<της Αφροδίτης Τζιαντζή «90 άνθρωποι πεθαίνουν κάθε μήνα στη Μ.Βρετανία λίγο αφού αξιολογούνται ως “ικανοί προς εργασία”. Ανάμεσα στο Δεκέμβρη του ‘11 και το Φεβρουάριο του ‘14 πέθαναν 2.380 βρετανοί πολίτες, λίγους μήνες αφού η αίτησή τους για επιδομα υποστήριξης διακόπηκε αφού η “αξιολόγηση” (που διενεργείται από ιδιωτική εταιρεία για λογαριασμό των κρατικών υπηρεσιών πρόνοιας) τους βρήκε “ικανούς προς εργασία”»
Εφημερίδα Γκάρντιαν – Αυγουστος 2015
«Στελέχη της ATΟS (της ιδιωτικής εταιρείας που διενεργεί “αξιολογήσεις ικανότητας προς εργασία”) διέταξαν ανάπηρο να παρουσιαστεί σε επιτροπή αξιολόγησης για επίδομα αναπηρίας, δύο μήνες αφού είχε πεθάνει
Welfare Weekly (Προνοιακά Νέα) – Φεβρουάριος ‘14
«Κάτοικοι στο Μπρίστολ σχηματίζουν ανθρώπινη αλυσίδα, για να αποτρέψουν την “εκδικητική έξωση” μητέρας με 5 παιδιά, που παραπονέθηκε στο σπιτονοικοκύρη για την υγρασία. Οι “εκδικητικές εξώσεις” είναι πλέον κοινή πρακτική υποστηρίζουν οργανώσεις για το δικαίωμα στη στέγη»
Bristol Post, Σεπτέμβριος 2016
Δεν ξέρουμε ποιές από τις παραπάνω, συνήθως μονόστηλες, ειδήσεις τράβηξαν το ενδιαφέρον του Πολ Λάβερτι, του επί χρόνια συνεργάτη και σεναριογράφου του Κεν Λόουτς ή αποτέλεσαν έμπνευση για να γράψει το λιτό, μουντό, αλλά ανθρώπινο, τόσο ανθρώπινο «Εγώ Ο Ντάνιελ Μπλέικ»
Το μόνο σίγουρο είναι ότι με μία διόλου μελό, αλλά σκληρή, ρεαλιστική όσο και τρυφερή ταινία, καταφέρνει να κάνει το θεατή όταν βγαίνει από το σινεμά να νιώθει οργή και μίσος για όλους αυτούς που αντιμετωπίζουν τις ζωές μας σαν αριθμούς, τους τεχνοκράτες – αξιολογητές «κόφτες» επιδομάτων, μισθών και συντάξεων. Είτε αυτοί είναι νεοφιλελεύθερα γραβατοφορεμένα στελέχη της μετα-θατσερικής και μετά-μπλερικής Αγγλίας (πλέον της Αγγλίας των Τόρις και του Μπρέξιτ), είτε φοράνε το ελεήμον προσωπείο του (ναυαγισμένου) «παράλληλου προγράμματος» και μοιράζουν με το σταγονόμετρο κουπόνια σούπερ μάρκετ και συνταγές για γεμιστά, είτε φοράνε μαντήλι στο πέτο και μετατρέπουν τις συντάξεις σε φιλοδωρήματα, είτε είναι οι 30άχρονες βοηθοί τους που αναλαμβάνουν να βαφτίσουν τον «υποκατώτατο» μισθό πείνας ως προϊόν «συλλογικής διαπραγμάτευσης».
Αν η έκφραση «γροθιά στο στομάχι» είναι κάτι περισσότερο από σχήμα λόγου, τότε ταινίες σαν το «Εγώ ο Ντάνιελ Μπλέικ», σίγουρα ταρακουνάνε και τον Ελληνα θεατή, που αναγνωρίζει στο ρημαγμένο Νιούκαστλ της Βόρειας Αγγλίας σκηνές γνώριμες και στην Ελλάδα, που ωστόσο στο βαθιά υφεσιακό τοπίο της δεύτερης-φοράς-μνημονιακής Αριστεράς βιώνουμε με πιο χαοτικό και βάναυσο τρόπο.
Μπορεί η ταινία του Λόουτς να μην κάνει τους θεατές να θέλουν να βγουν στους δρόμους και να τα κάνουν όλα λαμπόγυαλο έξω από τα κατά τόπους ΚΕΠΑ (Κέντρα Πιστοποίησης Αναπηρίας), ΟΑΕΔ, υπηρεσίες του Υπουργείου Εργασίας, αλλα τουλάχιστον να προβληματιστουν για το πώς μπορούν να κάνουν κάτι συλλογικά για τους δικούς μας Ντάνιελ Μπλέικ, της διπλανής ή της δικής μας πόρτας. Του διαμερίσματος με το κομμένο ρεύμα, της μητέρας που δεν έχει να πληρώσει το νοίκι, του κόκκινου στεγαστικού δανείου, των 9 στους 10 ανέργους που δεν «δικαιούνται» επίδομα εργασίας και αντί αυτού τους προτείνεται να δουλέψουν τζάμπα για τους εργοδότες τους ή να διαγκωνιστούν για ένα «κοινωφελές» 6άμηνο ή για ένα «βάουτσερ» ανέργων.
Η λέξη «στρατευμένος» είναι πολύ στενή για να περιγράψει το σινεμά του σπουδαίου αριστερού σκηνοθέτη Λόουτς, που αν είναι σε κάποια υπόθεση στρατευμένος, αυτή είναι η υπόθεση της απελευθέρωσης του ανθρώπου.