθούμε στις προϋποθέσεις —«εκ των προτέρων αιρεσιμότητες»— για το Επιχειρησιακό Πρόγραμμα «Ανάπτυξη Ανθρώπινου Δυναμικού, Εκπαίδευση και Δια Βίου Μάθηση.» (βλ. αναλυτικά https://www.espa.gr/elibrary). Προκειμένου να αναπτυχθούν οι δράσεις του ΕΣΠΑ στους τομείς εκπαίδευσης και κατάρτισης, το ελληνικό κράτος δεσμεύθηκε έναντι της Επιτροπής, να προωθήσει μεταξύ άλλων «νομοθετικές αλλαγές που διευκολύνουν τη συνεργασία επιχείρησης – πανεπιστημίου» και «πανεπιστημιακά συμβόλαια έρευνας για επιχειρήσεις.» (αιρ. 1.1). Επίσης, να αναμορφώσει τις υπηρεσίες απασχόλησης (βλ. ΟΑΕΔ) προκειμένου να έχουν την ικανότητα να παρακολουθούν τις αλλαγές στην αγορά εργασίας αλλά και να παράσχουν εξατομικευμένες υπηρεσίες στους ανέργους (αιρ. 8.1). Ξεχωριστή προϋπόθεση αποτελούν οι ενέργειες της ελληνικής πλευράς για την απρόσκοπτη ανάπτυξη της επιχειρηματικότητας (αιρ. 8.2). Εδώ εντάσσονται τα μέτρα για τη νομοθέτηση της μείωσης του χρόνου και του κόστους για τη σύσταση επιχείρησης, για την έκδοση σχετικών αδειοδοτήσεων, αλλά και η υλοποίηση Τοπικών Σχεδίων για την Απασχόληση – ΤοπΣΑ. (βλ. προετοιμασία ανέργων για ίδρυση επιχείρησης) Επίσης, ο σχεδιασμός «στρατηγικού σχεδίου πολιτικής» για την απασχόληση των νέων (αιρ. 8.6), το οποίο καλύφθηκε από την ελληνική πλευρά τόσο με την αναμόρφωση των υπηρεσιών του ΟΑΕΔ, όσο και από τις συνέργιες που αναπτύχθηκαν γύρω από το πρόγραμμα «Εγγύηση για τη Νεολαία», βασική δράση του οποίου είναι τα γνωστά πλέον voucher.
Αποκωδικοποιώντας τα προαπαιτούμενα για να λειτουργήσει το Επιχειρησιακό Πρόγραμμα «Ανάπτυξη Ανθρώπινου Δυναμικού, Εκπαίδευση & Διά Βίου Μάθηση», η ελληνική κυβέρνηση με τα όργανα της ΕΕ συμφώνησαν ότι θα πρέπει να υπάρχει ένα δίκτυο διακίνησης της παραγόμενης έρευνας (ΑΕΙ-ΤΕΙ, ερευνητικά κέντρα) στις επιχειρήσεις, ένα αξιόπιστο σύστημα παρακολούθησης της ανεργίας και «υποστήριξης» των ανέργων (για ανεύρεση δουλειάς ούτε λόγος) και ένας μηχανισμός για το σχεδιασμό και την υλοποίηση προγραμμάτων απόκτησης εργασιακής εμπειρίας. Όλα αυτά με απώτερο σκοπό τη διευκόλυνση της επιχειρηματικότητας, η οποία είναι μία από τις λέξεις κλειδιά του ΕΣΠΑ 2014-2020.
Σύμφωνα με τις διατυπωμένες επιδιώξεις του ΕΣΠΑ 2014 – 2020, αυτό επιδιώκει να συμβάλει σ’ ένα νέο αναπτυξιακό υπόδειγμα, για τη διασφάλιση της ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων στον παγκόσμιο χώρο. Στρατηγική επιδίωξη αποτελεί σημαντικό ποσοστό των πόρων του ΕΣΠΑ να δράσει ως καταλύτης για την ενεργοποίηση ιδιωτικών επενδύσεων την επόμενη δεκαετία και μέσω αυτών να υπάρξει μείωση στο ποσοστό της ανεργίας. Για τις πιθανότητες επιτυχίας — όσον αφορά τη μείωση της ανεργίας — του συγκεκριμένου αφηγήματος αξίζει μία ματιά στον κλάδο του τουρισμού. Τα διαρκώς αναβαθμισμένα μέγαρα μεταβάλλονται σε κάτεργα ελαστικών και πολλές φορές απάνθρωπων εργασιακών σχέσεων, περιορίζοντας στην καλύτερη περίπτωση εποχικά την ανεργία.
