του Θανάση Σκαμνάκη
Δεν στέγνωσε το μελάνι του σχολίου περί της δημοσιογραφικής ευτέλειας, σχετικά με την αποκάλυψη πως έλληνες δημοσιογράφοι πήραν μαθήματα από το ΔΝΤ για τη διαχείριση της κρίσης, και ξέσπασε ο τηλεοπτικός και λοιπός μιντιακός Αρμαγεδδώνας σχετικά με το δημοψήφισμα. Οπότε και εκείνοι που πήραν μέρος στα μαθήματα του ΔΝΤ και οι συναδελφοί τους που ζήλεψαν την «δόξα» τους, έσπευσαν να εφαρμόσουν τη δημοσιογραφική δεοντολογία και αντικειμενικότητα κατά τα μαθήματα που διδάσκονται στη Νέα Υόρκη.
Αναρωτιέμαι, δεν υπάρχει ούτε ένας δημοσιογράφος που να υποστηρίζει το «Όχι», στα γνωστά κανάλια; Δεν υπάρχει ούτε ένας αξιοπρεπής που δουλεύει εκεί; Δεν το πιστεύω. Ή μάλλον ξέρω πως υπάρχουν. Μόνο που υπακούνε. Φυσικά, δεν υπάρχουν δικαιολογίες. Καθένας ξέρει, ή οφείλει να ξέρει, πως σε αυτόν τον κόσμο υπάρχει και η ατομική ευθύνη. Και οι άνθρωποι κρίνονται πάντα, από τη στάση που κρατούν απέναντι στα κρίσιμα γεγονότα. Οι προσκυνημένοι δεν δικαιολογούνται απειδή οι δυνάστες ήταν ισχυροί ή επειδή «διάβαζαν» όταν οι άλλοι σέρνονταν στα βασανιστήρια. Αλλά τέλος πάντων, μ’ αυτό. Οι ευαίσθητες και έξαλλες ψυχές της βουλευτή – δημοσιογράφου του πρώην κόμματος της εργατικής τάξης και νυν του άκυρου, και των άλλων συνομιλητών της, δεν συνέλαβε καμιά παρατυπία στο ότι η συγκέντρωση των “Ναι” μεταδόθηκε κατά 1000% και πάνω περισσότερο από τα κανάλια σε σχέση με τη συγκέντρωση των “Οχι”; Όπως και όλα τα γεγονότα, σχόλια, απόψεις κλπ.
Η διοίκηση της ΕΣΗΕΑ, που διερρύγνυε τα ιμάτια της για τις αποκαλύψεις περί ΔΝΤ, δεν βλέπει τηλεόραση; Η διοίκηση της ΠΟΕΣΥ μόνο παραινέσεις προς τους δημοσιογράφους ξέρει να κάνει; Το ΕΣΡ δεν βλέπει, δεν ακούει, δεν καταλαβαίνει;
Έχω όμως ένα ερώτημα που πρέπει να απαντήσουμε. Γιατί σάρωσαν κάθε είδους πρόσχημα; Και δεν μιλάω για το Σκάι του Αλαφούζου που ούτως ή άλλως είτε για πολιτική είτε για αθλητισμό είναι ένας χουλιγκανικός σταθμός. Αλλά με όλους εκείνους τους “αμερόληπτους”, σοβαροφανείς και “άμεμπτους” (εμείς ξέρουμε ότι το λευκό γάντι είναι για να μη μένουν αποτυπώματα) τηλεοπτικούς σταθμούς, τι ακριβώς συνέβη;
Δεν έμεινε σκελετός που να μην παρελάσει, αν ψήφιζε «Ναι», δεν έμεινε σούργελο που να μην επιστρατευθεί, δεν έμεινε διαστρέβλωση που να μην γίνει, ψέμα να μην ειπωθεί, φόβος να μην κυκλοφορήσει. Τα αντικειμενικά ξεχάστηκαν. Είδηση δεν είναι ό,τι συμβαίνει αλλά ό,τι συμφέρει. Το ξέραμε. Τώρα χωρίς προσχήματα. Ωμά. Με αυτό τον τρόπο υπηρετούν ένα βραχυπρόθεσμο στόχο, το «Ναι», και υπονομεύουν έναν μακροπρόθεσμο, την αξιοπιστία τους. Κανείς από εκείνους που υποστηρίζουν το «Όχι» και πολλοί από εκείνους που θα ψηφίσουν «Ναι», δεν μπορεί πλέον να θεωρεί πως η ενημέρωση των καναλιών και των ανάλογων εφημερίδων είναι αξιόπιστη. Αυτό είναι καλό για μας. Αλλά γιατί ρισκάρουν τόσο; Μόνο μια απάντηση πειστική μπορώ να βρω. Γιατί ξαφνικά το ερώτημα που τέθηκε είναι πολύ μεγάλο και με απειλητική επιρροή για ολόκληρο το αστικό οκοδόμημα. Οπότε πάνε περίπατο και τα προσχήματα και τα μακροπρόθεσμα σχέδια. Κι αυτό, όσο να το κάνεις, είναι ιδιαίτερα