του Γεράσιμου Λιβιτσάνου
Οι πολιτικές διεργασίες στον ΣΥΡΙΖΑ μετά την υπερψήφιση της συμφωνίας που αγνόησε τις ριζοσπαστικές διαθέσεις της κοινωνίας που εκφράστηκαν με το συντριπτικό «Όχι» του δημοψηφίσματος της 5ης Ιουλίου, απειλούν να εγκλωβίσουν είτε στην ενσωμάτωση είτε στην απογοήτευση και την αποστράτευση της κοινωνικής του βάσης, που βρίσκεται ακόμη σε καθεστώς σοκ και οργής. Το δίπολο που συγκροτείται στο εσωτερικό της κυβέρνησης και του κόμματος συνίσταται σε μια πλειοψηφία που υπερασπίζεται ως «μοναδική λύση» την επιλογή του μονόδρομου των μνημονίων, ενώ οι διαφωνούντες εξαντλούν τις προσδοκίες τους σε εσωκομματικές αναδιατάξεις που όμως δεν θα υπερβούν την στρατηγική επιλογή του ΣΥΡΙΖΑ που συνίσταται στο «πάση θυσία στο Ευρώ». Από την πλευρά της ηγετική ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ, επιχειρείται ουσιαστικά μία αντεπίθεση στο πλήγμα που δέχθηκε η πολιτική και κοινοβουλευτική εικόνα του βασικού κυβερνώντος κόμματος.
Εμφανής είναι ο στόχος της ανάσχεσης ενός ολοένα διευρυνόμενου κλίματος αμφισβήτησης των επιλογών της ηγεσίας στην εκλογική βάση του κόμματος. Κεντρικό στοιχείο αυτής της προσπάθειας είναι η επίκληση του απόλυτου αδιεξόδου στο οποίο φέρεται να βρέθηκε η ελληνική κυβέρνηση, αντιμετωπίζοντας την πρόταση του Β.Σόιμπλε για 5ετή έξοδο από την Ευρωζώνη. Χαρακτηριστική είναι η αναφορά που έκανε ο Αλέξης Τσίπρας σε σύσκεψη της ηγετικής ομάδας σημειώνοντας πως «ζήτησα από την ΚΟ και τον κάθε βουλευτή ξεχωριστά να τοποθετηθούν στο ερώτημα αν ο εκβιασμός είναι αληθινός ή πλαστός. Και ζήτησα να αποφασίσουμε μαζί, αν είναι πλαστός, όλοι να ψηφίσουμε «Όχι». Αν, όμως, αποφανθούμε ότι είναι αληθινός, όλοι μαζί να μοιραστούμε την ευθύνη.
Το γεγονός ότι δεν εκφράστηκε ουσιαστική και τεκμηριωμένη αντίρρηση περί της αληθινής ισχύος του εκβιασμού, καθιστά την επιλογή 32 βουλευτών της ΚΟ να μη μοιραστούν την ευθύνη, τόσο με εμένα προσωπικά, όσο και με τους υπόλοιπους 110 βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ, ως μια επιλογή που έρχεται σε σύγκρουση με τις αρχές της συντροφικότητας και της αλληλεγγύης και σε μια κρίσιμη ώρα δημιουργεί ένα ανοιχτό τραύμα στο εσωτερικό μας». Μάλιστα ο πρωθυπουργός ξεκαθάρισε ότι οι εξελίξεις καθιστούν «έωλη τη στήριξη της πρώτης στην ιστορία του τόπου κυβέρνησης της αριστεράς, καθώς πλέον είμαι αναγκασμένος να συνεχίσω μέχρι και την ολοκλήρωση της συμφωνίας, με κυβέρνηση που θα στηρίζεται σε μειοψηφικό αριθμό βουλευτών».