Η υλοποίηση του ΕΣΠΑ 2014 – 2020 επιδιώκεται να προκαλέσει και να παγιώσει διαρθρωτικές αλλαγές στην ελληνική οικονομία, σε αντίθεση με τα Πλαίσια των Προγραμματικών Περιόδων που προηγήθηκαν, των οποίων «…η συνακόλουθη ανάπτυξη ήταν συγκυριακή και δεν συνδέονταν με διαρθρωτικές αλλαγές στην οικονομία…»
Εκτός όμως της άμεσης συμβολής των αναπτυξιακών πλαισίων της ΕΕ (ΚΠΣ, ΕΣΠΑ κ.ά) στην καπιταλιστική ανάπτυξη, δεδομένο που αφορά άμεσα το ντόπιο και πολυεθνικό κεφάλαιο που δραστηριοποιείται στη χώρα μας, μέσω των προγραμμάτων προβολής των Επιχειρησιακών Προγραμμάτων υπήρξαν σημαντικές επιπτώσεις και στη συνείδηση της κοινωνικής πλειοψηφίας, γεγονός επιθυμητό από τους σχεδιαστές των Προγραμμάτων εντός και εκτός συνόρων.
Μέσω των συγχρηματοδοτούμενων έργων, προβλήθηκαν τις προηγούμενες δεκαετίες «αξίες, πρότυπα και καλές πρακτικές» στην κοινωνική πλειοψηφία. Η πλειοψηφία του ελληνικού λαού μπορεί να μην αποκόμισε άμεσα υλικά οφέλη από τα συγκεκριμένα προγράμματα αλλά εγγράφηκαν στη συνείδησή της έννοιες και αξίες ταυτόσημες με την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση και τη λειτουργία του σύγχρονου καπιταλισμού. Έννοιες όπως η «επιχειρηματικότητα», η «ανταγωνιστικότητα», η «ευελιξία» κλπ εμπεδώθηκαν σε πλατιά κομμάτια της ελληνικής κοινωνίας, χάρη και στη σημαντική συμβολή των συγχρηματοδοτούμενων από την ΕΟΚ/ΕΕ έργων. Σε αυτή την κατεύθυνση επιχειρείται ένα ακόμα βήμα στη τρέχουσα Προγραμματική Περίοδο. Στο κείμενο του ΕΣΠΑ 2014 – 2020 αναφέρεται σχετικά ότι θα «… πρέπει να υπάρξει συμφιλίωση με την ιδέα του επιχειρηματικού κέρδους ως κινήτρου για την επενδυτική πρωτοβουλία, εξοστρακίζοντας από τις επιλογές μας την κρατικοδίαιτη επιχειρηματικότητα και τη λογική του εύκολου και βραχυπρόθεσμου οφέλους.»
Προϊόν πανευρωπαϊκής φορολεηλασίας
Η ΕΛΛΑΔΑ ΔΙΝΕΙ ΤΟ 1% ΤΟΥ ΑΕΠ ΤΗΣ ΣΤΟΝ ΠΡΟΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟ ΤΗΣ ΕΕ
Η Ελλάδα την τρέχουσα Προγραμματική Περίοδο έχει προϋπολογιστεί να εισπράξει συνολικά από τα ευρωπαϊκά ταμεία (πολιτική συνοχής, αγροτική ανάπτυξη, ταμείο θάλασσας και αλιείας) περί τα 20,9 δις. ευρώ, ποσό σημαντικά περιορισμένο σε σχέση με το αντίστοιχο (περίπου 25 δις. ευρώ) της προηγούμενης Προγραμματικής Περιόδου 2007 – 2013. Αυτό οφείλεται κυρίως στο περιορισμό της χρηματοδότησης της πολιτικής συνοχής (για την άμβλυνση(;) των αναπτυξιακών ανισοτήτων μεταξύ των κρατών μελών) κατά 8% και πάνω από 10% της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής.
