του Γιώργου Λαουτάρη
Ποια Αριστερά έχει ανάγκη να τονίζει τις διαφορές της με τη Δεξιά; Η Αριστερά του Αλέξη Τσίπρα πάντως, αφιέρωσε το μισό …πανηγυρικό λόγο για τον πρώτο χρόνο της διακυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ, θέτοντας διαχωριστικές γραμμές με τη Νέα Δημοκρατία του Κυριάκου Μητσοτάκη.
Η ομιλία του πρωθυπουργού στο Τάε Κβον Ντο ήταν επιθετική και όχι απολογητική, απέπνεε ένα τεχνητό κλίμα αυτοπεποίθησης και το σημαντικότερο, εστίασε γενικόλογα στις αξιακές διαφορές που χωρίζουν τα πολιτικά ρεύματα προέλευσης του ΣΥΡΙΖΑ και της ΝΔ. Με λίγα λόγια, ήταν μια ομιλία μακριά από τη σημερινή ζοφερή πραγματικότητα της ελληνικής κοινωνίας, που με μια προσποιητή αισιοδοξία, διέρρηξε ανοιχτές θύρες, χωρίς να μπει στην ουσία της ασκούμενης πολιτικής. Το κυριότερο, από την ομιλία του Αλέξη Τσίπρα απουσίαζε κάθε ίχνος αυτοκριτικής, έστω και προσχηματικής, για τα ψέματα, τις ανακολουθίες, τους ιστορικούς συμβιβασμούς, το αντιλαϊκό πρόσημο και την απουσία προοπτικής που χαρακτηρίζει τη μέχρι σήμερα κυβερνητική θητεία του κόμματος.
Από μια ψυχολογική σκοπιά, η ομιλία του Αλέξη Τσίπρα ήταν ενοχική. Διότι μετά από ένα χρόνο κυβερνητικής θητείας, ο “απολογισμός των σημαντικών τομών” όπως είπε ο πρωθυπουργός είναι όχι απλώς φτωχός, αλλά για κλάματα. Είναι τόσο βαθιά η πεποίθηση όλο και περισσότερων ανθρώπων ότι η κυβερνητική εναλλαγή του Ιανουαρίου 2015 δεν έφερε την ελπίδα, ούτε την αλλαγή, παρά συνέχισε σαν άλλος κρίκος τη μνημονιακή πορεία, που η κυβερνητική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ αναγκάζεται να καταφύγει σε μια τακτική τεχνητής πόλωσης με την αξιωματική αντιπολίτευση και να παίξει το τελευταίο της χαρτί, το ελαφρυντικό του πρότερου έντιμου βίου.
Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ σημείωσε ως πρώτο του επίτευγμα “την αναχαίτιση της ανθρωπιστικής κρίσης”, συγχέοντας προφανώς τον τίτλο ενός νομοσχεδίου με την πραγματικότητα της μαζικής κοινωνικής εξαθλίωσης. Συνέχισε με το “το νόμο για τις 100 δόσεις”, ένα καθαρά φοροεισπρακτικό μέτρο, που δεν ελάφρυνε ούτε κατά ευρωσέντ τη θηλιά των υπερχρεωμένων νοικοκυριών. Υπερηφανεύτηκε χωρίς μέτρο ότι “δώσαμε πίσω το δίκιο και τη δουλειά αυτών που άδικα απολύθηκαν”, μιλώντας για έναν αμελητέο αριθμό εργαζομένων, μπροστά στη θάλασσα των λουκέτων στην αγορά και της ανεργίας. Απομόνωσε την απόφαση για κατάργηση του χαρατσιού “των 5 ευρώ στα νοσοκομεία”, αποσιωπώντας ότι διατήρησε εκτός από όλη τη μνημονιακή φορομπηχτική κληρονομιά και τη ληστεία του ΕΝΦΙΑ, παρά τις κατηγορηματικές του προεκλογικές δηλώσεις για το αντίθετο. Πούλησε “αέρα” σημειώνοντας ότι “ανοίξαμε το μέτωπο για τις συλλογικές συμβάσεις”, ενώ το εργασιακό τοπίο παραμένει ζούγκλα. Θέλησε να εισπράξει “συγχαρητήρια” για το γεγονός ότι έπραξε το απολύτως αυτονόητο, ότι δηλαδή κατήργησε το νόμο της πολιτικής επιστράτευσης. Θριαμβολόγησε ότι η κυβέρνησή του έσπασε “το λουκέτο της ΕΡΤ” και ότι ψήφισε “το σύμφωνο συμβίωσης”.
Ο πήχης της “πρώτης φοράς Αριστερά” από τα ουράνια τον Ιανουάριο του 2015, σέρνεται στο έδαφος τον Ιανουάριο του 2016. Το άλμα εις ύψος έγινε …έρπινγκ. Στο Τάε Κβον Ντο όμως η ατμόσφαιρα ήταν παρόλ’ αυτά θριαμβευτική.
Στην πραγματικότητα, μοναδικό επίτευγμα, αν μπορεί να χαρακτηριστεί έτσι, της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ και ΑΝΕΛ ήταν η αποφυγή του Grexit. Μια ειλικρινής αποτίμηση της κυβερνητικής θητείας μέχρι σήμερα λοιπόν, θα ήταν να απαριθμηθούν από τον πρωθυπουργό οι θυσίες τις οποίες υποχρέωσε τους εργαζόμενους και τα λαϊκά στρώματα να υποστούν, στο βωμό της παραμονής στην Ευρωπαϊκή Ένωση και το ενιαίο της νόμισμα.
Δεν έκανε κάτι τέτοιο όμως ο Αλέξης Τσίπρας. Αντιθέτως, με μια βερμπαλιστική μεγαλοστομία υπογράμμισε ότι το κόμμα του “κρατάει το φάρο της μεγάλης προοδευτικής και δημοκρατικής αλλαγής στην Ελλάδα”, χωρίς φυσικά να παραθέσει το παραμικρό στοιχείο που να τεκμηριώνει κάτι ανάλογο, στα πεπραγμένα του ή στα σχέδιά του. Πολύ περισσότερο, επιτέθηκε “στις ανόητες ηρωικές φωνές και συμβουλές ορισμένων” που τον καλούσαν “να συγκρουστούμε τυφλά και να αγνοήσουμε την παγίδα του Grexit”, τονίζοντας ότι ακολουθώντας αυτό τον δρόμο “σήμερα άθελά μας θα είχαμε δημιουργήσει ένα μεγάλο κακό στις λαϊκές δυνάμεις, στον κόσμο της εργασίας στην Ελλάδα”. Όπερ έδει δείξαι για τη ρητορική της Κουμουνδούρου: Τα χειρότερα είναι πίσω μας κι ας βοούν τα στοιχεία της πραγματικότητας για το αντίθετο.
Η υποκρισία έχει όρια, αλλά ο Αλέξης Τσίπρας τα ξεπέρασε. Ειδικά όταν αναφέρθηκε στο Δημοψήφισμα του Ιουλίου, μια πραγματικά μαύρη ημέρα για τη Δημοκρατία. “Φέραμε τη δημοκρατία και τη λαϊκή ετυμηγορία ξανά στο προσκήνιο”, είπε ο πρωθυπουργός που ποδοπάτησε με πρωτοφανή τρόπο τη λαϊκή βούληση. Ο Αλέξης Τσίπρας χαρακτήρισε το 62% του “Όχι” ως “αναπάντεχη και ιστορική απάντηση” και ως “το πιο ηχηρό μήνυμα Δημοκρατίας και αξιοπρέπειας στην Ευρώπη”. Λόγια κούφια, λόγια ψεύτικα.