του Αντώνη Δραγανίγου
Η 3ης Συνδιάσκεψη της ΑΝΤΑΡΣΥΑ ανήκει ήδη στη σύντομη ιστορία της. Αποτέλεσε το επιστέγασμα μιας ταραγμένης περιόδου με ιστορικά πολιτικά γεγονότα, μεγάλες κοινωνικές και πολιτικές συγκρούσεις, ριζικές αλλαγές των πολιτικών συνθηκών καθώς και μεγάλες εσωτερικές αναταράξεις. Το πρώτο μήνυμα της Συνδιάσκεψης ήταν ότι η ΑΝΤΑΡΣΥΑ είναι εδώ! Ότι ήδη βρίσκεται στην αφετηρία μιας νέας αρχής! Το επιβεβαιώνουν αυτό οι χιλιάδες αγωνιστές σε όλη την Ελλάδα, που πήραν μέρος στις διαδικασίες, καθώς και οι αποφάσεις της.
Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ διέψευσε τις Κασσάνδρες και απέδειξε ότι μπορεί να κάνει τομή με τον εαυτό της γιατί σε αντίθεση με το ισχυρό ρεύμα –που υπήρχε και στις γραμμές της- και πίστευε ότι κριτήριο της αποτελεσματικότητας μιας πολιτικής είναι με «ποιον σύμμαχο θα πας», το πραγματικό κριτήριο της αποτελεσματικότητας της εργατικής πολιτικής είναι ο βαθμός ανταπόκρισης στις βαθιές κοινωνικές και ταξικές ανάγκες που πηγάζουν από την κρίση του καπιταλισμού. Γιατί η αντικαπιταλιστική επαναστατική πολιτική, η γραμμή της ρήξης με την αστική πολιτική και τους φορείς της αποτελεί αναγκαιότητα για τη κοινωνία. Όποιος την εκφράζει -και στο μέτρο που την εκφράζει- θα επικοινωνεί με μαχόμενα τμήματα και πρωτοπορίες και θα μπορεί να απαντά θετικά για την εργατική τάξη και το λαό το βασικό ερώτημα της περιόδου: «θα συνεχίσουμε να ζούμε στον δολοφονικό καπιταλιστικό μονόδρομο, μέσα σε ΕΕ και ΝΑΤΟ ή θα χαράξουμε ένα δρόμο αντικαπιταλιστικής ανατροπής της αντεργατικής επίθεσης, με ορίζοντα την επανάσταση, το σοσιαλισμό και τον κομουνισμό της εποχής μας».
Αφετηρία των απαντήσεων μας είναι η πάλη για την ανατροπή της αντιλαϊκής μνημονιακής επίθεσης κυβέρνησης – κεφαλαίου – ΕΕ – ΔΝΤ, η κατάργηση όλων των μνημονίων και των αντιδραστικών καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων, η ήττα και ανατροπή της συγκυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ- ΑΝΕΛ που την υλοποιεί και όλου του μνημονιακού μπλοκ. Ο δρόμος της ανατροπής είναι αυτός που μπορεί να προασπίσει τα λαϊκά συμφέροντα, τις ελευθερίες και την ειρήνη . Ούτε η «διαπραγμάτευση» με την κυβέρνηση εντός του «παράλληλου προγράμματος», ούτε η μάχη στα «σημεία».
Άλλωστε η Συνδιάσκεψη ξεκαθάρισε ότι συνολικά η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ είναι βαθιά ταξική και εχθρική απέναντι στον λαό και ότι αγώνας εναντίον της σημαίνει αδιάλλακτη μάχη ενάντια στην κυβερνητική πολιτική, επιδίωξη να ενεργοποιείται ο κόσμος που στήριξε τον ΣΥΡΙΖΑ στους αγώνες, προβολή της αντικαπιταλιστικής αντιΕΕ εναλλακτικής πρότασης, αποκάλυψη των ελιγμών της ηγεσίας του, πλήρη διαχωρισμό από τα πολιτικοσυνδικαλιστικά του μορφώματα, άρνηση για οποιαδήποτε συμμαχία σε οποιοδήποτε επίπεδο με την ηγεσία του ή τμήματά της, καθώς και τον νέο κυβερνητικό συνδικαλισμό.