Ιδιαίτερο βάρος δίδεται από την ΕΕ και το ελληνικό κράτος στην προβολή της ευρωπαϊκής χρηματοδότησης των έργων, ενώ σπάνιες είναι οι δημόσιες αναφορές στη προέλευση των χρημάτων αυτών. Τα χρήματα των αναπτυξιακών πλαισίων (ΚΠΣ, ΕΣΠΑ) προέρχονται κυρίως από εισφορές των κρατών μελών. Συγκεκριμένα, το 80% των εσόδων του προϋπολογισμού της ΕΕ προέρχονται πλέον από απευθείας εισφορές των κρατών μελών (βλ. φορολογία ευρωπαίων πολιτών σε εθνικό επίπεδο) βάσει του ΑΕΠ και από τις αντίστοιχες εισφορές στη βάση της αξίας της φορολογητέας ύλης του φόρου προστιθέμενης αξίας.
Σύμφωνα με στοιχεία από μελέτη του Α. Μητσού για το ΕΛΙΑΜΕΠ (2014), η συμμετοχή της Ελλάδας στα έσοδα της ΕΟΚ, το 1981 ανέρχονταν στο 0,26% του ΑΕΠ της, φτάνοντας το 2007 στο 1,7%. Οι εισπράξεις της Ελλάδας από τον κοινοτικό προϋπολογισμό μετά το 1990 κυμαίνονται στο 2,5% του ΑΕΠ. Η εξέλιξη των καθαρών εσόδων της Ελλάδας ως ποσοστό του ΑΕΠ της κυμάνθηκε από 0,2%, τα πρώτα χρόνια, ενώ στις αρχές της δεκαετίας του ’90 έφτασε το 3,5%. Από το 2007 και μετά η εξέλιξη των καθαρών εσόδων της Ελλάδας από την ΕΕ, μέσω των διαρθρωτικών ταμείων, βαίνει μειούμενη. Το 2012 υπολογίζεται γύρω στο 1,7% του ΑΕΠ. (3,29 δισεκ. ευρώ)
Το 70% των εσόδων του προϋπολογισμού της ΕΕ προέρχεται από τις πέντε ισχυρότερες καπιταλιστικές οικονομίες της ΕΕ (Γερμανία, Γαλλία, Ιταλία, Ην. Βασίλειο και Ισπανία). Όπως προκύπτει από την προαναφερόμενη μελέτη, η συνδρομή των κρατών μελών δεν είναι ανάλογη του ΑΕΠ τους. Την τριετία 2007 – 2010, με εξαίρεση τη Γαλλία, οι υπόλοιπες τέσσερις χώρες προσέφεραν κατά μέσο όρο, λιγότερο από το 1% του ΑΕΠ, που ήταν το αντίστοιχο ποσοστό της ελληνικής συνδρομής.
ΤΑΞΙΚΟΙ ΣΤΟΧΟΙ
Πολλαπλά ωφελημένοι
οι οικονομικά ισχυροί
«ΨΙΧΟΥΛΑ» ΓΙΑ ΤΙΣ ΛΑΪΚΕΣ ΑΝΑΓΚΕΣ
Το ντόπιο πολιτικό σύστημα, οργανωμένα οικονομικά συμφέροντα και στελέχη του κρατικού μηχανισμού που εμπλέκονται στο σχεδιασμό και τη διαχείριση των ευρωπαϊκών προγραμμάτων συμβάλλουν ενεργά στην προβολή των ωφελειών από τα Προγράμματα αυτά, μιας και ο καθένας από την πλευρά του προσδοκά να αποκομίσει υλικά ή πολιτικά οφέλη. Αυτό εξηγεί την μαχητική στήριξη της «ευρωπαϊκής πορείας της χώρας» από τους παραπάνω παράγοντες σε περιόδους που η αμφισβήτηση της ΕΟΚ/ΕΕ αναπτύσσονταν σε ευρύτερα κομμάτια της κοινωνικής πλειοψηφίας ως αποτέλεσμα αντιλαϊκών πολιτικών της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης.
