του Γιάννη Ελαφρού
Γενικό υποκατώτατο μισθό (κι ακόμα πιο κάτω για τους νέους) προωθούν οι εκπρόσωποι των θεσμών, σύμφωνα με τα συμφέροντα του κεφαλαίου, καθώς το ξεκίνημα των «διαπραγματεύσεων» της δεύτερης αξιολόγησης δείχνει πως η αντιλαϊκή αντεργατική επίθεση θα κλιμακωθεί με πρωτοφανή αγριότητα. Όσον αφορά τους μισθούς, το ΔΝΤ τονίζει πως θεωρεί τον κατώτερο μισθό στην Ελλάδα υψηλό σχετικά με τις «ανταγωνίστριες χώρες», θέλοντας μισθούς Βουλγαρίας και Ρουμανίας (215 και 245 ευρώ αντίστοιχα)! Ταυτόχρονα, σύσσωμοι οι εκπρόσωποι των θεσμών ξεκαθάρισαν πως δεν τίθεται θέμα ακύρωσης των μέτρων του πρώτου και δεύτερου μνημονίου κι επαναφορά των συλλογικών συμβάσεων στην προ μνημονίου κατάσταση.
Επιπλέον, ΕΕ και ΔΝΤ απαιτούν αλλαγή του συνδικαλιστικού νόμου έτσι ώστε να είναι σχεδόν αδύνατη η κήρυξη απεργίας και να θεσμοθετηθεί το λοκ άουτ των εργοδοτών. Επίσης, ειδικά το ΔΝΤ έθεσε θέμα μεγάλης μείωσης του αφορολόγητου (στα 5.000 ευρώ!), στο όνομα μάλιστα της εξοικονόμησης πόρων για το Κοινωνικό Εισόδημα Αλληλεγγύης (δηλαδή ένα γλίσχρο επίδομα για να μην πεθαίνει ο κόσμος από την πείνα). Για τον ίδιο λόγο προωθείται η διακοπή πλήθους επιδομάτων και των ελάχιστων φοροαπαλλαγών που έχουν απομείνει. Με τον τρόπο αυτό θα πληρώνουν φόρο ακόμα και όσοι παίρνουν το επίδομα ανεργίας ή την κατώτατη σύνταξη του ΟΓΑ (σε συνδυασμό με τα τεκμήρια διαβίωσης), ενώ θα πληθύνουν οι πάμπτωχοι, στους οποίους θα δίνονται τα ψίχουλα του Εισοδήματος Αλληλεγγύης. Βεβαίως, με την μείωση του αφορολόγητου, ο πραγματικός μισθός θα μειωθεί παραπέρα.
Αν η ισοπεδωτική γραμμή ΕΕ-ΔΝΤ δεν αποτέλεσε έκπληξη, οι πρώτες επαφές για την πολύ κρίσιμη δεύτερη αξιολόγηση απέδειξαν για μία ακόμα φορά τις κυβερνητικές απάτες και ειδικά όσες φιλοτεχνεί ο Γ. Κατρούγκαλος. Τρία υποτίθεται ήταν τα ισχυρά χαρτιά του υπουργού Εργασίας: Το ευρωπαϊκό κεκτημένο, η εθνική ενότητα των παραγωγικών φορέων και οι κόκκινες γραμμές της κυβέρνησης. Συντρίμμια και τα τρία με την μία. Όσον αφορά το περιβόητο «ευρωπαϊκό κεκτημένο», ο εκπρόσωπος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ντέκλαν Κοστέλο (ο οποίος ήταν από τους πιο επιθετικούς) ξεκαθάρισε πως στα 22 από τα 28 κράτη μέλη της ΕΕ ο κατώτατος μισθός καθορίζεται από «εμπειρογνώμονες», με βάση προτάσεις των «κοινωνικών εταίρων» και νομοθετείται από την κυβέρνηση! Άρα δεν υπάρχει θέμα συλλογικών διαπραγματεύσεων, ενώ η εμπλοκή εμπειρογνωμόνων κάνει φανερή την «τεχνοκρατική» φιλοεργοδοτική προσέγγιση, στη βάση της ανταγωνιστικότητας κλπ.