Συνολικότερο πολιτικό ζήτημα ανέδειξε με δηλώσεις του ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του ΣΥΡΙΖΑ, Νίκος Φίλης σημειώνοντας ότι «υπάρχει πρόβλημα ταυτότητας» αφού «δεν μπορεί ο ΣΥΡΙΖΑ να προχωρήσει ισότιμα με δύο πολιτικά σχέδια. Δεν μπορεί να υπάρξει ΣΥΡΙΖΑ και εκτός και εντός του ευρώ». Πάντως τα εσωκομματικά προβλήματα στον ΣΥΡΙΖΑ δεν αφορούν μόνον τους βουλευτές και τα στελέχη της Αριστερής Πλατφόρμας. Η λαϊκή πίεση έχει δημιουργήσει έντονο προβληματισμό και στα στελέχη της ομάδας των 53, ενώ προβληματίζει η στάση της Ζ.Κωνσταντοπούλου και φυσικά η ηχηρή παραίτηση της Νάντιας Βαλαβάνη.
Όσον αφορά την Αριστερή Πλατφόρμα και συνολικά τους διαφοροποιούμενους στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ κινούνται σε μία λογική που «προσπερνά» το αυταπόδεικτο γεγονός της αποδοχής του μονόδρομου του Ευρώ, ως στρατηγική επιλογή του κόμματος, η οποία καταδεικνύει και τα πολιτικά του όρια. Μάλιστα είναι χαρακτηριστικό ότι σε άρθρο της ιστοελίδας Ίσκρα αναφέρεται ότι στόχος είναι να καταστούν «προσωρινές» οι «πολιτικές αναδιπλώσεις» αυτού του είδους!
«Χρειάζεται ψυχραιμία για να μην βρεθούμε στην θέση του Αλαβάνου» αναφέρουν στελέχη της Αριστερής Πλατφόρμας έχοντας προσανατολιστεί αποκλειστικά στο εσωκομματικό ακροατήριο, προσδοκώντας να ασκήσουν πιέσεις μέσω των εσωκομματικών συσχετισμών. Αυτά, την ίδια στιγμή που είναι ασφυκτικές οι πιέσεις που ασκούνται από την βάση. Αυτή άλλωστε η λογική οδήγησε και στην …ψηφοφορία-χειρουργείο, της προηγούμενης Τετάρτης στην Βουλή, όπου οι καταψηφίσεις της συμφωνίας και τα «παρών» ήταν προσαρμοσμένα έτσι ώστε η δύναμη της ΚΟ του ΣΥΡΙΖΑ να μην πέσει κάτω από τους 120 βουλευτές. Στην ίδια «γραμμή» κινήθηκαν και οι μετέπειτα δηλώσεις περί στήριξης της κυβέρνησης, παρά την διαφωνία με την συμφωνία που εγκρίθηκε από το κοινοβούλιο.
Ενδεικτική είναι η δήλωση του Π.Λαφαζάνη που είπε ότι «στηρίζουμε την κυβέρνηση, αλλά διαφωνούμε με τα μνημόνια, με μέτρα λιτότητας. Είμαστε βουλευτές της κυβέρνησης αυτής, τη στηρίζουμε ολόθερμα, είμαστε η καρδιά και η ψυχή του ΣΥΡΙΖΑ, στηρίζουμε τον πρωθυπουργό, δεν στηρίζουμε το Μνημόνιο».
Παράλληλα σε άρθρο του ο Κ.Λαπαβίτσας επιχείρησε να απαντήσει στο θέμα που τίθεται από το πρωθυπουργικό περιβάλλον σχετικά με το αν είναι υπαρκτό το δίλλημα που έθεσε στην κυβέρνηση ο Β.Σόιμπλε. Όπως επισήμανε «η ελληνική κυβέρνηση, παρά τα όσα λέγονται, δεν πήγε κόντρα στον Σόιμπλε. Απλώς διάλεξε τον πρώτο δρόμο που της πρόσφερε ο οικονομικός προκουράτορας της Ευρώπης», υποστηρίζοντας ότι οι εναλλακτικές προτάσεις που δόθηκαν ήταν σκληρή λιτότητα εντός ευρώ η αναδιάρθρωση χρέους με προσωρινή έξοδο και σκληρά αντιλαϊκά μέτρα.