του Θανάση Σκαμνάκη
Πριν μερικές βδομάδες παρακολουθούσα ένα ντοκιμαντέρ για τη μεγαλύτερη έκρηξη ηφαιστείου που έχει καταγραφεί στην ιστορία. Συνέβη το 1815 στην Ινδονησία. Σύγχρονοί μας ερευνητές διαπίστωσαν πως, ως συνέπεια της έκρηξης, το καλοκαίρι της επόμενης χρονιάς δεν ήρθε στην Ευρώπη. Μεγάλα βαριά σύννεφα έκρυβαν τον ουρανό κι έβρεχε ασταμάτητα. Σάπισαν στο χώμα τα σπαρτά, πείνασαν οι άνθρωποι, κλοπές και εγκλήματα έγιναν σε αναζήτηση τροφής. Στην Ελβετία, όπως έγραφαν οι εφημερίδες, οι πατάτες δεν φύτρωσαν κι όσες φύτρωσαν σάπισαν.
Μια περίεργη σύμπτωση, με έφερε να διαβάζω εκείνες ακριβώς τις ημέρες το βιβλίο της Μαίρης Σέλεϊ, «Φρανκεστάιν». Όπου διαπίστωσα τα όσα οι ερευνητές είχαν κι αυτοί διαπιστώσει σε εφημερίδες της εποχής. Η συγγραφέας στην εισαγωγή περιγράφει εκείνο το καλοκαίρι, στην ίδια αυτή Ελβετία, όπου μια δημιουργική παρέα αποτελούμενη από το λόρδο Μπάυρον, τον Πέρσι Σέλεϊ, τον Τζον Πολιντόρι και τη Μαίρη Σέλεϊ, αναζητούσαν διασκέδαση και έμπνευση: «Ωστόσο, το καλοκαίρι αποδείχτηκε υγρό και μελαγχολικό, και η βροχή που έπεφτε αδιάκοπα μας ανάγκαζε να μένουμε ολόκληρες μέρες κλεισμένοι στο σπίτι». Όμως τα γεγονότα έχουν πάντα πολλές όψεις. Το βροχερό καλοκαίρι υποχρέωνε την παρέα να βρίσκεται στο σπίτι το βράδυ και να σκαρφίζεται παιχνίδι διασκέδασης το ποιός θα πει την πιο ευφάνταστη ιστορία. Τη νίκη πήρε η Μαίρη Σέλεϊ. Η ιστορία της αφορούσε το δόκτορα Φρανκενστάϊν, ο οποίος κατασκεύασε έναν άνθρωπο, αλλά εν τέλει δημιούργησε ένα τέρας. Είναι η εποχή που η κοινωνία ανακαλύπτει τη δύναμη της επιστήμης και οι επιστήμονες φτάνουν να σκεφτούν πως θα μπορούσαν να δώσουν ζωή σε νεκρούς ιστούς.
Η αυτοπεποίθηση μέχρι την έπαρση. Πάντα τα όρια ανάμεσα στα δύο είναι αδιόρατα. Οπότε, μέσα σε μια στιγμή, συνενώθηκαν, μια έκρηξη ηφαιστείου στην άλλη άκρη της γης, ένα μελαγχολικό καλοκαίρι, οι επιστημονικές ανακαλύψεις και μια ευφάνταση συγγραφέας για να δημιουργηθεί ένα πρόσωπο που στοιχειώνει μέχρι σήμερα. Η ιστορία σα να θέλει να σχολιάσει όσους πιστεύουν πως η επιστήμη δεν ευθύνεται για τα τέρατα που κατασκευάζει. Επίσης όσους κάνουν σχέδια του κόσμου χωρίς να μαθαίνουν για τον κόσμο, σαν να είναι μόνοι και αυτάρκεις. Και, τέλος, και χειρότερο, εκείνους που υπερασπίζονται τα μεταμοντέρνα τέρατα της ατομίκευσης. Έχει τόσο πολύ παλιώσει άραγε η φράση του Τζον Ντον, που μας είχε κάποτε θυμίσει ο Χεμινγουέϊ, στο βιβλίο του για τον ισπανικό εμφύλιο πόλεμο: «μη στέλνεις ποτέ να ρωτήσεις για ποιον χτυπά η καμπάνα, χτυπάει για σένα»;