του Γιώργου Κρεασίδη
Στο παζάρι κυβέρνησης και Τρόικας, αυτό που μένει σταθερά συμφωνημένο είναι η ιστορικής σημασίας επίθεση στο ασφαλιστικό σύστημα, με στόχο τη μείωση κατά 1,8 δισ. των σχετικών δαπανών, σε συνδυασμό με τη νέα φορολεηλασία ώστε να καλυφθούν τα περίπου 5,5 δισ. μέτρα που έχουν συμφωνηθεί καταρχήν, πριν την απαίτηση από την Τρόικα για επιπλέον «προληπτικά μέτρα». Το φορολογικό σημαίνει αυξήσεις φόρων στα πιο φτωχά λαϊκά στρώματα με μείωση του αφορολόγητου και παγιοποίηση της εισφορά αλληλεγγύης, μαζί με την εξοντωτική φορολογία αγροτών, αυτοαπασχολούμενων και ελεύθερων επαγγελματιών, ενώ ο ΦΠΑ πάει στο 24%.
Την ίδια ώρα μένουν απείραχτες οι φοροαπαλλαγές εφοπλιστών και τραπεζιτών, όπως και όλο το θεσπισμένο σύστημα φοροδιαφυγής του κεφαλαίου με τις οφσόρ κ.λπ.
Με το ασφαλιστικό επιδιώκεται, πέρα από τη σφαγιαστική μείωση των δαπανών κατά 1,8 δισ., η ριζική αναδιάρθρωση των εργασιακών σχέσεων, μέσα από τη γενίκευση της ανασφάλιστης και μισοασφαλισμένης εργασίας. Μαζί με τη μείωση των συντάξεων, την αύξηση των εισφορών των εργαζομένων, την αύξηση των ορίων ηλικίας, η καπιταλιστική αναδιάρθρωση στην ασφάλιση επιχειρείται να ολοκληρωθεί με το άνοιγμα ενός μεγάλου πεδίου κερδοφορίας για τα μονοπώλια του ιδιωτικού τομέα ασφάλισης και υγειονομικής περίθαλψης.
Επιδιώκεται λοιπόν ουσιαστικά η ολοκληρωτική κατεδάφιση της κοινωνικής ασφάλισης που έχει δεχθεί απανωτά «μεταρρυθμιστικά» πλήγματα νεοφιλελεύθερης έμπνευσης, με βάση τις συνταγές της ΕΕ, του ΟΟΣΑ και του ΔΝΤ ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του 1990, ξεκινώντας με το νόμο Σιούφα.
Στόχος η μετατροπή της ασφάλισης από κοινωνική σε ατομική, η εξάλειψη του κοινωνικού-αναδιανεμητικού χαρακτήρα, η συμβολή στην ελαστικοποίηση της εργασίας, η παράδοση της ασφάλισης στην επιχειρηματική κερδοσκοπία. Η στρατηγική της καπιταλιστικής αναδιάρθρωσης στην ασφάλιση είναι δομική πλευρά της προσπάθειας να αντιμετωπιστεί η κρίση σε βάρος της εργασίας, την κατά Σαρκοζί «επανίδρυση του καπιταλισμού». Αυτή η στρατηγική περιγράφεται στα απανωτά μνημόνια.
Η προπαγάνδα για τα άδεια ταμεία, τα μεγάλα προνόμια και τις «μαϊμού» συντάξεις (επτασφράγιστο μυστικό ο μικρός αριθμός τους), επιχειρεί πέρα από τη νομιμοποίηση του νομοσχεδίου-εκτρώματος, να καλύψει την πολυετή λεηλασία των ασφαλιστικών ταμείων από τις κυβερνήσεις για λογαριασμό του κεφαλαίου. Μαύρη τρύπα στα ταμεία προκαλούν η εισφοροδιαφυγή, η μαύρη εργασία, η μαζική ανεργία και η επίσημη ανασφάλιστη εργασία των προγραμμάτων ΕΣΠΑ.
