του Κυριάκου Νασόπουλου
Η δραματική μείωση, ακόμα και η οριστική κατάργηση των αναπηρικών επιδομάτων που λαμβάνουν δεκάδες χιλιάδες συνάνθρωποί μας, θα βρεθεί το αμέσως επόμενο διάστημα στο επίκεντρο των βασικών επιδιώξεων των εκπροσώπων της τρόικας, με την αγαστή συνεργασία βεβαίως και της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ. Άλλωστε, η ίδια έχει αποδεχτεί ως μνημονιακή της υποχρέωση την εξοικονόμηση 0,5% του ΑΕΠ, δηλαδή συνολικά 900 εκατ. ευρώ, από τις δαπάνες Πρόνοιας. Την ίδια στιγμή, μάλιστα, που σε επίσημη έκθεση αξιολόγησης της πρώτης φάσης του Ελάχιστου Εγγυημένου Εισοδήματος της Παγκόσμιας Τράπεζας επισημαίνεται ότι η Ελλάδα δαπανά τα λιγότερα κεφάλαια για Πρόνοια από όλες τις υπόλοιπες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ειδικότερα, η Ελλάδα δαπανά το 2,1% του ΑΕΠ της (3,8 δισ. ευρώ), όταν ο μέσος όρος στην ΕΕ των «28» είναι 4,2% του ΑΕΠ. Ήδη από την περασμένη άνοιξη, είχε τεθεί επιτακτικά επί τάπητος από τους δανειστές το θέμα ότι το κονδύλι των 700 εκατομμυρίων ευρώ που δαπανά το ελληνικό δημόσιο ετησίως για τα αναπηρικά επιδόματα των περίπου 150.000 δικαιούχων είναι μεγάλο. Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο το υπουργείο Εργασίας έχει συγκεντρώσει στοιχεία για όλες τις κρατικές προνοιακές παροχές, έτσι ώστε να προχωρήσει, όπως ευαγγελίζεται, στον «εξορθολογισμό» του συστήματος. Σε συνάρτηση όλων αυτών, μέχρι το τέλος του χρόνου η κυβέρνηση αναμένεται να νομοθετήσει και το νέο θεσμικό πλαίσιο για τις αναπηρικές συντάξεις και τα επιδόματα των ΑμΕΑ. Βασική στόχευση της κυβέρνησης, με βάση και τις επίσημες προτάσεις τόσο του ΟΟΣΑ, όσο και των ΕΕ και ΔΝΤ, προβλέπεται να είναι η δραματική συρρίκνωση των αναπηρικών συντάξεων και των επιδομάτων των ΑμΕΑ και η σταδιακή αντικατάστασή τους από το Κοινωνικό Εισόδημα Αλληλεγγύης. Με βάση τις μνημονιακές επιταγές, το νέο σύστημα Πρόνοιας θα πρέπει να έχει ολοκληρωθεί έως το τέλος του έτους.
Πέρα από τις μεγάλες περικοπές που ήδη έχουν γίνει και σχεδιάζεται να πραγματοποιηθούν στο μέλλον στα επιδόματα, έχει δοθεί προτεραιότητα και στη δραστική μείωση των δικαιούχων, μέσω της επανεξέτασής τους από τα Κέντρα Πιστοποίησης Αναπηρίας (ΚΕΠΑ). Η συγκεκριμένη διαδικασία έχει προ πολλού ξεκινήσει. Η λειτουργία των ΚΕΠΑ έχει ήδη στερήσει από χιλιάδες δικαιούχους τα αναπηρικά επιδόματα και τις συντάξεις. Πιο συγκεκριμένα, σύμφωνα και με τα επίσημα στοιχεία, από τον Μάρτιο του 2012, πάνω από 70.000 ανάπηροι και χρόνια πάσχοντες «κόπηκαν» από τα ΚΕΠΑ και έμειναν χωρίς επίδομα. Τον Μάρτη του 2012, οι δικαιούχοι ανάπηροι ανέρχονταν στις 212.000 ενώ σήμερα είναι λιγότεροι από 150.000. Και όλα αυτά την στιγμή που ο πραγματικός αριθμός αναπήρων που ζουν στην Ελλάδα υπολογίζεται περίπου στις 500.000. Αντίστοιχα, μεγάλη είναι και η μείωση των δικαιούχων αναπηρικών συντάξεων. Χαρακτηριστικά, το 2005 οι αναπηρικές συντάξεις του ΙΚΑ αποτελούσαν το 14% των συνολικών συντάξεων, ενώ το 2013 το ποσοστό αυτό έπεσε κάτω από 8%.
Ο βασικός τρόπος αποκλεισμού των αναπήρων από τα πενιχρά επιδόματα και τις συντάξεις αναπηρίας γίνεται μέσα από την μείωση των ποσοστών αναπηρίας τους. Παράλληλα, μεγάλος είναι και ο αριθμός εκείνων που εισέπρατταν προσωρινή σύνταξη και όταν κλήθηκαν για επανεξέταση, μειώθηκε το ποσοστό αναπηρίας τους με αποτέλεσμα να χάσουν τη σύνταξη. Σε άλλες περιπτώσεις, οι επιτροπές των ΚΕΠΑ προχωρούν σε αλλαγή κατηγορίας των επιδομάτων αναπηρίας, κάτι που οδηγεί αυτόματα και στην δραματική μείωση του καταβαλλόμενου ποσού.
Απέναντι στον «Καιάδα» των μνημονιακών κυβερνήσεων ΣΥΡΙΖΑ-ΝΔ-ΠΑΣΟΚ και των δανειστών, θα πρέπει άμεσα να δοθεί η μάχη για την εξασφάλιση αξιοπρεπούς διαβίωσης των αναπήρων. Θα πρέπει να μπει φραγμός στη συνεχιζόμενη, απάνθρωπη περικοπή των αναπηρικών συντάξεων και επιδομάτων αλλά αντιθέτως να αυξηθούν, να σταματήσει η λειτουργία των ΚΕΠΑ να στερεί από χιλιάδες αναπήρους τα αναπηρικά επιδόματα και τις συντάξεις και να διασφαλιστεί η πλήρης, δημόσια και δωρεάν ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, χωρίς περιορισμούς και προϋποθέσεις για όλους τους συνανθρώπους μας με αναπηρία.