Μοιραζόμαστε την ελπίδα της ανατροπής, όχι την ήττα του συμβιβασμού και της υποταγής. Αυτό είναι το μήνυμα της 3ης Συνδιάσκεψης της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, που συζήτησε και επεξεργάστηκε την πολιτική παρέμβαση της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς. Στη συλλογιστική της Συνδιάσκεψης επιχειρείται μια ανώτερη σύνδεση στρατηγικής – τακτικής και «κοινωνικού- πολιτικού».
Ξεχωρίζει η απόφαση της συνδιάσκεψης για την συμβολή στη δημιουργία μιας πλατιάς λαϊκής κίνησης για την έξοδο από την ΕΕ
Η προβολή και η συσπείρωση δυνάμεων στη πάλη για μια «εναλλακτική λύση» σε αντικαπιταλιστική αντιιμπεριαλιστική κατεύθυνση , σε ρήξη δηλαδή με τις δυνάμεις του κεφαλαίου, την ΕΕ, το ΝΑΤΟ αποτελεί την καρδιά του «άλλου δρόμου». Ενός «δρόμου» που σηματοδοτείται από τους στόχους του «αντικαπιταλιστικού μεταβατικού προγράμματος», στοχεύει σε ρήγματα στην κυρίαρχη αστική πολιτική, στην οργάνωση του λαού, στην αλλαγή του συσχετισμού με βήματα οικοδόμησης του αντικαπιταλιστικού μετώπου/ πόλου, την όξυνση της ταξικής πάλης και την δημιουργία προϋποθέσεων για την επαναστατική κατάσταση και την προσέγγιση της επανάστασης.
Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ είναι η μόνη δύναμη στην Αριστερά που επιδιώκει να εντάξει συνειδητά την σημερινή της πάλη στην στρατηγική προοπτική της επαναστατικής αλλαγής. Να αποφύγει την διολίσθηση σε λογικές διαχείρισης του καπιταλισμού (που συνήθως προωθούνται «δια» της πολιτικής των συμμαχιών) ή ενός «αφηρημένου αντικαπιταλισμού» και «απογείωσης» στο «επαναστατικό επέκεινα». Αυτή η διαλεκτική στην σχέση «στρατηγικής – τακτικής» αποτελεί μια πρώτη συνεισφορά στη συζήτηση που γίνεται στον μαχόμενο αριστερό κόσμο.
Το αντικαπιταλιστικό πρόγραμμα απευθύνεται στην εργατική τάξη και τα λαϊκά στρώματα και θα το υλοποιήσει το «εργατικό λαϊκό μέτωπο ρήξης ανατροπής» και το «αναπτυσσόμενο αντικαπιταλιστικό μέτωπο», ενώ στο σύνολό του μπορεί να το υλοποιήσει η κυβέρνηση και η εξουσία των εργαζόμενων, που προϋποθέτει την επαναστατική αλλαγή και τα όργανα εξουσίας του εργαζόμενου λαού.
Έτσι στην συλλογιστική της Συνδιάσκεψης επιχειρείται μια ανώτερη σύνδεση «κοινωνικού- πολιτικού», πέρα από την υποβάθμιση του «κοινωνικού» σε ένα άθροισμα κινηματικών παρεμβάσεων και την κακοποίηση του «πολιτικού» σε ένα άθροισμα προτάσεων συνεργασίας συνήθως με κοινοβουλευτική λογική και στόχευση. Ξεκαθαρίζει τους λογαριασμούς της με τον κυβερνητισμό και τις κοινοβουλευτικές αυταπάτες, που ηγεμονεύουν όχι απλά «στον κόσμο», αυτό είναι λογικό σε περιόδους κοινοβουλευτικής δημοκρατίας, αλλά στην αριστερά, με επίδραση και στην αντικαπιταλιστική αριστερά.