Δεύτερο, η περιβόητη εθνική ομάδα κυβέρνησης-εργοδοτών-εργαζομένων, η οποία δήθεν θα παρατάσσονταν ενιαία απέναντι στους θεσμούς, διαλύθηκε από την πρώτη μέρα. Όχι βέβαια πως οι εργαζόμενοι είχαν να περιμένουν κάτι θετικό, καθώς τους εκπροσωπούσε η ΓΣΕΕ, η αστικοποιημένη …YES EE. Ο ΣΕΒ πάντως δεν έχασε ευκαιρία και αμέσως έθεσε ζήτημα υπεροχής των επιχειρησιακών συμβάσεων σε σχέση με τις κλαδικές, καθώς και παραπέρα απελευθέρωσης των ομαδικών απολύσεων!
Τρίτο, οι κόκκινες γραμμές της κυβέρνησης αποδείχθηκαν για μια ακόμα φορά κόκκινα χαλιά για να περάσουν οι επιδιώξεις του κεφαλαίου. Αμέσως μετά τη συνάντηση της Κυριακής, ο υπουργός Εργασίας έφερε στο προσκήνιο την πρόταση της Επιτροπής Σοφών για το εργασιακό, που προβλέπει πως όταν μια επιχείρηση «έχει πρόβλημα» να μπορεί να μειώσει τις ώρες εργασίες και τους μισθούς των εργαζομένων και το υπόλοιπο μέρος να καλύπτεται από το δημόσιο! Όλα αυτά δείχνουν πως οι εργαζόμενοι και τα λαϊκά στρώματα πρέπει να προετοιμαστούν για να αντιπαλέψουν, αποκρούσουν και ανατρέψουν μια πολύ σκληρή, ολοκληρωτικού χαρακτήρα επίθεση από κυβέρνηση, ΕΕ και κεφάλαιο. Γι’ αυτό δεν μπορούν να περιμένουν, ούτε την κυβέρνηση ούτε τον υποταγμένο συνδικαλισμό, αλλά πρέπει να πάρουν οι ίδιοι τις τύχες στα χέρια τους, γιατί αλλιώς θα μας θάψουν όλους ακόμα πιο βαθιά. Αντίθετα είναι τώρα η ώρα να αντεπιτεθούν, με σημαία τις δικές τους διεκδικήσεις για τα δικαιώματά τους (βλέπε και σελίδα 22 την αντίστοιχη πρόταση του ΝΑΡ).
Παίρνοντας την πρωτοβουλία των κινήσεων, με αγωνιστικό και απεργιακό σχέδιο κλιμάκωσης και νίκης, στηριγμένο στα πρωτοβάθμια σωματεία, στην εργατική βάση, τις συνελεύσεις αγώνα και το συντονισμό των μαχόμενων δυνάμεων του κινήματος. Όσο για το γενικότερο πλαίσιο, γίνεται πια καθαρό πως η δεύτερη αξιολόγηση ούτε μπορεί, ούτε πρέπει να λήξει γρήγορα, όπως λέει ο Α. Τσίπρας. Δεν πρέπει να περάσουν τα μέτρα, γιατί αυτό θα σημαίνει παραπέρα απότομη επιδείνωση της θέσης του λαού. Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ αποδυναμώνεται με ταχύτητα μέσα στο λαό, λόγω της αντιλαϊκής της πολιτικής και γι’ αυτό περιορίζεται και η δυνατότητά της να διαχειρίζεται τις υποθέσεις και τις διαμάχες της αστικής τάξης, όπως έδειξε και η ήττα της στο Συμβούλιο της Επικρατείας. Η διέξοδος βεβαίως δεν βρίσκεται στην επαναφορά των νεοφιλελεύθερων κανίβαλων του Μητσοτάκη. Αλλά στη μάχιμη ανασυγκρότηση του κινήματος και της ανατρεπτικής Αριστεράς για μια νικηφόρα μάχη για τα εργατικά λαϊκά συμφέροντα, κόντρα στον ευρωμονόδρομο της καπιταλιστικής βαρβαρότητας, για την ανατροπή της επιδρομής και των αστικών αναδιαρθρώσεων, της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ και κάθε κυβέρνησης που τις υλοποιεί.