Πέρα λοιπόν από το αποφασιστικό μέτωπο για να μην περάσει το ασφαλιστικό-φορολογικό της κυβέρνησης και της ΕΕ, η μάχη για το δικαίωμα στην κοινωνική ασφάλιση θα κριθεί και από το περιεχόμενο των διεκδικήσεων. Γιατί δεν μπορεί ο πήχης να πέφτει στη λιγότερο χειρότερη κατάσταση του σημερινού καθεστώτος, που πέρα από τα αδιέξοδά του, δεν διασφαλίζει ασφάλιση και περίθαλψη για όλο το λαό.
Αυτό ακριβώς ζητά το αφετηριακό αίτημα για το καθολικό δικαίωμα σε μια δημόσια κοινωνική ασφάλιση και δημόσια δωρεάν περίθαλψη για όλους και χωρίς προϋποθέσεις. Για κανένα λόγο, λογιστικό ή άλλο δεν μπορεί να γίνει αποδεκτό ότι κάποιος θα καταδικάζεται να ζει χωρίς γιατρό ή σύνταξη. Άρα ασφάλιση και περίθαλψη σε όλους όσους ζουν και εργάζονται στη χώρα, Έλληνες ή μετανάστες, εργαζόμενους ή άνεργους. Αυτό προϋποθέτει ένα αποκλειστικά δημόσιο ασφαλιστικό σύστημα, που θα λειτουργεί με κριτήριο τις κοινωνικές ανάγκες. Γι’ αυτό δεν μπορεί η ασφάλιση να είναι εμπόρευμα.
Με αυτή τη λογική το κόστος της ασφάλισης δεν μπορεί παρά να βαρύνει τους εργοδότες και το κράτος, τόσο για τους εργαζόμενους όσο και για τους ανέργους.
Παράλληλα είναι απόλυτα αναγκαίο το όριο συνταξιοδότησης να είναι στα 30 χρόνια εργασίας ή στα 60 έτη και στα 58 για τις γυναίκες, τα βαριά-ανθυγιεινά, τα οποία πρέπει να αποκατασταθούν.
Εξάλλου μόνο με τη μείωση του χρόνου εργασίας και τη μείωση των ορίων συνταξιοδότησης μπορεί να υπάρξει μείωση της ανεργίας και άρση του αποκλεισμού των νέων από την εργασία. Παράλληλα απαιτείται αύξηση στους μισθούς, με επαναφορά του 13ου και 14ου μισθού και σύνταξης στο δημόσιο, και για να αυξηθεί και η χρηματοδότηση της ασφάλισης από τις αντίστοιχες εργοδοτικές εισφορές.
Κρίσιμο στοιχείο αποτελεί η διασφάλιση της δουλειάς για όλους, σταθερής, πλήρους και ασφαλισμένης. Με αποκατάσταση των συλλογικών συμβάσεων για ενιαίες σχέσεις και αμοιβές εργασίας, αλλά και κατάργηση της μαύρης-ανασφάλιστης εργασίας με αυστηρές ποινές στους εργοδότες, όπως και όλων των μορφών ευέλικτης και ελαστικής εργασίας.
Άμεσα απαιτείται η περίοδος ανεργίας να μετρά ως χρόνος ασφάλισης. Με διασφάλιση της πλήρους ασφάλισης και περίθαλψης για τη μερική απασχόληση, την ελαστική και εκ περιτροπής εργασία, τις διάφορες μορφές μαθητείας και κατάρτισης, την απασχόληση με βάουτσερ ή σε προγράμματα «κοινωφελούς εργασίας», τα χρόνια στράτευσης.
Καμιά σύνταξη δεν μπορεί να είναι κάτω από το βασικό μισθό, με παράλληλη κρατική διασφάλιση όλων των συντάξεων που υπερβαίνουν αυτό το ύψος, αλλά και των εφάπαξ. Θα πρέπει να σταματήσει το αίσχος στις καθυστερήσεις έκδοσης και απονομής των συντάξεων και του εφάπαξ.