Μια πιο προσεκτική ματιά σε ορισμένα οικονομικά στοιχεία αποδεικνύουν ότι τα περιβόητα έργα ΕΣΠΑ, δεν αποτελούν τίποτα περισσότερο από τα σύγχρονα «καθρεφτάκια για τους ιθαγενείς.» Μέχρι και την προηγούμενη προγραμματική περίοδο (2007 – 2013) στη χώρα υπολογίζεται ότι εισέρευσαν περί τα 65 δις. ευρώ, ενώ το έλλειμμα στο εμπορικό ισοζύγιο (ως αποτέλεσμα ΕΟΚ/ΕΕ πολιτικών) ξεπέρασε για το διάστημα 1980 – 2009 τα 250 δις. ευρώ. Με απλά λόγια, πολυεθνικοί όμιλοι των καπιταλιστικά ισχυρών της ΕΕ εισέπραξαν για την προμήθεια εξοπλισμών σε έργα ΕΣΠΑ πάνω από 250 δις ευρώ, ενώ η ΕΕ μας φιλοδώρησε με μόλις 65 δις ευρώ!
Με βάση το ύψος του τρέχοντος προγράμματος η ετήσια χρηματοδότηση είναι ύψους 3 δισ. ευρώ ή 1,6% του σημερινού ΑΕΠ (η καθαρή εισροή δεν είναι παρά κλάσμα του ποσού αυτού). Θα πρέπει να πούμε ότι πριν από την κρίση το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων (ΠΔΕ) ξεπερνούσε τα 8 δισ. ευρώ (9,3 δισ. ευρώ το 2008), ενώ για το 2016 προβλέπεται να ανέλθει στο ποσό των 6,75 δις ευρώ.
Το μεγαλύτερο κομμάτι αυτού του ποσού (περί τα 6 δις) θα χρηματοδοτήσουν — και αυτά — τις προτεραιότητες του ΕΣΠΑ. Αυτό συμβαίνει γιατί εκτός από την «εθνική συμμετοχή» στα συγχρηματοδοτούμενα έργα (περίπου 5% του κάθε Προγράμματος), πολύ σημαντικές δαπάνες αναγκαίες για την ολοκλήρωση των έργων δεν χρηματοδοτούνται από το ΕΣΠΑ ως «μη επιλέξιμες» (βάσει των κανόνων της ΕΕ ή μετά από ελέγχους) και «αναγκαστικά» χρηματοδοτούνται από το εθνικό σκέλος του ΠΔΕ, δηλαδή από εθνικούς πόρους (βλ. Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων-ΠΔΕ), διότι σε αντίθετη περίπτωση τα έργα θα έχαναν εξ ολοκλήρου την ευρωπαϊκή χρηματοδότηση ως «μη άρτια και λειτουργικά».
Ένα ακόμα μέτρο για να εκτιμηθεί η πραγματική σημασία των πολυδιαφημισμένων ευρωπαϊκών κονδυλίων είναι το ποσό που η χώρα μας δαπανά για το δημόσιο χρέος, το οποίο στο μεγαλύτερο ποσοστό του καταλήγει στις τσέπες της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και των ευρωπαϊκών τραπεζών και κρατών που μας δάνεισαν. Για παράδειγμα, το 2016 η χώρα μας θα πληρώσει 7,075 δισ. για χρεολύσια και 6,028 δισ. για τόκους (σύνολο 13,103 δισ. ευρώ), ποσό που κλιμακώνεται και προβλέπεται να φτάσει τα 32 δισ. ευρώ το 2022.
Έτσι, οι χώρες και οι μηχανισμοί της ΕΕ από τη μια κλέβουν δισεκατομμύρια από τον ελληνικό λαό και από την άλλη «επιστρέφουν» ένα μικρό κλάσμα υπό τη μορφή κονδυλίων για τα «συγχρηματοδοτούμενα έργα» προκειμένου να εξυπηρετηθούν συγκεκριμένες προτεραιότητες και συμφέροντα.