Ξέρουμε ότι ούτε το «εργατικό λαϊκό μέτωπο ρήξης ανατροπής» οικοδομείται με τα λόγια, ούτε το «αντικαπιταλιστικό μέτωπο / πόλος». Για αυτό και οι αποφάσεις υποδεικνύουν με μάχιμο τρόπο τους δρόμους, μέσα από τους οποίους θα παλέψουμε έμπρακτα για την οικοδόμηση τους.
Από την μια προϋπόθεση είναι η πρωτοπόρα συμβολή στην ταξική ανασυγκρότηση του εργατικού κινήματος, που περιλαμβάνει και την συμβολή του δυναμικού της ΑΝΤΑΡΣΥΑ σε μια κίνηση εργατικής χειραφέτησης, την οργάνωση του λαού σε όλα τα μέτωπα, και την ενοποίηση του, σε αντίθεση με τις κάθε είδους συνδικαλιστικές γραφειοκρατίες, με απεύθυνση σε όλες τις μαχόμενες δυνάμεις της αριστεράς.
Από την άλλη δρόμοι οικοδόμησης του αντικαπιταλιστικού μετώπου πόλου, αποτελούν οι πρωτοβουλίες κοινής δράσης, πρωτοβουλίες και πολιτικός συντονισμός σε κεντρικά μέτωπα της ταξικής πάλης (όπου ξεχωρίζει η απόφαση για την συμβολή στη δημιουργία μιας πλατιάς λαϊκής κίνησης για την έξοδο από την ΕΕ), αλλά και πρωτοβουλίες διαλόγου για το αντικαπιταλιστικό μέτωπο/πόλο, αξιοποιώντας στην κατεύθυνση αυτή και προτάσεις πολιτικής συνεργασίας. Η Συνδιάσκεψη δεν έμεινε μάλιστα σε αυτή την γενική επίκληση. Όρισε συγκεκριμένα ποια είναι τα κομβικά ζητήματα για την οικοδόμηση μιας άλλης αριστεράς, με έμφαση στους κόμβους του αντικαπιταλιστικού προγράμματος, τον διαχωρισμό από τις αντιλήψεις της διαχείρισης και του κυβερνητισμού, τον κυβερνητικό συνδικαλισμό και τις εκφράσεις του.
Ανάμεσα σε μια αντίληψη που προνομιμοποιούσε την «συμμαχία με τον ρεφορμισμό» και μια «συμμετρική της», που αρνιόταν «κάθε συμμαχία με τον ρεφορμισμό», η Συνδιάσκεψη απάντησε πιο διαλεκτικά και ολοκληρωμένα καθορίζοντας σαν «βασικό υποκείμενο» των συμμαχιών μας όλες εκείνες τις δυνάμεις και τα -σε μεγάλο βαθμό αδιαμόρφωτα- ρεύματα των αγωνιστών του χώρου της αντικαπιταλιστικής, αντιιμπεριαλιστικής, αντιΕΕ αριστεράς και των πολύμορφων «δυνάμεων της ανατροπής», που έρχονται στον ένα ή τον άλλο βαθμό σε ρήξη με τις λογικές της διαχείρισης και τείνουν να σπάσουν το «ρεφορμιστικό περίβλημα» στοχεύοντας στην ενίσχυση των δυνάμεων του αντικαπιταλιστικού μετώπου/πόλου.
Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ μπορεί να μπει σε μια νέα φάση. Να κάνει πραγματικό άλμα στην οργάνωσή της ώστε να μετατραπούν οι οργανώσεις και τα όργανα της σε «εργαζόμενο σώμα». Έτσι μπορούμε να μοιραστούμε τη νέα ελπίδα της ανατροπής και όχι την ήττα του συμβιβασμού και της υποταγής.