του Λεωνίδα Βατικιώτη
Την αποφασιστικότητα των πιστωτών να πάρουν όλα όσα ζητούν τώρα επιβάλλοντας τον τέλειο εξευτελισμό της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ εξέφρασε η δήλωση του προέδρου του Γιούρογκρουπ, Γερούν Ντέιζελμπλουμ, ότι «δεν υπάρχει προθεσμία για την ολοκλήρωση της αξιολόγησης». Με άλλα λόγια, αν κάποιος πιέζεται χρονικά αυτός είναι η ελληνική κυβέρνηση και μόνον που πρέπει μέσα στον Ιούλιο να καταβάλει 3,5 δισ. ευρώ στην ΕΚΤ και το ΔΝΤ, ξέροντας μάλιστα ότι τον Ιούνιο οι διαπραγματεύσεις θα διακοπούν λόγω του βρετανικού δημοψηφίσματος. Προσθέτοντας δε ότι «η Ελλάδα έχει να λάβει δύσκολες αποφάσεις» υπογράμμισε στο κυβερνητικό επιτελείο ότι αν θέλουν να κλείσει σύντομα η αξιολόγηση θα πρέπει να συμφωνήσουν και να ψηφίσουν μέτρα ύψους 3% του ΑΕΠ που εγγυημένα και όχι κατ’ ευχήν οδηγούν στο στόχο του πρωτογενούς πλεονάσματος ύψους 3,5% του ΑΕΠ το 2018. Πιέζουν δε ξέροντας ότι η κυβέρνηση παρά τους ενδοιασμούς της για το πολιτικό κόστος που θα καταβάλει στο τέλος θα ψηφίσει με χέρια και πόδια ό,τι ακριβώς της ζητήσουν. Όπως ακριβώς έκανε και το καλοκαίρι του 2015. Γιατί λοιπόν οι πιστωτές να μη ζητούν ολοένα και πιο σκληρά μέτρα λιτότητας, ξέροντας ότι απέναντι τους έχουν ασπόνδυλα μαλάκια;
Τα αιτήματα των αποχαλινωμένων από την ενδοτικότητα της κυβέρνησης πιστωτών εστιάζονται σε τρία τουλάχιστον μέτωπα. Πρώτο, στο ζήτημα των τραπεζικών δανείων όπου πλέον απαιτούν τη δυνατότητα μεταπώλησης ακόμη και εξυπηρετούμενων δανείων με το επιχείρημα της εξυγίανσης των τραπεζικών χαρτοφυλακίων. Στην πραγματικότητα αυτό που ζητούν είναι να βγουν στο σφυρί δεκάδες χιλιάδες κατοικίες που θα αποτελέσουν την πρώτη ύλη μιας πρωτοφανούς και άγριας κερδοσκοπίας, προς όφελος μεσαζόντων και αεριτζήδων. Πιθανά αυτή θα είναι η ανάπτυξη που τάζουν οι κυβερνητικοί με την ολοκλήρωση της αξιολόγησης…
Το δεύτερο θέμα σχετίζεται με τις συντάξεις. Η ηχηρή παρέμβαση της ίδιας της Κριστίν Λαγκάρντ, που προειδοποίησε ότι «πάμε το ασφαλιστικό στα βράχια» υπενθύμισε στην ελληνική κυβέρνηση ότι το τσεκούρι στο ασφαλιστικό δεν αποτελεί απαίτηση μόνο της Γερμανίας, αλλά και της αμερικάνικης πλευράς. Ταυτόχρονα σήμανε και την απόρριψη ενδιάμεσων λύσεων όπως η αύξηση των ασφαλιστικών εισφορών.
Το πλέον ακανθώδες ωστόσο θέμα σχετίζεται με τα δημοσιονομικά καθώς γίνεται αντιληπτό ότι εξ αιτίας της φτώχειας ακόμη και οι πιο μεγάλες αυξήσεις δε θα φέρουν εύκολα ρευστό στα δημόσια ταμεία. Γι’ αυτό το λόγο οι δανειστές ζητούν αύξηση του ΦΠΑ στο ηλεκτρικό ρεύμα, από το 13% στο 23%, δεδομένου ότι αποτελεί μια από τις πλέον ανελαστικές δαπάνες για όλες σχεδόν τις οικογένειες. Εξ ίσου βαρύς θα πέσει ο πέλεκυς και γι’ άλλους έμμεσους φόρους, οδηγώντας το δείκτη έμμεσων φόρων προς άμεσους (ένα ασφαλές κριτήριο για την εξέταση της ταξικότητας ενός φορολογικού συστήματος) σε νέα ύψη. Είναι χαρακτηριστικό πως από το 2010 όταν οι έμμεσοι φόροι αντιπροσώπευαν το 60,6% του συνόλου η σχέση αυτή μειώνεται σταθερά για να φτάσει φέτος, με βάση προβλέψεις που διατυπώνονται στην εισηγητική έκθεση του κρατικού προϋπολογισμού να ανέρχονται στο 55,3%. Το νέο κύμα φορολεηλασίας που θα επιβάλει η νεο-μνημονιακή κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ θα κάνει ακόμη πιο επαχθή τη φορολογία, αυξάνοντας το μερίδιο των έμμεσων. Μέτρα δε όπως οι νέοι φόροι στην κινητή και τη συνδρομητική τηλεόραση που έχουν συμφωνηθεί μεταξύ κυβέρνησης και πιστωτών θα επιδεινώσουν περαιτέρω τη θέση των μεσαίων στρωμάτων, στα οποία τείνουν να συγκαταλέγονται όσοι παίρνουν μισθό άνω των 1.000 ευρώ!
Ισχύει δε το εξής: «Σε ό,τι αφορά τα πληβειακά στρώματα του ελληνικού κοινωνικού σχηματισμού, η κρίση έρχεται να ωθήσει στα άκρα πολιτικές, που ως προς τα ποιοτικά τους χαρακτηριστικά έχουν διάρκεια σχεδόν μιας εικοσιπενταετίας. Η διαφορά, μετά την κρίση, συνίσταται στη μεγάλη διεύρυνση του αριθμού όσων μεταπίπτουν στην κατάσταση αυτή, ενώ πριν ανήκαν σε κοινωνικές κατηγορίες σχετικά εξασφαλισμένες… Η ελληνική κυβέρνηση επιχείρησε να υποστηρίξει πως σε μεγάλο βαθμό αυτά που συμβαίνουν οφείλονται σε “εξαναγκασμό” από τους δανειστές. Η “ορθή αφήγηση” ωστόσο είναι μάλλον διαφορετική… Εάν αυτός ο “εξαναγκασμός” έλειπε θα έπρεπε να εφευρεθεί. Το κεφάλαιο στο πλαίσιο του ελληνικού κοινωνικού σχηματισμού – και όχι μόνο το “ξένο” όχι μόνο το “μεγάλο” – με πολύ συνειδητό τρόπο επιτίθεται στην ελληνική εργατική τάξη επιχειρώντας μέσα από τη μεγαλύτερη δυνατή εκμετάλλευσή της να “αντιμετωπίσει” την καπιταλιστική κρίση», όπως πολύ εύστοχα παρατηρούσαν το 2012 στο βιβλίο Χωρίς επιστροφή (εκδ. ΚΨΜ) οι συγγραφείς Χρ. Λάσκος και Ευκλείδης Τσακαλώτος! Μόνος που ο ένας εκ των δύο έχει αναλάβει πλέον την απαρέγκλιτη εφαρμογή όσων πριν λίγα χρόνια επέκρινε. Θαυμάστε τον…