Για το φορολογικό βασικές διεκδικήσεις είναι η δραστική μείωση της άμεσης φορολογίας των εργαζομένων, της φτωχής αγροτιάς, των πληττόμενων μεσαίων στρωμάτων, με το αφορολόγητο στα 20.000 ευρώ και παράλληλα η γενναία αύξηση της φορολογίας του κεφαλαίου, με απαγόρευση καταφυγής σε οφσόρ και φορολογικούς παράδεισους. Κατάργηση του ΦΠΑ και των έμμεσων φόρων στα βασικά είδη. Να «κουρευτεί» το ιδιωτικό χρέος των λαϊκών οικογενειών που δεν αντέχουν και όλα τα βάρη από τόκους και υπερημερίες. Παράλληλα κατάργηση του ΕΝΦΙΑ και όλων των χαρατσιών. Στήριξη των αναγκών των πληττόμενων αυτοαπασχολούμενων και των μικρομεσαίων.
Η μάχη για το ασφαλιστικό-φορολογικό δεν μπορεί να πετύχει χωρίς πολιτικούς στόχους-προϋποθέσεις για το ξήλωμα της αντεργατικής πολιτικής, παράλληλα με το αίτημα να μην περάσουν τα βάρβαρα μέτρα του τρίτου μνημονίου και το νομοσχέδια της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ. Πρώτα από όλα την κατάργηση όλων των αντιασφαλιστικών νόμων που ψηφίστηκαν τα τελευταία χρόνια (Σιούφα, Ρέππα, Πετραλιά κ.λπ.) και το μνημονιακό κεκτημένο.
Ακόμα να επιστραφούν στα ταμεία τα αποθεματικά που υπεξαίρεσαν τράπεζες, εργοδότες και κράτος, από τα 70 δισ. που λεηλατήθηκαν έως το 2010, μαζί με τα δεκάδες άλλα που χάθηκαν στα δομημένα ομόλογα και το «κούρεμα» του PSI, αρπάχτηκαν το πρώτο εξάμηνο του 2015 από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ για να αποπληρωθεί το ΔΝΤ, αλλά το κόστος της ανακεφαλαιοποίησης του Δεκεμβρίου 2015.
Στις πολιτικές προϋποθέσεις συμπεριλαμβάνεται η διεκδίκηση της διαγραφής του χρέους, η απελευθέρωση από τους «ισοσκελισμένους προϋπολογισμούς», αφού στο βωμό τους θυσιάζονται οι κοινωνικές δαπάνες κι οι ασφαλιστικές ανάγκες, η απαλλαγή από τους νόμους των αγορών και των τραπεζών, που εξανεμίζουν τα αποθεματικά των ταμείων στο όνομα της υψηλότερης «απόδοσης». Δε θα υπάρξει αύριο για την κοινωνική ασφάλιση, αν δε βγουν έξω οι τράπεζες και οι αγορές από τα ταμεία, αν δεν απαλλαγούν από το χρηματιστηριακό τζόγο. Απαιτείται ιδεολογική ρήξη με την τις απαιτήσεις εργοδοτών και «επενδυτών» που στο όνομα της «ανάπτυξης», απαιτούν μια τυπικά ή ουσιαστικά ανασφάλιστη εργασία, με μείωση εισφορών ή την κρατική κάλυψή τους.
Κρίσιμη πολιτική προϋπόθεση είναι η απελευθέρωση από τα μνημόνια και από τη θηλειά του ευρώ και της ΕΕ, που τα επιβάλλουν μαζί με τις κυβερνήσεις και βρίσκονται πίσω από κάθε αντιασφαλιστικό μέτρο. Η απαίτηση για μη εφαρμογή των αντιασφαλιστικών κατευθύνσεων της ΕΕ συνδέεται άμεσα με την πάλη για διαγραφή του χρέους και για έξοδο από ευρώ και ΕΕ.